Myrto Theocharous's Blog, page 7

December 1, 2013

Το ευαγγέλιο του Μωυσή

ImageΑφιερωμένο στον καθ. Daniel I . Block για τα 70χρονά του


Το ευαγγέλιο του Δευτερονομίου δεν είχε καμία απολύτως δύναμη, εκτός από την ικανότητά του να παράγει την επιθυμία και την προσδοκία μελλοντικών συμβάντων της ίδιας κατηγορίας με αυτό της εξόδου, στις ζωές των ανθρώπων. Το ευαγγέλιο που περιορίζει τον εαυτό του σε ένα απλό ιστορικό σωτηριακό γεγονός από την Αίγυπτο και αποτυγχάνει να ατενίσει μπροστά σε παρόμοιες θείες επεμβάσεις, κατέληγε σε θάνατο έξω από τη Γη. Αυτό το σημείο ορθώνεται μπροστά μας από την αρχή του βιβλίου, από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο του Δευτερονομίου, όπου ο Μωυσής εξιστορεί την αποτυχία στην Κάδης Βαρνή, τον τόπο όπου το ευαγγέλιο απέτυχε να βρει την εφαρμογή του στη ζωή μετά την Αίγυπτο. Το ευαγγέλιο του Μωυσή είναι ζωή μόνο καθώς κινείται πέραν της ερήμου, μέσα στην Ιεριχώ και μέσα στις πόλεις μας σήμερα. Με τι μοιάζει, όμως, αυτή η κίνηση, αυτή η πορεία;


Η εκκλησία εστίασε στην πνευματική ή τυπολογική ανάγνωση του Δευτερονομίου, η οποία σήμαινε πράγματι ότι αυτή η έξοδος ήταν ικανή να επαναληφθεί μέσα στην ιστορία και να πάρει την μορφή της λύτρωσής μας από την αμαρτία διαμέσου του Ιησού Χριστού. Όμως, η αποκλειστική εστίαση στην πνευματική ή τυπολογική ανάγνωση, μας έκανε πολύ συχνά να χάσουμε τις χειροπιαστές, κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες του Δευτερονομίου. «Τιθασεύσαμε» το μήνυμά του και σπεύσαμε να βρούμε ανακούφιση ταυτίζοντας τους εαυτούς μας με το φτωχό Ισραηλίτη αντί να δούμε τους εαυτούς μας στο ρόλο του άπληστου Αιγύπτιου ή στο ρόλο του Ισραηλίτη που δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα να κατοικεί στην Αίγυπτο ανεχόμενος την αδικία και την καταπίεση της.


Το ευαγγέλιο του Μωυσή παρουσιάζεται με όρους ωμούς. Το κείμενο φανερώνει τη σωτηρία πολύ κυριολεκτικά, ως ελευθερία από ένα πραγματικό καταπιεστικό καθεστώς. Βλέπουμε στην αφήγηση ανθρώπους εντός τόπου και χρόνου να βιώνουν ελευθερία από πραγματική σωματική εξάντληση και ταπείνωση, συνθήκες που προκύπτουν από την καταναγκαστική εργασία. Οι περισσότεροι ευαγγελικοί θα υπερασπίζονταν με πάθος την ιστορικότητα του γεγονότος της εξόδου. Η ιστορική ανάγνωση, όμως, συνοδεύεται από πολύ πιο άβολες ή ασύμφορες συνέπειες σε σχέση με κάποια άλλη ανάγνωση. Θα πρέπει να αντισταθούμε στην ασυνέπεια του να ερμηνεύουμε το σωτηριακό γεγονός της εξόδου ως πραγματικό γεγονός το οποίο ανέτρεψε τις ζωές πραγματικών ανθρώπων ενώ ταυτόχρονα να το πνευματικοποιούμε και να το από-ιστορικοποιούμε όσον αφορά τη δική μας σύγχρονη ιστορικότητα. Εάν ο Θεός ενήργησε στο χώρο και στο χρόνο, στις ζωές πραγματικών ανθρώπων, τότε είναι αναμενόμενο ότι ο λαός του Θεού σήμερα, όταν έρχεται αντιμέτωπος με παράλληλες συνθήκες όπως αυτές βιώνονται σε σύγχρονες καταπιεσμένες και αδικημένες ομάδες ανθρώπων, δεν θα μπορεί παρά να επιζητεί την αντιστροφή αυτών των συνθηκών.


Όπως αναφέρει και ο Dan Block, η μάχη του Θεού ήταν ενάντια στους θεούς της Αιγύπτου. Η σωτηρία πράγματι επιτεύχθηκε στη θεία σφαίρα αλλά ΌΧΙ εις βάρος της φυσικής σφαίρας. Η ήττα του Φαραώ στην Αίγυπτο πάει χέρι χέρι με τη συνεχιζόμενη ήττα των φαραονικών φιλοδοξιών του λαού μέσω της Τορά και φανερώνεται στη δημιουργία μικρών «εξόδων» για τους άλλους, όπως για παράδειγμα τη μικρή «έξοδο» που καλείται ο γεωκτήμονας να «παράγει» την ημέρα του Σαββάτου σε ανθρώπους και ζώα.


Το ευαγγέλιο του Μωυσή σήμαινε μια ενεργή νέα δημιουργία για τον κόσμο τους: πνευματική, διανοητική και σωματική. Οι απαιτήσεις αυτού του ευαγγελίου δεν έχουν αλλάξει: είναι ριψοκίνδυνες, είναι οικονομικά ασύμφορες, απαιτούν θυσίες και την απόλυτη, αμείλικτη πίστη της Εκκλησίας.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on December 01, 2013 09:50

November 17, 2013

Ο Αγιασμός του Χρόνου

Εκδόθηκε στον Αστήρ 156:9 (Οκτώβριος 2013): 263-267


ImageΈχουν γίνει από τους αποστολικούς αιώνες και γίνονται ακόμα άπειρες συζητήσεις περί Σαββάτου και Κυριακής, αν πρέπει να τηρείται και πως, ποιες εργασίες επιτρέπονται και ποιες όχι. Το άρθρο αυτό δεν σκοπεύει να απαντήσει σε τέτοιου είδους ερωτήματα αλλά να ανιχνεύσει τα κοινωνικοπολιτικά μηνύματα της ριζοσπαστικής ιδέας του σαββατισμού στον αρχαίο κόσμο. Η έννοια του σαββατισμού είναι πρωταρχικά θεολογική. Φανερώνει, δηλαδή, τον χαρακτήρα του Θεού της Βίβλου και τους σκοπούς του απέναντι σε επικρατούσες αντιλήψεις, κοσμοθεωρίες και πρακτικές του αρχαίου κόσμου. Αυτό τον χαρακτήρα και αυτή την οπτική θέλουμε να κατανοήσουμε όσο καλύτερα μπορούμε για να μας εμπνεύσουν και να κτίσουν μέσα μας αξίες προσαρμόσιμες σε συνθήκες και καταστάσεις κάθε εποχής. Τι ακριβώς μας λέει, λοιπόν, ο Θεός με το Σάββατο στην Παλαιά Διαθήκη;


1. Ο Αγιασμός του Χρόνου


Ήταν κοινώς κατανοητό στον αρχαίο κόσμο ότι οι θεοί μόνο σε ναούς αναπαύονται. Γι αυτό το λόγο οικοδομούνται ναοί – είναι οι χώροι ανάπαυσης της θεότητας.[1] Παρόλο που βλέπουμε τον Θεό στο βιβλίο της Γένεσης να αναπαύεται στη δημιουργία Του «εν τόπω», είναι σημαντικό να προσέξουμε ότι αναπαύεται πρωταρχικά μέσα σε μια μέρα, «εν χρόνω» (καὶ κατέπαυσεν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμη [Γεν 2:2]).


Τόσο ο χώρος όσο και ο χρόνος θεωρούνται σφαίρες που υπόκεινται στο διαχωρισμό του άγιου και του βέβηλου. Είμαστε, συνήθως, περισσότερο εξοικειωμένοι με την έννοια του άγιου όσον αφορά ορατά και χειροπιαστά πράγματα, όπως π.χ. ο ναός ή ο χώρος λατρείας, σκεύη ή βιβλία που χρησιμοποιούνται τελετουργικά, επιτρεπόμενα και μη επιτρεπόμενα φαγητά κ.ο.κ. Ο χρόνος, όμως, το μη ορατό αυτό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης, δεν αφήνεται στην τύχη αλλά διαχωρίζεται και αυτό μεταξύ κοινού χρόνου και άγιου χρόνου από τις απαρχές της Δημιουργίας.


Στη Γένεση 2:3 ο Θεός «αγιάζει» (βαγεκαντές) την έβδομη μέρα και αυτό είναι το ίδιο ρήμα που χρησιμοποιείται για τον αγιασμό της Σκηνής του Μαρτυρίου, των τελετουργικών σκευών και των ιερέων από τον Μωυσή (π.χ. Λευ 8:10, 30). Αυτή η αντίληψη του χρόνου δείχνει ευθύς εξαρχής ότι ακόμα και ο χρόνος είναι αντικείμενο που διατρέχει τον κίνδυνο κατάχρησης ή καλύτερα βεβήλωσης. Ο αγιασμός του υπονοεί οριοθέτηση και προστασία από τυχόν παραβιάσεις. Όπως, λοιπόν, ο ναός είναι ο τόπος της κατοικίας του Θεού έτσι και το Σάββατο είναι ο χρόνος της κατοικίας του Θεού, είναι δική Του μέρα.


Μια επιφανειακή ανάγνωση θα μας οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι ο Θεός απλά κουράστηκε από την εργασία Του, τη δημιουργία του κόσμου δηλαδή, και επέλεξε μια μέρα της βδομάδας για να ξεκουραστεί. Η ιστορία της δημιουργίας, όμως, υπονοεί πολύ περισσότερα πράγματα απ’ όσα φαίνονται στο σύγχρονο αναγνώστη. Το κείμενο θέλει να περάσει κάποια έντονα πολεμικά μηνύματα ενάντια σε επικρατούσες θεωρίες περί εργασίας και ανάπαυσης, τα οποία μπορούμε να συλλάβουμε μόνο με μια σύγκριση των ιστοριών και των αντιλήψεων που κυκλοφορούσαν στην αρχαία Μεσοποταμία.


2. Αρχαία Μεσοποταμία και Ανάπαυση


Η ανάπαυση ήταν αποκλειστικό αγαθό των θεών και στην αρχαία Μεσοποταμία επικρατούσε η αντίληψη ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε για ένα σκοπό μόνο: να αναπαύσει τους θεούς από την καταπιεστική τους εργασία. Το Έπος του Ατραχάσις για παράδειγμα, μια πολύ διαδεδομένη ιστορία από την οποία αντλεί και το Έπος του Γκιλγκαμές,[2] ξεκινάει με την περιγραφή της ιεραρχίας των θεών. Η ανώτερη τάξη, οι Ανουννάκι, υπηρετούνται από την κατώτερη τάξη, τους Ιγκίγκι, οι οποίοι κάνουν τις πιο σκληρές ταπεινωτικές εργασίες, σκαλίζουν και καθαρίζουν τα κανάλια, τα ποτάμια, ποτίζουν τα χωράφια, και όλα αυτά με παράπονα και πολύ γογγυσμό. Μετά από 3600 χρόνια καταπίεσης ξεκινάνε μια διαδήλωση διαμαρτυρίας για τις αφόρητες συνθήκες εργασίας. Αμέσως ορίζεται συμβούλιο των θεών της ανώτερης τάξης, των Ανουννάκι, οι οποίοι προσπαθούν να εξακριβώσουν ποιοι ξεκίνησαν την ανταρσία και να τους συντρίψουν. Οι Ιγκίγκι τους αντιμετωπίζουν ως μια «συνδικαλιστική» ενότητα χωρίς να παραδώσουν τους υποκινητές τους, γεγονός που αναγκάζει τους Ανουννάκι να βρουν άλλες λύσεις για το πρόβλημα. Τότε ο θεός Ένκι έχει μια ιδέα. Να δημιουργηθεί ο άνθρωπος για να κάνει αυτός όλες τις καταναγκαστικές εργασίες και να σταματήσουν οι γογγυσμοί των Ιγκίγκι. Γίνετε η εξής παράκληση στην «θεά της μήτρας» και αυτή ανταποκρίνεται:


«Είσ’ η θεά της μήτρας, του ανθρώπινου γένους η δημιουργός.


Ένα θνητό δημιούργησε, τον ζυγό να σηκώσει.


Ας σηκώσει τον ζυγό, του Ενλίλ τη δουλειά,


Ο άνθρωπος το φορτίο των θεών ας σηκώσει». (Πινακίδα Ι, Στήλη [iv])


… 


«Τέλεια έκανα


Τη δουλειά που με προστάξατε.


Ένα θεό με τον νου του μαζί σφάξατε.


Απ’ τη σκληρή δουλειά σας ξαλάφρωσα,


Στον άνθρωπο έβαλα το φορτίο.


Στην ανθρωπότητα θόρυβο χαρίσατε,


Τα δεσμά έλυσα κι έδωσα λεφτεριά». (Πινακίδα Ι, Στήλη [v])[3]


Επομένως, η μαζική παραγωγή ανθρώπων, εργατικού δυναμικού δηλαδή, αποτελεί τη λύση στην πολυπόθητη ανάπαυση των θεών. Το ίδιο ισχύει και στο βαβυλωνιακό έπος Ενούμα Έλις. Ο άνθρωπος δημιουργείται και επιστρατεύεται στην εργασία προς ανάπαυση των θεών:


Θα μαζέψω αίμα και θα κάνω να γίνουν κόκαλα.


Θα πλάσω έναν άγριο, άνθρωπος θα ‘ναι τ’ όνομά


του.


Αληθινά, αγριο-άνθρωπο θα δημιουργήσω.


Θ’ αναλάβει την υπηρεσία των θεών, για να είναι


Αυτοί άνετα.


(Πινακίδα 6, 5-9).[4]


Οι μύθοι του αρχαίου κόσμου είναι το παράθυρο στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι έβλεπαν την πραγματικότητα. Μας δείχνουν την τότε κατανόηση του κόσμου και την εξήγηση των δομών της κοινωνίας ως είχε. Οι μύθοι αυτοί, και συγκεκριμένα το Έπος του Ατραχάσις, αντικατοπτρίζουν την κατάσταση στη γήινη σφαίρα όπου ο κοινός άνθρωπος υπάρχει για να υπηρετεί τον βασιλιά (τον αντιπρόσωπο των θεών δηλαδή) έτσι ώστε αυτός και η τάξη του να απολαμβάνουν μια ζωή χλιδής και ανάπαυσης. Ο διαχωρισμός μεταξύ της κυρίαρχης τάξης και της υποτακτικής φορολογούμενης τάξης αποκτά μ’ αυτό τον τρόπο, μέσα απ’ αυτά τα κείμενα, θεία επικύρωση. Το πολιτικο-οικονομικό στάτους κβο είναι η τάξη του σύμπαντος, θεμελιωμένη από καταβολής κόσμου.[5]


Η ιστορία της Γένεσης έχει πολύ περισσότερες διαφορές παρά ομοιότητες μ’ αυτές τις ιστορίες δημιουργίας. Ωστόσο, μπορεί κανείς να διακρίνει στη Γένεση αναφορές στις αρχαίες αυτές ιστορίες, όχι με την έννοια της αντιγραφής αλλά με την έννοια της πολεμικής υποσκέλισης των δεσποζουσών αντιλήψεων μέσω των αληθειών του βιβλικού μηνύματος. Σκοπός αυτών των αναφορών είναι η ανάδειξη της υπεροχής του Θεού του Ισραήλ και της απόλυτης κυριαρχίας Του επάνω στη «μοίρα» του λαού Του.


Βλέπουμε, λοιπόν, ότι οι μεσοποταμιακοί μύθοι φανερώνουν ότι η ανάπαυση είναι το ζητούμενο, αλλά κατοχυρώνουν την αντίληψη ότι αυτό το αγαθό είναι πολυτέλεια που δικαιωματικά ανήκει στην ανώτατη τάξη της κοσμικής ιεραρχίας και ότι ο άνθρωπος, η δημιουργία του οποίου αποτελεί σχέδιο Β, έχει χρηστική αξία στην κοσμογονία. Με άλλα λόγια η ιδέα της ανάπαυσης δεν είναι η ανταμοιβή ή το τέλος που απολαμβάνει ο εργαζόμενος, αλλά αντιθέτως, η ανάπαυση είναι κτήμα των μη-εργαζομένων και η εργασία είναι η μοίρα των μαζών. Αυτό τον κόσμο και αυτές τις αντιλήψεις έρχεται να αμφισβητήσει το βιβλίο της Γένεσης προσφέροντας μια ριζικά διαφορετική κατανόηση του Θεού, του ανθρώπου και του σκοπού του επάνω στη γη.


3. Η Ανάπαυση του Θεού στη Γένεση


Στο βιβλίο της Γένεσης, ο άνθρωπος παρουσιάζεται ως η κορωνίδα της δημιουργίας του Θεού την έκτη μέρα και ανάγει την αξία της δημιουργίας ολόκληρης από το «καλόν» (1:4, 10, 12, 18, 21, 25) στο επίπεδο του «καλά λίαν» (1:31). Πουθενά δεν παρουσιάζεται η δημιουργία της ανθρωπότητας ως σχέδιο απρόβλεπτο ή εναλλακτικό.


Το στοιχείο της ιστορίας που μας ενδιαφέρει περισσότερο, όμως, είναι η απουσία οποιασδήποτε καταπίεσης και επιβολής ζυγού στον άνθρωπο ως προϋπόθεση της ανάπαυσης του Θεού. Ο Θεός αναπαύεται μόνος Του κατόπιν ολοκλήρωσης του έργου Του χωρίς να έχει χρησιμοποιηθεί ο Αδάμ για την εξασφάλιση της θείας ανάπαυσης. Στο πρώτο κεφάλαιο της Γένεσης ο Θεός φέρνει τη χλωρίδα στην ύπαρξη την τρίτη μέρα, και την καρποφορία των δέντρων επίσης, εν απουσία οποιασδήποτε συμβολής του ανθρώπου (1:11-13). Στο δεύτερο κεφάλαιο οι περιγραφές είναι παρόμοιες. Παρόλο που αναφέρεται ότι ο άνθρωπος θα εργάζεται τη γη (2:5), εντούτοις ο Θεός είναι ο πρώτος «αγρότης» της Εδέμ. Ο άνθρωπος τοποθετείται σ’ αυτό τον κήπο αφότου ο Θεός δούλεψε από μόνος Του τόσο στο φύτεμα όσο και στο πότισμα, ωσάν να υπηρετούσε τον άνθρωπο:[6]


πηγὴ δὲ ἀνέβαινεν ἐκ τῆς γῆς καὶ ἐπότιζεν πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς . . .


καὶ ἐφύτευσεν κύριος ὁ θεὸς παράδεισον ἐν Εδεμ κατὰ ἀνατολὰς καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον ὃν ἔπλασεν . . .


Καὶ Κύριος ὁ Θεὸς ἔκαμε νὰ βλαστήσῃ ἐκ τῆς γῆς πᾶν δένδρον ὡραῖον εἰς τὴν ὄρασιν καὶ καλὸν εἰς τὴν γεῦσιν· . . . 


Ποταμὸς δὲ ἐξήρχετο ἐκ τῆς Ἐδὲμ διὰ νὰ ποτίζῃ τὸν παράδεισον· καὶ ἐκεῖθεν ἐμερίζετο εἰς τέσσαρας κλάδους. Τὸ ὄνομα τοῦ ἑνός, Φισών· οὗτος εἶναι ὁ περικυκλόνων πᾶσαν τὴν γῆν Ἀβιλά· . . .


Καὶ τὸ ὄνομα τοῦ ποταμοῦ τοῦ δευτέρου, Γιών· οὗτος εἶναι ὁ περικυκλόνων πᾶσαν τὴν γῆν Χούς.


Καὶ τὸ ὄνομα τοῦ ποταμοῦ τοῦ τρίτου, Τίγρις· οὗτος εἶναι ὁ ῥέων πρὸς ἀνατολὰς τῆς Ἀσσυρίας. Ὁ δὲ ποταμὸς ὁ τέταρτος, οὗτος εἶναι ὁ Εὐφράτης.


Καὶ ἔλαβε Κύριος ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον καὶ ἔθεσεν αὐτὸν ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς Ἐδὲμ διὰ νὰ ἐργάζηται αὐτὸν καὶ νὰ φυλάττῃ αὐτόν. (Ο΄ 2:6-10)


Από την καλλιέργεια του κήπου δεν εξυπηρετείται κανένας άλλος εκτός από τον ίδιο τον άνθρωπο. Ό,τι παράγεται είναι για την απόλαυση του ανθρώπου, όχι των θεών: «καὶ ἐνετείλατο κύριος ὁ θεὸς τῷ Αδαμ λέγων ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φάγῃ» (Ο΄ Γεν 2:16).


Δύο στοιχεία που αναδεικνύονται στις ενέργειες του Θεού όσον αφορά την εργασία και την ανάπαυση είναι πρώτον, ότι, σε αντίθεση με την αντίληψη της εργασίας στο Έπος του Ατραχάσις, η εργασία Του δεν φανερώνει ίχνος εξαναγκασμού ή καταπίεσης που να δίνει την αίσθηση ότι επιθυμούσε να την αποφύγει. Αντιθέτως, την αξιολογεί ως «καλή λίαν». Δεύτερον, η ανάπαυση του Θεού την έβδομη μέρα είναι ελεύθερη από την καταπίεση του ανθρώπου. Δεν προκύπτει, δηλαδή, από τη χρήση και εκμετάλλευση ανθρώπινου δυναμικού.[7] Ο άνθρωπος της Γένεσης δεν έχει χρηστική αξία. Δεν είναι μέσον αλλά τέλος.


4. Αρχαία Αίγυπτος και η Απουσία Ανάπαυσης


Όταν το βιβλίο της Εξόδου μας πάει στην Αίγυπτο, ανοίγεται μπροστά μας μια παγανιστική κοινωνία χωρίς Σάββατο και έρχεται σε απόλυτη αντιπαράθεση με το χαρακτήρα και τις αρχές του «αγρότη» Θεού της Γένεσης που αρνείται να χρησιμοποιήσει τον άνθρωπο προς ανάπαυσή Του. Στην Αίγυπτο ισχύει το αντίθετο. Η διαφθορά της εργασίας που ξεκινά με την ανυπακοή του Αδάμ στη Γένεση 3:17 φτάνει στο αποκορύφωμά της στην δουλεία της Αιγύπτου. Το κοσμικό σύστημα διατηρείται στην ύπαρξη μέσω της ανθρώπινης καταπίεσης. Η εξουσία και η δύναμη της βασιλείας του θεού Φαραώ «αναπαύονται» στoν ακατάπαυστο μόχθο των εργατών του: «καὶ ἐπέστησεν αὐτοῖς ἐπιστάτας τῶν ἔργων ἵνα κακώσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ἔργοις καὶ ᾠκοδόμησαν πόλεις ὀχυρὰς τῷ Φαραω τήν τε Πιθωμ καὶ Ραμεσση καὶ Ων ἥ ἐστιν Ἡλίου πόλις» (Ο΄ Έξοδ 1:11, βλ. επίσης 1:13-14, 2:11, 3:7, 16).


Σε μια τέτοια κοινωνία η εισήγηση της ανάπαυσης των εργατών ακούγεται παράλογη και ανεξήγητη γιατί δεν εξυπηρετεί τους σκοπούς της κοινωνίας και την ανάπτυξή της: «καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ βασιλεὺς Αἰγύπτου ἵνα τί Μωυσῆ καὶ Ααρων διαστρέφετε τὸν λαόν μου ἀπὸ τῶν ἔργων ἀπέλθατε ἕκαστος ὑμῶν πρὸς τὰ ἔργα αὐτοῦ καὶ εἶπεν Φαραω ἰδοὺ νῦν πολυπληθεῖ ὁ λαός μὴ οὖν καταπαύσωμεν αὐτοὺς ἀπὸ τῶν ἔργων» (Ο΄ Έξοδ 5:4-5). Σε ένα τέτοιο καθεστώς η παύση των εργασιών μπορεί να ερμηνευθεί μόνο ως «νοθρότητα» και «οκνηρία»: «Ὀκνηροὶ εἶσθε, ὀκνηροί· διὰ τοῦτο λέγετε, Ἄφες νὰ ὑπάγωμεν νὰ προσφέρωμεν θυσίαν πρὸς τὸν Κύριον» (Έξοδ 5:17 Βάμβας, βλ. επίσης 5:8).


Η Αίγυπτος, λοιπόν, είναι το καθεστώς της «απόλυτης εργασίας», σύμφωνα με τον όρο του Josef Pieper, όπου ο άνθρωπος ορίζεται βάση της χρηστικής του αξίας και της παραγωγικότητάς του. Η ερώτηση που θέτει ο Pieper είναι: εάν ο κόσμος ορίζεται ως ο κόσμος της «απόλυτης εργασίας», είναι ικανός αυτός ο ορισμός να εξαντλήσει την πραγματικότητα του κόσμου μας; Μπορεί ο άνθρωπος να πραγματωθεί πλήρως μέσα στα πλαίσια του κόσμου εργασίας, μπορεί να βιώσει την ύπαρξή του στην ολότητά της μέσα σε μια εργασιακή ύπαρξη;[8] Εδώ να πούμε ότι το σύστημα της Αιγύπτου καταδικάζεται όχι απλά επειδή ήταν καταπιεστικό. Μπορεί κάποιος να μην το βίωσε ως τέτοιο αλλά να το είχε συνηθίσει και να επωφελούταν κιόλας απ’ αυτό («καὶ εἶπαν πρὸς αὐτοὺς οἱ υἱοὶ Ισραηλ ὄφελον ἀπεθάνομεν πληγέντες ὑπὸ κυρίου ἐν γῇ Αἰγύπτῳ ὅταν ἐκαθίσαμεν ἐπὶ τῶν λεβήτων τῶν κρεῶν καὶ ἠσθίομεν ἄρτους εἰς πλησμονήν ὅτι ἐξηγάγετε ἡμᾶς εἰς τὴν ἔρημον ταύτην ἀποκτεῖναι πᾶσαν τὴν συναγωγὴν ταύτην ἐν λιμῷ» [Έξοδ 16:3]). Το σύστημα είναι προβληματικό γιατί είναι ένα κλειστό σύστημα εγκλωβισμένο στην εργασιακή ύπαρξη.


Βάση μιας κοσμογονίας όπου ο άνθρωπος δημιουργείται ως εργατικό δυναμικό, ο κόσμος ως κόσμος «απόλυτης εργασίας» θα πραγμάτωνε στο έπακρο τους λόγους ύπαρξης του ανθρώπου. Στον κόσμο του Φαραώ, ο χρόνος που δεν εντάσσεται στα πλαίσια της εργασίας μπορεί να εξηγηθεί μόνο με όρους νωθρότητας. Στα πλαίσια της Γένεσης, όμως, μια ολιστική κατανόηση του ανθρώπου απαιτεί να φτάσει σ’ ένα χρόνο πέραν της εργασίας – πόσο μάλλον της καταπιεστικής εργασίας.


Ο άνθρωπος πρέπει να συμμετέχει σε μια εμπειρία η οποία δεν είναι μέσο αλλά τέλος. Μια εμπειρία που υπάρχει για τον εαυτό της, που δεν έχει χρηστική αξία.[9] Μια ολιστική κατανόηση της ύπαρξης απαιτεί τον σαββατισμό. Δεν εννοούμε μια απλή παύση της εργασίας η οποία απλά θα εξυπηρετούσε ως προς τη βελτίωση των επιδόσεων του εργάτη, θα ήταν δηλαδή αναπόσπαστο μέρος του κόσμου ως κόσμου «απόλυτης εργασίας»,[10] αλλά μιλάμε για σαββατισμό, έναν όρο εμποτισμένο με θρησκευτικό περιεχόμενο, μια πρακτική γεννημένη στη θεία και όχι στην ανθρώπινη σφαίρα. Ο Θεός δεν απαιτεί ένα εργασιακό διάλειμμα αλλά την απόδραση από τη σφαίρα του κόσμου της «απόλυτης εργασίας» σε ένα χρόνο άγιο, στο χρόνο του Θεού: «τάδε λέγει κύριος ὁ θεὸς Ισραηλ ἐξαπόστειλον τὸν λαόν μου ἵνα μοι ἑορτάσωσιν ἐν τῇ ἐρήμῳ» (Έξοδ 5:1 Ο΄). Ακόμα δεν έχει θεσπιστεί το Σάββατο σ’ αυτό το σημείο αλλά εδώ έχουμε την πρώτη απαίτηση κατάπαυσης της εργασίας.


Κατά κάποιο τρόπο, η έξοδος τον Ισραηλιτών από την Αίγυπτο είναι ταυτόχρονα η έξοδος από ένα κόσμο που λήγει την έκτη μέρα και άρα δεν ξεχωρίζει η πρώτη από την έκτη ή από τις υπόλοιπες. Η έξοδος είναι έξοδος από την έλλειψη Σαββάτου, είναι κοσμογονική, είναι αναδημιουργία, επαναπροσδιορίζει τα θεμέλια του σύμπαντος, συλλαμβάνει τον κόσμο εκ νέου και αναθεωρεί τον σκοπό της ύπαρξης του ανθρώπου. Η απαίτηση του Θεού είναι γιορτή. Ο άνθρωπος καλείται στην έξοδο από τη ματαιότητα της απόλυτης εργασίας στο παράλογο, στο μη-παραγωγικό μιας γιορτής, σε μια σφαίρα όπου ο άνθρωπος δεν λειτουργεί πλέον ως μέσο αλλά είναι αποδέκτης της δημιουργίας και λατρευτής του Δημιουργού, μπαίνει στη σφαίρα Του. Ο Θεός προσκαλεί τον άνθρωπο στη γιορτή Του, στο τραπέζι Του, κάτι που θα πρέπει να αντικατοπτριστεί και στην ανθρώπινη σφαίρα κάθε Σάββατο.


5. Imitatio Dei: Εργασία και ανάπαυση για τον άνθρωπο


Η κατανόηση της ανάπαυσης του Θεού της Βίβλου στα πλαίσια του πολυθεϊστικού αρχαίου κόσμου μας βοηθάει να καταλάβουμε και το τι συμπεριλαμβάνει η προτροπή της μίμησης του Θεού όσον αφορά την τήρηση του Σαββάτου στο βιβλίο της Εξόδου και του Δευτερονομίου. Η σύνδεση μεταξύ της θείας εμπειρίας και της ανθρώπινης υποχρέωσης δεν είναι τόσο ξεκάθαρη στη Γένεση αλλά στην Έξοδο φανερώνεται πλήρως στον Δεκάλογο όπου θεσπίζεται πλέον η εβδομάδα:


Ἐνθυμοῦ τὴν ἡμέραν τοῦ σαββάτου, διὰ νὰ ἁγιάζῃς αὐτήν· 9  ἕξ ἡμέρας ἐργάζου καὶ κάμνε πάντα τὰ ἔργα σου· 10  ἡ ἡμέρα ὅμως ἡ ἑβδόμη εἶναι σάββατον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου· μὴ κάμῃς ἐν ταύτῃ οὐδὲν ἔργον, μήτε σύ, μήτε ὁ υἱὸς σου, μήτε ἡ θυγάτηρ σου, μήτε ὁ δοῦλός σου, μήτε ἡ δούλη σου, μήτε τὸ κτῆνός σου, μήτε ὁ ξένος σου, ὁ ἐντὸς τῶν πυλῶν σου· 11  διότι εἰς ἕξ ἡμέρας ἐποίησεν ὁ Κύριος τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς· ἐν δὲ τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ κατέπαυσε· διὰ τοῦτο εὐλόγησε Κύριος τὴν ἡμέραν τοῦ σαββάτου καὶ ἡγίασεν αὐτήν. (Έξοδ 20:8-11)


Βλέπουμε ότι οι έξι μέρες είναι «κοινές» και η έβδομη είναι «ιερή», αποτελεί την κλιμάκωση των έξι. Εδώ να πούμε ότι δεν υπάρχει γνωστή παράλληλη πρακτική ή προτροπή τήρησης του Σαββάτου ή άλλης μέρας ανάπαυσης στις κουλτούρες της αρχαίας Εγγύς Ανατολή.[11] Ο διαχωρισμός του χρόνου σε εφταήμερα είναι μοναδικός και η έβδομη μέρα ξεχωρίζει επίσης για τον λόγο ότι είναι πάγια – δεν συνδέεται με τους κύκλους της σελήνης ή άλλους κύκλους της φύσης. Η ανάπαυση του εργάτη είναι σταθερά επαναλαμβανόμενη κάθε εφτά μέρες.[12] Παρόλο που υπήρχαν διαιρέσεις του μήνα στους γειτονικούς λαούς δεν υπάρχει κάτι συγκρίσιμο με το θεσμό της εβραϊκής βδομάδας όσον αφορά τη σταθερότητα και την ανάπαυση των ανθρώπων.[13] Επίσης, οι αποχές που τηρούνταν στην Μεσοποταμία κατά τη διάρκεια ξεχωρισμένων ημερών δεν εφαρμόζονταν σε όλο το λαό αλλά μόνο σε κάποιες τάξεις ανθρώπων.[14]


Η προτροπή προς τον Ισραήλ είναι να «αγιάζει» το Σάββατο καθώς και ο Θεός «αγίασε» το Σάββατο, να μιμηθεί τον Θεό του (imitatio Dei). Όπως ακριβώς ο Θεός της Γένεσης δεν στήριξε την ανάπαυσή Του στην εργασία κάποιου άλλου έτσι και ο άνθρωπος θα αναπαυθεί χωρίς να εξαρτάται η ανάπαυσή του από την εργασία άλλου ανθρώπου ή ζώου. Η εντολή απευθύνεται πρωταρχικά στους γαιοκτήμονες, αυτούς δηλαδή που είχαν εξαρτώμενους και συνεπώς τη δύναμη να τους αναπαύσουν ή να τους υποτάξουν σε ακατάπαυστη εργασία. Το Σάββατο, λοιπόν, ο γαιοκτήμονας έμπαινε στο χρόνο του Θεού όπου έπρεπε να παραιτηθεί από την εξουσία και τα δικαιώματα που είχε πάνω στην ελευθερία κάποιου άλλου ανθρώπου, ακόμα και από την εξουσία του επάνω στα ζώα. Έπρεπε, σε αντίθεση με τον Φαραώ και τη στάση του απέναντι στους Ισραηλίτες, να παρέχει ανάπαυση στους εξαρτώμενούς του (Έξοδ 23:12). Έμπαινε σε ένα άγιο χρόνο μια φορά τη βδομάδα όπου όλοι ήταν ίσοι. Όλες οι τάξεις, τα φύλα και οι εθνικότητες μέσα στον Ισραήλ είχαν πρόσβαση στο ίδιο δώρο, ένα δώρο ανεξάρτητο απ’ την παραγωγικότητά τους, το όνομά τους και το κοινωνικό τους στάτους. Το Σάββατο έμοιαζε με μια κλεφτή ματιά στο θείο χρόνο, στον αιώνιο χρόνο. Βλέποντας την κατάληξη της βδομάδας, τον σκοπό της, την κορύφωση του χρόνου, μπορούσε κανείς να δει αυτόν τον αιώνιο χρόνο, να πάρει μια μικρή γεύση της δικαιοσύνης του Θεού, της απουσίας εκμετάλλευσης, της απουσίας ιεράρχησης, της απουσίας κατοχής ενός ανθρώπου από άλλον. Αυτό το Σάββατο δεν μπορούσε παρά να ρίχνει τη σκιά του και πάνω στις υπόλοιπες έξι μέρες.


Η ανάπαυση, λοιπόν, αυτό το πολυτελές αγαθό που ήταν αποκλειστικότητα των θεών, μοιράζεται με τους ανθρώπους. Στη δική Του ανάπαυση προσκαλεί ο Θεός τον γαιοκτήμονα, τον δούλο, τον ξένο και τα ζώα. Το Σάββατο δεν είναι το δώρο του φιλάνθρωπου γαιοκτήμονα προς τους εξαρτώμενούς του αλλά είναι το δώρο του Θεού, είναι η θεία ανάπαυση στην οποία προσκαλούνται όλοι (Έξοδ 31:16-17). Στο βιβλίο του Δευτερονομίου αυτή η αλήθεια γίνεται ακόμα πιο ξεκάθαρη. Η εργασία που ορίζεται για το Σάββατο είναι διανοητική, η προσταγή της θύμησης: «καὶ μνησθήσῃ ὅτι οἰκέτης ἦσθα ἐν γῇ Αἰγύπτῳ καὶ ἐξήγαγέν σε κύριος ὁ θεός σου ἐκεῖθεν . . .» (Δευτ 5:15) Η έξοδος από την Αίγυπτο καθιστά τον γαιοκτήμονα ισότιμο αποδέκτη της ανάπαυσης και όχι δωρητή της.


Το Σάββατο θυμίζει και κάτι άλλο στο αφεντικό. Του θυμίζει ότι δεν έχει απόλυτη ιδιοκτησία των ανθρώπων που βρίσκονται κάτω απ’ το χέρι του. Το Σάββατο θυμίζει στο αφεντικό ότι ο Θεός επιθυμεί την ελευθερία του εργάτη από τον ίδιο, ότι χωρίς τις περιοριστικές απαιτήσεις του Θεού για το Σάββατο, τα αφεντικά είναι επικίνδυνα. Δεν απαιτείται σ’ αυτό το σημείο η κατάργηση της δουλείας, για παράδειγμα, αλλά ο άνθρωπος, μέσω του Σαββάτου, αρχίζει να εμποτίζεται με τα ιδανικά του Θεού και αφήνεται να αναλογιστεί από μόνος του που θα ήθελε η κοινωνία του να οδηγηθεί, ποιος θα πρέπει να είναι και αν πραγματικά θέλει και τον βολεύει να μιμηθεί έναν τέτοιο Θεό. Το τέλος της εβδομάδας θα έπρεπε να εμπνεύσει τον Ισραηλίτη και ως προς το τέλος της βασιλείας του Θεού, να διαμορφώσει την εσχατολογία του.   


Με άλλα λόγια, ο Θεός έρχεται σε ένα κόσμο δουλείας και καταπίεσης, όχι πολύ διαφορετικό από τον κόσμο της Μανωλάδας, της Μεσσηνίας, της Άρτας, της Αργολίδας, της Σκάλας Λακωνίας, των Μεγάρων και προβάλλει τον τρόπο με τον οποίο Αυτός δούλεψε, αναπαύθηκε και παρείχε ανάπαυση στον άνθρωπο.[15] Η εμπειρία του Θεού, το πρότυπο της Γένεσης και της Εξόδου δεν μπορεί να αφήσει τον άνθρωπο ασυγκίνητο. Δεν μπορεί πλέον ο άνθρωπος που αναλογίζεται το παράδειγμα του Θεού του να παραμένει στους κοινωνικοπολιτικούς τρόπους που έμαθε, που είχαν παγιωθεί στον κόσμο του για αιώνες και που του συστήνονταν ως η μόνη πραγματικότητα, ως κοσμογονικές δομές, ως «έτσι έχουν τα πράγματα». Μπορεί ο Θεός να μην καταργεί ευθέως τις ανισότητες αλλά με το Σάββατο τις υπονομεύει δραστικά. Σχετικοποιεί την ελευθερία των αφεντικών, σχετικοποιεί τις ιεραρχικές αξίες και τη χρηστικότητα του ανθρώπου. Σχετικοποιεί την αντίληψη του «δουλεύω συνέχεια για να μπορώ μια μέρα να αναπαυθώ». Η ανάπαυση δεν είναι παράγωγο της εργασίας αλλά το παράδοξο παράγωγο της παύσης της εργασίας, του περιορισμού της.


Ο σαββατισμός βάζει φρένο στην ανικανοποίητη επιθυμία του ανθρώπου για κέρδος, για απόκτηση περισσότερων πραγμάτων και δηλώνει ότι υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ της έλλειψης αυτάρκειας του αφεντικού και της καταπίεσης των εργατών του. Η μη ελεγχόμενη επιθυμία μεγιστοποίησης κέρδους βεβηλώνει τον άγιο χρόνο του Θεού και την δημιουργία Του. Αυτό ακριβώς έρχεται ο προφήτης του Θεού, Αμώς, να κατακρίνει, αναφέροντας όσους «μισούν» το Σάββατο: «Ἀκούσατε τοῦτο, οἱ ῥοφοῦντες τοὺς πένητας καὶ οἱ ἀφανίζοντες τοὺς πτωχοὺς τοῦ τόπου, 5  λέγοντες, Πότε θέλει παρέλθει ὁ μήν, διὰ νὰ πωλήσωμεν γεννήματα καὶ τὸ σάββατον, διὰ νὰ ἀνοίξωμεν σῖτον, σμικρύνοντες τὸ ἐφὰ καὶ μεγαλύνοντες τὸν σίκλον καὶ νοθεύοντες τὰ ζύγια τῆς ἀπάτης» (Αμώς 8:4-5 Βάμβας). Το Σάββατο που στηρίζεται στην αδικία και την εκμετάλλευση δεν είναι ο σαββατισμός του Θεού αλλά του είναι απεχθής (Ησα 1:13).


Το Σάββατο δεν θέλει μόνο να προστατεύσει τον άνθρωπο από την εξοντωτική δουλεία και την καταπίεση. Δίνει στους ανθρώπους ελευθερία από τα αφεντικά τους αλλά και ελευθερία από τον εαυτό τους.[16] Όπως έχουμε πει, το Σάββατο είναι απόδραση, είναι έξοδος από τον κόσμο της «απόλυτης εργασίας» ακόμα κι αν αυτή δεν είναι απαραίτητα καταπιεστική. Τόσο το αφεντικό όσο και ο εργάτης μπορεί να είναι «δούλοι» του κόσμου της «απόλυτης εργασίας» εάν μόνο μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια μπορούν να συλλάβουν τον κόσμο τους και να φανταστούν τον εαυτό τους και την αξία τους: να σπουδάσω, να βρω μια καλή δουλειά, να κάνω καριέρα, να πάρω προαγωγή, να εξασφαλίσω ένα καλό εφάπαξ όταν αφυπηρετήσω έτσι ώστε να αναπαυθώ. Το Σάββατο υπάγεται στο πρόγραμμα του κόσμου εργασίας, αντί το αντίστροφο. Ο δούλος μπορεί να θεωρεί ότι με την οικονομική ανεξαρτησία θα ελευθερωθεί από τον ζυγό της εργασίας και θα μπορεί να αναπαυθεί.  Η κατανόηση όμως της ανάπαυσης ως απουσίας εργασίας και ως οικονομικής ανεξαρτησίας είναι «μωρία», μοιάζει με την ανάπαυση του άφρων πλούσιου που κτίζει αποθήκες και ησυχάζει στη διασφάλιση αδιάλειπτης παροχής τροφής: «Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ ἐναποτεταμιευμένα δί ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου» (Λουκ 12:16). Η ανάπαυση που στηρίζεται στην οικονομική ανεξαρτησία δεν έχει ξεπεράσει τη σφαίρα του κόσμου της «απόλυτης εργασίας». Συνεχίζει να ορίζει και να περιορίζει τον άνθρωπο μέσα στα πλαίσια του παγανιστικού κόσμου, θεωρεί την ανάπαυση ως παραχθείσα εντός του κόσμου τούτου, ως στηριζόμενη στην εργασία του ανθρώπου και συλλαμβάνει τον άνθρωπο είτε ως εργάτη είτε ως καταναλωτή: «ἡ γὰρ ψυχὴ πλεῖόν ἐστιν τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος» (Λουκ 12:23).  


Επίλογος


Το θέμα του σαββατισμού είναι τεράστιο και μόνο την επιφάνεια μπορεί κανείς να ακουμπήσει στα πλαίσια ενός άρθρου. Έστω και συντομευμένα, είδαμε τις αντιλήψεις περί εργασίας και ανάπαυσης στην αρχαία Μεσοποταμία και την κατανόηση του ανθρώπου και του σκοπού της ύπαρξής του μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον. Ενάντια σ’ αυτό το περιβάλλον, αλλά και στο σύστημα της Αιγύπτου στην Έξοδο, ο Θεός της Βίβλου, η εργασία Του και η ανάπαυσή Του αντιπαραθέτουν ένα πολύ διαφορετικό μήνυμα για το Ποιος είναι ο Ίδιος και ποια η κοινωνία των δημιουργημάτων Του. Ο Θεός καλεί τον άνθρωπο να βγει από την κοσμοθεώρηση της «απόλυτης εργασίας» και τον αυτό-ορισμό που αυτή προσφέρει και να μπει στο δώρο της ανάπαυσης του Κυρίου. Να παραλάβει την ανάπαυσή του από τη θεία σφαίρα, να βιώσει το Σάββατο που θα ορίσει γι αυτόν ολόκληρη τη βδομάδα, τον κόσμο και την προσμονή.


 





[1] John H. Walton, The Lost World of Genesis One: Ancient Cosmology and the Origins Debate (Downers Grove: IVP Academic, 2009), 71.




[2] William L. Moran, “The Gilgamesh Epic: A Masterpiece from Ancient Mesopotamia” in Civilizations of the Ancient Near East (4 vols; ed. Jack M. Sasson; Peabody: Hendrickson, 2006) 4:2333-4.




[3] Το Έπος του Γκίλγκαμες (2η έκδοση· εισαγωγή και απόδοση Αύρα Ward· Αθήνα: Ιστός, 2001).




[4] Κείμενα της Εγγύς Ανατολής: Το Έπος του Γιλγαμές, Ενούμα Έλις, Η Κάθοδος της Ινάννα (Κείμενα των Λαών· Μετ. από τα αγγλικά Ξένη Σ. Σκαρτσή και Σωκράτης Λ. Σκαρτσής· Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη, 1989).




[5] Robin Routledge, Old Testament Theology: A Thematic Approach (Nottingham: Apollos, 2008), 126-127. Joshua A. Berman, Created Equal: How the Bible Broke with Ancient Political Thought (Oxford: Oxford University Press, 2008), 16-17.




[6] Η εικόνα του Χριστού που πλένει τα πόδια των μαθητών του, όπως και τα λόγια του «καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθεν διακονηθῆναι ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.» (Μαρκ 10:45) συνάδουν με αυτή την εικόνα του δημιουργού Θεού.




[7] Η ανάπαυση του Θεού του Ισραήλ δεν προκύπτει ούτε από θεομαχία, την εξόντωση δυνάμεων δηλ. απειλητικών προς τον Θεό. Ο Θεός αναπαύεται κατόπιν οικοδομής του κοσμικού του ναού όχι κατόπιν αφαιρέσεως απειλητικών εμποδίων, John H. Walton, Victor H. Matthrews, Mark W. Chavalas (eds.), The IVP Bible Background Commentary: Old Testament (Downers Grove: IVP, 2000), 29-30.




[8] Josef Pieper, Leisure: The Basis of Culture. The Philosophical Act (Random House, 1952; trans. Alexander Dru; San Francisco: Ignatius Press, 2009), 39.




[9] Pieper, Leisure, 40.




[10] Pieper, Leisure, 49.


[11] Walton, Matthews, Chavalas (eds.), The IVP Bible Background Commentary, 95-96.  




[12] Walton, Matthews, Chavalas (eds.), The IVP Bible Background Commentary, 30.




[13] Roland de Vaux, Ancient Israel, Volume 1: Social Institutions (New York: McGraw-Hill, 1965), 186-188.




[14] Nahum M. Sarna, Understanding Genesis: The World of the Bible in the Light of History (New York: Schocken Books, 1970), 20.




[15] Βλ. για παράδειγμα το άρθρο του Πέτρου Κατσάκου «Οι Άλλες Μανωλάδες σε Όλη τη Χώρα», Η Αυγή, cited on 28/4/13. Online: http://www.avgi.gr/article/246564/oi-alles-manolades-se-oli-ti-xora.




[16] John Goldingay, Old Testament Theology. Volume 3: Israel’s Life (Downers Grove: IVP Academic, 2009), 645.



 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on November 17, 2013 06:28

November 9, 2013

Ηγέτες – Βασιλιάδες

ImageΤο Δευτερονόμιο 17:14-20 δίνει σαφείς οδηγίες για το ρόλο και την αναμενόμενη συμπεριφορά του βασιλιά ανάμεσα στο λαό Ισραήλ. Πρώτα δίνονται οι οδηγίες για το τι δεν πρέπει να κάνει. Του περιορίζουν την υπερβολική συσσώρευση στρατιωτικής δύναμης, γυναικών και πλούτου και αποτελούν γροθιά στη δεδομένη ανθρώπινη λαγνεία για δύναμη, στάτους και χρήμα. Μια ηγετική θέση φέρει αναπόφευκτα τον πειρασμό της καπηλείας των πιο πάνω «αγαθών».


Το κείμενο, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στις απαγορεύσεις αλλά συνεχίζει με οδηγίες για το τι πρέπει να κάνει ένας βασιλιάς – τη θετική πλευρά του πράγματος: με το που παίρνει τη βασιλική θέση πρέπει να αντιγράψει για τον εαυτό του την Τορά (διδαχή) του Μωυσή κάτω από την επίβλεψη των ιερέων και των Λευιτών (με άλλα λόγια κάθεται, ακούει και μαθητεύει). Αυτό το αντίγραφο θα είναι δικό του, θα το έχει μαζί του για να το διαβάζει κάθε μέρα της ζωής του έτσι ώστε να μαθαίνει να φοβάται τον Κύριο τον Θεό του, να τηρεί τα λόγια της διδαχής και να πράττει τις υποχρεώσεις που αναφέρονται. Έτσι, δεν θα θεωρήσει τον εαυτό του υπεράνω των άλλων Ισραηλιτών («δεν θα υψωθεί η καρδιά του πάνω απ’ τα αδέλφια του») ώστε να εξαιρέσει τον εαυτό του από τις εντολές που αφορούν όλους. Μ’ αυτό τον τρόπο θα μακροημερεύει στη βασιλεία του, αυτός και τα παιδιά του, μέσα στον Ισραήλ.


Θα περιμέναμε να δούμε αυτό το κείμενο να αναφέρεται ή έστω να υπήρχε κάποια νύξη στην εκπλήρωσή του ή παρακοή του από τους βασιλιάδες του Ισραήλ, και πράγματι τέτοιες νύξεις υπάρχουν. Ωραία, θα μου πείτε, κι εμάς τι μας ενδιαφέρει; Αφού το κείμενο μιλάει για βασιλιά, ας το διαβάσουν οι βασιλιάδες λοιπόν. ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΦΟΡΑ! Ας μη βιαστούμε να εξαιρεθούμε. Θα δούμε ότι τα κείμενα δεν περιορίζουν την εφαρμογή αυτού του νόμου μόνο στον βασιλιά. Αντιθέτως, τα κείμενα ξεκινούν να φανερώνουν την προσδοκία τους για την εκπλήρωση αυτών των οδηγιών από τον Ιησού του Ναυή, έναν απλό άνθρωπο, ο οποίος δεν ήταν βασιλιάς ούτε θεωρείται βασιλιάς στη Βίβλο. Ήταν ο βοηθός του Μωυσή ο οποίος τίθεται τώρα σε ηγετικό ρόλο μπροστά στο λαό του Θεού.






Ιησούς του Ναυή 1:8





Αυτό το βιβλίο της Τορά (διδαχής) δεν θα απομακρυνθεί απ’ το στόμα σου αλλά θα το μελετάς (διαλογίζεσαι, αποστηθίζεις) μέρα και νύχτα έτσι ώστε να είσαι σίγουρος ότι θα πράττεις σύμφωνα με όλα τα γραφόμενα σ’ αυτό. Διότι έτσι θα ακμάζεις στη ζωή σου και θα ευημερείς

לֹֽא־יָמ֡וּשׁ סֵפֶר֩ הַתּוֹרָ֙ה הַזֶּ֜ה מִפִּ֗יךָ וְהָגִ֤יתָ בּוֹ֙ יוֹמָ֣ם וָלַ֔יְלָה לְמַ֙עַן֙ תִּשְׁמֹ֣ר לַעֲשׂ֔וֹת כְּכָל־הַכָּת֖וּב בּ֑וֹ כִּי־אָ֛ז תַּצְלִ֥יחַ אֶת־דְּרָכֶ֖ךָ וְאָ֥ז תַּשְׂכִּֽיל׃






Παρόλο που δεν είναι όλες οι λέξεις ταυτόσημες μεταξύ των δύο κειμένων, υπάρχουν αρκετές λέξεις και παράλληλα στοιχεία που μας δείχνουν ότι η δευτερονομιακή απαίτηση για τον βασιλιά μπορεί να ερμηνευθεί με μεγαλύτερη ευρύτητα, και να εφαρμοστεί σε κάποιον άνθρωπο που δεν είναι βασιλιάς, αλλά παρόλα αυτά έχει ηγετική θέση μέσα στον Ισραήλ. Δεν ακολουθείται μια στενή κυριολεκτική ανάγνωση του Δευτερονομίου 17, αλλά αντιθέτως ο συγγραφέας αναγνωρίζει ότι αυτές οι απαιτήσεις πρέπει να αποτελούν μέτρο για κάθε ηγετική μορφή στο λαό του Θεού.


Τι θα πούμε για το πώς ηγείται ο οποιοσδήποτε; Ο πολιτικός, ο δήμαρχος, το κομματικό στέλεχος, ο αστυνομικός, ο ηγέτης μιας φιλανθρωπικής διακονίας ή ιεραποστολής, ο ποιμένας μιας εκκλησίας, ο υπεύθυνος της νεολαίας, ο γονιός, ο σύζυγος; Πάνω στην ίδια πορεία που χαράζει το βιβλίο του Ιησού του Ναυή, βλέπουμε την απαίτηση να ισχύει για τον οποιονδήποτε αναλαμβάνει τον ελάχιστο ηγετικό ρόλο. Μήπως να «αναστήσουμε» αυτές τις απαιτήσεις κι εμείς σήμερα από τους ηγέτες μας; Πόσο μαθητεύει ο ηγέτης σου; Πόσο χρόνο ξοδεύει διδασκόμενος από τους αδελφούς του; Πόσο καταχράται τη θέση του; Ας κάνουμε, όμως, κι εμείς αυτοέλεγχο να δούμε κατά πόσο επιτρέψαμε ή ενθαρρύναμε με προσωπολατρία τον ηγέτη μας να μετατραπεί από μαθητής σε κάποιον που «φούσκωσε» την καρδιά του υπεράνω των αδελφών του.


Το Δευτερονόμιο μ’ αυτό τον νόμο ξεκαθαρίζει ότι τα «λόγια του βασιλιά» έχουν σχεδόν μηδενική αξία μπροστά στα λόγια της Τορά με τα οποία πρέπει να ασχολείται και τα οποία καλείται να υπηρετεί. Και ποιο είναι το εμφανές αποτέλεσμα της πραγματικής μαθητείας στην Τορά; Μια δικτατορική μορφή; Ένας τεχνίτης της χειραγώγησης ανθρώπων; Ένας «χρισμένος» που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει; Αντιθέτως! Το αποτέλεσμα ήταν και είναι ο προσωπικός «ευνουχισμός» της εξουσίας του ηγέτη. Μαθαίνει να φοβάται, όχι να εκφοβίζει, μαθαίνει να πράττει ο ίδιος, όχι να απαιτεί την υπακοή των άλλων, μαθαίνει να μαθαίνει και όχι να δογματίζει, και σε αναλογία με το υπόλοιπο βιβλίο… μάλλον δεν είναι καν το σημαντικότερο πρόσωπο μέσα στον λαό του Θεού.


Βασιλιάς υπήρχε στον λαό του Θεού, ο ίδιος ο Κύριος και σε μας ο ίδιος ο Χριστός, ο Χρισμένος. Γι αυτό τον λόγο κάθε ανθρώπινη ηγεσία σχετικοποιείται και λογοδοτεί ακόμα και στον κατώτερο των αδελφών…

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on November 09, 2013 11:05

October 30, 2013

Αδιάκριτο Έλεος

Image«Καὶ ἄλλους μὲν ἐλεεῖτε, κάμνοντες διάκρισιν» (Βάμβας). Συχνά βλέπω να χρησιμοποιείται το χωρίο 1:22 από την επιστολή του Ιούδα για να προτρέψει την προσεκτική, τη σοφή και φρόνιμη ελεημοσύνη η οποία χαρακτηρίζεται από «διάκριση» προς αυτούς που έχουν ανάγκη αφότου έχουν εξακριβωθεί τα κίνητρα του αιτούντα. Κάποιοι χρησιμοποιούν το συγκεκριμένο χωρίο και σε ένα γενικότερο, εθνικό επίπεδο για να ορίσουν πως θα έπρεπε να είναι και η αντιμετώπιση μεταναστών, για παράδειγμα. Να διακρίνονται πρώτα οι νόμιμοι απ’ τους παράνομους, τα κίνητρα όσων ζητούν στέγη και φαγητό και έπειτα να ακολουθεί η παροχή «ελέους». Αυτή η κατανόηση συνήθως προκύπτει από τη μετάφραση του Βάμβα. Αλλά και στη Νέα μετάφραση της Βιβλικής Εταιρίας, τα πράγματα δεν αλλάζουν και πολύ. Η ιδέα παραμένει η ίδια: «Άλλους να τους ελεείτε με διάκριση.» Το νόημα του κειμένου θεωρείται ξεκάθαρο: μην κάνετε αυθαίρετα ελεημοσύνη, αλλά με διάκριση. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι τόσο απλά. Οι αναγνώστες που γνωρίζουν αγγλικά θα εκπλαγούν από το γεγονός ότι στις πλείστες και σοβαρότερες μεταφράσεις, το νόημα του εδαφίου είναι τελείως διαφορετικό απ’ αυτό που διαφαίνεται στις ελληνικές μεταφράσεις (τις παραθέτω στα ελληνικά):



New American Standard: Και να κάνετε έλεος σε κάποιους που αμφιβάλλουν.
English Standard Version: Και να κάνετε έλεος σε όσους αμφιβάλλουν.
New English Translation: Και να κάνετε έλεος σε όσους αμφιταλαντεύονται.
New International Version: Να είστε ελεήμονες σ’ αυτούς που αμφιβάλλουν.
New Living Translation: Και πρέπει να δείχνετε έλεος σε όσους η πίστη τους αμφιταλαντεύεται.
New Revised Standard Version: Και να κάνετε έλεος σε κάποιους που αμφιταλαντεύονται.

Βλέπουμε ότι όλες οι παραπάνω αγγλικές μεταφράσεις παρουσιάζουν μια τελείως διαφορετική εικόνα του εδαφίου η οποία θα πρέπει τουλάχιστον να μας προβληματίσει και να μας ωθήσει προς περαιτέρω έρευνα. Πώς προέκυψε το νόημα που δίνουν οι αγγλικές μεταφράσεις; Για να μεταφράσουν μ’ αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να έχουν διαβάσει στο χωρίο 1:22 της επιστολής του Ιούδα «ἐλεᾶτε διακρινομένους», όπου οι διακρινομένοι είναι οι παραλήπτες του ελέους, και η έννοια της λέξης είναι «αυτοί που αμφιβάλλουν, αμφιταλαντεύονται». Αυτή η έννοια είναι κοινή στην Καινή Διαθήκη και τη συναντάμε σε χωρία όπως Ματθ 21:21, Ρωμ 4:20, Ιάκ 1:6 και ίσως Πραξ 10:20. Επομένως, οι αγγλικές μεταφράσεις διατηρούν την προστακτική ἐλεᾶτε ή ἐλεεῖτε μαζί με τη μετοχή στην αιτιατική, η οποία προσδιορίζει την ομάδα των ανθρώπων που πρέπει να ελεηθεί. Πού βρήκαν, λοιπόν, οι αγγλικές μεταφράσεις αυτή την φράση στο αρχαίο κείμενο και το μετέφρασαν έτσι; Την φαντάστηκαν; Ποιος έχει τελικά δίκαιο, η μετάφραση του Βάμβα και της Βιβλικής Εταιρίας ή οι αγγλικές που είδαμε;


Πράγματι, οι αγγλικές μεταφράσεις δεν φαντάστηκαν ένα τέτοιο κείμενο αλλά το βρήκαν στα αρχαιότερα χειρόγραφα της επιστολής του Ιούδα (Πάπυρος 72 [3ος-4ος αιώνας], Σιναϊτικός Κώδικας [4ος αιώνας], Κώδικας Βατικανού [4ος αιώνας], Παλίμψηστο Εφραίμ [5ος αιώνας], κ.α.)[1].


Πώς εξηγείται τώρα η μετάφραση του Νεόφυτου Βάμβα και της Βιβλικής Εταιρίας; Ούτε αυτοί φαντάστηκαν το δικό τους κείμενο. Οι δύο αυτές μεταφράσεις, όπως και η μετάφραση King James, είναι βασισμένες σε μεταγενέστερα χειρόγραφα τα οποία ακολουθούνται από το Textus Receptus (το κείμενο του Έρασμου). Το κείμενο που μεταφράζουν έχει ως εξής: «Καὶ οὓς μὲν ἐλεεῖτε διακρινόμενοι». Σ’ αυτή την περίπτωση η μετοχή «διακρινόμενοι» δεν προσδιορίζει τους παραλήπτες του ελέους αλλά καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να ελεήσουν αυτοί που καλούνται να πράξουν έλεος. Η μετοχή χαρακτηρίζει το υποκείμενο της προστακτικής ἐλεεῖτε ή ἐλεᾶτε.


Αυτή που σας περιέγραψα είναι μια υπεραπλουστευμένη εικόνα των χειρογράφων και των διαφορών που υπάρχουν στο συγκεκριμένο χωρίο. Θα χρειαζόμασταν πολλές σελίδες για να μελετήσουμε κάθε λέξη και να αναλύσουμε τους λόγους για τους οποίους φθάρηκε το κείμενο μέσα στους αιώνες. Αυτές οι διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα χειρόγραφα, συνήθως προδίδουν τη δυσκολία κατανόησης του συγκεκριμένου χωρίου από πολλούς αντιγραφείς και μεταφραστές οι οποίοι προσθέτουν λεξούλες, συχνά επεξηγηματικές, για να διευκολύνουν τον αναγνώστη να κατανοήσει καλύτερα τι πιθανότατα εννοούσε ο συγγραφέας, ή μάλλον, τι θεωρούσαν αυτοί πως εννοούσε.


Παρόλο που διαφωνώ με τη μετάφραση του Βάμβα και της Βιβλικής Εταιρίας, δεν είμαι απόλυτα σίγουρη ούτε για την απόδοση των αγγλικών μεταφράσεων. Η λέξη «διακρινόμενοι» είναι πολυσήμαντη και θα πρέπει να ερευνηθεί η έννοιά της ξεκινώντας από το ίδιο το κείμενο του Ιούδα. Σε ένα ακόμα σημείο βλέπουμε την ίδια λέξη στην επιστολή, στο 1:9, όπου ο αρχάγγελος Μιχαήλ λέγεται ότι «διακρινόμενος διελέγετο» με τον διάβολο για το σώμα του Μωυσή. Εδώ η έννοια του «διακρινόμενος» είναι «αυτός που διαφωνεί, φιλονικεί, διαλέγεται» (βλ. Πραξ 11:2). Δεν είναι τελείως απίθανο ο συγγραφέας να χρησιμοποίησε την ίδια λέξη στην επιστολή του εννοώντας δύο διαφορετικές έννοιες, αλλά νομίζω ότι οι πιθανότητες να διατήρησε την ίδια έννοια στο μυαλό του είναι περισσότερες. Αυτό θα σήμαινε ότι αν αναθεωρούσαμε τη μετάφραση του 1:22 θα λέγαμε, «και να κάνετε έλεος σε όσους διαφωνούν/φιλονικούν». Τι θα σήμαινε αυτή η παραίνεση; Γιατί να κάνουν έλεος ακόμα και σ’ αυτούς που διαφωνούν ή φιλονικούν; Η απάντηση βρίσκεται στο προηγούμενο χωρίο (1:21). Επειδή οι ίδιοι προσδοκούν το μελλοντικό έλεος από τον Ιησού Χριστό για την αιώνια ζωή, την αναστημένη ζωή της επερχομένης παρουσίας. Αυτό που οι ίδιοι πρόκειται να λάβουν πρέπει τώρα να το δώσουν, στο παρόν, σε άλλους. Ακόμα, επειδή η αλήθεια είναι ότι μόνο ο Χριστός είναι ικανός να φυλάξει τους δικούς Του άπταιστους (1:24), όχι αυτοί. Αυτοί ας ελεήσουν αν περιμένουν κι οι ίδιοι να ελεηθούν….


Το ευκολότερο για την κοινότητα στην οποία γράφει ο Ιούδας θα ήταν να απορρίψουν αυτούς που διαφέρουν, αλλά αυτό θα τους έβαζε στην ίδια κατηγορία με τους ασεβείς που απορρίπτουν τη δόξα του Θεού. Το παράδειγμα προς μίμηση είναι ο αρχάγγελος Μιχαήλ που παρόλο που «διακρινόταν» με τον ίδιο τον διάβολο δεν τόλμησε να υπερβεί τα όριά του αλλά άφησε τον Θεό να τον επιτιμήσει (1:9). Παρόλα τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετώπιζαν δεν έπρεπε να προστρέξουν στην εύκολη λύση της απόρριψης «μην τυχόν μιανθούν». Η προσοχή ενάντια στη μίανση δίδεται μέσα στην επίπονη διαδικασία της φροντίδας και του ελέους, όχι στην απομόνωση από τους «διαφορετικούς», αλλά ούτε και στην επιπόλαιη ταύτιση μαζί τους («οὓς δὲ ἐλεᾶτε ἐν φόβῳ μισοῦντες καὶ τὸν ἀπὸ τῆς σαρκὸς ἐσπιλωμένον χιτῶνα» [1:23]). Η πρώτη και η τελευταία λέξη του Ιούδα προς τους αδελφούς του είναι «έλεος» (1:2, 23), . . . αδιάκριτο έλεος ακόμα και στους “διακρινόμενους” ανάμεσά μας. . . .





[1] Ο Πάπυρος 72, ο αρχαιότερος μάρτυρας του εδαφίου μας, λέει το εξής: «ους μεν εκ πυρος αρπασατε, διακρινομενους δε ελεειτε εν φοβω». Το ίδιο κείμενο χρησιμοποιεί και ο Κλήμης Αλεξανδρείας. Βλ. Richard J. Bauckham, Jude, 2 Peter (WBC 50; Waco, Texas: Word Book Publisher, 1983), 108-9.



 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on October 30, 2013 13:44

October 18, 2013

Για την Αλέκα…

ImageΠώς ν’ ακουμπήσω τα χέρια στο πληκτρολόγιο, να γράψω τι, μέρα που ναι;


Τα πρώτα χέρια που σ’ ακούμπησαν, στην πιο ζεστή κρυψώνα του κόσμου όλου, το ζεστό σου κρεβατάκι με τα παιχνίδια, με τις δαντέλες και τα παραμύθια. Εκεί η εισβολή του κακού σε βρήκε, σαν το θεριό που μυρίστηκε το αίμα και το ‘ψαξε με λύσσα. Εκεί για πρώτη φορά κατάλαβες ότι η γη είναι κτισμένη πολύ χαμηλά, εκεί που έπεσε, εκεί βάλτωσε κι εκεί οι ρίζες της θέλησαν να πνίξουν «πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον». Για κάποιον ανεξήγητο λόγο αρνείσαι να βγάλεις βράγχια στο σώμα και επιμένεις να σηκώνεις με μανία το κεφάλι απ’ το νερό, ακόμα αναπνέεις από πάνω. Και στο δικό σου πρόσωπο συνεχίζει να κτυπάει ο άνεμος που κανείς δεν βλέπει, πάνω απ’ την επιφάνεια των υδάτων…


Πως μπόρεσαν να σε χωρίσουν σε σώμα και ψυχή, να κατακρεουργήσουν το όλο σου, το είναι σου; Δεν ρώτησαν τι είχες στο μυαλό σου σαν έκαναν τους υπολογισμούς τους, δεν αναρωτήθηκαν ποιος Θεός σ’ έφτιαξε εσένα και γιατί; Σαν βεβηλώσει κανείς το ιερό του κόσμου, θα σταματήσει στα εικονίσματα; Σαν αρνηθεί τη ψυχή πίσω απ’ τη κτίση, θα καταφέρει να δει κάποια ψυχή μέσα σ’ αυτό το μάτσο κόκαλα; Ούτε μνημόσυνο δεν κάνει κανείς πια στο θάνατο του πλησίον.


Κι αυτά τα κόκαλα σαπίζουν σε μια μοναχική κάμαρα μ’ εκατοντάδες επισκέπτες κάθε μέρα. Μόνο το κουδουνάκι της ταμιακής ακούγεται και δεν υπάρχει αγκαλιά. Δεν υπάρχει χάδι αγνό για σένα. Αλλ’ όταν έρχεται αυτός, και στέκεται γαμπρός μπροστά σου στ’ άσπρα, ξεχειλίζει το ναό σου που τόσοι μπαινοβγαίναν και κανείς δεν άναψε φωτιά. Στέκεται μπροστά σου μ’ ένα σώμα σαν το δικό σου σπασμένο, μαστιγωμένο, τρύπιο μ’ όλη τη δόξα τ’ ουρανού κρυμμένη μέσα. Κι εσύ τον βλέπεις μέσα απ’ το καταπέτασμα των δακρύων σου. Να στήνεται ιλαστήριο μέσα στον οίκο ανοχής και να γεμίζει θυμιάματα η νύχτα, μέσα σε τέσσερις τοίχους που πάν να γκρεμιστούν, να σ’ αγκαλιάζω και να κλαίμε… κι ο νταβατζής καπνίζει αμέριμνος μετρώντας κέρματα.


Ελάτε της νύχτας τα στρατεύματα ενάντιά μας. Είστε αστεία, είστε γελοία που νομίσατε ότι οι ασπίδες σας θα φυλακίσουν τον αέρα. Στεκόμαστε, δυο μάρτυρες στην πόλη την αγία, κάθε σοκάκι είν’ εκκλησία, κάθε δρομάκι είν’ η Σιών. Άλλη μια ανάσταση απόψε, σ’ ένα μπουρδέλο της Ιάσωνος, γιατί ήρθε επισκέπτης, να λάβει τα «σὰ ἐκ τῶν σῶν».



 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on October 18, 2013 13:24

August 10, 2013

Το “εκνευριστικό” Σάββατο…

ImageΤο Σάββατο εδώ στο Ισραήλ είναι η πιο πολυπόθητη μέρα της βδομάδας και ταυτόχρονα η πιο εκνευριστική για πολλούς. Κάποιοι λαχταρούν πότε θα έρθει και άλλοι περιμένουν μ’ ανυπομονησία να φύγει. Γιατί;


Αυτό το μήνα μένω στο Ισραήλ, στη Χάιφα συγκεκριμένα, και η αίσθηση του Σαββάτου είναι πραγματικά πιο έντονη από οποιαδήποτε Κυριακάτικη αργία έχω βιώσει. Ένα είναι σίγουρο, όλοι θα το νιώσουν αυτό το Σάββατο όταν φτάσει. Η παρουσία του είναι πέρα για πέρα αισθητή. Τα καταστήματα κλείνουν από νωρίς την Παρασκευή και τα λεωφορεία σταματάνε γύρω στις 4 το απόγευμα. Το Πανεπιστήμιο κλείνει τις αίθουσές του το μεσημέρι της Παρακευής και ακόμα κι ο επιστάτης κλειδώνει την εσωτερική είσοδο. Για να πάω στο δωμάτιό μου χρειάστηκε να βγώ τελείως εκτός Πανεπιστημίου και να ξαναμπώ από την εξωτερική είσοδο. Η βιβλιοθήκη κλείνει τις πόρτες της στις 12:30 το μεσημέρι της Παρασκευής. Οι καθαριστές κι οι καθαρίστριες ξεκίνησαν ήδη απ’ το πρωί να σκουπίζουν και να σφουγγαρίζουν. Το μεσημέρι βγήκα να πάω στην καντίνα του Πανεπιστημίου για να φάω κάτι και είχαν ήδη τραβήξει κάτω τα στόρια τους απ’ τις 12. Πεινούσα. Βρήκα μόνο ένα καφενείο που έκλεινε στις 14:00 και πρόλαβα να φάω κάτι. Μόνο 2-3 άτομα είχαν μείνει τριγύρω. Όσοι πρόλαβαν να φύγουν με τα τελευταία λεωφορεία ήδη το καναν. Όσοι έμειναν είναι περιορισμένοι στο χώρο της κατοικίας τους. Λες και κάτι πρόκειται να συμβεί, λες και κάποιος έρχεται και όλοι πρέπει να κρυφτούν. Απαγορεύονται οι άσκοπες μετακινήσεις, σαν κάτι να προετοιμάζεται….


Μια μαθήτρια μου λέει, «επιτέλους έφτασε το Σιαμπάτ! Το έχω τόση ανάγκη.» Εγώ όμως ήθελα να κάνω κάτι ψώνια, να τελειώσω κάποιες δουλίτσες στην πόλη, να εξερευνήσω την Ιερουσαλήμ. «Τι να δεις όμως στην Ιερουσαλήμ το Σάββατο;» μου λένε. «Μεταμορφώνεται σε πόλη φάντασμα! Τα πάντα παραλύουν.» Γιατί;


Το Σιαμπάτ είναι μια διακήρυξη που δεν μπορεί να γίνει ούτε μέσω τηλεοράσεως ούτε μέσω ραδιοφώνου. Γίνεται μόνο με την απόλυτη παύση των πάντων, με την αναπαράσταση μιας κοσμοθεωρίας. Είναι μια παύση-γροθιά στην ιδέα ότι μπορείς να σχεδιάζεις και να κινείσαι, να δουλεύεις, να καταναλώνεις, να αρμέγεις τους πόρους της γης χωρίς σταματημό. Είναι διακήρυξη αλλά και παιδεία από την παιδική ηλικία ότι είσαι άνθρωπος και πρέπει να αποδεχτείς ότι είσαι χώμα. Πρέπει να νιώσεις τα πάντα να αντιστέκονται στις επιδιώξεις σου, τον γύρω κόσμο σου να υψώνει έναν τοίχο στο δρόμο σου και να σου υπενθυμίζει «ΣΤΟΠ! Δεν έχεις εσύ τον απόλυτο έλεγχο στη ζωή σου αλλά ούτε και στη ζωή των άλλων.» Το Σιαμπάτ δεν διακρίνει μεταξύ πλούσιου και φτωχού. Επιβάλλει τον εαυτό του σε όλους. Κανείς δεν εξαιρείται γιατί δεν είναι ανθρώπινη στρατιωτική προσταγή ούτε δικτατορική απαίτηση. Μιλάει η Τορά, ο Θεός του Σινά και κτυπάει τις φιλοδοξίες κάθε «μεγάλου». Μαθητεύει τον άνθρωπο ότι ακόμα και στον χρόνο υπάρχει απαγορευμένος καρπός, δεν του ανήκει ολοκληρωτικά και δεν μπορεί να καταναλωθεί απόλυτα. Μπορείς να αποδεχτείς ότι η ζωή σου δεν εξαρτάται από τη μεγιστοποίηση της χρήσης χρόνου αλλά από κάτι ανώτερο; Μπορεί το στίγμα του Σαββάτου να ορίσει ολόκληρη τη βδομάδα σου, τον τρόπο που βλέπεις τη ζωή σου;


Στα παιδιά που δεν έχουν συναίσθηση των ορίων τους αλλά ούτε του τι είναι καλό για την υγεία και την ευημερία τους, η προσταγή «Είναι ώρα για ύπνο!» φαντάζει καταπιεστική. Η εκπαίδευση ότι είμαστε άνθρωποι γίνεται από πολύ νωρίς. Κανείς δεν γεννιέται με την κατανόηση και την αποδοχή των ορίων του. Πρέπει σιγά σιγά να τ’ αγκαλιάσει, γιατί αυτό είναι άνθρωπος και όχι Θεός.


Το Σάββατο παραπέμπει στο ποιος είναι άνθρωπος και ποιος Θεός. Παραπέμπει στο ευαγγέλιο και σ’ Αυτόν που τόλμησε να πει «Ελάτε σε μένα κι εγώ θα σας αναπαύσω». Η ζωή δεν έρχεται από το δικό σου ακατάπαυστο μόχθο. Η ζωή σε συναντάει τη στιγμή που δεν την κατασκευάζεις. Βρίσκεται μέσα στην άγια σφαίρα Αυτού και της δημιουργίας Του. Καθώς οι μηχανές των εργοστασίων σβήνουν και όλοι αναγνωρίζουν ότι αυτές υπηρετούν τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος αυτές. Το Σάββατο οδηγεί στο ευαγγέλιο, όχι για να το καταργήσει, αλλά για να το εκπληρώσει, να το ξαναμπολιάσει με το αυθεντικό του μήνυμα που στην πορεία εύκολα χάνεται ακόμα κι απ’ αυτούς που το τηρούν. Ο Κύριος του Σαββάτου μας εκπαίδευσε πως το Σάββατο δεν είναι καθόλου παθητικό, εγωιστικό και ατομικιστικό. Έγινε ο Ίδιος «Σάββατο» αναπαύοντας τον άνθρωπο την ημέρα του Σαββάτου και ως μιμητές Του η εκκλησία εκπληρώνει το Σάββατο τηρώντας το, ποθώντας το για όλο τον κόσμο και παίρνοντας η ίδια ενεργά το ρόλο του.


Παρόλες τις συζητήσεις περί Κυριακής αργίας και της κατάργησής της ένα είναι σίγουρο. Το Σιαμπάτ όπως το βιώνω εδώ στο Ισραήλ σίγουρα δεν τηρείται άψογα ούτε αφουγκράζονται όλοι όσοι το πράττουν τη διδαχή του, αλλά το μήνυμά του περνάει πιο έντονα από κάθε άλλο τόπο. Μπορεί να έχει γίνει συνήθεια, αλλά εγώ, ερχόμενη απέξω, σκόνταψα αμέσως πάνω σ΄αυτό τον τοίχο του περιορισμού μου. Τα σχέδια μου ακυρώθηκαν και συνειδητοποίησα ότι δεν έχω απόλυτο έλεγχο ούτε μιας μέρας της ζωής μου. Κάθομαι στο δωμάτιο μου, λοιπόν, και σας γράφω….


[Για όσους ενδιαφέρονται: Μια εκτεταμένη ανάλυση του Σαββάτου στην Παλαιά Διαθήκη θα εκδοθεί στο περιοδικό Αστήρ της Ανατολής τον Σεπτέμβριο]



 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on August 10, 2013 05:50

July 3, 2013

Θεός Ένας!

ImageΈνα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της χριστιανικής πίστης είναι η Τριάδα. Είναι, επίσης, και το πρώτο αντικείμενο ασυνεννοησίας και διχασμού μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων. Στ’ αυτιά του Μουσουλμάνου φαίνεται να λέμε ότι πιστεύουμε σε τρεις θεούς, κάτι που είναι όχι μόνο ακαταλαβίστικο γι αυτόν αλλά και βλάσφημο. Ο Θεός είναι Ένας! Αυτό άλλωστε διακηρύττει και η ίδια η Παλαιά Διαθήκη που οι Χριστιανοί αποδέχονται ως θεόπνευστη. Στο Δευτερονόμιο 6:4, ο Μωυσής λέει ξεκάθαρα «ἄκουε Ισραηλ κύριος ὁ θεὸς ἡμῶν κύριος εἷς ἐστιν». Τόσο σημαντικό ήταν αυτό το «πιστεύω» για τους Ιουδαίους που κάθε πρωί έπρεπε να το απαγγέλλουν. Είναι το λεγόμενο Σιεμά, που παίρνει την ονομασία του από την πρώτη εβραϊκή λέξη, την προστακτική «Άκου».


Όταν έλεγε ο Μωυσής αυτά τα λόγια στον Ισραήλ, δεν εξηγούσε κάτι για τη φύση του Θεού, για την αδιαίρετη υπόστασή Του. Με άλλα λόγια, οι Ισραηλίτες στις κοιλάδες του Μωάβ δεν αναρωτιόνταν «πόσοι τελικά είναι ο Κύριος; Πόσα πρόσωπα Τον απαρτίζουν;» Αυτό που ήθελε ο Μωυσής να καταλάβουν οι Ισραηλίτες ήταν η μοναδικότητα και η αποκλειστικότητα του Κυρίου. Βγαίνοντας από τον πολυθεϊστικό κόσμο της Αιγύπτου και εισερχόμενοι στον πολυθεϊστικό κόσμο της Χαναάν, ο Μωυσής θέλει να αποτυπώσει στον κάθε Ισραηλίτη ότι Ένας είναι ο Κύριος που θα ακολουθείτε, Ένας είναι ο Θεός και δεν υπάρχει άλλος. Στο Δευτερονόμιο 4:35 τους λέει κάτι παρόμοιο: «ὥστε εἰδῆσαί σε ὅτι κύριος ὁ θεός σου οὗτος θεός ἐστιν καὶ οὐκ ἔστιν ἔτι πλὴν αὐτου.» Από τη στιγμή, λοιπόν, που Ένας είναι ο Κύριος, συνεπάγεται ότι όλη η αγάπη και η λατρεία και η προσκύνηση του Ισραηλίτη πρέπει να απευθύνονται σ’ Αυτόν (Δευτ 6:5) και όχι σε είδωλα.


Υπάρχει, όμως, και μια άλλη έννοια της λέξης «ένα/ένας». Εκτός από την έννοια της μοναδικότητας (π.χ. «Ένας είναι ο Κύριος») υπάρχει και η έννοια της ενότητας. Όταν ένα ζευγάρι λέει «είμαστε ένα» δεν εννοούν ότι είναι το μοναδικό ζευγάρι στον κόσμο. Χρησιμοποιούν τη λέξη «ένα» με τη δεύτερη έννοια, αυτήν της ενότητας. Είναι, δηλαδή, ενωμένοι, αδιαίρετοι.


Σε μια πρόσφατη διάλεξη στη Σιγκαπούρη, ο καθηγητής Richard Bauckham εξέτασε την ενότητα του Υιού με τον Πατέρα στο Κατά Ιωάννη ευαγγέλιο. Η λέξη «ένα» είναι πολύ σημαντική για τον Ιωάννη και χρησιμοποιείται με διάφορους τρόπους. Σε διάφορα σημεία, ο Ιησούς λέει ότι είναι «ένα» με τον Πατέρα, όπως π.χ. στο 10:30, και φυσικά κατανοούμε ότι εδώ χρησιμοποιεί τη λέξη «ένα» με τη δεύτερη έννοια, αυτήν της ενότητας. Στο άκουσμα «ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν» οι Ιουδαίοι σπεύδουν να Τον λιθοβολήσουν (10:31) γιατί ισχυρίστηκε ότι είναι Θεός (10:33). Με άλλα λόγια, κατάλαβαν ότι ο Ιησούς δεν εννοούσε απλά ότι είναι σε ενότητα με τον Θεό, ότι έχει σχέση μαζί Του, ότι βρίσκεται σε διαθήκη μαζί Του ή κάτι παρόμοιο. Αυτό που κατάλαβαν ήταν ότι εννοούσε κάτι βλάσφημο για τ’ αυτιά τους. Παραβίασε τα όρια της μοναδικότητας του Θεού.


Σ’ αυτό το σημείο ο Bauckham βλέπει την προέκταση του Σιεμά από τον ίδιο τον Ιησού. Ο Πατέρας δεν είναι κανένας άλλος από τον Θεό του Σιεμά, ο ένας Πατέρας, ο ένας Θεός. Στο 8:41 λένε οι Ιουδαίοι στον Ιησού: «ἕνα πατέρα ἔχομεν τὸν θεόν». Στη δήλωση, λοιπόν, που έπρεπε να λέει «ο Πατέρας είναι ένας», ο Ιησούς προσθέτει τον εαυτό Του, το «εγώ» Του: «ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν» και παραπέμπει τον ακροατή σε ένα αναθεωρημένο Σιεμά!


Τι σημαίνει αυτή η κίνηση του Ιησού; Καταργεί την έννοια που ο Μωυσής είχε ως πρόθεση στο Δευτερονόμιο 6:4; Καθόλου. Η έννοια του «ένα» ως μοναδικότητα παραμένει. Ο Κύριος παραμένει ο ένας και μοναδικός Θεός. Δεν υπάρχει υποστήριξη για το αντίθετο στο ευαγγέλιο. Ο Ιησούς διατηρεί το πιστεύω ότι ο Θεός του Ισραήλ είναι ο μοναδικός Θεός, ο «εν αρχή» Θεός. Η προσθήκη, λοιπόν, του ονόματος του Ιησού στο Σιεμά, δεν προσθέτει άλλη μια θεότητα πλάι στον Κύριο του Ισραήλ, αλλά εξαντλεί τις ερμηνευτικές δυνατότητες των λόγων του Μωυσή, του «ένα». «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα» σημαίνει ότι μόνο Εμείς είμαστε ο Θεός αλλά ταυτόχρονα σημαίνει ότι αυτός ο Θεός αποτελείται από την ενότητα της σχέσης Υιού και Πατέρα. Η λέξη «ένα» ασκεί διπλό ρόλο στην ίδια πρόταση. Ο Μωυσής με τη χρήση του «ένα» στο Σιεμά, μιλούσε για τη μοναδικότητα του Θεού, κάτι που δεν έρχεται σε αντίφαση με την εσωτερική διαφοροποίηση εντός της θεότητας. Μια κοντινή αλλά όχι απόλυτη αναλογία που θα τολμούσα, θα ήταν αν έλεγα «το λευκό χρώμα είναι μοναδικό, δεν υπάρχει άλλο χρώμα σαν το λευκό. Ένα είναι το λευκό». Ταυτόχρονα, όμως, γνωρίζω ότι το λευκό αποτελείται από τη σύνθεση όλων των χρωμάτων. Η εσωτερική διαφοροποίηση στη σύστασή του λευκού δεν απειλεί την αναγνώριση της μοναδικότητας του χρώματος. Δεν υφίσταται αντίφαση.


Ο Ιησούς ερμηνεύει το Σιεμά με τρόπο που κανείς άλλος δεν είχε ερμηνεύσει μέχρι τότε. Μας εξηγεί το Σιεμά στην πληρότητά του. Μας πήγε στα βάθη της φύσης αυτού του «ένα», μας οδήγησε στον «κόλπο του Πατρός» (1:18), στην καρδιά αυτής της θεότητας όπου οι δύο είναι ένα. Όχι δύο ανεξάρτητα πρόσωπα που ενώθηκαν. Η ενότητά Τους είναι η ίδια Τους η ύπαρξη, η αιώνια ύπαρξη.


Αυτό το αιώνιο «ένα» του Πατέρα και του Υιού (και από άλλα σημεία της Καινής Διαθήκης βλέπουμε ότι και ο Παράκλητος συμπεριλαμβάνεται στο «ένα») πορεύεται σ’ ένα ταξίδι με προορισμό τον κόσμο (1:9) και σ’ αυτό το ταξίδι προσκαλούνται οι ακόλουθοί Του. Αυτοί που βλέπουν τα ενδόμυχα του αιώνιου «ένα», την αγάπη του Πατέρα και του Υιού, μπορούν να δουν και το ταξίδι Του και τον προορισμό Του. Σαν ανεμοστρόβιλος αγάπης έρχεται ν’ αρπάξει και την εκκλησία μέσα στην ίδια ενότητα που απολαμβάνει Πατέρας και Υιός για να πορευθούν μαζί προς τον κόσμο. Αυτή είναι η προσευχή και η επιθυμία του Ιησού στο 17:20-23:


«Δεν προσεύχομαι μόνο γι’ αυτούς αλλά και για κείνους που με το κήρυγμα αυτών θα πιστεύουν σ’ εμένα, 21 ώστε να είναι όλοι ένα, όπως εσύ, Πατέρα, είσαι ενωμένος μ’ εμένα κι εγώ μ’ εσένα. Να είναι κι αυτοί ενωμένοι μ’ εμάς, κι έτσι ο κόσμος να πιστέψει ότι μ’ έστειλες εσύ. 22 Εγώ τη δόξα που μου έδωσες την έδωσα σ’ αυτούς, για να είναι ένα μεταξύ τους, όπως εμείς είμαστε ένα: 23 Εγώ ενωμένος μαζί τους κι εσύ ενωμένος μαζί μου, ώστε ν’ αποτελούν μια τέλεια ενότητα, κι έτσι ο κόσμος να καταλαβαίνει ότι μ’ έστειλες εσύ κι ότι αγάπησες κι αυτούς όπως αγάπησες εμένα.»


Οι συνέπειες της θείας ενότητας για την εκκλησία είναι τρομακτικές. Η αιώνια σχέση αγάπης και ενότητας διαφορετικών ή διαφοροποιημένων προσώπων σε «ένα» Θεό είναι αυτό που ήταν, είναι και θα είναι αιώνια. Δεν υπάρχει άλλο σχέδιο, άλλος προορισμός, άλλη εσχατολογία. Οποιεσδήποτε κι αν είναι οι προσδοκίες της εκκλησίας, η προσμονή της δευτέρας παρουσίας, ο ουρανός, η εξάλειψη του πόνου και της θλίψης, η κορύφωση βρίσκεται εδώ: στη συμμετοχή όλων των πιστών, διαφορετικών πιστών στην αιώνια τριαδική ζωή της ενότητας. Εάν αυτή η αγάπη που απορρέει από την αγάπη της ενότητας Πατέρα και Υιού είναι μέσα μας θα το καταλάβουμε γιατί η αποκλειστικότητα του «ένα» θα ανοίγει για να συμπεριλάβει κι άλλους όπως η τριαδική αποκλειστική ενότητα άνοιξε διάπλατα με τον Χριστό που ήρθε να εισάγει πρόσωπα εκτός της θεότητας μέσα στην ίδια αγάπη που ο Ίδιος απολάμβανε: «ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ σὺ ἐν ἐμοί» (17:23). Το κλείσιμο στον εαυτό μας και στην ομάδα μας, όση αγάπη κι αν περιλαμβάνει αυτή η ομάδα στο εσωτερικό της, είναι μια πορεία προς την αντίθετη κατεύθυνση από την κίνηση του Πατέρα και του Υιού προς τον κόσμο.



 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on July 03, 2013 02:29

July 1, 2013

Ελάτε σε μένα . . .

HinduΈχω καιρό να γράψω τις σκέψεις μου. Ένας λόγος είναι ότι εδώ κι ένα μήνα βρίσκομαι στη Σιγκαπούρη. Είναι ένα μέρος της νοτιοανατολικής Ασίας που θα μπορούσε κανείς να ονομάσει «σταυροδρόμι» των θρησκειών. Μια απ’ αυτές τις θρησκείες είναι ο Ινδουισμός και η γνωριμία μου μ’ αυτόν και με αντιπροσώπους του μ’ έκανε να σκεφτώ περισσότερο για τη δική μου πίστη.


Πριν λίγες μέρες βρέθηκα στο ινδικό μέρος της χώρας. Στενά δρομάκια πλημμυρισμένα με ένα σωρό χρώματα. Διαφορετικά χρώματα σε κάθε τοίχο, χρώματα από τα φρούτα των πωλητών, τα μπαχαρικά, τα υφάσματα και τα στολίδια, τα κολιέ από λουλούδια που κρέμονται στις πόρτες, τα εικονίσματα. Συνοδεία και οι μυρωδιές από τ’ αναμμένα ξυλάκια των θυμιαμάτων που καπνίζουν σε κάθε πόρτα, τα φαγητά, τα ψάρια και το κάρυ, τα σκουπίδια στοιβαγμένα δίπλα στις κουζίνες, η σαπίλα απ’ τους κάδους και τις λάσπες να γίνεται ένα με τα αρώματα των λουλουδιών. Άνθρωποι καθισμένοι πάνω στα σκουπίδια….


Λίγο πιο πέρα, ένας απ’ τους πολλούς ινδουιστικούς ναούς με την πρόσοψη πνιγμένη στα αγάλματα των θεών. Η όψη τους δεν διαφέρει και πολύ απ’ τους προσκυνητές τους. Το πολύ πολύ να έχουν κάτι περισσότερο απ’ τον άνθρωπο—πιο πολλά χέρια, πιο πολλά μάτια, στοιχεία που συμβολίζουν τον υπερθετικό βαθμό των ικανοτήτων τους.


Μέσα στη φτώχεια και την ταλαιπωρία του ο άνθρωπος μπορεί να κάνει μια στροφή αριστερά και να βρεθεί στο ναό. Ο ναός είναι στο δρόμο του, στη γειτονιά του, κτισμένος μέσα στην ίδια λάσπη που περπατάει κι αυτός. Πλησιάζει, αφαιρεί τα παπούτσια του και μπαίνει στο χώρο. Δεν υπάρχουν χαλιά και γυαλισμένα μάρμαρα. Το πάτωμα είναι βρώμικο αλλά δεν τον σταματά απ’ το να πέσει χάμω, να ξαπλώσει μ’ όλο το σώμα και το κεφάλι του στο έδαφος μπροστά στη θεότητά του. Οι γυναίκες σηκώνουν λίγο το φουστάνι τους και κάθονται στο πάτωμα, βγάζουν το προσευχητάριό τους και ξεκινούν να διαβάζουν τις προσευχές τους. Οι ιερείς έχουν ήδη ξυπνήσει από πολύ νωρίς τις θεότητες και είναι έτοιμες να φάνε. Οι προσκυνητές φέρνουν φαγητό και νερό στους θεούς. Κάποιοι κουβαλούν ολόκληρα καζάνια με ρύζι και τα δίνουν στους ιερείς. Πιο κοντά δεν επιτρέπεται να πάνε. Η θεότητα τρώει και αφού ευλογήσει το φαγητό, μπορεί τότε και ο προσκυνητής να φάει λίγο απ’ αυτό. Αν η θεότητα δεχθεί την προσφορά του, ο ιερέας βγαίνει απ’ την παρουσία της θεότητας, το δωματιάκι του θρόνου της, με μια κούπα σκόνης που μοιάζει με πούδρα και σχηματίζει με το δάχτυλό του κάποιο σύμβολο στο μέτωπο του προσκυνητή. Η συνδιαλλαγή ολοκληρώθηκε. Ο προσκυνητής φεύγει απ’ το ναό και συνεχίζει τη μέρα του μέχρι το επόμενο πρωί που θα επαναλάβει το ίδιο.


Η πλειοψηφία των ανθρώπων μέσα στους αιώνες είχε πάντοτε την αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά με την ανθρωπότητα. Έχει την αίσθηση ότι τα πράγματα δεν είναι όπως θα πρεπε να είναι, ότι οι θεοί είναι δυσαρεστημένοι με κάτι και ότι πρέπει εγώ κάπως να ενεργήσω για να φέρω ισορροπία στο σύμπαν. Ταυτόχρονα, όμως είμαι ανίκανος να το κάνω. Είμαι πεπερασμένο ον αλλά παρόλα αυτά υπάρχει ανάγκη να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα μεταξύ θεού και ανθρώπου, πρέπει να υπάρξουμε κι οι δύο σ’ αυτό το σύμπαν και πρέπει να ευημερήσουμε. Πρέπει να δώσω στον θεό αυτό που χρειάζεται για να δώσει κι αυτός σε μένα αυτό που χρειάζομαι. Έτσι το πελατειακό σύστημα της λατρείας μου δουλεύει. Ένα πελατειακό σύστημα εξαγοράς θείας ευμένειας.


Οι απαιτήσεις είναι τεράστιες και η αίσθηση της αδυναμίας του ανθρώπου εξίσου τεράστια. Μια σωστή θεολογία δεν μπορεί να παραβλέψει καμία απ’ αυτές τις αλήθειες. Πρέπει να πάρει στα σοβαρά τα ένστικτα του απλού ανθρώπου. Η ένταση βρίσκεται μεταξύ των δύο αληθειών: είμαι πεπερασμένος αλλά ταυτόχρονα αρνούμαι να συμφιλιωθώ μ’ αυτό.


Όσο κι αν προσπαθούν τα ιδεολογικά και πολιτικά συστήματα να προτείνουν λύσεις συχνά αγνοούν μια σημαντική παράμετρο: τη φύση μας. Ποτέ δεν πρόκειται να συμβαδίσει η ιδέα μας για τον άνθρωπο με την πραγματικότητα του ανθρώπου. Πάντοτε θα θέλω να κάνω δίαιτα και δεν θα τα καταφέρνω, πάντοτε θα θέλω να γυμνάζομαι περισσότερο και δεν θα έχω δύναμη, πάντοτε θα θέλω να είμαι πιστός στη γυναίκα μου αλλά θα επιθυμώ άλλες, πάντα θα θέλω να είμαι καλύτερος γονέας στο παιδί μου αλλά η κούραση μου, οι αδυναμίες μου, τα δικά μου ψυχολογικά βάρη που κουβαλώ από παιδί δεν θα μ’ αφήνουν, πάντα θα κρίνω την εκκλησία μου αλλά ποτέ δεν θα είμαι ικανός να πραγματώσω αυτά που απαιτώ απ’ αυτήν.


Είμαστε χώμα, αλλά ακόμα κι αν δεχτούμε την αλήθεια ότι είμαστε χώμα ποτέ δεν συμφιλιωνόμαστε μ’ αυτήν. Οι απαιτήσεις και τα ιδανικά του ανθρώπου ξεπερνούν αυτό που ιστορικά καταφέρνει να παραδώσει. Όπου γίνεται πόλεμος, απεργία, εξέγερση, κριτική, επανάσταση, ψυχολογική κατάθλιψη λειτουργεί αυτός ο παράγοντας: τα ιδανικά μου υπερβαίνουν τις ικανότητές μου.


Αυτό το παγκόσμιο φαινόμενο είναι η πραγματικότητα, μια πραγματικότητα την οποία ο Ιησούς πήρε εξαιρετικά σοβαρά. Επιβεβαίωσε το βίωμα και το ένστικτο του ανθρώπου. Όταν είπε «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ 11:28), αναγνώριζε αυτόν τον αιώνιο μόχθο ενάντια στον ίδιο μας τον εαυτό. Βασικό γνώρισμα των Ιουδαίων της εποχής ήταν η αίσθηση ότι βρίσκονταν ακόμα στην εξορία. Επικρατούσε η αίσθηση ότι οι υποσχέσεις του Θεού δεν εκπληρώνονταν γιατί δεν είχαν τηρήσει την Τορά στην εντέλεια και ο ερχομός του Μεσσία, πίστευαν κάποιοι, καθυστερούσε λόγω της ανυπακοής τους.


Σ’ αυτό το πλαίσιο έρχεται η πρόσκληση «Δεῦτε πρός με . . . .» Δεν εννοούσε «συνεχίστε αυτόν τον ατελείωτο αγώνα, μόνο τώρα φέρτε σε μένα ότι έχετε και δεν έχετε, ταΐστε εμένα, ποτίστε εμένα, εξευμενίστε εμένα για να . . . .» Πως ακριβώς θα έφερνε ανάπαυση αυτό στις ψυχές τους; Αυτό ήδη το έκαναν. Ο Ιησούς εννοούσε αυτό που κατάλαβε ο Βαπτιστής μόλις τον αντίκρυσε: «ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ιωάν 1:29). Εννοούσε ότι «ήρθε η ώρα αυτό το αιώνιο βάρος όλων των λαών, όλων των θρησκειών να το πάρω εγώ στα δικά μου χέρια. Εγώ θα φέρω τη θυσία, Εγώ θα δώσω την προσφορά, Εγώ θα ιερατεύσω, Εγώ θα ενώσω τον ουρανό και τη γη, Εγώ θα εξευμενίσω, Εγώ θα προσφέρω ιλασμό». Ήρθε η ώρα όπου η απόλυτη θυσία, που απ’ τις απαρχές της ιστορίας ο άνθρωπος προσπαθεί ακατάπαυστα να προσφέρει, ετοιμάζεται από τον ίδιο τον Θεό, παρέχεται απ’ Αυτόν. Στην Προς Εβραίους επιστολή 2:17 ο συγγραφέας το περιγράφει ως εξής: «ὅθεν ὤφειλεν κατὰ πάντα τοῖς ἀδελφοῖς ὁμοιωθῆναι, ἵνα ἐλεήμων γένηται καὶ πιστὸς ἀρχιερεὺς τὰ πρὸς τὸν θεὸν εἰς τὸ ἱλάσκεσθαι τὰς ἁμαρτίας τοῦ λαοῦ».


Ο Χριστός παρέχει ολοκληρωτικά το υλικό το οποίο θα ικανοποιήσει πλήρως τον Θεό, το έργο της εξιλέωσης είναι ολοκληρωτικά δικό Του και η θυσία «καταρτίστηκε» απ’ τον ίδιο τον Θεό: «Διὸ εἰσερχόμενος εἰς τὸν κόσμον λέγει: θυσίαν καὶ προσφορὰν οὐκ ἠθέλησας, σῶμα δὲ κατηρτίσω μοι» (Εβρ 10:5). Ο Θεός, μέσω του Χριστού, παρέχει ο Ίδιος αυτό που απαιτεί. Δεν επιβαρύνει τον άνθρωπο, τον αναπαύει, του αφαιρεί το ζυγό. Η συναλλαγή μεταξύ Θεού και ανθρώπου λαμβάνει χώρα αποκλειστικά μέσα στη θεότητα, αλλά ταυτόχρονα είναι η πολυπόθητη θυσία του ανθρώπου προς τον Θεό. Ο Χριστός ως ανθρωπότητα εξευμενίζει τον Θεό, ο Χριστός ως ανθρωπότητα πραγματώνει τα ιδανικά της πεπερασμένης φύσης, ο Χριστός ως ανθρωπότητα κλείνει το αιώνιο χάσμα Θεού κι ανθρώπου, ο Χριστός ως ανθρωπότητα ικανοποίησε πλήρως τον Θεό Πατέρα, ο Χριστός ως ανθρωπότητα αναπαύτηκε από τον μόχθο της.


Κοιτάζοντας την ταλαιπωρία αυτών των ανθρώπων, την αγωνία να κρατήσουν τους θεούς τους ικανοποιημένους, τις απαιτήσεις των ιερέων τους για το τι θα φέρουν στο ναό για να καταφέρουν να λάβουν τον καρπό του εξευμενισμού της θεότητάς τους, αναρωτιέμαι αν βρισκόμαστε ακόμα στο ίδιο σύστημα, αν αλλάξαμε απλά το όνομα της θεότητάς μας σε «Ιησούς Χριστός» και συνεχίζουμε κανονικά τις διαδικασίες εξευμενισμού, θεωρώντας ότι ο Θεός είναι οργισμένος μαζί μας και πρέπει να κάνουμε κάτι για να τον εξευμενίσουμε. Αναρωτιέμαι αν συμμετέχουμε καθημερινά στην εξιλαστήρια θυσία του αρχιερέα Ιησού Χριστού ή αν έχουμε επαναφέρει το ζυγό των δικών μας μικρο-εξιλασμών, ένα ζυγό που ακυρώνει τη μια εφάπαξ θυσία, αφαιρεί την ανάπαυση και μας στρέφει πίσω στον «κόπο και στον μόχθο» των θρησκειών αυτού του κόσμου. Αναρωτιέμαι αν θα βρει κάποια διαφορά ο Ινδουιστής στο δικό μας σύστημα αν μας παρατηρήσει . . .



 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on July 01, 2013 08:38

May 3, 2013

Στον μεγάλο μου αδελφό…

ImageΑναρωτιέμαι πως ένιωσες όταν ο Ίδιος ο Πατέρας σου σε παρέδιδε σ’ αυτούς, έναν αθώο αμνό. Πως μπόρεσες να ευθυγραμμίσεις την καρδιά σου με τη δική Του; Πως τα κατάφερες να περπατήσεις στο σκοτάδι προς το άγνωστο;


Αναρωτιέμαι πως ήταν να είσαι περικυκλωμένος από πλήθη ανθρώπων ή ακόμα από το στενότερο κύκλο των δώδεκα, αλλά ταυτόχρονα να είσαι τόσο μόνος, ανίκανος να μοιραστείς μαζί τους το βάρος που κουβαλούσες και σου πίεζε αφόρητα τις πλάτες.


Αναρωτιέμαι πως ένιωσες όταν ποθούσες να αγκαλιάσεις την «ανθρωπινότητά» σου, να την απολαύσεις, να τη γιορτάσεις, αλλά μια άλλη δύναμη από χώρα ξένη σε διεκδικούσε διαρκώς.


Πως ήταν εκείνη η μέρα, η μέρα που εσύ ο ίδιος δημιούργησες, όταν δεν ήθελες να ξυπνήσεις και να τη δεις κατάματα; Έτρεμες από φόβο, αποτραβιόσουν να μην πατήσεις το πόδι σου στη γη, να μην πάρεις εκείνο το πρώτο βήμα στο ξημέρωμα, ξέροντας πως κάθε βήμα που κάνεις θα σ’ έφερνε όλο και κοντύτερα στον θάνατο;


Πως μπόρεσες να μην αφήσεις μια πικρή σκέψη, μια αμφιβολία να μπει ανάμεσα σε σένα και τον Πατέρα όταν σε κάλεσε να εισέλθεις στα παθήματά σου; Πως θριάμβευσε έτσι η αγάπη σου γι Αυτόν πάνω σε κάθε αμφισβήτηση και φόβο; Πως ήταν να μη μένει κανείς ξύπνιος μαζί σου όταν πάλευες με ολάκερη την κόλαση; Ποια σκέψη πέρασε απ’ τον νου σου όταν οι ουρανοί παρέμεναν σιωπηλοί; Αναρωτιέμαι…


Αναρωτιέμαι πως διάβαζες τις Γραφές. Πως σε προετοίμασαν για τα πάθη σου; Πως άκουγες άραγε τις κραυγές του ψαλμωδού, τον θρηνωδό, τον προφήτη; Πόσο ανοιχτή ήταν η καρδιά σου να ταυτιστείς απόλυτα μαζί τους; Να πάρεις τη θέση τους; Τι είδους ιστορία διάλεξες για να μπεις, σε ποια πλοκή έπρεπε όλα εκείνα τα μαστιγώματα να γίνουν; Δείξε μου…


Βοήθησέ με να διαβάσω κι εγώ τον εαυτό μου μέσα εκεί… ωσάν για μένα να μιλάνε οι Γραφές… την εξορία μου, την έρημό μου. Να βρω κι εγώ τη βιογραφία μου εκεί, μεγάλε αδελφέ μου. Στην αφήγηση που πρέπει να συμβεί…



 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on May 03, 2013 04:39

April 27, 2013

Χαρταετοί

ImageΜε νευριάζουν γιατί τα ξέρω τα παιχνίδια τους


Αυτό το αίσθημα της αιώνιας νιότης


Καβάλα στον άνεμο να δαμάσουν τη ζωή


Στο ροντέο του ξενυχτιού, της γόβας και του techno


 


Ένας καθρέφτης η ηρωίνη μου·


Γιατί με κοίταξε και μήπως είδε; Όπως είμαι ας μη με είδε . . . 


Ένα μαρτύριο τα κυκλοθυμικά μου βράδια


Κάνω μια ευχή σαν πέφτει του SMS η λάμψη


στη σιωπή.


 


Γιατί; Δεν φαίνεται του πηγαδιού ο πάτος


απ’ τα κέρματα


Το άλογο είν’ αδάμαστο χαζή ψυχή.


Με νευριάζουν γιατί μου μοιάζουν. Δεν βαρεθήκατε το ίδιο δίχτυ, ρε;


Πάλη αιώνια, οι χαρταετοί μας έκρυψαν


τα περιστέρια.


 



 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on April 27, 2013 05:10

Myrto Theocharous's Blog

Myrto Theocharous
Myrto Theocharous isn't a Goodreads Author (yet), but they do have a blog, so here are some recent posts imported from their feed.
Follow Myrto Theocharous's blog with rss.