Ημερολόγιο της καρδιάς
«Έχω εισχωρήσει στο σύμπαν. Δε μ’ ενδιαφέρει τίποτα, αφού μπορώ ν’ αντέξω τη δυστυχία της ζωής μου και να γευθώ το καλό. Μακάρι ό,τι αγαπώ να διαερκέσει πιο πολύ από μένα!»
Σοβαρά δεσμευμένη πλέον με τις επιστολές, συναντήθηκα με το Ημερολόγιο της καρδιάς της Σάνδη.
Το «αποσπάσματα από προσωπικές αναμνήσεις» το 1833 είναι πλαισιωμένο με αόρατα φιλοσοφικά στοιχεία. Δεν το βρήκα μαγνητικό, αλλά ευτυχώς δεν άργησα να εντοπίσω τις αλλαγές που φέρουν οι επιστολές της Σάνδη. Σε κάποιες συνομιλεί με τους εραστές, άλλες με τον εαυτό της, σε κάποιες με φίλους. Ο τόνος της αλλάζει, το περιεχόμενο επίσης· αυτό που κυριεύει όλες τις σελίδες, απ’ άκρη σ’ άκρη, είναι σίγουρα το βάθος της καρδιάς όλο εμφατικά στοιχεία και τα ευγενή αισθήματα.
Η σχέση της με τον Μυσσέ μου φάνηκε ανυπόφορη. Για την ακρίβεια, όταν είχα διαβάσει το «Οι δυο ερωμένες και άλλες νουβέλες» του ίδιου, είχα νιώσει συνεπαρμένη και σχεδόν λυπήθηκα που δεν θα τον γνώριζα ποτέ. Φαίνεται και τόσο γοητευτικός, εάν και σίγουρα θα είχαν πάρει τα μυαλό του αέρα, είναι εμφανές. Η Σάνδη μεταφέρει πως ο Χάινε είπε για τον Μυσσέ: «Είναι ένας νέος με πολύ παρελθόν». Βέβαια και η Σάνδη ήταν πολύ πιο απασχολημένη – καλά έκανε. Σχεδόν χάνω το μέτρημα με τους εραστές και με απογοητεύει το πόσο έντονα τα νιώθει όλα, για όλους. Αυτή η επιπολαιότητα της φαίνεται να την έκανε και γενναιόδωρη, εάν και βιαστική στις αποφάσεις της. Η ίντριγκα δεν φαίνεται να ξεκουράζεται.
Περισσότερο μου άρεσαν οι επιστολές που απευθύνονταν στον Παγκέλλο και αυτές στον εαυτό της: «Καθημερινές συζητήσεις με τον πολυμαθή κι έμπειρο Δρ. Πιφφέλ». Με κούρασαν οι αναφορές στη φύση και στον χριστιανισμό, όπως και αυτές στην αυτοχειρία. Ούτε ο ρομαντισμός ξεκουράστηκε, αλλά έπρεπε να το περιμένω αυτό.
Ίσως τα λαμπρότερα κομμάτια να μην αφορούν την καρδιά, εάν τολμήσω να ισχυριστώ κάτι τέτοιο: (σελ. 102) μια υπέροχη ανάλυση για την εκπαίδευση και (σελ. 105) σκέψεις για τα νωθρά και δυσκίνητα μυαλά που προσπαθούν να κρατήσουν τον κόσμο δέσμιο του παρελθόντος).
Τέλος, επιτέλους κάποια/ος που βάζει τον Φλωμπέρ στη θέση του, πολύ το απόλαυσα (και ο Φλωμπέρ επίσης!):
«Ο αναγνώστης επιθυμεί πρώτα απ’ όλα να εισχωρήσει στη σκέψη μας, κι αυτό εσύ του το αρνείσαι υπεροπτικά. Τον κάνεις να πιστέψει πως τον περιφρονείς, πως θέλεις να το περιπαίξεις. Εγώ σε κατανόησα επειδή σε γνωρίζω. Αν μου είχανε φέρει το βιβλίο σου ανυπόγραφο, θα μου είχε φανεί καλό αλλά παράδοξο και θα αναρωτιόμουν αν είσαι αμοραλιστής, σκεπτικιστής, αδιάφορος ή βαθύτατα απογοητευμένος.»