A Single Man
Είχα δει την ομώνυμη ταινία πριν τα δεκαοκτώ. Από τότε μου ερχόταν πάντα πρώτη στο μυαλό όταν με ρωτούσαν ποια είναι η αγαπημένη μου ταινία. Ποτέ δεν μπόρεσα να τη δω χωρίς να κλάψω. Δεν άργησα να ερωτευτώ τον Colin Firth.
Αρκετά χρόνια μετά, πήρα το βιβλίο από το Book Depository (αιωνία η μνήμη του) και το καταχώνιασα βαθιά στη βιβλιοθήκη, γνωρίζοντας πως όταν θα έρθει η ώρα του, θα πρέπει να είμαι έτοιμη και να εξοπλιστώ κατάλληλα για κλάματα. Αφού κάλυψα τις ευαίσθητες επιφάνειες του σπιτιού με αδιάβροχο εξοπλισμό, μπορώ να παραδεχτώ πως ο Isherwood είναι όσο υπέροχος φανταζόμουν.
Και στην ταινία και στο βιβλίο το πένθος του Τζωρτζ αντιμετωπίζεται ως ένας δυσάρεστος φίλος που έχει ορίσει σιωπηλά τη ζωή του, δικαίως. Αυτό πραγματεύεται και ο συγγραφέας: το πόσο δίκιο έχει ο Τζωρτζ που είναι αμετακίνητος για το τέλος του. Η ευγένεια και η διακριτικότητά του πληγώνει με έναν ιδιαίτερα αγγλικό τρόπο. Ο μοναδικός στον οποίον ο Τζωρτζ θα μοιραζόταν το πένθος του, είναι ο νεκρός του.
Ο Τζωρτζ είναι ο έξυπνος, όχι πικρός και κυρίως ο τρυφερός εραστής που μπορεί να υπάρξει αποκλειστικά στο παρελθόν. Ταινία και βιβλίο, πανέμορφα και ήσυχα με έναν ονειρικό τρόπο – μάλιστα το εξώφυλλο δεν θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστό. Διαρκώς είχα στο μυαλό μου αυτή τη βουβή ηρεμία που έχει κανείς κάτω από τη θάλασσα: Ευτυχία ή απελπισία, δεν έχει τόση σημασία, κάτω από τη θάλασσα επικρατεί σιωπή. Οι ημέρες του Τζωρτζ θυμίζουν έναν κόσμο που ο χρόνος έχει τελειώσει, έχει μείνει μόνο η νοσταλγία της παρατήρησης, το μόνο που υπάρχει είναι η βεβαιότητα της θύμησης κάποιων καθιερωμένων κανόνων. Η διαφορά του Τζωρτζ στην ταινία με αυτόν στο βιβλίο είναι μάλλον ταξική. Ο Τζωρτζ στην ταινία του Φορντ απολαμβάνει ανέσεις που ο Τζωρτζ του Isherwood δεν γνωρίζει. Κατά τα άλλα μου φάνηκαν και οι δύο απελπιστικά μόνοι.
Η σκηνή που με σπάει στην ταινία βρίσκεται κάπου στη μέση, άρα όταν τη διάβασα στην αρχή αιφνιδιάστηκα, δεν είχα προλάβει να οχυρωθώ.
«Jim wasn’t a substitute for anything. And there is no substitute for Jim, if you’ll forgive my saying so, anywhere.»
Αλλά το έργο είναι γνωστό για τον απαράμιλλο ρομαντισμό αυτών των λέξεων:
«Think of two people, living together day after day, year after year, in this small space, standing elbow to elbow cooking at the same small stove, squeezing past each other on the narrow stairs, shaving in front of the same small bathroom mirror, constantly jogging, jostling, bumping against each other’s body by mistake or on purpose, sensually, aggressively, awkwardly, impatiently, in rage or in love. »