Ο καλός στρατιώτης

Ο καλός στρατιώτης ήρθε για να πάρει την θέση του σημαντικότερου αναγνώσματός μου για το έτος, μέχρι στιγμής. Ενώ έχω πολλές σημειώσεις, παραμένουν μέχρι τώρα όλες διάσπαρτες και μάλλον καλώς· εάν ο Τζον Ντόουελ, ο αφηγητής, αφέθηκε στον λεγόμενο λαβύρινθό του, τότε γιατί να μην αφεθούμε και οι υπόλοιποι;

Ο καλός στρατιώτης, η ιστορία πάθους, οι ημερομηνίες και τα αμέτρητα «δεν ξέρω» του αφηγητή, είναι λίγα από τα σημάδια ενός καλού ψεύτη, ή κάποιου που πράγματι δεν ξέρει ποια είναι η αλήθεια και απλώς κάνει την προσπάθειά του να καταλάβει, εις βάρος του αναγνώστη. Μάλλον το καλύτερο βάρος που θα μπορούσε να έχει ένας αναγνώστης, μιας και τα ας τα πούμε ψέματα, είναι που κάνουν την αφήγηση μια ζωντανή εξομολόγηση και προκειμένου να υπάρξει εξομολόγηση πρέπει να υπάρξει και κάποιο αυτί ή στην περίπτωσή μας, μάτι, να τη διαβάσει. Είμαστε τόσο τυχεροί.

Από τις πρώτες σελίδες ένιωθα να δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω μια απλή, κατά τα άλλα, ιστορία, αλλά ταυτόχρονα όσο προχωρούσα τόσο γιγαντωνόταν η αίσθηση πως κάτι σημαντικό γίνεται εδώ. Πως παρά το μεταξύ των Αμερικάνων και Άγγλων, κάτι ιδιαίτερα Γαλλικό συνέβαινε.

“Αυτή: η πιο θλιβερή ιστορία που έχω ποτέ μου ακούσει – η πιο θλιβερή.”

Η ιστορική φράση με την οποία ξεκινάει ο Καλός Στρατιώτης, ήδη προδίδει τα πάντα και ταυτόχρονα δεν αποκαλύπτει τίποτα. Βέβαια, κάθε τυχαίο απόσπασμα είναι ποιητικό, συγκινητικό και απλά θεσπέσιο. Κάθε παράγραφος στέκεται ως μέρος του όλου αλλά και μόνη της, εκατομμύρια φορές καλύτερα από τα so called διηγήματα των λογοτεχνικών καιρών που διανύουμε. Μάλιστα, ενώ οι πληροφορίες ως γεγονότα και ημερομηνίες είναι σε πλούτο, σχεδόν ελπίζεις να υπήρχε κάποιο άλλο βιβλίο, ενός άλλου αφηγητή, εξίσου φανταστικού ή υπαρκτού με τον Τζον, ώστε να γράψει για εκείνον, ώστε να ικανοποιηθεί η ακόρεστη περιέργειά μας.

Δυο ανδρόγυνα εύπορης αμερικάνικης και αγγλικής κοινωνίας κάνουν παρέα μέσα στο διάστημα εννιά ετών. Η Φλορένς Ντόουελ με την εύθραυστη καρδιά της, από κάθε άποψη, ο σύζυγός της που μας αφηγείται χωρίς να ξέρει και πολλά ή μάλλον ενώ ξέρει τα πάντα, η Λεονόρα Άσμπερναμ που χαρτογραφεί τους έρωτες του συζύγου της Έντουαρντ και άλλοι δορυφόροι του Έντουαρντ, ο οποίος μέχρι το τέλος, συνθέτεται από πράξεις και λόγια που δημιουργούν κι άλλα ερωτηματικά. Και οι τέσσερις αβοήθητοι, όλοι έρμαια των εαυτών τους.

Ο αναγνώστης καταλήγει να πίνει το τσάι του και να θυμίζει λες και έχει παραβρεθεί σε κηδεία ή σαν μόλις να του παρουσίασαν μια μεγάλη αποτυχία ή ασχήμια της κοινωνίας. «Τι τα θες» και «Τι να γίνει». Εάν όλοι οι εμπλεκόμενοι συγκρούονται ενώ βαστάνε γερά τις αντιλήψεις τους γύρω από κανονικότητα, κοσμιότητα, καθωσπρεπισμό και φυσικά εθνική και θρησκευτική πίστη, γίνεται η παραδοχή, πως κατά μια έννοια κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τα πάθη του, ό,τι κι εάν σημαίνει πάθος για τον καθένα τους – και μάλλον ευτυχώς.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on May 10, 2024 06:32
No comments have been added yet.