Ρένα Λούνα's Blog, page 4

March 5, 2025

Τα μακάρια χρόνια της τιμωρίας

Θα μπορούσε να είναι μια αδιάφορη ανάγνωση. Έτσι κι αλλιώς τίποτα δεν γίνεται.

Η πρωταγωνίστρια μαγεύετε και ξεμαγεύετε από τη φιλία της με τη Φρεντερίκ με έναν ήρεμο, γαλήνιο τρόπο. Οι συνδέσεις που κάνει, είναι ανά σημεία βαθιές και συνταρακτικές, τουλάχιστον όταν βασιζόμαστε στη παρατήρησή της – ενώ άλλες στιγμές παραδέχεται πως δεν ξέρει τίποτα πραγματικά αποκαλυπτικό για την αγαπημένη της Φρεντερίκ και ο θαυμασμός της έχει κάτι το επιδερμικό – δεν το ορίζει πιο κατατοπιστικά.

Από τη σχέση της με τη Φρεντερίκ, κι όχι μόνο, λείπει η ίδια, λείπει η αφηγήτρια. Περιφέρεται βασισμένη στις μνήμες της που δεν αποκαλύπτει, βαριεστημένα και θλιμμένα, χρονοτριβεί κλεισμένη μέσα στο μυαλό της, βέβαιη πως έχασε τα καλύτερά της χρόνια εντός του οικοτροφείου.

Όλο το πλάτος και το μήκος του βιβλίου είναι βασισμένο στην ατμόσφαιρα της αιχμαλωσίας και των λεπτών, ισορροπημένων εκφράσεων (εάν η φυλακή ήταν πρόζα θα ήταν κάπως έτσι) – γυναικεία φυλακή. Όμορφη φυλακή. Φυλακή – σπίτι. Φυλακή γεμάτη με οικεία πρόσωπα. Φυλακή νοσταλγίας, γιατί τα οικεία πρόσωπα ξαφνικά φεύγουν. Όχι ακριβώς φυλακή. Σίγουρα, φυλακή.

Ο ψυχρός καθαρός αέρας της μεταπολεμικής Ελβετίας εισπνέεται πίσω από τα λίγα γαλλικά και γερμανικά του κειμένου. Πράγματι, το συγκεκριμένο κείμενο είναι η απόδειξη πως η ατμόσφαιρα μπορεί να διασώσει κάθε λογοτεχνική φιλοδοξία εάν τη συνοδέψουν τα ιστορικά γεγονότα που υπενθυμίζουν στον αναγνώστη πως παρά το ονειρικό, υπνωτιστικό τρόπο αφήγησης, όσα διαβάζουμε εντός ενός λογοτεχνικού σύμπαντος, πράγματι συνέβησαν.

Μιλώντας για την ατμόσφαιρα της Jaeggy, αξίζει να σταθεί κανείς στην υπνωτιστική γοητεία της απουσίας. Η αφηγήτρια παρατηρεί τα ρολόγια, την παγωμένη ώρα μέσα σε ένα κενό δωμάτιο. Τη μοναξιά και τη βαρεμάρα. Την ανάγκη να συμβεί κάτι συνταρακτικό, ακόμα κι εάν δεν το λέει. Κρίνει τις άλλες αυστηρά – έτσι διαφαίνεται η απουσία των προτύπων – μέσα από τον αυταρχικό Θεό που εμφανίζεται από το στόμα της, κάθε φορά που σκέφτεται την ομορφιά, τη συνέπεια και τα χιονισμένα δάση της Ελβετίας. Βασανίζεται από την παρείσακτη σεξουαλική αφύπνιση. Την αγνοεί αλλά και στην οποία επιμένει μέσα από την αναφορά στην εξουσία και την υποταγή στις σχέσεις εντός του οικοτροφείου – σχέσεις που σε κάποιον άλλον θα θύμιζαν κοινωνικό πείραμα.

Παγωμένα ρολόγια – κι όμως, μέχρι τις τελευταίες σελίδες διαπραγματεύται τον ‘χαμένο’ χρόνο και τον νοηματοδοτεί αναλογιζόμενη όσα έχουν προηγηθεί, πάντα με τρόπο παράξενο κι ευαίσθητο.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on March 05, 2025 02:52

February 18, 2025

Στη σκιά μιας άλλης: Ο μοιραίος έρωτας της Άσσια Ουέβιλ με τον Τεντ Χιουζ

Μια πλούσια (και μοναδική; ) βιογραφία της Άσσια Ουέβιλ, που ρίχνει φως στα γεγονότα του γνωστότερου ερωτικού τριγώνου που έμεινε στη λογοτεχνική ιστορία. Μάλιστα, για πρώτη φορά, το φως πέφτει στην Άσσια και όχι στο ζευγάρι Σύλβια – Τέντ.

Η Άσσια έμεινε στην ιστορία ως η γνωστή – άγνωστη, ‘άλλη’ που δεν είχε τις λογοτεχνικές χάρες της Πλαθ (γιατί να έπρεπε να τις είχε άλλωστε; ). Γίνεται λόγος για τη μαγευτική της σαγήνη, πόσο μοιραία υπήρξε και μνημονεύονται οι πολλοί της γάμοι – κάτι που τη χαρακτηρίζει ως άστατη (αλλά υποθέτω πως εάν ήταν άνδρας δεν θα άνοιγε ρουθούνι για τρεις γάμους). Έμεινε στην ιστορία ως χειριστική, ξελογιάστρα και ως μούσα του Χιούζ.

Ο δεύτερος γάμος του Χιουζ τελικά έγινε με την Κάρολ, μια νοσοκόμα από το χαρέμι που ο Χιούζ είχε δημιουργήσει τα επόμενα χρόνια μετά την αυτοκτονία της Πλαθ – βέβαια, το χαρέμι του το είχε ιδρύσει ενώ η Άσσια ήταν ακόμα ζωντανή, φτωχή, μόνη και ντροπιασμένη, μεγαλώνοντας την κόρη του, ένα παιδί με πολλά επώνυμα και μπερδεμένη αίσθηση ταυτότητας.

Η βιογραφία είναι χωρισμένη χρονικά, με πολλές μαρτυρίες που παρά τον αντιφατικό χαρακτήρα τής Άσσιας μένουν προβλέψιμες. Ωστόσο, πέφτει φως στα χαρίσματα της: την αγάπη της για τη ζωγραφική και το διάβασμα, την ποίησή της, τις τέσσερις γλώσσες που ήξερε, το ταλέντο της στο μάρκετινγκ, τη γενναιοδωρία της και το καλό της μάτι να εντοπίζει έργα τέχνης.

Στα ξένα, σύγχρονα μάτια, το πορτραίτο της Άσσιας και της Σύλβιας είναι διαφορετικό, αλλά ο θάνατός τους παρόμοιος. Εκτός απ’ ότι η Άσσια μιμήθηκε τον τρόπο της Πλαθ, οι λόγοι είναι το ζητούμενο: και οι δύο έφυγαν με σπασμένες καρδιές από τον Χιουζ – κάτι που σαν ιδέα ρομαντικοποιήθηκε και η φεμινιστική σχολή αντέδρασε με κάθε (δικαιολογημένο) μίσος προς τον (ατάλαντο μπροστά στη Σύλβια και άχαρο μπροστά στην Άσσια), Χιούζ. Βέβαια, ο πραγματικός δολοφόνος δεν είναι ούτε οι ίδιες (η Σύλβια ήταν από μικρή στον δρόμο της αυτοκτονίας – η Άσσια λιγότερο), ούτε ο Τέντυ, αλλά τα δεδομένα της εποχής. Εάν μπορούμε να κατηγορήσουμε τον Τεντ για κάτι, είναι πως ως άνδρας της εποχής ήξερε πολύ καλά τα δεδομένα και τα εκμεταλλευόταν στο έπακρο.

Η εποχή είχε ξεκάθαρους κανόνες και ακόμα νιώθουμε στη σπονδυλική μας στήλη της δονήσεις της: η αξία σου ορίζεται από την ανδρική αποδοχή, το ανδρικό ενδιαφέρον, την ανδρική ματιά και φυσικά, το σημαντικότερο όλων: τον γάμο.

Ο Χιούζ άφησε τη Σύλβια με δυο παιδιά, την Άσσια με ένα, το οποίο το αναγνώρισε κατά τη ληξιαρχική πράξη, αλλά κανείς δεν ήξερε πως η Σούρα ήταν κόρη του.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 18, 2025 00:29

February 7, 2025

Ανήκουστος βλάβη

Η κώφωση είναι: ενοχλητική, ανυπόφορη, κωμική, βολική, μοναχική, καλύτερη από άλλες βλάβες, η χειρότερη όλων των βλαβών. Ο Λοτζ συνέθεσε διαφορετικά θέματα, όπως τη συνταξιοδότηση, τη βαρηκοΐα, τον γάμο, τον απότομο θάνατο/τον αργό θάνατο, τη γλωσσολογία, τα σημειώματα αυτοκτονίας, το σεξ, τα οικογενειακά δράματα / τραύματα, τα πανεπιστημιακά κουτσομπολιά κ.ά., κατασκευάζοντας μια σοβαρή κωμωδία, που ευτυχώς για όλους, στερείται το μελόδραμα και τις υπερβολές.

Εκεί έγκειται και το μεγαλύτερο (ύπουλο) ταλέντο του Λοτζ: δρα υπογείως και κερδίζει συμπάθειες περιγράφοντας ένα χαλασμένο μπάνιο αλλά και τον θάνατο ενός πατέρα με το ίδιο, νηφάλιο ύφος. Υπάρχει κάτι πραγματικά θεσπέσιο στο να μη σου ανάβει ο συγγραφέας τα λαμπάκια κάθε τρεις και λίγο, σα φίλος που σε σέρνει σε διαφορετικές, τραβηγμένες από τα μαλλιά, περιπέτειες, κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο. Είναι φίλος ήρεμος, έμπιστος, αστείος. Ο ώριμος τόνος αφήγησης αναγκάζει τον αναγνώστη να προσέξει ακόμα περισσότερο, μιας και οι άνθρωποι που αποφεύγουν τους θεατρινισμούς, εμπνέουν αναγνωστική ψυχραιμία, ώστε να διαχωριστεί το κωμικό από το τραγικό.

Με απογοήτευσε η μικρή δόση της Άλεξ Λουμ και η καχυποψία του καθηγητή η οποία κατέληξε σε ένα λουμ – ξερομπλούμ μεταξύ τους, χωρίς εκτόνωση, χωρίς λάθη, χωρίς τίποτα. Βέβαια, το μεταίχμιο και η ουδετερότητα που ζει ο καθηγητής, φαίνεται να είναι χαρακτηριστικό που ακολουθεί πιστά.

Επίσης, μάλλον το μωσαϊκό του Λοτζ άφησε αποτυπώματα: τα ασύνδετα μεταξύ τους ζητήματα στο Α’ μέρος έδεναν ωραία, αλλά στο Β’, η σούπα που περιελάβανε τη σοβαρότητα της υγείας του πατέρα, μερικές κωμικές κατάστασης σχετικά με τη βαρηκοΐα, το Ολοκαύτωμα (!) και η χλιαρότητα σχετικά με την Άλεξ, μάλλον μας απομάκρυναν από την αρχική φλόγα της αφήγησης και μας οδήγησαν περισσότερο στην αυθεντικότητα του ημερολογιακού τύπου, γιατί πράγματι, τα ημερολόγια δεν είναι τόσο συναρπαστικά, εάν δεν κατασκευάζονται ώστε να αναζητήσουν αναγνώστη.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 07, 2025 06:21

January 24, 2025

Ρομαντικό ψεύδος και μυθιστορηματική αλήθεια

Ο René Girard ξετυλίγει προσεκτικά, δομημένα και με τρομερή υπομονή μια λογοτεχνική θεωρία για την αναπαράστασής της επιθυμίας στη λογοτεχνία. Πάντοτε μιλώντας τριγωνικά: ήρωας, αντικείμενο, διαμεσολαβητής, αναπτύσσει άλλοτε λακανικά, άλλοτε πιο πραγματιστικά πολλούς ήρωες κατά το περίπλοκο του πλούτου, της κοινωνικής θέσης, των συνθηκών, της οικογένειας και των εραστών που πόθησαν.
Ο Girard περιβάλλει τη λογοτεχνική θεωρεία με το κύρος από το οποίο ενέπνευσε ο διαμεσολαβητής στον ήρωα και τέλος πώς φωτίστηκε το αντικείμενο.
Η θεωρία είναι πλούσια από παραδείγματα και αναλύσεις, τεράστια πνευματικά, τοποθετώντας τους χαρακτήρες σε ένα πλούσιο φάσμα, από φιλοδοξία και ματαιοδοξία μέχρι σαδισμό και μαζοχισμό.

1 like ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on January 24, 2025 06:28

January 16, 2025

Ιστορίες του υποκόσμου

Ο πότης είναι ένα από τα βιβλία που πραγματικά με επηρέασαν. Στον πότη ο Χανς Φάλαντα χτίζει από το ειδικό και αφήνει τον αναγνώστη να μαντέψει τι γίνεται πίσω από την κουρτίνα της εποχής, να καταλήξει ο αναγνώστης στο γενικό. Επίσης είναι σαφές πως οι ευνοούμενοι και προνομιούχοι της εποχής του Πότη επέλεγαν να μην έχουν ιδέα για τη ζωή των εθισμένων και των απόκληρων.

Οι ιστορίες του υποκόσμου ενώ έχουν τη γνώριμη ενδιαφέρουσα γραφή του Φάλαντα, δείχνοντας συμπάθεια στη δύσκολη περίοδο της Γερμανίας, σε περίοδο μεγάλης αναταραχής, δεν δημιουργούνται ανθρώπινα πορτραίτα παρά η γραφή καταγραφής – ντοκιμαντέρ, όπου ο Φάλαντα είναι ανταποκριτής εθισμένων στη μορφίνη, μικροαπατεώνων και φυλακόβιων.

Συνεχώς η προσοχή μου έφευγε από το βιβλίο, μάλλον διότι οι άγνωστοι ήρωες σφηνάκια ερχόντουσαν κι έφευγαν από τα μάτια μου πριν προλάβω να τους συμπαθήσω, αντιπαθήσω ή επενδύσω με οποιονδήποτε τρόπο. Βέβαια, είναι σαφές πως ο Φάλαντα δεν επιχειρεί να κλέψει την καρδιά του αναγνώστη αλλά να χαρτογραφήσει μέσα από ανθρώπινες τραγωδίες την παρακμή του Βερολίνου. Πολλά από όσα γράφει προδίδουν το αυτοβιογραφικό στοιχείο, ωστόσο αυτό χάνεται μέσα στα διάφορα παρόμοια παραδείγματα. 

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on January 16, 2025 02:06

December 30, 2024

συννεφοκυνηγητό

Η ποίηση της Ειρήνης Μαργαρίτη μου θυμίζει την αλληλεγγύη της σερβιτόρας «Εάν χρειαστείς βοήθεια, έλα σε μένα», μάλλον εξαιτίας της αμεσότητας των λέξεων και των αποθεμάτων ευγένειας που αχνίζουν σε κάθε στροφή. Μάλλον, γιατί, το συννεφοκυνηγητό είναι μια λέξη σύνθετη, αλλά είναι και μια από τις πιο απλές. Τα ποιήματα της κάνουν τον γύρο του κόσμου, περνάνε πάνω από τον Πόλεμο και στέκονται για ώρα εκεί. Σύνθετο, μιας και μοιάζει άλυτο, αλλά είναι απλό, το πού οφείλουμε να (αντί)στεκόμαστε. Τα ποιήματα φαίνεται να γράφονται από μια νέα μαμά, κατάπληκτη από την ομορφιά και γεμάτη καταπληκτική αφοσίωση στην τρυφερή παρατήρηση των στιγμών. Φαντάζομαι τη μαγεία του να μεγαλώνεις και να βρίσκεις ποιήματα που έχει γράφει η μητέρα σου, εμπνευσμένη από τις λέξεις σου, τα μαλλιά σου, τον ενθουσιασμό σου, το πώς αντιλαμβάνεσαι μια λάμπα. Τι ευτυχία, γιγάντια! Εμένα με κράτησε λίγο παραπάνω αυτό το ποίημα, μεταξύ φίλων, γιατί, μάλλον, εμπεριέχει και έναν Πόλεμο και μια Οικογένεια:

Μ’ ΕΝΑ ΑΠΛΟ ΜΑΧΑΙΡΙ ΤΗΣ ΚΟΥΖΙΝΑΣ
μου τηλεφώνησε στις οχτώ το πρωί. δεν είμαι καλά, μου είπε. συνέβη κάτι; ρώτησα. όχι, μου είπε. τίποτα. απλώς δεν είμαι καλά. ύστερα άρχισε να μιλάει για ένα αγόρι που είχε καλέσει σπίτι του που τον απείλησε με μαχαίρι. τι λες, του λέω, ώπα, με μαχαίρι; ένα απλό μαχαίρι της κουζίνας, με διόρθωσε, τίποτα, τίποτα σοβαρό, στο τέλος ήρθε η αστυνομία. γιατί ρε, του είπα, γιατί τα κάνεις όλα αυτά; γιατί δεν αγαπάς λίγο τον εαυτό σου επιτέλους; κι όμως, μου είπε, δεν είναι αυτό, δεν είναι αυτό το θέμα, ποιο εί ναι, ποιο είναι τότε; ρώτησα χωρίς υπομονή. βαριέμαι τους φίλους μου, είπε, τα βράδια με κρατάνε τόσο αγκαλιά που δεν μπορώ να δω μέσασεμένα.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on December 30, 2024 14:32

Νύχια περλέ

Γράφει με το καλημέρα η Κοπανίτσα: «Ξύπνησα με μια σκληρή/οδυνηρή καύλα σήμερα το πρωί, που δεν ήταν σεξ, ήταν οργή.

Αυτό μου έφτασε για το πακετάρω τα Νύχια Περλέ στις χριστουγεννιάτικες διακοπές. Και ξέρετε πόσο περίπλοκα είναι τα ζητήματα του να φτιάξει κανείς βαλίτσες για λίγες μέρες. Μόνο ο γάτος μου, ζυγίζει περίπου οκτώ κιλά και είχε κουρνιάσει στη βαλίτσα με τις ώρες, βέβαιος και πως θα ταξιδέψει μαζί. Τέλος πάντων.

Τα Νύχια Περλέ με βασάνισαν όσο επέμενα να τα πλαισιώνω με τις βαρετές ερωτήσεις που κάνουν μερικοί καταπιεσμένοι χαρακτήρες σαν εμένα: «Μα τι είναι;». Κάπου στην πορεία το παίρνει κανείς απόφαση, πως πρόκειται για τα σύντομα κείμενα στα οποία η συγγραφέας αφηγείται ένα φάσμα λαμπρών και σκοτεινών γεγονότων που της έκαναν εντύπωση, από μια έκφραση, μέχρι κάτι ποιητικά φιλοσοφημένο, που ίσως να εξομολογηθείς στη φίλη σου μετά από κανένα μάι τάι. Μου άρεσε περισσότερο η επιμονή της συγγραφέως στον πατέρα της. Αυτά που της είχε πει και όλα όσα η ίδια υπέθετε και την έπιανε μανία να σκαλίζει. Ο λεκτικός της τρόπος, επίσης, είναι αλέγκρος, ελληνικός, αγγλικός, γαλλικός, λεσβιακός. Όλες οι σημαντικές γλώσσες δηλαδή! (εδώ -εάν είστε φίλοι μου- θα γελάσετε, έστω από ευγένεια). Ακολουθεί απόσπασμα από τα επικήδεια γεμιστά:

«Τόσος χώρος χρειάζεται για τάφο, σκέφτηκα. Φτάνει και περισσεύει. Αλλά περισσεύουνε λεφτά για τα άφθονα κρασιά και τα κοκκινιστά κρέατα που μου περιέγραψε; Τον συμπαθώ και για αυτό μόνο. Τα επικήδεια γεμιστά. Δεν επιθυμώ βέβαια τον θάνατό του, αλλά λιγουρεύομαι τα μετέπειτα φαγητά που μου περιέγραψε ο Ιωσήφ με τέτοιον ενθουσιασμό μετά την κηδεία της φίλης (λυκοφιλία!) που της ανήκει άνετο, μεγάλο διαμέρισμα στην ίδια τεράστια πολυκατοικία όπου ο Νοικοκυράκης παραμένει οικοπεδούχος. Το μεση μέρι έφαγα πέρκα με μαγιονέζα, πράγματα αστεία.»

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on December 30, 2024 13:44

Η Κασσάνδρα και ο λύκος

«Γεννήθηκα Ιούλιο, λυκόφως, αστερισμός Καρκίνος. Οταν με φέρανε για να με δει, γύρισε προς τον τοίχο.»

Δεν έκλαψα καθόλου όταν το διάβαζα. Νομίζω απλά συγκινήθηκα κάποια άλλη στιγμή, όταν κάτι έλεγα για την Καραπάνου. Διακριτικά.

Οι μικρές της ημερολογιακές καταγραφές, κρατάνε μια με δύο σελίδες και πάντα έχουν δράση. Πάντα η Κασσάνδρα κάτι έχει να πει ποιητικά, τραγουδιστά, με νευρώδες άγχος, με σκληρό ψυχοπαραμύθι. Απνευστί το διάβασα, θα μπορούσα να γράψω, αλλά πήρε λίγες ημέρες. Κάποια βράδυ στεναχωριόμουν και δεν ήθελα καθόλου. Βέβαια, τα στολίδια της Κασσάνδρας είναι που αποφασίζουν πού θα κάτσει η ρουλέτα, σε γέλιο ή στενοχώρια. Όταν τα γεγονότα είναι πολύ βαθιά χωμένα μέσα στην αφήγηση και στάζουν όλο μέλι, παρομοιώσεις και αστεία, τόσο ασχολείται κανείς με το παιδικό κουκλοθέατρο. Άλλες φορές η Κασσάνδρα λέει πράγματα πολύ μεγαλίστικα και είναι σα να σου μιλάει κανείς νεκρός στον ύπνο σου και λες «μπα, όνειρο είναι, αφού έχει πεθάνει». Η Κασσάνδρα όλο μιλάει, τα ξερνάει όλα και μπράβο της. Μεγάλο μπράβο, όχι τα τυπικά που ευλογούμαστε διαρκώς. Διαστροφή που βρίσκει να τρυπώσει από την ποντικότρυπα της εγκατάλειψης. Τα εγκαταλειμμένα παιδία έχουν περάσει τα χειρότερα και πάντα για την εγκατάλειψη μιλάνε, λες και οι φρικωδίες που έζησαν είναι ψιλά γράμματα στο λεξικό, μπροστά στην εγκατάλειψη. Και αυτή η αθηναϊκή μπουρζουαζία με έχει αναγουλιάσει όσο τίποτα πια. Τόσα πολλά γαλλικά και ούτε μια καλή κουβέντα. Ούτε μια για δείγμα. Και κανείς μπορεί να σκεφτεί πως η Μαργαρίτα, εάν κάτι ξέρει – είναι από κουβέντες. Επίσης, όταν οι μεγάλοι μιλούν σαν παιδιά ξέρω πως είναι η ώρα να τα μαζεύω και να φεύγω, δεν το αντέχω καθόλου. Όμως, εδώ δεν αμφέβαλα καθόλου πως η Μαργαρίτα έχει καταπιεί την Κασσάνδρα, λες και κλειδώθηκε σε κάποια ντουλάπα για να μείνει ασφαλής. Ή τέλος πάντων, το λέμε και κρυφτό άμα λάχει.

«Μια μέρα η μαμά μου η Κασσάνδρα, μου έφερε μια κούκλα για να μου την κάνει δώρο. Ήτανε μεγάλη και για μαλλιά είχε κίτρινους σπάγκους. Την κοίμισα στο κουτί της αφού πρώτα της έκοψα τα πόδια και τα χέρια για να χωράει. Αργότερα της έκοψα και το κεφάλι για να μην είναι βαριά. Τώρα την αγαπώ πολύ».

2 likes ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on December 30, 2024 13:20

December 12, 2024

Ο χώρος των λέξεων: Από τον Mallarmé στον Broodthaers

“Σκέφτομαι καταρχάς το καλλίγραμμα του Απολλιναίρ, «Bon- jour mon frère Albert à Mexico», όπου η ακτινοβόλα διάταξη των λέξεων και των κύκλων τους γύρω από ένα κέντρο που καταλαμβάνουν οι λέξεις «ύψους τριακοσίων μέτρων» μιμείται τη ραδιοφωνική μετάδοση των μηνυμάτων και των κυμάτων από την κορυφή του Πύργου του Άιφελ. Μπορούμε επίσης να ανακαλέσουμε τις αφίσες του Ροντσένκο για την αεροπορική εταιρεία Dobrolet που θέτουν σε αρμονία τη μορφή των γραμμάτων του ονόματος της εταιρείας με τη γεωμετρική μορφή των αεροπλάνων και ταυτόχρονα θέτουν σε αρμονία την επίπεδη αφίσα χωρίς προοπτική με τη φυσική κατάκτηση του χώρου και την εργασία των κατασκευαστών του νέου σοβιετικού κόσμου για την κατάκτηση των αιθέρων. Χωρίς αμφιβολία όμως, το πιο δηλωτικό παράδειγμα είναι τα ποιήματα-πίνακες που έφτιαξε o Σβίτερς με απορρίμματα που συνέλεξε από την καθημερινή ζωή, από εισιτήρια για το λεωφορείο μέχρι γρανάζια από μηχανισμούς ρολογιών.”

1 like ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on December 12, 2024 00:06

November 27, 2024

Η κρύπτη

Η Κρύπτη ήταν η βιαστική, πρωινή μου απόφαση, μήνες μετά αφού την έφερα σπίτι. Αποτελείται από δύο μέρη: Η Ανασκαφή, η οποία περιλαμβάνει μικρά ποιήματα χωρίς μέτρο, συχνά μιας παραγράφου ή και μιας πρότασης. Το δεύτερο μέρος είναι τα Αφηγήματα, μεγαλύτερες σε έκταση διηγήσεις, περιγραφές της μιας περίπου σελίδας.

Ήταν αυτό που χρειαζόταν κανείς για να ξεπεράσει την τρύπα που μου άφησε να χάσκει, η Νίκη-Ρεβέκκα Παπαγεωργίου τις προηγούμενες ημέρες.

Το φεγγάρι, θα μπω σε πειρασμό να μετρήσω πόσες φορές αναφέρεται, ως φέγγος, ως το φως του φεγγαριού, την αίσθηση της νύχτας αλλά και αυτή η φράση, που είναι μικρή, αλλά γεμίζει μια σελίδα:

«Να τη σέβεσαι τη νύχτα»

Μάλλον η καλύτερη προτροπή, παραίνεση, συμβουλή, διδαχή, προσταγή, κανόνας.
Κυριαρχούν τα μήλα και τα αχλάδια
τα χέρια, τα δόντια, τα χαμόγελα·
τα στήθη και τα μάτια
Κυριαρχούν τα μωρά, οι κρίνοι και οι καθρέπτες
Οι μέλισσες και τα ιπτάμενα κεριά
Σκαντζόχοιροι και πολλά πολλά πουλιά

Η παραμυθένια διάσταση ανάμεσα σε παιδική νυχτερινή ανάγνωση αλλά και ερωτική ματαίωση, μάλλον δεν είναι μακριά από νοσταλγικές μνήμες. Αυτές τις ημέρες συνέχεια μου έρχεται στο μυαλό το παραμύθι με τον τσαγκάρη και τα ξωτικά· μάλλον γιατί πλησιάζουν τα Χριστούγεννα. Έτσι κι εδώ είναι σημαντικά όλα τα ζωάκια ή και τα αντικείμενα σαν ζωάκια. Τα «λιοντατρίσια στόματα μπρούντζινων πόμολων» φέρνουν στο μυαλό την Αλίκη και κάθε τι που συναρπάζει το μικρό μυαλό ή και το μεγάλο, εάν δεν έχει μεγαλώσει απομαγεμένο.

Από τα αγνά παραμύθια κουνιραριζόμαστε μέχρι την πηχτή θλίψη των ενηλίκων που περισσότερο συχνά παρά σπάνια, δεν έχει καμία διαφορά με την παιδική θλίψη.

«Υπομονή! Θα πήξει το δάκρυ, θα γίνει νησί»

Τα επιγράμματα στην αρχή είναι δύο: περνάω τον Σαίξπηρ και ακολουθεί η λατινική φράση του Αγίου Αμβροσίου Stringebam brachia, sed jam amiseram quam tenebam “ Έσφιξα τα χέρια μου, αλλά είχα ήδη χάσει αυτό που κρατούσα ”

Ακολουθεί ένα πεζοποίημα που μου άρεσε πολύ, για ένα θυμωμένο αχλάδι:

Αφού το χαϊδεψε ώρα πολλή με το ερωτικός της
βλέμμα, άπλωσε τη φούχτα της να το τσακώσει. Το
αχλάδι όμως οργισμένο, χτυπώντας την στο χέρι,
ξέφυγε, στήθηκε ορθρό στην ουρά του και άρχισε να
χορεύει πάνω στο τραπεζομάντηλο έναν άγριο,
απειλητικό χορό.

1 like ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on November 27, 2024 01:31