Θλιβερός τίγρης
O Θλιβερός Τίγρης της Νεζ Σινό (Εκδόσεις Εστία, μτφ. Λίζυ Τσιριμώκου) δεν είναι απλώς μια κατάθεση μνήμης, αλλά ένα ωμό απομνημόνευμα της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης από τον πατριό της. Αυτό που κάνει τη μαρτυρία της Σινό τόσο συγκλονιστική είναι η καθαρότητα με την οποία γράφει, προσφέροντας ένα έργο γυμνό από κατασκευάσματα – εκεί συγκεντρώνεται και η δύναμη του: στην αφήγηση των αναμνήσεων μιας ολόκληρης ζωής.
Η Σινό μάς φέρνει στο «νησί» της, έναν ολόκληρο τόπο προσωπικό, δύσβατο, με κάποιες αντιφάσεις, αλλά και τρομερή διαύγεια. Το πολυπρισματικό πορτρέτο της, από την παιδική της ηλικία ως κόρη, ως αδερφή, ως μαθήτρια, ως γειτόνισσά, στην ενήλικη που δραπετεύει από το σπίτι, αργότερα ως σύζυγος και μητέρα, η Σινό μάς δίνει πρόσβαση σε όλο τον εαυτό της.
Δεν θέλουμε να ακούμε τέτοιες ιστορίες. Όταν τις ακούμε έχουμε άποψη για το ποια μέρη θα ακούσουμε και τον τρόπο που θα τις ακούσουμε. Από την πολύ αρχή προσπαθούμε να προστατέψουμε τον εαυτό μας από την πτώση.
Κρίνουμε τι είναι «γραφικό» και τι είναι «αναγκαίο». Πότε το θύμα μιλάει, πότε σιωπαίνει. Το θύμα χαρακτηρίζεται τόσο, που μέχρι και η λέξη «θύμα» φέρει το δικό της βάρος. Έχουμε την τάση να ζητάμε από τα θύματα να κουβαλούν μαζί με το τραύμα και την ευθύνη της «κατάλληλης» αφήγησης– γιατί τα θύματα είναι που μιλάνε, οι κακοποιητές ελπίζουν μόνο στη σιωπή.
O Θλιβερός Τίγρης είναι μια πράξη αντίστασης απέναντι σε αυτό. Είναι ένα βιβλίο που τολμά να αρθρώσει την εμπειρία και να σταθεί στο κέντρο της αφήγησης, χωρίς να ζητάει τίποτα. Σε πολλά σημεία, το ύφος είναι στεγνό – σχεδόν απογυμνωμένο, όμως αυτή η λιτότητα είναι το εργαλείο της Σινό: λέξεις ακριβείς και με πρόθεση να ειπωθούν όλα. Η κακοποίηση, το προφίλ του πατριού, η σχέση της μαζί του, η σχέση με τη μητέρα αφού το της εξομολογήθηκε, η σχέση με την κόρη της όταν η κόρη της ρώτησε για τα «δύσκολα παιδιά χρόνια» της μητέρας της. Η Σινό γράφει πως ο πατριός της της αγόρασε ένα ημερολόγιο και μετά το διάβαζε για να παραβιάσει και το μυαλό της.
«Μπροστά στην ανισορροπία των δυνάμεων, δεν έχεις επιλογές. Υπάρχει ένας καιρός όπου πρέπει να κρυφτείς, να περιμένεις μες στη σκιά, να δραπετεύσεις αν το μπορείς. Θα έλθει μια μέρα η στιγμή όπου θα μπορέσεις να ξεφύγεις. Ξεφεύγεις, βρίσκεις καταφύγιο. Ωστόσο, είναι παράξενη αίσθηση το να είσαι μες στο καταφύγιο, όταν ξέρεις ότι το σκοτάδι δεν παύει να υπάρχει, όταν το αφήνεις πίσω. Είναι όπως το λέει περίπου ο Ρεϊνάλντο Αρένας μιλώντας για την εξορία: αφήνεις πίσω σου ένα σπίτι στις φλόγες, γλιτώνεις, ξαναβρίσκεσαι σώος και αβλαβής σε μια χώρα υποδοχής. Όμως, στο μεταξύ, το σπίτι εξακολουθεί να καίγεται.»