Νύχια περλέ
Γράφει με το καλημέρα η Κοπανίτσα: «Ξύπνησα με μια σκληρή/οδυνηρή καύλα σήμερα το πρωί, που δεν ήταν σεξ, ήταν οργή.
Αυτό μου έφτασε για το πακετάρω τα Νύχια Περλέ στις χριστουγεννιάτικες διακοπές. Και ξέρετε πόσο περίπλοκα είναι τα ζητήματα του να φτιάξει κανείς βαλίτσες για λίγες μέρες. Μόνο ο γάτος μου, ζυγίζει περίπου οκτώ κιλά και είχε κουρνιάσει στη βαλίτσα με τις ώρες, βέβαιος και πως θα ταξιδέψει μαζί. Τέλος πάντων.
Τα Νύχια Περλέ με βασάνισαν όσο επέμενα να τα πλαισιώνω με τις βαρετές ερωτήσεις που κάνουν μερικοί καταπιεσμένοι χαρακτήρες σαν εμένα: «Μα τι είναι;». Κάπου στην πορεία το παίρνει κανείς απόφαση, πως πρόκειται για τα σύντομα κείμενα στα οποία η συγγραφέας αφηγείται ένα φάσμα λαμπρών και σκοτεινών γεγονότων που της έκαναν εντύπωση, από μια έκφραση, μέχρι κάτι ποιητικά φιλοσοφημένο, που ίσως να εξομολογηθείς στη φίλη σου μετά από κανένα μάι τάι. Μου άρεσε περισσότερο η επιμονή της συγγραφέως στον πατέρα της. Αυτά που της είχε πει και όλα όσα η ίδια υπέθετε και την έπιανε μανία να σκαλίζει. Ο λεκτικός της τρόπος, επίσης, είναι αλέγκρος, ελληνικός, αγγλικός, γαλλικός, λεσβιακός. Όλες οι σημαντικές γλώσσες δηλαδή! (εδώ -εάν είστε φίλοι μου- θα γελάσετε, έστω από ευγένεια). Ακολουθεί απόσπασμα από τα επικήδεια γεμιστά:
«Τόσος χώρος χρειάζεται για τάφο, σκέφτηκα. Φτάνει και περισσεύει. Αλλά περισσεύουνε λεφτά για τα άφθονα κρασιά και τα κοκκινιστά κρέατα που μου περιέγραψε; Τον συμπαθώ και για αυτό μόνο. Τα επικήδεια γεμιστά. Δεν επιθυμώ βέβαια τον θάνατό του, αλλά λιγουρεύομαι τα μετέπειτα φαγητά που μου περιέγραψε ο Ιωσήφ με τέτοιον ενθουσιασμό μετά την κηδεία της φίλης (λυκοφιλία!) που της ανήκει άνετο, μεγάλο διαμέρισμα στην ίδια τεράστια πολυκατοικία όπου ο Νοικοκυράκης παραμένει οικοπεδούχος. Το μεση μέρι έφαγα πέρκα με μαγιονέζα, πράγματα αστεία.»