Yanis Varoufakis's Blog, page 57
July 29, 2020
Γερμανοί, Έλληνες & Τούρκοι μέλη του DiEM25 εναντίον εξορύξεων, εξοπλισμών & εντάσεων και υπέρ της Ειρήνης & της Πράσινης Κοινής Ευημερίας
Πρόκειται για παρέμβαση του DiEM25 (αναπόσπαστο μέρος του οποίου είναι το ΜέΡΑ25) που κάνει όλους εμάς που, από τον Φλεβάρη του 2016, παλεύουμε να χτίσουμε αυτό το μοναδικό, ενιαίο, διεθνικό κίνημα να νιώθουμε βαθιά περήφανοι.
Φέρνοντας μαζί, ως μέλη του ίδιου κινήματος, μέλη και οργανώσεις μας από την Γερμανία, την Ελλάδα ΚΑΙ την Τουρκία, η πιο κάτω Διακήρυξη θυμίζει τα κοινά συμφέροντα των λαών μας κόντρα στην Ολιγαρχία-Χωρίς-Σύνορα, η οποία βεβαίως απεργάζεται εξορύξεις, εξοπλισμούς, εντάσεις και, στο βάθος, καταστροφική λιτότητα για την πλειοψηφία.
Αντί για τρυπάνια, όπλα, εντάσεις και λιτότητα, το DiEM25 καλεί Γερμανούς, Έλληνες και Τούρκους να αφοσιωθούμε στην Ειρήνη, τη Συνεργασία και την μετατροπή της Αν. Μεσογείου σε θάλασσα Κοινής Πράσινης Ευημερίας.
Κοινή Διακήρυξη των Εθνικών Επιτροπών του DiEM25 Γερμανίας, Ελλάδας και Τουρκίας: Ο Διεθνισμός στην υπηρεσία των λαών
Κάποιοι κλιμακώνουν αυτές τις μέρες την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδίως μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Δεν είναι άλλοι από τους συνήθεις κερδοσκόπους των πετρελαϊκών πολυεθνικών, τους εμπόρους οπλικών συστημάτων, τους πολεμοκάπηλους και, βέβαια, τους πολιτικούς που είναι ταγμένοι στην υπέρ πάντων συντήρηση ενός μη βιώσιμου οικονομικού συστήματος.
Αποτελούν μια ανίερη συμμαχία αποφασισμένη να προβεί παντού σε εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα επιφέρουν θανάσιμες επιπτώσεις στο τοπικό περιβάλλον, στο κλίμα του πλανήτη, και στις προοπτικές των λαών της περιοχής για Ειρήνη και Ευημερία. Τίποτα δεν τους κινητοποιεί εκτός από συμφέροντα που συστηματικά και αδιάκοπα βασιλεύουν διαιρώντας τους λαούς για να υφαρπάξουν το μέλλον τους.
Όπως δηλώνουμε και στο μανιφέστο μας, το DiEM25 στοχεύει προς μια Οικολογική Ευρώπη ταγμένη στην παγκόσμια Πράσινη Μετάβαση. Μια Ευρώπη με ιστορική συνείδηση που αναζητά ένα φωτεινό μέλλον χωρίς να κρύβεται από το παρελθόν της. Μια Διεθνιστική Ευρώπη που γνωρίζει ότι κανένας Ευρωπαίος δε μπορεί να είναι ελεύθερος αν ακόμη κι ένας λαός ζει ανελεύθερα. Μια ειρηνική Ευρώπη που αποκλιμακώνει τις εντάσεις στη γειτονιά της και εκτός αυτής.
Είναι επόμενο λοιπόν, σε μια περίοδο αυξανόμενων εντάσεων, το DiEM25 να παλεύει για τη μετατροπή του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου σε Θάλασσα Ειρήνης, Συνεργασίας, Ανανεώσιμης Ενέργειας για Όλους και Κοινής Πράσινης Ευημερίας.
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Γερμανίας
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Ελλάδας
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Τουρκίας
Φέρνοντας μαζί, ως μέλη του ίδιου κινήματος, μέλη και οργανώσεις μας από την Γερμανία, την Ελλάδα ΚΑΙ την Τουρκία, η πιο κάτω Διακήρυξη θυμίζει τα κοινά συμφέροντα των λαών μας κόντρα στην Ολιγαρχία-Χωρίς-Σύνορα, η οποία βεβαίως απεργάζεται εξορύξεις, εξοπλισμούς, εντάσεις και, στο βάθος, καταστροφική λιτότητα για την πλειοψηφία.
Αντί για τρυπάνια, όπλα, εντάσεις και λιτότητα, το DiEM25 καλεί Γερμανούς, Έλληνες και Τούρκους να αφοσιωθούμε στην Ειρήνη, τη Συνεργασία και την μετατροπή της Αν. Μεσογείου σε θάλασσα Κοινής Πράσινης Ευημερίας.
Κοινή Διακήρυξη των Εθνικών Επιτροπών του DiEM25 Γερμανίας, Ελλάδας και Τουρκίας: Ο Διεθνισμός στην υπηρεσία των λαών
Κάποιοι κλιμακώνουν αυτές τις μέρες την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδίως μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Δεν είναι άλλοι από τους συνήθεις κερδοσκόπους των πετρελαϊκών πολυεθνικών, τους εμπόρους οπλικών συστημάτων, τους πολεμοκάπηλους και, βέβαια, τους πολιτικούς που είναι ταγμένοι στην υπέρ πάντων συντήρηση ενός μη βιώσιμου οικονομικού συστήματος.
Αποτελούν μια ανίερη συμμαχία αποφασισμένη να προβεί παντού σε εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα επιφέρουν θανάσιμες επιπτώσεις στο τοπικό περιβάλλον, στο κλίμα του πλανήτη, και στις προοπτικές των λαών της περιοχής για Ειρήνη και Ευημερία. Τίποτα δεν τους κινητοποιεί εκτός από συμφέροντα που συστηματικά και αδιάκοπα βασιλεύουν διαιρώντας τους λαούς για να υφαρπάξουν το μέλλον τους.
Όπως δηλώνουμε και στο μανιφέστο μας, το DiEM25 στοχεύει προς μια Οικολογική Ευρώπη ταγμένη στην παγκόσμια Πράσινη Μετάβαση. Μια Ευρώπη με ιστορική συνείδηση που αναζητά ένα φωτεινό μέλλον χωρίς να κρύβεται από το παρελθόν της. Μια Διεθνιστική Ευρώπη που γνωρίζει ότι κανένας Ευρωπαίος δε μπορεί να είναι ελεύθερος αν ακόμη κι ένας λαός ζει ανελεύθερα. Μια ειρηνική Ευρώπη που αποκλιμακώνει τις εντάσεις στη γειτονιά της και εκτός αυτής.
Είναι επόμενο λοιπόν, σε μια περίοδο αυξανόμενων εντάσεων, το DiEM25 να παλεύει για τη μετατροπή του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου σε Θάλασσα Ειρήνης, Συνεργασίας, Ανανεώσιμης Ενέργειας για Όλους και Κοινής Πράσινης Ευημερίας.
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Γερμανίας
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Ελλάδας
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Τουρκίας
Published on July 29, 2020 23:35
DiEM25 organisations from Germany, Greece & Turkey on Peace & Shared Green Prosperity, instead of War Games & Oil-Gas Drilling, in the Eastern Mediterranean
Deeply proud of DiEM25’s intervention to avert tensions in the E. Mediterranean. Proving there is no clash between nations, DiEM25’s organisations in Germany, Greece & Turkey issued a manifesto for splendid Peace & Shared Green Prosperity in our region:
The perpetrators of war, the profiteers of the fossil fuel industry and political leaders wedded to an unsustainable economic system are, today, escalating tensions in the Eastern Mediterranean — especially between Greece and Turkey.
Intent on drilling for oil and gas everywhere, with lethal effect on the local environment, the earth’s climate and the prospects of peace and prosperity for the peoples of the region, this harmful fusion of oligarchs, warmongers and politicians with vested interests are working diligently toward dividing and ruling over the people so as to rob them of their future.
DiEM25, as we state in our manifesto, is committed to an Ecological Europe engaged in genuine world-wide green transition; a historically conscious Europe that seeks a bright future without hiding from its past; an Internationalist Europe that knows that no European can be free until humans everywhere are free, a peaceful Europe de-escalating tensions in its neighbourhood and beyond.
That is why at a time of increasing tensions, DiEM25 chooses instead to work towards the conversion of the Aegean and the East Mediterranean into a Sea of Peace, Cooperation, Shared Renewable Energy and shared green prosperity.
Signed
DiEM25’s National Collective in Germany
DiEM25’s National Collective in Greece
DiEM25’s Provisional National Collective in Turkey
The perpetrators of war, the profiteers of the fossil fuel industry and political leaders wedded to an unsustainable economic system are, today, escalating tensions in the Eastern Mediterranean — especially between Greece and Turkey.
Intent on drilling for oil and gas everywhere, with lethal effect on the local environment, the earth’s climate and the prospects of peace and prosperity for the peoples of the region, this harmful fusion of oligarchs, warmongers and politicians with vested interests are working diligently toward dividing and ruling over the people so as to rob them of their future.
DiEM25, as we state in our manifesto, is committed to an Ecological Europe engaged in genuine world-wide green transition; a historically conscious Europe that seeks a bright future without hiding from its past; an Internationalist Europe that knows that no European can be free until humans everywhere are free, a peaceful Europe de-escalating tensions in its neighbourhood and beyond.
That is why at a time of increasing tensions, DiEM25 chooses instead to work towards the conversion of the Aegean and the East Mediterranean into a Sea of Peace, Cooperation, Shared Renewable Energy and shared green prosperity.
Signed
DiEM25’s National Collective in Germany
DiEM25’s National Collective in Greece
DiEM25’s Provisional National Collective in Turkey
Do you want to be informed of DiEM25’s actions? Sign up here
Published on July 29, 2020 23:13
Ούτε Πόλεμος Ούτε Συνεκμετάλλευση – Ειρήνη, Συνεργασία & Πράσινη Κοινή Ευημερία: Οι θέσεις του ΜέΡΑ25 & του DiEM25 για την Ειρήνη και την Κοινή Πράσινη Ευημερία στην Αν. Μεσόγειο
Πρόσφατα γιορτάσαμε την 46η Επέτειο από την Αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Το ΜέΡΑ25 τόνισε, με την ευκαιρία της επετείου, ότι οι Έλληνες δημοκράτες έχουμε υποχρέωση να μην ξεχνάμε πως επέστρεψε η Δημοκρατία στην Ελλάδα: Ως απόρροια της Κυπριακής τραγωδίας που έφεραν εθνικιστικές επιλογές ενός ξενοκίνητου ελληνικού καθεστώτος που άνοιξε διάπλατα την πόρτα στην Κατοχή της Βόρειας Κύπρου.
Από τότε, η Τουρκία έχει αναδειχθεί σε περιφερειακή δύναμη, ιδίως μετά την αποδυνάμωση της Αιγύπτου, τη διάλυση της Συρίας, του Ιράκ και της Λιβύης, την αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαμορφώσει εξωτερική πολιτική και, βέβαια, την αναδίπλωση των ΗΠΑ από την Μέση Ανατολή. Αντίθετα, η Ελλάδα, λέγοντας συνεχώς «ναι σε όλα», μετετράπη σε θλιβερή Χρεοδουλοπαροικία.
Το εγχείρημα-οπερέτα των μνημονιακών κυβερνήσεων να εγκλωβίσουν την Τουρκία στην ακτογραμμή της, περικυκλώνοντάς την με εξορυκτικά τρυπάνια και πλατφόρμες στο πλαίσιο συμφωνίας με Νετανιάχου, Τραμπ, Μακρόν, Exxon-Mobil-Total και Σια, δεν μπορούσε παρά να καταλήξει σε φιάσκο. Αντί να «θωρακίσει» την Ελλάδα και να δημιουργήσει τα πολυπόθητα «ερείσματα», κατέληξε να απομονώσει την Αθήνα και να καταστήσει τον Ερντογάν ακόμα πιο κυρίαρχο.
Το φιάσκο της εξωτερικής πολιτικής των μνημονιακών κυβερνήσεων
Το εγχείρημα των κυβερνήσεων Τσίπρα – Μητσοτάκη να απομονώσουν την Τουρκία μέσω στρατηγικών συμμαχιών με Ισραήλ, ΗΠΑ, δικτατορικού καθεστώτος της Αιγύπτου, Exxon-Mobil και Total εξελίχθηκε σε φιάσκο. Αυτό είναι το μόνο ασφαλές συμπέρασμα από τις πρόσφατες εξελίξεις.
Οπως το ΜέΡΑ25 προέβλεπε από το 2018, η προσπάθεια των ελληνικών κυβερνήσεων να κάνουν «φίλους» τους «εχθρούς» του «εχθρού», τελικά απομόνωσε την ελληνική διπλωματία, απέτυχε να παραγάγει την οποιαδήποτε εξασφάλιση σε περίπτωση θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο και περιόρισε τις επαφές και σχέσεις που είχαν δημιουργηθεί το προηγούμενο διάστημα τόσο στην περιοχή των Βαλκανίων όσο και στον Ευρωπαϊκό Νότο.
Αντίθετα με την ελληνική εξωτερική πολιτική, η οποία χαρακτηρίζεται από πάγια τακτική αλλά ρευστή στρατηγική, η τουρκική εξωτερική πολιτική έχει πάγια στρατηγική αλλά συνεχώς προσαρμόσιμη στις περιστάσεις τακτική. Το αποτέλεσμα είναι το τουρκικό καθεστώς να έχει πετύχει τον στόχο του: η Τουρκία είναι, σήμερα, η μεγαλύτερη ντε φάκτο περιφερειακή δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η κατάρρευση της Αιγύπτου μετά την «αραβική άνοιξη», η διάλυση της Συρίας μετά την εισβολή και διάλυση του Ιράκ, ο εγκλωβισμός της Σαουδικής Αραβίας στον πόλεμο στην Υεμένη, η αποδόμηση της Λιβύης και, τέλος, η αναδίπλωση των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή (στρατηγική επιλογή του Ντ. Τραμπ), έφεραν στην επιφάνεια ένα τρίγωνο ισχύος: Τουρκία – Ιράν – Ισραήλ. Με το Ισραήλ επικεντρωμένο στον ζωτικό του χώρο, ο οποίος περιορίζεται μεταξύ Κύπρου και Ιράν, και με το Ιράν να προετοιμάζεται για επικείμενη σύγκρουση με τις ΗΠΑ, η μόνη περιφερειακή δύναμη με δυνατότητα προβολής της ισχύος της από τη Λιβύη μέχρι τη Συρία είναι η Τουρκία.
Το εγχείρημα των ελληνικών κυβερνήσεων να περικυκλωθεί η Τουρκία από εξορυκτικά τρυπάνια και πλατφόρμες, στο πλαίσιο της προαναφερθείσας συμφωνίας με Νετανιάχου, Exxon-Mobil και σία, ήταν θείο δώρο για τον Ερντογάν – καθώς του έδωσε εξαιρετική ευκαιρία (α) να ενώσει την τουρκική κοινή γνώμη εναντίον της Ελλάδας, (β) να βγάλει τα δικά του τρυπάνια στα πελάγη της Ανατολικής Μεσογείου και (γ) να χτίσει γέφυρα με τη Λιβύη, κάνοντας ρελάνς στην ελληνική γέφυρα με Ισραήλ.
Πάγιος στόχος του τουρκικού καθεστώτος, τόσο των κεμαλιστών όσο και του Ερντογάν, ήταν και παραμένει η παγίδευση των ελληνικών κυβερνήσεων σε διαπραγματεύσεις για «ρευστές» διεκδικήσεις της Αγκυρας, και όχι μόνο υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Την ευκαιρία που οι ελληνικές κυβερνήσεις δώρισαν στον Ερντογάν, να ρίξει τη γέφυρα προς Λιβύη, την εκμεταλλεύτηκε τα μέγιστα.
Με την κυβέρνηση Μητσοτάκη να «αγκαλιάζει» τον πολέμαρχο Χάφταρ, σε μια άπελπι προσπάθεια διεμβόλισης των τουρκολιβυκών συμφωνιών, αλλά χωρίς βέβαια καμία δυνατότητα παρέμβασης στον λιβυκό εμφύλιο, ο Ερντογάν άρπαξε την ευκαιρία για να αποδείξει ότι τις δικές του επιλογές στη Λιβύη μπορεί να τις στηρίξει στρατιωτικά. Αποτέλεσμα ήταν η Τουρκία να γυρίσει τον πόλεμο εναντίον του Χάφταρ, τον οποίο στηρίζει ο Πούτιν, κι έτσι ο Τούρκος πρόεδρος να κερδίσει την εύνοια του Λευκού Οίκου που με χαρά βλέπει την Τουρκία να περιορίζει τις φιλοδοξίες της Ρωσίας τόσο στη Λιβύη όσο και στη Συρία.
Κάπως έτσι η ελληνική κυβέρνηση έμεινε θλιβερός παρατηρητής, πλήρως απομονωμένη, να βαυκαλίζεται ότι είναι θετικές για την Ελλάδα κάποιες ανούσιες δηλώσεις Ευρωπαίων και Αμερικανών αξιωματούχων. Κάπως έτσι η χώρα μας έμεινε απροστάτευτη εν μέσω μιας περιφερειακής δίνης που οι άφρονες μνημονιακές κυβερνήσεις βοήθησαν να γιγαντωθεί μέσα από άθλιες συμφωνίες.
«Και η Ευρωπαϊκή Ενωση, η Γερμανία;» θα ρωτήσει κανείς. Ο,τι και να λέει η κυβέρνηση, για τη Γερμανία και εν γένει τους ισχυρούς της Ε.Ε., η Τουρκία παραμένει κορυφαίος εταίρος τους. Οι επαναλαμβανόμενες πανομοιότυπες ανακοινώσεις περί καταδίκης της Τουρκίας σε λεκτικό επίπεδο, είναι στο όριο του γραφικού. Ο Ζοζέπ Μπορέλ ήταν ξεκάθαρος: η Ε.Ε. επιθυμεί αποκλιμάκωση της έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο και διμερή διάλογο Ελλάδας – Τουρκίας.
Όσο για τη Γερμανία, θέλει να τελειώνει με το «αγκάθι» της ελληνοτουρκικής διαφοράς. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα από τη συμμετοχή του υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας Χάικο Μάας στη συνάντηση Μπορέλ, Δένδια, Χριστοδουλίδη στις Βρυξέλλες. Η δημόσια ανακοίνωση από τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών της «μυστικής συνάντησης» δεν έγινε, όπως ερμηνεύτηκε από την Αθήνα, ως κίνηση για τη δημιουργία εσωτερικών πολιτικών αντιθέσεων, αλλά για τη δέσμευση σε διάλογο πέραν υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, με βάση την τουρκική ισχύ.
Και σαν να μην έφτανε το στρατηγικό φιάσκο, είχαμε και μια σειρά από μικρές αλλά σημαντικές αστοχίες. Παραδείγματος χάριν, η ελληνική πλευρά απέτυχε να «διαβάσει» τις προθέσεις και τις κινήσεις του Τούρκου προέδρου προ των συναντήσεων Ερντογάν – Μητσοτάκη. Χαρακτηριστικά, μετά τη συνάντηση της Νέας Υόρκης τον Σεπτέμβριο του 2019, υπογράφηκαν τα δυο τουρκολιβυκά μνημόνια, ενώ μετά τη συνάντηση του Λονδίνου, ήρθε η ένταση στον Εβρο. Πιο πρόσφατα, λίγο μετά την τηλεφωνική επικοινωνία Μητσοτάκη – Ερντογάν υπογράφηκε το προεδρικό διάταγμα για την αλλαγή του χαρακτήρα της Αγίας Σοφίας από μουσείο σε τέμενος.
Και τώρα; Πολύ φοβόμαστε ότι η κυβέρνηση, προκειμένου να καλλιεργήσει το απαιτούμενο κλίμα για να δεχτεί τον διάλογο με την Τουρκία υπό όρους Βερολίνου, βλέπει με καλό μάτι μια θετικά ελεγχόμενη ένταση με την Τουρκία, ίσως και ένα ήσσονος σημασίας θερμό επεισόδιο – μια δικαιολογία για να αποδεχτεί και δημοσίως τις δεσμεύσεις Μητσοτάκη προς το Βερολίνο. Η σιωπηλή συναίνεση του ΣΥΡΙΖΑ προς αυτήν την κατεύθυνση ολοκληρώνει το φιάσκο της εξωτερικής πολιτικής των μνημονιακών κυβερνήσεων.
Τι πρέπει να γίνει ώστε να απομακρυνθεί ο πόλεμος, να προχωρήσουμε σε πολυμερή διάλογο χωρίς επιδιαιτησία, και να καλλιεργηθεί το έδαφος για την Ειρήνη και την Κοινή Πράσινη Ευημερία στην ευρύτερη περιοχή;
Εκτίμηση του ΜέΡΑ25 είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως το Βερολίνο, αλλά και το Παρίσι, θέλουν να τον σύρουν σε διάλογο με την Τουρκία υπό την δικής τους επιδιαιτησία και με ατζέντα που θα συνδιαμορφώσουν εκείνοι με τον Ερντογάν. Με αυτό το σκεπτικό, το ΜέΡΑ25 θεωρεί πως η ελληνική πλευρά πρέπει:
Να χαράξει πραγματικές κόκκινες γραμμές τις οποίες θα είμαστε πραγματικά έτοιμοι να προασπίσουμε όποιο και να είναι το κόστος – καθώς χωρίς τέτοιες, αξιόπιστες, κόκκινες γραμμές, είτε πρόκειται για διαπραγμάτευση με την τρόικα είτε με την Άγκυρα, ο διάλογος καταλήγει στη μία συνθηκολόγηση μετά την άλλη
Να συγκαλέσει Περιφερειακή Διάσκεψη, χωρίς επιδιαιτησία, με την συμμετοχή όλων των χωρών της Αν. Μεσογείου, για τον καθορισμό των ορίων ΑΟΖ των χωρών στην περιοχή στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου. Μόνο έτσι θα εκτονωθούν οι εντάσεις σε διμερές επίπεδο Ελλάδας-Τουρκίας, θα περιοριστεί ο ρόλος των επιδιαιτητών, και θα ανοίξει θεραπευτικός διάλογος μεταξύ Άγκυρας και Αθήνας.
Η απάντηση του ΜέΡΑ25 στο δίλημμα «Πόλεμος ή Συνεκμετάλλευση;»: Ούτε Πόλεμος ούτε Συνεκμετάλλευση! Αντ’ αυτών, το Αιγαίο και η Μεσόγειος θάλασσα Ειρήνης, Συνεργασίας και Κοινής Πράσινης Ευημερίας.
Κοινή Διακήρυξη των Εθνικών Επιτροπών του DiEM25 Γερμανίας, Ελλάδας και Τουρκίας: Ο Διεθνισμός στην υπηρεσία των λαών
Κάποιοι κλιμακώνουν αυτές τις μέρες την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδίως μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Δεν είναι άλλοι από τους συνήθεις κερδοσκόπους των πετρελαϊκών πολυεθνικών, τους εμπόρους οπλικών συστημάτων, τους πολεμοκάπηλους και, βέβαια, τους πολιτικούς που είναι ταγμένοι στην υπέρ πάντων συντήρηση ενός μη βιώσιμου οικονομικού συστήματος.
Αποτελούν μια ανίερη συμμαχία αποφασισμένη να προβεί παντού σε εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα επιφέρουν θανάσιμες επιπτώσεις στο τοπικό περιβάλλον, στο κλίμα του πλανήτη, και στις προοπτικές των λαών της περιοχής για Ειρήνη και Ευημερία. Τίποτα δεν τους κινητοποιεί εκτός από συμφέροντα που συστηματικά και αδιάκοπα βασιλεύουν διαιρώντας τους λαούς για να υφαρπάξουν το μέλλον τους.
Όπως δηλώνουμε και στο μανιφέστο μας, το DiEM25 στοχεύει προς μια Οικολογική Ευρώπη ταγμένη στην παγκόσμια Πράσινη Μετάβαση. Μια Ευρώπη με ιστορική συνείδηση που αναζητά ένα φωτεινό μέλλον χωρίς να κρύβεται από το παρελθόν της. Μια Διεθνιστική Ευρώπη που γνωρίζει ότι κανένας Ευρωπαίος δε μπορεί να είναι ελεύθερος αν ακόμη κι ένας λαός ζει ανελεύθερα. Μια ειρηνική Ευρώπη που αποκλιμακώνει τις εντάσεις στη γειτονιά της και εκτός αυτής.
Είναι επόμενο λοιπόν, σε μια περίοδο αυξανόμενων εντάσεων, το DiEM25 να παλεύει για τη μετατροπή του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου σε Θάλασσα Ειρήνης, Συνεργασίας, Ανανεώσιμης Ενέργειας για Όλους και Κοινής Πράσινης Ευημερίας.
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Γερμανίας
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Ελλάδας
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Τουρκίας
Από τότε, η Τουρκία έχει αναδειχθεί σε περιφερειακή δύναμη, ιδίως μετά την αποδυνάμωση της Αιγύπτου, τη διάλυση της Συρίας, του Ιράκ και της Λιβύης, την αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαμορφώσει εξωτερική πολιτική και, βέβαια, την αναδίπλωση των ΗΠΑ από την Μέση Ανατολή. Αντίθετα, η Ελλάδα, λέγοντας συνεχώς «ναι σε όλα», μετετράπη σε θλιβερή Χρεοδουλοπαροικία.
Το εγχείρημα-οπερέτα των μνημονιακών κυβερνήσεων να εγκλωβίσουν την Τουρκία στην ακτογραμμή της, περικυκλώνοντάς την με εξορυκτικά τρυπάνια και πλατφόρμες στο πλαίσιο συμφωνίας με Νετανιάχου, Τραμπ, Μακρόν, Exxon-Mobil-Total και Σια, δεν μπορούσε παρά να καταλήξει σε φιάσκο. Αντί να «θωρακίσει» την Ελλάδα και να δημιουργήσει τα πολυπόθητα «ερείσματα», κατέληξε να απομονώσει την Αθήνα και να καταστήσει τον Ερντογάν ακόμα πιο κυρίαρχο.
Το φιάσκο της εξωτερικής πολιτικής των μνημονιακών κυβερνήσεων
Το εγχείρημα των κυβερνήσεων Τσίπρα – Μητσοτάκη να απομονώσουν την Τουρκία μέσω στρατηγικών συμμαχιών με Ισραήλ, ΗΠΑ, δικτατορικού καθεστώτος της Αιγύπτου, Exxon-Mobil και Total εξελίχθηκε σε φιάσκο. Αυτό είναι το μόνο ασφαλές συμπέρασμα από τις πρόσφατες εξελίξεις.
Οπως το ΜέΡΑ25 προέβλεπε από το 2018, η προσπάθεια των ελληνικών κυβερνήσεων να κάνουν «φίλους» τους «εχθρούς» του «εχθρού», τελικά απομόνωσε την ελληνική διπλωματία, απέτυχε να παραγάγει την οποιαδήποτε εξασφάλιση σε περίπτωση θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο και περιόρισε τις επαφές και σχέσεις που είχαν δημιουργηθεί το προηγούμενο διάστημα τόσο στην περιοχή των Βαλκανίων όσο και στον Ευρωπαϊκό Νότο.
Αντίθετα με την ελληνική εξωτερική πολιτική, η οποία χαρακτηρίζεται από πάγια τακτική αλλά ρευστή στρατηγική, η τουρκική εξωτερική πολιτική έχει πάγια στρατηγική αλλά συνεχώς προσαρμόσιμη στις περιστάσεις τακτική. Το αποτέλεσμα είναι το τουρκικό καθεστώς να έχει πετύχει τον στόχο του: η Τουρκία είναι, σήμερα, η μεγαλύτερη ντε φάκτο περιφερειακή δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η κατάρρευση της Αιγύπτου μετά την «αραβική άνοιξη», η διάλυση της Συρίας μετά την εισβολή και διάλυση του Ιράκ, ο εγκλωβισμός της Σαουδικής Αραβίας στον πόλεμο στην Υεμένη, η αποδόμηση της Λιβύης και, τέλος, η αναδίπλωση των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή (στρατηγική επιλογή του Ντ. Τραμπ), έφεραν στην επιφάνεια ένα τρίγωνο ισχύος: Τουρκία – Ιράν – Ισραήλ. Με το Ισραήλ επικεντρωμένο στον ζωτικό του χώρο, ο οποίος περιορίζεται μεταξύ Κύπρου και Ιράν, και με το Ιράν να προετοιμάζεται για επικείμενη σύγκρουση με τις ΗΠΑ, η μόνη περιφερειακή δύναμη με δυνατότητα προβολής της ισχύος της από τη Λιβύη μέχρι τη Συρία είναι η Τουρκία.
Το εγχείρημα των ελληνικών κυβερνήσεων να περικυκλωθεί η Τουρκία από εξορυκτικά τρυπάνια και πλατφόρμες, στο πλαίσιο της προαναφερθείσας συμφωνίας με Νετανιάχου, Exxon-Mobil και σία, ήταν θείο δώρο για τον Ερντογάν – καθώς του έδωσε εξαιρετική ευκαιρία (α) να ενώσει την τουρκική κοινή γνώμη εναντίον της Ελλάδας, (β) να βγάλει τα δικά του τρυπάνια στα πελάγη της Ανατολικής Μεσογείου και (γ) να χτίσει γέφυρα με τη Λιβύη, κάνοντας ρελάνς στην ελληνική γέφυρα με Ισραήλ.
Πάγιος στόχος του τουρκικού καθεστώτος, τόσο των κεμαλιστών όσο και του Ερντογάν, ήταν και παραμένει η παγίδευση των ελληνικών κυβερνήσεων σε διαπραγματεύσεις για «ρευστές» διεκδικήσεις της Αγκυρας, και όχι μόνο υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Την ευκαιρία που οι ελληνικές κυβερνήσεις δώρισαν στον Ερντογάν, να ρίξει τη γέφυρα προς Λιβύη, την εκμεταλλεύτηκε τα μέγιστα.
Με την κυβέρνηση Μητσοτάκη να «αγκαλιάζει» τον πολέμαρχο Χάφταρ, σε μια άπελπι προσπάθεια διεμβόλισης των τουρκολιβυκών συμφωνιών, αλλά χωρίς βέβαια καμία δυνατότητα παρέμβασης στον λιβυκό εμφύλιο, ο Ερντογάν άρπαξε την ευκαιρία για να αποδείξει ότι τις δικές του επιλογές στη Λιβύη μπορεί να τις στηρίξει στρατιωτικά. Αποτέλεσμα ήταν η Τουρκία να γυρίσει τον πόλεμο εναντίον του Χάφταρ, τον οποίο στηρίζει ο Πούτιν, κι έτσι ο Τούρκος πρόεδρος να κερδίσει την εύνοια του Λευκού Οίκου που με χαρά βλέπει την Τουρκία να περιορίζει τις φιλοδοξίες της Ρωσίας τόσο στη Λιβύη όσο και στη Συρία.
Κάπως έτσι η ελληνική κυβέρνηση έμεινε θλιβερός παρατηρητής, πλήρως απομονωμένη, να βαυκαλίζεται ότι είναι θετικές για την Ελλάδα κάποιες ανούσιες δηλώσεις Ευρωπαίων και Αμερικανών αξιωματούχων. Κάπως έτσι η χώρα μας έμεινε απροστάτευτη εν μέσω μιας περιφερειακής δίνης που οι άφρονες μνημονιακές κυβερνήσεις βοήθησαν να γιγαντωθεί μέσα από άθλιες συμφωνίες.
«Και η Ευρωπαϊκή Ενωση, η Γερμανία;» θα ρωτήσει κανείς. Ο,τι και να λέει η κυβέρνηση, για τη Γερμανία και εν γένει τους ισχυρούς της Ε.Ε., η Τουρκία παραμένει κορυφαίος εταίρος τους. Οι επαναλαμβανόμενες πανομοιότυπες ανακοινώσεις περί καταδίκης της Τουρκίας σε λεκτικό επίπεδο, είναι στο όριο του γραφικού. Ο Ζοζέπ Μπορέλ ήταν ξεκάθαρος: η Ε.Ε. επιθυμεί αποκλιμάκωση της έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο και διμερή διάλογο Ελλάδας – Τουρκίας.
Όσο για τη Γερμανία, θέλει να τελειώνει με το «αγκάθι» της ελληνοτουρκικής διαφοράς. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα από τη συμμετοχή του υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας Χάικο Μάας στη συνάντηση Μπορέλ, Δένδια, Χριστοδουλίδη στις Βρυξέλλες. Η δημόσια ανακοίνωση από τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών της «μυστικής συνάντησης» δεν έγινε, όπως ερμηνεύτηκε από την Αθήνα, ως κίνηση για τη δημιουργία εσωτερικών πολιτικών αντιθέσεων, αλλά για τη δέσμευση σε διάλογο πέραν υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, με βάση την τουρκική ισχύ.
Και σαν να μην έφτανε το στρατηγικό φιάσκο, είχαμε και μια σειρά από μικρές αλλά σημαντικές αστοχίες. Παραδείγματος χάριν, η ελληνική πλευρά απέτυχε να «διαβάσει» τις προθέσεις και τις κινήσεις του Τούρκου προέδρου προ των συναντήσεων Ερντογάν – Μητσοτάκη. Χαρακτηριστικά, μετά τη συνάντηση της Νέας Υόρκης τον Σεπτέμβριο του 2019, υπογράφηκαν τα δυο τουρκολιβυκά μνημόνια, ενώ μετά τη συνάντηση του Λονδίνου, ήρθε η ένταση στον Εβρο. Πιο πρόσφατα, λίγο μετά την τηλεφωνική επικοινωνία Μητσοτάκη – Ερντογάν υπογράφηκε το προεδρικό διάταγμα για την αλλαγή του χαρακτήρα της Αγίας Σοφίας από μουσείο σε τέμενος.
Και τώρα; Πολύ φοβόμαστε ότι η κυβέρνηση, προκειμένου να καλλιεργήσει το απαιτούμενο κλίμα για να δεχτεί τον διάλογο με την Τουρκία υπό όρους Βερολίνου, βλέπει με καλό μάτι μια θετικά ελεγχόμενη ένταση με την Τουρκία, ίσως και ένα ήσσονος σημασίας θερμό επεισόδιο – μια δικαιολογία για να αποδεχτεί και δημοσίως τις δεσμεύσεις Μητσοτάκη προς το Βερολίνο. Η σιωπηλή συναίνεση του ΣΥΡΙΖΑ προς αυτήν την κατεύθυνση ολοκληρώνει το φιάσκο της εξωτερικής πολιτικής των μνημονιακών κυβερνήσεων.
Τι πρέπει να γίνει ώστε να απομακρυνθεί ο πόλεμος, να προχωρήσουμε σε πολυμερή διάλογο χωρίς επιδιαιτησία, και να καλλιεργηθεί το έδαφος για την Ειρήνη και την Κοινή Πράσινη Ευημερία στην ευρύτερη περιοχή;
Εκτίμηση του ΜέΡΑ25 είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως το Βερολίνο, αλλά και το Παρίσι, θέλουν να τον σύρουν σε διάλογο με την Τουρκία υπό την δικής τους επιδιαιτησία και με ατζέντα που θα συνδιαμορφώσουν εκείνοι με τον Ερντογάν. Με αυτό το σκεπτικό, το ΜέΡΑ25 θεωρεί πως η ελληνική πλευρά πρέπει:
Να χαράξει πραγματικές κόκκινες γραμμές τις οποίες θα είμαστε πραγματικά έτοιμοι να προασπίσουμε όποιο και να είναι το κόστος – καθώς χωρίς τέτοιες, αξιόπιστες, κόκκινες γραμμές, είτε πρόκειται για διαπραγμάτευση με την τρόικα είτε με την Άγκυρα, ο διάλογος καταλήγει στη μία συνθηκολόγηση μετά την άλλη
Να συγκαλέσει Περιφερειακή Διάσκεψη, χωρίς επιδιαιτησία, με την συμμετοχή όλων των χωρών της Αν. Μεσογείου, για τον καθορισμό των ορίων ΑΟΖ των χωρών στην περιοχή στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου. Μόνο έτσι θα εκτονωθούν οι εντάσεις σε διμερές επίπεδο Ελλάδας-Τουρκίας, θα περιοριστεί ο ρόλος των επιδιαιτητών, και θα ανοίξει θεραπευτικός διάλογος μεταξύ Άγκυρας και Αθήνας.
Η απάντηση του ΜέΡΑ25 στο δίλημμα «Πόλεμος ή Συνεκμετάλλευση;»: Ούτε Πόλεμος ούτε Συνεκμετάλλευση! Αντ’ αυτών, το Αιγαίο και η Μεσόγειος θάλασσα Ειρήνης, Συνεργασίας και Κοινής Πράσινης Ευημερίας.
Κοινή Διακήρυξη των Εθνικών Επιτροπών του DiEM25 Γερμανίας, Ελλάδας και Τουρκίας: Ο Διεθνισμός στην υπηρεσία των λαών
Κάποιοι κλιμακώνουν αυτές τις μέρες την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδίως μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Δεν είναι άλλοι από τους συνήθεις κερδοσκόπους των πετρελαϊκών πολυεθνικών, τους εμπόρους οπλικών συστημάτων, τους πολεμοκάπηλους και, βέβαια, τους πολιτικούς που είναι ταγμένοι στην υπέρ πάντων συντήρηση ενός μη βιώσιμου οικονομικού συστήματος.
Αποτελούν μια ανίερη συμμαχία αποφασισμένη να προβεί παντού σε εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα επιφέρουν θανάσιμες επιπτώσεις στο τοπικό περιβάλλον, στο κλίμα του πλανήτη, και στις προοπτικές των λαών της περιοχής για Ειρήνη και Ευημερία. Τίποτα δεν τους κινητοποιεί εκτός από συμφέροντα που συστηματικά και αδιάκοπα βασιλεύουν διαιρώντας τους λαούς για να υφαρπάξουν το μέλλον τους.
Όπως δηλώνουμε και στο μανιφέστο μας, το DiEM25 στοχεύει προς μια Οικολογική Ευρώπη ταγμένη στην παγκόσμια Πράσινη Μετάβαση. Μια Ευρώπη με ιστορική συνείδηση που αναζητά ένα φωτεινό μέλλον χωρίς να κρύβεται από το παρελθόν της. Μια Διεθνιστική Ευρώπη που γνωρίζει ότι κανένας Ευρωπαίος δε μπορεί να είναι ελεύθερος αν ακόμη κι ένας λαός ζει ανελεύθερα. Μια ειρηνική Ευρώπη που αποκλιμακώνει τις εντάσεις στη γειτονιά της και εκτός αυτής.
Είναι επόμενο λοιπόν, σε μια περίοδο αυξανόμενων εντάσεων, το DiEM25 να παλεύει για τη μετατροπή του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου σε Θάλασσα Ειρήνης, Συνεργασίας, Ανανεώσιμης Ενέργειας για Όλους και Κοινής Πράσινης Ευημερίας.
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Γερμανίας
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Ελλάδας
H Εθνική Επιτροπή του DiEM25 Τουρκίας
Published on July 29, 2020 22:55
July 27, 2020
Why Bitcoin is not a socialist’s ally – Reply to Ben Arc
On 15th July, Ben Arc published in Bitcoin Magazine an open letter addressed to me in a bid to convince me that I should re-assess my rejection of Bitcoin as a force for good; as a bulwark for democratising capitalism and paving the ground for socialism. Here is my reply:
Dear Ben Arc,
Thank you for your open letter and your efforts to bring a socialist perspective to bear upon my assessment of Bitcoin.
In my reply below, I shall address you as a fellow socialist, rather than put together a reply meant to address all sorts of different perspectives (e.g. Keynesian, Hayekian, neoclassical)
As you know, I am one of those who, back in 2011, were genuinely intrigued, fascinated even, by the remarkable blockchain algorithm. The prospect of a decentralised ledger controlled by its community of users was mesmerising.
As you also know, I was unimpressed by Bitcoin as an alternative to fiat money that is either likely, or indeed desirable, under our current capitalist predicament.
Having read your open letter, I remain as enthusiastic on blockchain’s capacities and as unimpressed by Bitcoin’s ability to help us either civilise or (as any socialist dreams of) transcend capitalism.
Two propositions support this view. In the hypothetical case where Bitcoin were, under presently-existing capitalism, to replace fiat money: (1) It would lack the mechanism necessary to stop capitalist crises from yielding depressions that benefit only the ultra-right; and, (2) Its community-based, democratic protocols would do little to democratise economic life.
I shall explain my two propositions briefly below. But, before you despair (at my continued negative take on Bitcoin), let me foreshadow the concluding sentence in the Epilogue below: Once (and, of course, if) socialism dawns, money will have to be founded on a distributed-ledger, monetary commons enabling tehnology.
In other words, I shall argue that Bitcoin is not fit for purpose under capitalism, or as a vehicle toward transcending capitalism, but something like Bitcoin will characterise monetary systems in a future world free of private banks and share markets.
OK, let me now support my two propositions:
Proposition 1: Bitcoin lacks the shock absorbers necessary to prevent capitalist crises from doing untold damage to the working class
Consider the Crash of 2008 or the more recent 2020 Covid-19-induced crisis. Suppose that Central Banks did not have the capacity instantly to create trillions of dollars, euros, pounds and yen – and instead had to rely on a spontaneous majority of Bitcoin’s users to agree to a massive increase in the supply of money. The result would be a 1929-like collapse of banks and corporations.
While socialists would shed no tears for the tragedy of the oligarchy, socialists should beware that a 1929-like systemic collapse is bound to strengthen the forces of the ultra-right – not of the socialist left (that has been, since at least 1991, languishing in the doldrums of political paralysis).
Technically, there is of course nothing that would prevent the Bitcoin community from agreeing instantly to even a doubling of the money base. However, the Tragedy of the Commons guarantees that Bitcoin owners will be subject to the usual prisoner’s dilemma dynamic that prevents the boost in the money supply necessary to avert the liquidation of potentially viable businesses and jobs. Moreover, this free-rider problem is made far, far worse by the fact that Bitcoin ownership is very unequally distributed, thus giving the Bitcoin-rich powerful incentives to restrain the growth of the money supply (since such restrictions would boost their private rents at the expense of the public interest).
In short, the free-rider problem that guarantees the maximal reinforcement of any capitalist crisis (in any economy relying on Bitcoin as its main currency) will be turbocharged by the unequal ownership of Bitcoin – which is unavoidable in any monetary system overlaid upon contemporary capitalism.
Proposition 2: Under capitalism, Bitcoin’s dominance will not democratise economic life – or give socialism a chance
Suppose, again, that some magic wand is waved and Bitcoin replaces fiat money under contemporary capitalist conditions. In other words, as Bitcoin replaced dollars, pounds, euros and yen, property rights over land, resources and machines remain as they are while private equity firms and pension funds continue to own the bulk of shares trading in Wall Street, the City etc. All that will have changed is that Central Banks will vanish and the community of Bitcoin users will determine the global money supply (subject to the free-rider problems mentioned above).
At the firm level, nothing will have changed. Jeff Bezos will still control a massive monopsony-cum-monopoly, Facebook will still own the whole marketplace within its platform, Exxon-Mobil will continue to lean on weaker developing country governments to drill for oil and gas that should be left in the Earth’s guts etc.
And what of private banks? They would, make no mistake here, find ways of creating complex derivatives based on Bitcoin – derivatives that will soon (just like Lehman Brothers’ CDOs prior to 2008) function as stores of value and means of exchange; i.e. as private money. Massive bubbles denominated in Bitcoin will build up and they will burst just as they did in the 19th century under the Gold Standard. And then?
In the absence of Central Banks and with the Bitcoin community in the clasps of the aforementioned free-rider problem, depression will follow – as it did before the Fed was instituted in the US. Thus, the tragedy mentioned in Proposition 1 above kicks in.
In short, not only will the democratisation of money via Bitcoin fail to democratise capitalism but it will also give an almighty boost to the forces of regression.
Epilogue
Bitcoin’s great appeal is that it breaks the cronyist chain linking central banks and private bankers. However, it does not undermine the cronyism of the network of bosses, politicians and private bankers.
Lest we forget, 19th Century bimetallic America also lacked a central bank. Under the gold and silver standards, the public money supply was fixed – and could not be easily manipulated by the state (either the government or the, then non-existent, Fed). But that did not stop private bankers from leveraging public money out of thin air to create huge quantities of private money with which to fund the Robber Barons, i.e. the Jeff Bezoses, of the era.
In this sense, replacing fiat money with Bitcoin would take us back to a postmodern version of 19th Century America – not exactly a prospect socialists should go to the barricades for.
In summary, the monetary system is like the dog’s tail. It cannot wag the capitalist dog, in the sense that democratising money by means of a monetary commons will not democratise economic life but, rather, make capitalism uglier, nastier and more dangerous for humanity.
Having said all this, a monetary commons (that may very well rely on something like the blockchain underpinning Bitcoin) will, I have no doubt, be an essential aspect of a democratised economy; of socialism.
Dear Ben Arc,
Thank you for your open letter and your efforts to bring a socialist perspective to bear upon my assessment of Bitcoin.
In my reply below, I shall address you as a fellow socialist, rather than put together a reply meant to address all sorts of different perspectives (e.g. Keynesian, Hayekian, neoclassical)
As you know, I am one of those who, back in 2011, were genuinely intrigued, fascinated even, by the remarkable blockchain algorithm. The prospect of a decentralised ledger controlled by its community of users was mesmerising.
As you also know, I was unimpressed by Bitcoin as an alternative to fiat money that is either likely, or indeed desirable, under our current capitalist predicament.
Having read your open letter, I remain as enthusiastic on blockchain’s capacities and as unimpressed by Bitcoin’s ability to help us either civilise or (as any socialist dreams of) transcend capitalism.
Two propositions support this view. In the hypothetical case where Bitcoin were, under presently-existing capitalism, to replace fiat money: (1) It would lack the mechanism necessary to stop capitalist crises from yielding depressions that benefit only the ultra-right; and, (2) Its community-based, democratic protocols would do little to democratise economic life.
I shall explain my two propositions briefly below. But, before you despair (at my continued negative take on Bitcoin), let me foreshadow the concluding sentence in the Epilogue below: Once (and, of course, if) socialism dawns, money will have to be founded on a distributed-ledger, monetary commons enabling tehnology.
In other words, I shall argue that Bitcoin is not fit for purpose under capitalism, or as a vehicle toward transcending capitalism, but something like Bitcoin will characterise monetary systems in a future world free of private banks and share markets.
OK, let me now support my two propositions:
Proposition 1: Bitcoin lacks the shock absorbers necessary to prevent capitalist crises from doing untold damage to the working class
Consider the Crash of 2008 or the more recent 2020 Covid-19-induced crisis. Suppose that Central Banks did not have the capacity instantly to create trillions of dollars, euros, pounds and yen – and instead had to rely on a spontaneous majority of Bitcoin’s users to agree to a massive increase in the supply of money. The result would be a 1929-like collapse of banks and corporations.
While socialists would shed no tears for the tragedy of the oligarchy, socialists should beware that a 1929-like systemic collapse is bound to strengthen the forces of the ultra-right – not of the socialist left (that has been, since at least 1991, languishing in the doldrums of political paralysis).
Technically, there is of course nothing that would prevent the Bitcoin community from agreeing instantly to even a doubling of the money base. However, the Tragedy of the Commons guarantees that Bitcoin owners will be subject to the usual prisoner’s dilemma dynamic that prevents the boost in the money supply necessary to avert the liquidation of potentially viable businesses and jobs. Moreover, this free-rider problem is made far, far worse by the fact that Bitcoin ownership is very unequally distributed, thus giving the Bitcoin-rich powerful incentives to restrain the growth of the money supply (since such restrictions would boost their private rents at the expense of the public interest).
In short, the free-rider problem that guarantees the maximal reinforcement of any capitalist crisis (in any economy relying on Bitcoin as its main currency) will be turbocharged by the unequal ownership of Bitcoin – which is unavoidable in any monetary system overlaid upon contemporary capitalism.
Proposition 2: Under capitalism, Bitcoin’s dominance will not democratise economic life – or give socialism a chance
Suppose, again, that some magic wand is waved and Bitcoin replaces fiat money under contemporary capitalist conditions. In other words, as Bitcoin replaced dollars, pounds, euros and yen, property rights over land, resources and machines remain as they are while private equity firms and pension funds continue to own the bulk of shares trading in Wall Street, the City etc. All that will have changed is that Central Banks will vanish and the community of Bitcoin users will determine the global money supply (subject to the free-rider problems mentioned above).
At the firm level, nothing will have changed. Jeff Bezos will still control a massive monopsony-cum-monopoly, Facebook will still own the whole marketplace within its platform, Exxon-Mobil will continue to lean on weaker developing country governments to drill for oil and gas that should be left in the Earth’s guts etc.
And what of private banks? They would, make no mistake here, find ways of creating complex derivatives based on Bitcoin – derivatives that will soon (just like Lehman Brothers’ CDOs prior to 2008) function as stores of value and means of exchange; i.e. as private money. Massive bubbles denominated in Bitcoin will build up and they will burst just as they did in the 19th century under the Gold Standard. And then?
In the absence of Central Banks and with the Bitcoin community in the clasps of the aforementioned free-rider problem, depression will follow – as it did before the Fed was instituted in the US. Thus, the tragedy mentioned in Proposition 1 above kicks in.
In short, not only will the democratisation of money via Bitcoin fail to democratise capitalism but it will also give an almighty boost to the forces of regression.
Epilogue
Bitcoin’s great appeal is that it breaks the cronyist chain linking central banks and private bankers. However, it does not undermine the cronyism of the network of bosses, politicians and private bankers.
Lest we forget, 19th Century bimetallic America also lacked a central bank. Under the gold and silver standards, the public money supply was fixed – and could not be easily manipulated by the state (either the government or the, then non-existent, Fed). But that did not stop private bankers from leveraging public money out of thin air to create huge quantities of private money with which to fund the Robber Barons, i.e. the Jeff Bezoses, of the era.
In this sense, replacing fiat money with Bitcoin would take us back to a postmodern version of 19th Century America – not exactly a prospect socialists should go to the barricades for.
In summary, the monetary system is like the dog’s tail. It cannot wag the capitalist dog, in the sense that democratising money by means of a monetary commons will not democratise economic life but, rather, make capitalism uglier, nastier and more dangerous for humanity.
Having said all this, a monetary commons (that may very well rely on something like the blockchain underpinning Bitcoin) will, I have no doubt, be an essential aspect of a democratised economy; of socialism.
Published on July 27, 2020 09:47
Capitalism in crisis – Video by Patreon
What comes next? Yanis Varoufakis on capitalism’s crisis and our duty to plan for postcapitalsim
Published on July 27, 2020 07:50
July 24, 2020
The EU coronavirus Recovery Fund will take Europe another step towards disintegration – The Guardian
During the early years of the eurozone crisis, I remember gauging its depths by the rapidly diminishing half-life of the celebrations that followed every European Union summit. Premature proclamations that the crisis was over inspired hope, which caused the money markets to rebound. But then, at some point, gloom would unfailingly return. As the years of austerity for the many and socialism for the few ground on, that point arrived sooner after each EU summit.
Could it be that, at long last, this sad pattern has been broken by last week’s summit, which resulted in a brand new, €750bn post-pandemic EU recovery fund?
Ignoring the predictably triumphant reception by the usual EU cheerleaders, hope that this time the EU may have got it right comes from smart critics of the leaders’ track record, such as my friend Shahin Vallée who described the recovery fund as “a leap towards genuine integration”.
It is not the size of the fund that gives commentators like Vallée hope. It is, rather, the fact that for the first time EU leaders seem to have acknowledged the indispensability of a common debt as the glue of any monetary union. True enough, the €750bn will be borrowed jointly by member states in proportion to their capacity so as to be spent in proportion to their need. This has been necessary for years but has been resisted doggedly by the richer countries – until now.
So, why is it that, although I endorse the idea of mutualised debt as a necessary condition for European unity, I believe that the EU’s latest decision is another step in the direction of Europe’s disintegration? For three reasons.
First, the recovery fund is a distraction from the elephant in the room: massive austerity. According to the International Monetary Fund, the eurozone’s total 2020 income will fall by 10%, causing an average budget deficit of more than 11%, with weaker countries such as Italy and Greece facing a much larger drop.
That would not be catastrophic per se, if it were not for the determination of Berlin and other governments to push member states to balance their books by 2021 (as witnessed by the 11 June Eurogroup communique). Even if the nascent recovery brings down, for example, Italy’s budget deficit to, say, 9%, to balance its books Rome must impose a cruel level of austerity equal to a new 9% of GDP in cuts and taxes. Similarly with Greece. Given that even Germany will have to practise austerity to balance its budget, the whole continent will be treated to an intensification of the doom loop between austerity and recession.
Second, the recovery fund is (macroeconomically) puny. For it to defend the union, it should pack a fiscal boost comparable in magnitude to the austerity tsunami down the line. It does not. Take Italy and Greece again, countries that must face down immense austerity. How much of this shock can the recovery fund monies help absorb? Not a lot, is the answer.
To arrive at a precise answer, we must first ignore the new loans on offer from the recovery fund (since new debt has never helped the insolvent) and concentrate exclusively on net grants. Italy has been allocated around €80bn and Greece €23bn. However, every member state must take on part of the new €750bn EU debt. Italy, for example, is liable for just under 13% of this debt while poorer Greece is liable for 1.4%. Once we subtract these new debts, Italy’s and Greece’s net grants come to just over €30bn and €12bn respectively – or 0.6% and 2% of GDP on an annual basis between 2021 and 2023. Compared to the prospect of austerity equivalent to 9% of GDP, which will be required to balance their budgets, these are puny sums.
Third, the political conditions under which the funds will flow are a Eurosceptic’s dream. When a recession hits the UK, the government’s budget deficit rises automatically as benefits flow disproportionately towards the most affected regions. The beauty of such a proper fiscal union is that no politician can decide which region gets which transfer. Imagine the sheer awfulness if parliament had to debate how much would be transferred to Cumbria, to Norfolk or to north Wales from Surrey, Sussex and west London. Britain would be wrecked by divisions that make Brexit look like an amicable affair. And yet this divisiveness has been baked into the EU recovery fund, complete with country allocations drawn up even before we know the effects of the recession on each region. It is almost as if the whole thing were designed by a cunning Eurosceptic.
As if that were not enough, our great and good leaders also decided that each national government will have the right to freeze payments, for up to three months, to any other government while it scrutinises how the money is to be spent. Endless recriminations are guaranteed, as the Dutch lambast the Italian government’s pension payments and Rome returns the favour with reports on the Netherlands’ famous tax loopholes. Imagine the mood in the room when such a challenge is made to, say, Spain, by a prime minister whose government the EU bribed, in the form of Thatcher-like rebates, to get the recovery fund across the line.
Optimists claim that, despite the clumsiness of the redistribution mechanism and its macroeconomic insignificance, the new common debt is creating facts on the ground; that it constitutes a decisive first step towards a proper federation. This is the familiar argument that Europe is moving in the right direction glacially until, when we least expect it, it leaps. Juxtaposed against this happy narrative is my hunch that we are moving in the opposite direction, toward disintegration.
Whether I am wrong (as I hope I am) or not will hinge on whether, by next year, a majority of Europeans feel that the recovery fund helped them recover. If they do, maybe the EU’s common debt can prove itself a harbinger of shared prosperity. For my part, however hard I try, I cannot see how this might be possible.
Could it be that, at long last, this sad pattern has been broken by last week’s summit, which resulted in a brand new, €750bn post-pandemic EU recovery fund?
Ignoring the predictably triumphant reception by the usual EU cheerleaders, hope that this time the EU may have got it right comes from smart critics of the leaders’ track record, such as my friend Shahin Vallée who described the recovery fund as “a leap towards genuine integration”.
It is not the size of the fund that gives commentators like Vallée hope. It is, rather, the fact that for the first time EU leaders seem to have acknowledged the indispensability of a common debt as the glue of any monetary union. True enough, the €750bn will be borrowed jointly by member states in proportion to their capacity so as to be spent in proportion to their need. This has been necessary for years but has been resisted doggedly by the richer countries – until now.
So, why is it that, although I endorse the idea of mutualised debt as a necessary condition for European unity, I believe that the EU’s latest decision is another step in the direction of Europe’s disintegration? For three reasons.
First, the recovery fund is a distraction from the elephant in the room: massive austerity. According to the International Monetary Fund, the eurozone’s total 2020 income will fall by 10%, causing an average budget deficit of more than 11%, with weaker countries such as Italy and Greece facing a much larger drop.
That would not be catastrophic per se, if it were not for the determination of Berlin and other governments to push member states to balance their books by 2021 (as witnessed by the 11 June Eurogroup communique). Even if the nascent recovery brings down, for example, Italy’s budget deficit to, say, 9%, to balance its books Rome must impose a cruel level of austerity equal to a new 9% of GDP in cuts and taxes. Similarly with Greece. Given that even Germany will have to practise austerity to balance its budget, the whole continent will be treated to an intensification of the doom loop between austerity and recession.
Second, the recovery fund is (macroeconomically) puny. For it to defend the union, it should pack a fiscal boost comparable in magnitude to the austerity tsunami down the line. It does not. Take Italy and Greece again, countries that must face down immense austerity. How much of this shock can the recovery fund monies help absorb? Not a lot, is the answer.
To arrive at a precise answer, we must first ignore the new loans on offer from the recovery fund (since new debt has never helped the insolvent) and concentrate exclusively on net grants. Italy has been allocated around €80bn and Greece €23bn. However, every member state must take on part of the new €750bn EU debt. Italy, for example, is liable for just under 13% of this debt while poorer Greece is liable for 1.4%. Once we subtract these new debts, Italy’s and Greece’s net grants come to just over €30bn and €12bn respectively – or 0.6% and 2% of GDP on an annual basis between 2021 and 2023. Compared to the prospect of austerity equivalent to 9% of GDP, which will be required to balance their budgets, these are puny sums.
Third, the political conditions under which the funds will flow are a Eurosceptic’s dream. When a recession hits the UK, the government’s budget deficit rises automatically as benefits flow disproportionately towards the most affected regions. The beauty of such a proper fiscal union is that no politician can decide which region gets which transfer. Imagine the sheer awfulness if parliament had to debate how much would be transferred to Cumbria, to Norfolk or to north Wales from Surrey, Sussex and west London. Britain would be wrecked by divisions that make Brexit look like an amicable affair. And yet this divisiveness has been baked into the EU recovery fund, complete with country allocations drawn up even before we know the effects of the recession on each region. It is almost as if the whole thing were designed by a cunning Eurosceptic.
As if that were not enough, our great and good leaders also decided that each national government will have the right to freeze payments, for up to three months, to any other government while it scrutinises how the money is to be spent. Endless recriminations are guaranteed, as the Dutch lambast the Italian government’s pension payments and Rome returns the favour with reports on the Netherlands’ famous tax loopholes. Imagine the mood in the room when such a challenge is made to, say, Spain, by a prime minister whose government the EU bribed, in the form of Thatcher-like rebates, to get the recovery fund across the line.
Optimists claim that, despite the clumsiness of the redistribution mechanism and its macroeconomic insignificance, the new common debt is creating facts on the ground; that it constitutes a decisive first step towards a proper federation. This is the familiar argument that Europe is moving in the right direction glacially until, when we least expect it, it leaps. Juxtaposed against this happy narrative is my hunch that we are moving in the opposite direction, toward disintegration.
Whether I am wrong (as I hope I am) or not will hinge on whether, by next year, a majority of Europeans feel that the recovery fund helped them recover. If they do, maybe the EU’s common debt can prove itself a harbinger of shared prosperity. For my part, however hard I try, I cannot see how this might be possible.
For the Guardian’s site click here
Published on July 24, 2020 23:47
July 23, 2020
Η Αλήθεια για τα Δις από το Ταμείο Ανάκαμψης
Τα καθαρά νέα χρήματα που η Ελλάδα θα λάβει από τις Βρυξέλλες το 2021, 2022 και 2023 ανέρχονται συνολικά σε 12,12δις. Ούτε 72δις, ούτε καν 19δις!
Ακαθάριστα, η Ελλάδα θα λάβει 22,4δις, πιο συγκεκριμένα 19δις από το Ταμείο Ανάκαμψης (6,65δις το 2021, 6,65δις το 2022 και άλλα 5,7δις το 2023) συν άλλα περίπου 2δις από μικρή αύξηση ΕΣΠΑ και ΚΑΠ (κονδυλίων για την Κοινή Αγροτική Πολιτική).
Από αυτά περί τα 22,4δις πρέπει να αφαιρεθεί το νέο χρέος που επωμίζεται το Ελληνικό Δημόσιο εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κάτι που «ξεχνούν» να αναφέρουν τα Μέσα Μαζικής Προπαγάνδας. Πόσο είναι αυτό το χρέος; Η Ελλάδα αναλαμβάνει να αποπληρώσει το 1,37% των 750δις που θα δανειστεί η Επιτροπή από τις «αγορές» εκ μέρους της Ένωσης – δηλαδή, 10,3δις.
Συμπερασματικά, η χώρα έχει λαμβάνει 12,12 δις (22,4 μείον 10,3). Ως ποσοστό του ΑΕΠ, αυτά το ποσά είναι κατα τι περισσότερα του 2% και με αυτά θα πρέπει η κυβέρνηση να κλείσει ελλείμματα προϋπολογισμού άνω του 10% του ΑΕΠ. Καθώς αυτό δεν γίνεται, το 5ο Μνημόνιο είναι δεδομένο. Για αυτό το ΜέΡΑ25 καλεί σε παλλαϊκή συστράτευση σε ενότητα και αγώνα.
Ακαθάριστα, η Ελλάδα θα λάβει 22,4δις, πιο συγκεκριμένα 19δις από το Ταμείο Ανάκαμψης (6,65δις το 2021, 6,65δις το 2022 και άλλα 5,7δις το 2023) συν άλλα περίπου 2δις από μικρή αύξηση ΕΣΠΑ και ΚΑΠ (κονδυλίων για την Κοινή Αγροτική Πολιτική).
Από αυτά περί τα 22,4δις πρέπει να αφαιρεθεί το νέο χρέος που επωμίζεται το Ελληνικό Δημόσιο εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κάτι που «ξεχνούν» να αναφέρουν τα Μέσα Μαζικής Προπαγάνδας. Πόσο είναι αυτό το χρέος; Η Ελλάδα αναλαμβάνει να αποπληρώσει το 1,37% των 750δις που θα δανειστεί η Επιτροπή από τις «αγορές» εκ μέρους της Ένωσης – δηλαδή, 10,3δις.
Συμπερασματικά, η χώρα έχει λαμβάνει 12,12 δις (22,4 μείον 10,3). Ως ποσοστό του ΑΕΠ, αυτά το ποσά είναι κατα τι περισσότερα του 2% και με αυτά θα πρέπει η κυβέρνηση να κλείσει ελλείμματα προϋπολογισμού άνω του 10% του ΑΕΠ. Καθώς αυτό δεν γίνεται, το 5ο Μνημόνιο είναι δεδομένο. Για αυτό το ΜέΡΑ25 καλεί σε παλλαϊκή συστράτευση σε ενότητα και αγώνα.
Πιο αναλυτικά, σε εκατομμύρια ευρώ:
Published on July 23, 2020 07:30
July 19, 2020
Ο Πολιτισμός στον Καιρό της Χρεοδουλοπαροικίας
Η παρασιτική ολιγαρχία δείχνει το ασχημότερο πρόσωπό της όταν ασχολείται με τον Πολιτισμό
Την 16η Ιουλίου του 2020, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έφερε στη Βουλή νομοσχέδιο για την μετατροπή του ΑΚΡΟΠΟΛ σε κέντρο Τέχνης και Δημιουργίας. Μια προσεκτική ανάγνωσή του καταδεικνύει την χυδαιότητα με την οποία οι πολιτικοί εντεταλμένοι της παρασιτικής ολιγαρχίας αντιμετωπίζουν την Τέχνη, τους καλλιτέχνες και, εν γένει, τα πολιτιστικά αγαθά. [Απόσπασμα από την ομιλία του Γιάνη Βαρουφάκη στη Βουλή, 16η Ιουλίου 2020]
ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑ
Η Τέχνη απαιτεί χρήμα. Πάντοτε η Τέχνη απαιτούσε χρήμα. Αυτό που δεν αντέχει είναι την αγοραία αντίληψη για αυτήν.
Οι καλλιτέχνες, οι μουσικοί, οι άνθρωποι του θεάτρου και του κινηματογράφου, πρέπει να βοηθιούνται να ζουν από τη δουλειά τους χωρίς εξάρτηση είτε από κάποιον ολιγάρχη είτε από το κράτος: οι γλύπτες κι οι ζωγράφοι να μπορούν να πουλάνε τα έργα τους – οι θεατράνθρωποι κι οι παραγωγοί κινηματογράφου να πουλάνε ικανό αριθμό εισιτηρίων ώστε και να ζουν και να επενδύουν σε νέες παραστάσεις, σε νέες ταινίες – η σύγχρονη ελληνική πολιτιστική παραγωγή να αποκτήσει κοινό εκτός των συνόρων διατεθειμένο να πληρώσει για αυτήν, όπως της αξίζει.
Άλλο όμως να λέμε ότι η Τέχνη κοστίζει και πρέπει να έχει έσοδα και άλλο το να συγχέει κανείς, όπως συστηματικά κάνει η κυβέρνηση, την παραγωγή πολιτισμικών αγαθών με την αγοραία αντίληψη για αυτά
Άλλο το να χαιρόμαστε που η τιμή ενός έργου ήταν υψηλή και άλλο το να βλέπουμε την υψηλή τιμή ως μέτρο της ανεκτίμητης αξίας του.
Αυτή η σύγχυση είναι που διαποτίζει τα νομοσχέδια του Υπουργείου Πολιτισμού της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, καθιστώντας τα απειλή για τον Πολιτισμό.
Ο καλλιτέχνης χρειάζεται χρήματα για να ζει και να δημιουργεί. Όμως, καλλιτέχνης ο οποίος λειτουργεί ως μια μορφή επιχειρηματία, όπως απαιτεί η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, αυτοαναιρείται.
Όπως ο μαθηματικός ή ο μουσικός, ο καλλιτέχνης πρέπει να υπερβεί τον εαυτό του, το εγώ του, για να μπορέσει να δημιουργήσει κάτι ανεκτίμητο. Πρέπει να μην μπορεί να μην κάνει αυτό που κάνει, όποιο κι αν είναι το κόστος. Αν λειτουργεί εργαλειακά (δηλαδή κάνει τέχνη για να πετύχει κάτι άλλο, είτε αυτό είναι η φήμη, είτε το κέρδος) παύει να είναι καλλιτέχνης. Για να παραμένει καλλιτέχνης πρέπει να σκέφτεται και να λειτουργεί ως ακριβώς το αντίθετο του επιχειρηματία, του entrepreneur, του καπιταλιστή, ο οποίος – είναι αλήθεια – εάν δεν κυνηγά το κέρδος θα πτωχεύσει και, έτσι, θα πάψει να είναι επιχειρηματίας. Ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι το αντίθετο του επιχειρηματία, το αντίθετο του κυνικού, τον οποίο ο Oscar Wilde τον όρισε ως εκείνον που γνωρίζει την τιμή του καθετί αλλά αγνοεί την αξία του ο,τιδήποτε.
ΤΟ ΓΛΥΚΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ
Με ενδιαφέρον παρατηρούμε την σταδιακή απομάκρυνση της συντηρητικής παράταξης από την ίδια της την ιδεολογία. Ακούμε εκπροσώπους της ΝΔ να ρωτούν σκωπτικά: «Και γιατί δεν μπορεί να θεωρηθεί τέχνη η ικανότητα μεγιστοποίησης του κέρδους του καλλιτέχνη μέσα από την τέχνη του;»
Κάποτε, σε παλιότερες εποχές, υπήρχαν άνθρωποι στη Νέα Δημοκρατία που γνώριζαν την αποστομωτική απάντηση του Αριστοτέλη γιατί το κυνήγι του χρήματος δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί ενάρετο (και άρα συμβατό με τις «καλές τέχνες»): Για τον Αριστοτέλη καμμία δραστηριότητα δεν είναι ενάρετη εάν δεν έχει τέλος. Και δίνει το παράδειγμα του να χτίσεις ένα πλοίο, μια βάρκα. Πρόκειται για δραστηριότητα με αρχή, μέση και τέλος. Επειδή ακριβώς έχει τέλος, αυτό το τέλος την καθιστά εν δυνάμει ενάρετη, ενώ το κυνήγι του κέρδους, μια διαδικασία χωρίς τέλος (καθώς πάντα μπορείς να βγάλεις άλλο ένα ευρώ ή δολάριο), ποτέ δεν μπορεί να καταστήσει ενάρετους (και συνεπώς ούτε θεράποντες της Τέχνης) εκείνους που κυνηγούν το χρήμα, συμπεριλαμβανομένων δήθεν καλλιτεχνών όπως ο Damien Hirst, ο οποίος βρίσκεται πιο κοντά στον Jeff Bezos της Amazon παρά στον κόσμο της Τέχνης και του Πολιτισμού.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 είχα γνωρίσει έναν μαθηματικό στο Cambridge ο οποίος εξειδικευόταν στη Θεωρία των Αριθμών (Number Theory). Όταν τον ρώτησα τι ακριβώς ήταν το αντικείμενο της έρευνας του μου απάντησε: «Κοίταξε, το βασικό χαρακτηριστικό των θεωρημάτων που αναπτύσσω είναι ότι δεν έχουν καμμία απολύτως πρακτική αξία». Κι όμως. Αυτή η βασική έρευνα, στις πιο νεφελώδεις γωνιές των αγνών μαθηματικών, αν και οι πρωτεργάτες τους που την θεράπευαν το έκαναν χωρίς καμία βλέψη σε πρακτικές εφαρμογές, απέδωσε μαθηματικές λύσεις χωρίς τις οποίες, σήμερα, τα κινητά μας τηλέφωνα, το Διαδίκτυο, όλα αυτά τα εργαλεία που διατιμώνται προς τρισεκατομμύρια δολάρια, απλά δεν θα λειτουργούσαν.
Κι εδώ έγκειται το Γλυκό Παράδοξο: Αν ο μαθηματικός στον οποίο αναφέρθηκα ήταν υποχρεωμένος, από το πανεπιστήμιο, το υπουργείο ή έναν εργοδότη, αντί να ακολουθεί την περιέργεια του, να ψάχνει να βρει άμεσα εφαρμόσιμες μαθηματικές λύσεις μεγάλης αγοραίας αξίας, ένα είναι σίγουρο: Ότι δεν θα έβρισκε τις λύσεις που σήμερα έχουν τέτοια τεράστια εμπορική αξία!
Το ίδιο ισχύει στην Τέχνη. Η εμπορική αξία που μπορεί να αποκτήσει ένα έργο, όπως κι ένα μαθηματικό θεώρημα, είναι σαν ένα υποπροϊόν – κάτι σαν την ευτυχία που την επιτυγχάνεις μόνο αν δεν προσπαθείς να είσαι ευτυχισμένος. (Καθώς αν πασχίζεις να είσαι ευτυχισμένος, η δυστυχία είναι εξασφαλισμένη.) Αν κάποιοι είχαν πείσει τον Van Gogh να ζωγραφίζει όχι ακολουθώντας την μανία του αλλά με σκοπό να βγάλει χρήματα, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι τα έργα του θα κατέληγαν να μοσχοπουλιούνται μετά θάνατον. Αν σήμερα αποτιμώνται με αμύθητα ποσά αυτό οφείλεται στο ότι στόχος του δεν ήταν η μεγιστοποίηση της τιμής τους.
Αυτά τα απλά περί «Τέχνης ως Αυτοσκοπός» κάποτε τα καταλάβαιναν οι πραγματικά φιλελεύθεροι άνθρωποι, ακόμα και πολλοί συντηρητικοί. Όμως, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει ενστερνιστεί έναν ακραίο ψευδο-νεοφιλελευθερισμό που τους ωθεί να ξεστρατίσουν ακόμα και από την δική τους παράδοση του οικονομικού φιλελευθερισμού, π.χ. την παράδοση του Άνταμ Σμιθ.
Για τον Άνταμ Σμιθ η Αγορά, είτε είναι η αγορά πορτοκαλιών είτε έργων τέχνης, είναι ένα καλό και χρήσιμο εργαλείο. Αυτό σημαίνει ότι, όπως ένα σφυρί ή ένα βιομηχανικό ρομπότ, η Αγορά είναι χρήσιμη εργαλειακά – ως μέσο, ως εργαλείο, για την επίτευξη άλλων κοινωνικών στόχων, ανεξάρτητων από την Αγορά. Για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας όμως, που έχει διαποτιστεί από τον νεοφιλελεύθερο Φονταμενταλισμό της Αγοράς, η Αγορά είναι αυτοσκοπός, όχι απλά ένα εργαλείο για την επίτευξη κάποιου άλλου ενάρετου σκοπού.
Ως αποτέλεσμα, η Υπουργός Πολιτισμού, και οι συγγραφείς των νομοσχεδίων του υπουργείου της, αδυνατούν να συλλάβουν την ομορφιά του πιο πάνω Γλυκού Παράδοξου:
Καλλιτέχνες που δημιουργούν ανεκτίμητες αξίες καταφέρνουν (πολλές φορές μετά θάνατον!) να πωλούν τα έργα τους σε υψηλότατες τιμές
Aν, όμως, στόχος τους κατά τη διάρκεια της δημιουργίας είναι οι υψηλότατες τιμές (είτε είναι στη μουσική, είτε στο θέατρο, είτε στα εικαστικά, είτε ακόμα και στα μαθηματικά) δεν θα καταφέρουν να δημιουργήσουν ανεκτίμητες αξίες
Ο μόνος τρόπος να δημιουργηθούν ανεκτίμητες αξίες είναι μέσω της απελευθέρωσης των δημιουργών από την αγωνία της πώλησης
Μόνο δημιουργώντας χωρίς την αγωνία της πώλησης μπορούν να δημιουργήσουν τις αξίες που, κάποια στιγμή, μπορεί και να φέρουν υψηλές τιμές.
Όταν το κράτος, ο διευθυντής του πολιτιστικού κέντρου ή ο γκαλερίστας που τον χρηματοδοτεί λένε στον καλλιτέχνη «κάνε ό,τι κάνεις σκεπτόμενος το πως το έργο σου θα μοσχοπουληθεί», είναι σαν του λες «έσω αυθόρμητος». Είναι μια προσταγή που αυτό-υπονομεύεται την ώρα που ξεστομίζεται! Όσο αδύνατον είναι κάποιος να προσπαθήσει να είναι αυθόρμητος, το ίδιο αδύνατον είναι να κυνηγήσει το χρήμα ως πραγματικός καλλιτέχνης.
ΜέΡΑ25: ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΣ
Η κοινωνία πρέπει, λοιπόν, αν εκτιμούμε συλλογικά την Τέχνη, να απελευθερώνει τους δημιουργούς από την αγορά, όχι να τους επιβάλει την αγοραία λογική. Ο Tζον Kένεντι είχε πει κάποτε: «Αν θέλουμε η Τέχνη να θρέψει τις ρίζες του Πολιτισμού, η κοινωνία πρέπει να απελευθερώσει τους καλλιτέχνες ώστε να ακολουθήσουν το όραμά τους εκεί που τους ωθεί». Το αντίθετο δηλαδή από εκείνο που κάνει το νομοσχέδιο της κυβέρνησης.
Που πρέπει να αρχίσουμε; Ο Picasso έλεγε ότι, καθώς όλα τα παιδιά γεννιούνται καλλιτέχνες, το ζήτημα είναι πώς θα τους κρατήσουμε καλλιτέχνες όταν μεγαλώσουν. Πρέπει, λοιπόν, να ξεκινήσουμε από νωρίς. Από το σχολείο. Είδαμε, όμως, την χυδαιότητα με την οποία το Υπουργείο Παιδείας αντιμετώπισε τα καλλιτεχνικά μαθήματα, καταργώντας τα επί της ουσίας.
Εμείς στο ΜέΡΑ25:
Προτείνουμε καλλιτεχνικά μουσικά γυμνάσια και λύκεια σε κάθε γειτονιά, για κάθε παιδί, ακόμα και για αυτά που δεν θέλουν να γίνουν καλλιτέχνες
Προτείνουμε δημόσιους πόρους για καλλιτέχνες και δημιουργούς μέσα από συναγωνιστικές διαδικασίες όπου θα κρίνονται από κριτικές επιτροπές αποτελούμενες από δημιουργούς
Προκρίνουμε τη διεθνοποίηση της ελληνικής πολιτιστικής παραγωγής. Αλλά ποιά διεθνοποίηση; Παραδείγματος χάριν, έχουμε αυτό το κόσμημα που έφτιαξε η Άννα Καφέτση στη Συγγρού, στο Φιξ, το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, το οποίο κάθεται και αραχνιάζει τόσα χρόνια από όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις. Αυτό θα έπρεπε να είναι πόλος έλξης ξένων καλλιτεχνών στην Ελλάδα κι η πηγή από την οποία η ελληνική σύγχρονη δημιουργία θα βγαίνει στο εξωτερικό μέσα από συμφωνίες μεταξύ του ΕΜΣΤ και ανά τον κόσμο σημαντικών μουσείων τέχνης. Όχι αυτό που γίνεται σήμερα, όπου συγκεκριμένοι ολιγάρχες έρχονται, επιλέγουν δυο, τρεις ντόπιους καλλιτέχνες, τους αναμειγνύουν με εισαγόμενα έργα μεγάλης εμπορικής αξίας και, λόγω και της πτώχευσης του ελληνικού Δημοσίου, ηγεμονεύουν με νοοτροπία αποικιοκράτη επί της πολιτιστικής σκηνής.
Επιστρέφοντας στα νομοθετήματα του Υπουργείου Πολιτισμού, είναι συγκλονιστική η πλήρης απουσία από τα άρθρα τους του καλλιτέχνη-ως-δημιουργού. Όταν εμφανίζεται ο δημιουργός σε κάποιο από τα άρθρα εμφανίζεται ως μιας τρίτης κατηγορίας επιχειρηματίας. Το αυταπόδεικτο γεγονός ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να βγάλει χρήματα για τα προς το ζην και για να επενδύει στο έργο του δεν δικαιολογεί την αδυναμία του Υπουργείου Πολιτισμού να συλλάβει τον σημαντικό δυισμό που βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτιστικής παραγωγής. Ποιον δυισμό;
Από τη μία μεριά, ένας σοβαρός δημιουργός δημιουργεί ανεκτίμητη αξία που δεν μπορεί να ποσοτικοποιηθεί χωρίς να χαθεί
Από την άλλη, ο καλλιτέχνης είναι εργαζόμενος που έχει ανάγκη να ζήσει, έχει δηλαδή ανάγκη ποσοτικοποιημένης αξίας πρώτης ύλης, είδη πρώτης ανάγκης
Αυτός ο δυϊσμός, ο συνδυασμός…
(α) της ανεκτίμητης αξίας που παράγει ο δημιουργός, και
(β) των διατιμημένων αναγκών του,
…δεν είναι κάποιο παράδοξο προς «επίλυση». Είναι η άγρια ομορφιά της καλλιτεχνικής ύπαρξης. Η ομορφιά που η λογική της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας προσπαθεί να συνθλίψει επιμένοντας να μετρηθούν, να ποσοτικοποιηθούν, να εμπορευματοποιηθούν, ουσιαστικά να μετατραπούν σε τιμές, οι ανεκτίμητες αξίες που παράγει ο καλλιτέχνης.
Η ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ «ΚΟΙΝΟΥ» ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ
Ο Μαρξ είχε γράψει κάποτε ότι «Η Τέχνη, πάντα και παντού, είναι η κρυφή εξομολόγηση και, την ίδια στιγμή, η κρυφή κίνηση της εποχής της». Ποια είναι η (όχι και τόσο) κρυφή «κίνηση» των νομοσχεδίων της Νέας Δημοκρατίας; Είναι η παράδοση της παραγωγής πολιτιστικών αγαθών της χώρας μας στην λογική της μισανθρωπικής, αγοραίας ανταποδοτικότητας. Αυτό αποπνέουν.
Ας πάρουμε ως παράδειγμα κάτι σωστό που αναφέρει ως στόχο του το τελευταίο νομοσχέδιο της κυβέρνησης: Μιλάει για τη σημασία δημιουργίας ενός Κοινού το οποίο θα είναι ευαισθητοποιημένο απέναντι στον πολιτισμό, στα πολιτιστικά αγαθά, στην Τέχνη. Σωστά. Είναι πολύ σημαντικό. Όμως, συνεχίζει ο Μαρξ, «όπως κάθε προϊόν, έτσι και το αντικείμενο της Τέχνης δημιουργεί ένα Κοινό το οποίο ευαισθητοποιείται στην Τέχνη και χαίρεται την ομορφιά της. Η πολιτιστική παραγωγή, συνεπώς, όχι μόνο παράγει αντικείμενα για τα υποκείμενα, αλλά και υποκείμενα για τα αντικείμενα».
Ας δούμε τί είδους «υποκείμενα», τί είδους «κοινό», θέλει να δημιουργήσει το κυβερνητικό νομοσχέδιο: Ωθώντας τους καλλιτέχνες προς τη λογική της αγοράς, θα δημιουργήσει ένα Κοινό ανίκανο να εκτιμήσει έργα τέχνης για ο,τιδήποτε υπερβαίνει την ανταλλακτική τους αξία. Μόνο ωθώντας τους καλλιτέχνες να μην τους καίγεται καρφάκι για την τιμή του έργου τους θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε ένα Κοινό που μπορεί να δει την τέχνη ως κάτι ανεκτίμητο – και τελικά να είναι έτοιμο να πληρώσει όσα-όσα για αυτήν. [Εδώ επανέρχεται το προαναφερθέν Γλυκό Παράδοξο.]
ΓΙΑΤΙ Η ΤΕΧΝΗ ΤΡΟΜΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΙΤΙΚΗ ΟΛΙΓΑΡΧΙΑ
Στην πραγματικότητα, το κατεστημένο μας, η παρασιτική ολιγαρχία που εκφράζει η κυβέρνηση και γενικότερα στο μνημονιακό τόξο, δεν θέλουν Κοινό που να μπορεί να εκτιμά την Τέχνη για την Τέχνη. Ο Αντόρνο είχε περιγράψει τον συγκεντρωμένο ακροατή της μουσικής ως κάποιον που εκείνη τη στιγμή χάνεται μέσα της και που -είτε είναι ταξιτζής, είτε βιομηχανικός εργάτης, είτε καθηγητής πανεπιστημίου- λειτουργεί ως συμμέτοχος στη διαδικασία της μουσικής παραγωγής.
Αυτή η ιδέα του συγκεντρωμένου, του συνεπούς, ακροατή της μουσικής, του αφοσιωμένου στην Τέχνη Κοινού, τρομάζει τους κατέχοντες την εξουσία αυτής της χώρας. Κι έχουν δίκιο να τους τρομάζει! Ένα τέτοιο Κοινό, ένα Κοινό που δεν καταναλώνει αλλά βιώνει την Τέχνη, ζει την Τέχνη, δεν είναι εύκολα χειραγωγήσιμο. Είναι ένα Κοινό έτοιμο να αντισταθεί στην καθεστηκυία τάξη, έτοιμο να αντισταθεί στη μίζερη, κιτς, παρασιτική ολιγαρχία, ιδίως αυτής της χώρας.
Το ίδιο ισχύει και για την Μόρφωση, την Υγεία και όλα τα δημόσια αγαθά. Διαβάζοντας τα νομοσχέδια του Υπουργείου Παιδείας ή του Υπουργείου Υγείας, διακρίνουμε το ίδιο μοτίβο: Τέχνη, Μόρφωση και Υγεία κρίνονται ως προς αξίες που ντε και καλά πρέπει να μετρηθούν, να ποσοτικοποιηθούν μέσω αυτού που ο Μάρξ όρισε ως την «αποξενωμένη, αφηρημένη δύναμη της ανθρωπότητας»: Το χρήμα!
ΤΟ ΑΓΟΡΑΙΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΜΙΣΑΝΘΡΩΠΙΚΗΣ ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, έχει ξεστρατίσει εδώ και καιρό πολύ από το δρόμο του φιλελεύθερου συντηρητισμού. Χάθηκε στη ζούγκλα της εξίσωσης του εργαλείου της κοινωνίας με την ίδια την κοινωνία. Τα πάντα τίθενται υπό το αγοραίο πρίσμα της στυγνής ανταποδοτικότητας. Πρόκειται για γενικότερη αντιμετώπιση. Σκέπτονται την αποτελεσματικότητα ενός νοσοκομείου από το πόσα κέρδη είχε ή εν δυνάμει θα μπορούσε να έχει. Ενός σχολειού από το τι δίδακτρα χρεώνει ή τι δίδακτρα εν δυνάμει θα μπορούσε να χρεώσει. Κοιτάζουν ένα πίνακα και σκέφτονται την τιμή του. Ακούν πρόταση για μια παράσταση και αναλογίζονται τις εν δυνάμει εισπράξεις ή το ποσό που θα έδινε ένας ολιγάρχης για να μισθώσει την έκθεση, τον χώρο, το Μουσείο.
Με άλλα λόγια, ο,τιδήποτε δεν διατιμάται, δεν είναι αξία άξια λόγου στα νομοσχέδιά τους. Το ΜέΡΑ25 τους απαντάμε ότι δεν είναι εκείνοι οι ρεαλιστές και εμείς οι αιθεροβάμονες. Είμαστε και περισσότερο ρεαλιστές από αυτούς και πιο κοντά στην πολιτιστική παραγωγική διαδικασία. Εμείς θέλουμε και χρήματα να κερδίζουν οι καλλιτέχνες, και πόροι να παράγονται μέσα από την καλλιτεχνική κοινότητα, και πωλήσεις έργων τέχνης σε υψηλές τιμές, και πωλήσεις εισιτηρίων ικανές να συντηρήσουν μια θεατρική παράσταση, ένα κινηματογραφικό έργο. Όμως, αυτά τα θέλουμε ως υποπροϊόντα, όχι ως σκοπό. Μόνο έτσι παράγονται τόσο ανεκτίμητες πολιτιστικές αξίες όσο και υψηλά εισοδήματα για τους δημιουργούς.
Για το ΜέΡΑ25 η Τέχνη, η Μόρφωση κι η Υγεία, για να θεραπεύονται σωστά και αποτελεσματικά, πρέπει να είναι αυτοσκοπός – όχι εργαλεία με τα οποία θα πετύχουμε κάτι άλλο.
Ο μισανθρωπισμός της ανταποδοτικότητας είναι, λοιπόν, εκείνο που μας διαχωρίζει από το σύγχρονο ελληνικό κατεστημένο. Κάποτε, η συντηρητική παράταξη εκπορευόταν από μία ολιγαρχία που είχε εργοστάσια τα οποία παρήγαγαν πράγματα – με τα προβλήματά τους, με τρομοκρατία των συνδικαλιστών από το παρακράτος, με τις διαπλοκές τους, με τις αναποτελεσματικότητές τους. Ήταν, όμως, μια αστική τάξη που ένιωθε περήφανη για τα προϊόντα που έβγαιναν από τον ιμάντα παραγωγής των εργοστασίων τους: το χάλυβα, τα πλυντήρια, τις κλωστές και τα υφάσματα, τα καράβια, «πράγματα» απτά και απαραίτητα στον γενικότερο πολιτισμό της ανθρωπότητας, ανεξάρτητα από το πολιτικό και οικονομικό σύστημα. Εκείνη η πάλαι ποτέ αστική τάξη, και οι συντηρητικοί της πολιτικοί εκπρόσωποι, ήταν σε καλύτερη θέση να κατανοήσουν αυτά που σήμερα το ΜέΡΑ25 λέει για την πολιτιστική παραγωγή – ήταν, άλλωστε, μια αστική τάξη που δεν περηφανευόταν μόνο που παρήγαγε χάλυβα και πλυντήρια αλλά και που είχε κι έναν Χατζιδάκη στο Τρίτο Πρόγραμμα.
ΣΥΓΚΡΙΣΗ: Η ΠΑΛΑΙ ΠΟΤΕ ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΗ & Η ΠΑΡΑΣΙΤΙΚΗ ΟΛΙΓΑΡΧΙΑ
Σήμερα τι, ακριβώς, παράγει η παρασιτική ολιγαρχία, που εκπροσωπεί η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη; Τοξικά πακέτα «κόκκινων» δανείων που τα αγοράζουν και τα πουλάνε σε κάλπικες δευτερογενείς αγορές μέσω ταμείων που ιδρύουν με μοναδικό στόχο να αποσπάσουν δημόσιο χρήμα που φορτώνουν ως νέο χρέος στους ώμους ενός λαού – τον οποίον, στα σαλόνια τους, λοιδωρούν ως ανεπρόκοπο και αντι-παραγωγικό.
Αυτή είναι η ολιγαρχία που βρίσκεται σήμερα πίσω από τα νομοσχέδια για την Τέχνη, την Παιδεία, την Υγεία τα οποία, τελικά, γράφονται για να παραδώσουν αυτούς τα ανεκτίμητα δημόσια αγαθά βορά στους επιτήδειους, κυρίως μέσω των προσφιλών τους ΣΔΙΤ («συμπράξεις» δημοσίου & ιδιωτικού τομέα).
Είτε εμπορεύονται «κόκκινα» δάνεια, είτε πουλάνε αμύθητο φυσικό πλούτο σε ξένους ολιγάρχες (π.χ. τον Ερημίτη στην Κέρκυρα), είτε καταθέτουν νομοσχέδια για τον Πολιτισμό, όπου και να κοιτάξουμε, βλέπουμε την κιτς αισθητική που αποπνέει η δουλικότητα και η ταύτιση με την σύγχρονη, παρασιτική ολιγαρχία της Χρεοδουλοπαροικίας μας.
Δεν υπάρχει καλόπιστος πολίτης που δεν την διακρίνει:
Τι σχέση έχει ο «μεγάλος περίπατος» του κ. Μπακογιάννη με τις εξαίσιες πεζοδρομήσεις ενός Στέφανου Μάνου ή ενός Κώστα Λαλιώτη;
Τί σχέση έχει η «Καθημερινή» της Ελένης Βλάχου και το Τρίτο Πρόγραμμα του Μάνου Χατζιδάκη με την «Καθημερινή» του κ. Αλαφούζου ή τα κανάλια της συμφοράς;
“ΕΞΕΥΓΕΝΙΣΜΟΣ” ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΓΟ ΤΟΥ ΦΙΔΙΟΥ
Το χειρότερο με την κιτς, παρασιτική ολιγαρχία είναι ότι δεν είναι μόνο αντιαισθητική και χυδαία, αλλά και ότι ρέπει στον αυταρχισμό. Διαβάζουμε στο τελευταίο νομοσχέδιο του Υπουργείου Πολιτισμού αναφορές στην ανάγκη για «εξευγενισμό» (gentrification) της περιοχής γύρω από το ΑΚΡΟΠΟΛ, στην Οδό Πατησίων. Το ΜέΡΑ25 υποστηρίζει διακαώς την αναβάθμιση της περιοχής, της κάθε περιοχής της πρωτεύουσας και άλλων πόλεων που έχουν δει καλύτερες μέρες. Θέλουμε οι υποβαθμισμένες από την μνημονιακή καταστροφή περιοχές να γίνουν ασφαλέστερες, ομορφότερες για τους κατοίκους, για τους επισκέπτες, για τους τουρίστες, για όλους. Πώς θα γίνει όμως αυτό;
Το κυβερνητικό νομοσχέδιο απαντά: Μέσω της ίδρυσης πωλητηρίου και εστιατορίου στο ΑΚΡΟΠΟΛ. Προφανώς, τα σχέδιά τους περιέχουν κι άλλες διαστάσεις που δεν αναφέρουν. Φαντασιώνονται ότι το άνοιγμα του ΑΚΡΟΠΟΛ, και μαζί με το πωλητήριο και το εστιατόριό του, θα αυξήσει τα νοίκια και τις αξίες πώλησης των διαμερισμάτων της περιοχής, ότι αυτό θα διώξει (με την συνδρομή βέβαια του AirBnB) τους «βρώμικους» γείτονες. Έτσι οραματίζονται τον ερχομό της αναβάθμισης.
Εμείς, το ΜέΡΑ25, την αναβάθμιση της περιοχής την εννοούμε αλλιώς:
Θα δημιουργήσουμε καλλιτεχνικά και μουσικά γυμνάσια σε κάθε υποβαθμισμένη γειτονιά
Θα εισάγουμε σοβαρά καλλιτεχνικά μαθήματα σε κάθε σχολείο
Θα δώσουμε ανάσες στις οικογένειες της περιοχής και στοργή στους μη καθημαγμένους κατοίκους
Θα δημιουργήσουμε λαϊκό θέατρο και εργαστήρι κοινωνικών μέσων και κινηματογράφου για τους κατοίκους της περιοχής δίπλα και μέσα στα διάφορα ΑΚΡΟΠΟΛ
Θα δώσουμε τη δυνατότητα στις οικογένειες που ζουν εκεί να πάνε, οι ίδιοι και τα παιδιά τους, σε μια ενισχυμένη και αναβαθμισμένη Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών
Θα λειτουργήσουμε το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Αυτά για μας συνιστούν αναβάθμιση.
Η «αναβάθμιση» που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση μόνο υποβάθμιση-μέσω-απαρτχάιντ μπορεί να χαρακτηριστεί.
Και το χειρότερο; Ούτε καν αυτό θα πετύχουν. Η νέα τροπή της ύφεσης που επέβαλε ο κορωνοϊός στη Χρεοδουλοπαροικία μας θα ακυρώσει τα σχέδια τους για αγοραίο εξευγενισμό περιοχών όπως εκείνος στην Πατησίων κοντά στο ΑΚΡΟΠΟΛ. Κι άλλα μαγαζιά θα κλείσουν, κι άλλη μιζέρια θα επεκταθεί πάνω από την περιοχή. Είναι κάτι που ακόμα και οι κυβερνητικοί βουλευτές το βλέπουν. Και αυτό μας ανησυχεί. Γιατί;
Τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρούμε μια επικίνδυνη αναβίωση στην Πλατεία Βικτωρίας πρακτικών που πρωτοσυναντήσαμε στην Πλατεία Αγίου Παντελεήμωνος, την περίοδο που η Χρυσή Αυγή ενισχυόταν μέσω (Α) διαδηλώσεων δήθεν εξαγριωμένων κατοίκων και (Β) διαπλοκής με συγκριμένες ομάδες εντός της Ελληνικής Αστυνομίας. Θυμίζουμε ότι, πριν ανέλθουν εκλογικά, οι Χρυσαυγίτες μίσθωναν, με την ώρα, τις «υπηρεσίες» τους σε συμφέροντα real estate με στόχο την εκδίωξη φτωχών ανθρώπων από «προς-αναβάθμιση» περιοχές, όπως το Γκάζι ή ο Κεραμεικός.
Αυτό το όνειδος σήμερα φαίνεται να αναβιώνει κατά τι χειρότερο, με βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας να παρουσιάζεται δίπλα σε γνωστό Χρυσαυγίτη στην πλατεία Βικτωρίας στο πλαίσιο διαδήλωσης δήθεν αγανακτισμένων κατοίκων. Αυτό εννοεί το Υπουργείο Πολιτισμού ως «εξευγενισμό» υποβαθμισμένων περιοχών; Συνδυασμό παρακρατικών πογκρόμ των κατοίκων με AirBnb και ολίγον ΑΚΡΟΠΟΛ;
ΕΠΙΛΟΓΟΣ: Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΜέΡΑ25
Στο ΜέΡΑ25 την πολιτιστική παραγωγική διαδικασία, την ποιοτική αναβάθμιση της ζωής των ανθρώπων και των γειτονιών, την βλέπουμε υπό το πρίσμα της κοινής ευημερίας και της πολιτιστικής ευδαιμονίας, όχι της ψευδο-νεοφιλελεύθερης μισανθρωπικής ανταποδοτικότητας.
Ο Ιπποκράτης έλεγε:
Ο Βίος βραχύς
Η δε Τέχνη μακρή
Ο δε Καιρός οξύς
Η δε Πείρα σφαλερή
η δε Κρίσις χαλεπή.
Ναι, οι πολιτικές αποφάσεις που παίρνουμε για τις σύντομες ζωές μας και την Τέχνη που, σύμφωνα με τον Ιπποκράτη, είναι ατελείωτη, είναι χαλεπές – δηλαδή γεμάτη ευθύνες.
Η κυβέρνηση και το Μνημονιακό Τόξο κατανοούν τις ευθύνες αυτές ως γραμμάτια που έχουν να εξοφλήσουν στην κιτς, παρασιτική, αντιφιλελεύθερη ολιγαρχία.
Στο ΜέΡΑ25 τη μόνη ευθύνη, το μόνο χρέος, που αναγνωρίζουμε είναι να κάνουμε την πολιτιστική παραγωγή, και την ευδαιμονία που μόνο αυτή μπορεί να παράσχει, κτήμα όλων.
Published on July 19, 2020 01:47
July 18, 2020
While EU leaders squabble, the Elephant in the Room remains unnoticed
While the media are reporting the news of the deadlocked EU Summit negotiations over the so-called ‘Recovery Fund’, an eerie silence prevails regarding the Elephant in the Room: The huge wave of austerity the Eurozone is sleepwalking towards. Let’s look at the facts.
Even if the Dutch Prime Minister, Mr Rutte, and the rest of the ‘frugal four’, were to remove their objections to the Recovery Fund’s terms and conditions, the net fiscal effect across the Eurozone will be no more than 1% annually for three years. Now, let us turn to the Elephant in the Room: the dreaded return of the obligation to balance government budgets, the infamous Fiscal Compact.
According to the optimistic scenario of the European Commission, the Eurozone’s mean government budget in 2020 will be -8% of total Eurozone GDP . Of this, next year, the nascent steady-state recovery will remove, at best 4%, leaving the Eurozone, on average, with a -4% 2021 budget deficit. Moreover, as this is a mean, some countries (e.g. Italy and Greece) are facing, in 2021, a steady state budget deficit in excess of -8% (down from -15% in 2020). Which means that, to get back to balanced budgets, on average, the Eurozone will impose upon itself fiscal austerity of approximately 4% of its aggregate GDP, with countries like Italy and Greece facing an austerity nightmare in excess of 8% of their crushed GDP.
If this were to be allowed to happen, the Recover Fund’s 1% annual fiscal boost will be countered by a 4% fiscal austerity wave. As Europe begins to recover from the pandemic’s disastrous effects, Brussels will be hitting our economies over the head with a sledgehammer. And yet, ultimate proof that the EU’s establishment resembles the Bourbons (in that they forget nothing and learn nothing!), our great and good leaders refuse to discuss this ominous Elephant in the Room, choosing instead to invest hours in endless negotiations over the 1% fiscal boost and whether it should be reduced or how it will be managed.
Regarding that, relatively insignificant (in macroeconomic terms), so-called ‘Recovery Fund’, let’s take a quick look at what our leaders are fretting about. Five are the issues at stake. The first three sound important but it is only the last two that constitute truly burning issues.
The three lesser issues are:
The overall size of the package (to be financed by debt the EU Commission will take out from private debt markets on behalf of member-states) and the distribution of these monies between grants and loans. While it is true that loans are irrelevant (as member-states and EU companies are facing insolvency, not illiquidity), it is unlikely that this will be a major sticking point.
The allocation of the monies between different countries. Here, I fear, the Dutch Prime Minister has a good point: It was silly for the Commission to specify how much money each country would get on backward looking metrics while not taking into account the (yet unknown) effects of the pandemic on the economies, and health systems, of member-states
The voting mechanism by which payments will be authorised or blocked: Will Holland have veto power? Will Qualified Majority Voting be used to enable payments? Or to block them? (As we know, the default matters a great deal in decision making, private or collective)
And now to the two, truly, burning issues:
Conditionalities: The Dutch (and others hiding behind them, including I dare say… Berlin) want pre-conditions for disbursement – e.g. for the Italian government to legislate, e.g., pension cuts before it collects monies. As this is no less than the politically debilitating troika process that Greece and other countries know well, the demand for conditionalities is a blocking move (especially for Rome) by whomever insists on them.
Rebates: One way of pacifying governments that do not want to be seen by their electorates to cave in to mutualisation (e.g. the Dutch PM), or which are not in the Eurozone and cannot see why they should be paying for its ill-design (e.g. Sweden), is to promise them rebates of the monies committed. However, this means that, to preserve the size of the Fund, countries like Germany, France and, yes, Italy, must fork out more.
So, that’s the state of play. Once more, all night negotiations in Brussels, in the midst of a crippling crisis, are focusing on the lesser issues and studiously avoid talking about the Elephant in the Room, that is Europe’s ‘natural’, and self-defeating, proclivity toward austerity for everyone, except for the financiers and the captains of corporations who are treated to the most extravagant of socialisms.
Even if the Dutch Prime Minister, Mr Rutte, and the rest of the ‘frugal four’, were to remove their objections to the Recovery Fund’s terms and conditions, the net fiscal effect across the Eurozone will be no more than 1% annually for three years. Now, let us turn to the Elephant in the Room: the dreaded return of the obligation to balance government budgets, the infamous Fiscal Compact.
According to the optimistic scenario of the European Commission, the Eurozone’s mean government budget in 2020 will be -8% of total Eurozone GDP . Of this, next year, the nascent steady-state recovery will remove, at best 4%, leaving the Eurozone, on average, with a -4% 2021 budget deficit. Moreover, as this is a mean, some countries (e.g. Italy and Greece) are facing, in 2021, a steady state budget deficit in excess of -8% (down from -15% in 2020). Which means that, to get back to balanced budgets, on average, the Eurozone will impose upon itself fiscal austerity of approximately 4% of its aggregate GDP, with countries like Italy and Greece facing an austerity nightmare in excess of 8% of their crushed GDP.
If this were to be allowed to happen, the Recover Fund’s 1% annual fiscal boost will be countered by a 4% fiscal austerity wave. As Europe begins to recover from the pandemic’s disastrous effects, Brussels will be hitting our economies over the head with a sledgehammer. And yet, ultimate proof that the EU’s establishment resembles the Bourbons (in that they forget nothing and learn nothing!), our great and good leaders refuse to discuss this ominous Elephant in the Room, choosing instead to invest hours in endless negotiations over the 1% fiscal boost and whether it should be reduced or how it will be managed.
Regarding that, relatively insignificant (in macroeconomic terms), so-called ‘Recovery Fund’, let’s take a quick look at what our leaders are fretting about. Five are the issues at stake. The first three sound important but it is only the last two that constitute truly burning issues.
The three lesser issues are:
The overall size of the package (to be financed by debt the EU Commission will take out from private debt markets on behalf of member-states) and the distribution of these monies between grants and loans. While it is true that loans are irrelevant (as member-states and EU companies are facing insolvency, not illiquidity), it is unlikely that this will be a major sticking point.
The allocation of the monies between different countries. Here, I fear, the Dutch Prime Minister has a good point: It was silly for the Commission to specify how much money each country would get on backward looking metrics while not taking into account the (yet unknown) effects of the pandemic on the economies, and health systems, of member-states
The voting mechanism by which payments will be authorised or blocked: Will Holland have veto power? Will Qualified Majority Voting be used to enable payments? Or to block them? (As we know, the default matters a great deal in decision making, private or collective)
And now to the two, truly, burning issues:
Conditionalities: The Dutch (and others hiding behind them, including I dare say… Berlin) want pre-conditions for disbursement – e.g. for the Italian government to legislate, e.g., pension cuts before it collects monies. As this is no less than the politically debilitating troika process that Greece and other countries know well, the demand for conditionalities is a blocking move (especially for Rome) by whomever insists on them.
Rebates: One way of pacifying governments that do not want to be seen by their electorates to cave in to mutualisation (e.g. the Dutch PM), or which are not in the Eurozone and cannot see why they should be paying for its ill-design (e.g. Sweden), is to promise them rebates of the monies committed. However, this means that, to preserve the size of the Fund, countries like Germany, France and, yes, Italy, must fork out more.
So, that’s the state of play. Once more, all night negotiations in Brussels, in the midst of a crippling crisis, are focusing on the lesser issues and studiously avoid talking about the Elephant in the Room, that is Europe’s ‘natural’, and self-defeating, proclivity toward austerity for everyone, except for the financiers and the captains of corporations who are treated to the most extravagant of socialisms.
Published on July 18, 2020 01:23
July 16, 2020
Συζητώντας τις προτάσεις του ΜέΡΑ25 για την κρίση στην Ελλάδα & την Ευρώπη – Start TV 13/07/2020
Published on July 16, 2020 02:27
Yanis Varoufakis's Blog
- Yanis Varoufakis's profile
- 2351 followers
Yanis Varoufakis isn't a Goodreads Author
(yet),
but they
do have a blog,
so here are some recent posts imported from
their feed.
