Τριαντάφυλλα επί πιστώσει

«Ξαφνικά μέσα στο δωμάτιο ξεπήδησε ένα πελώριο μαύρο πουλί. Χτυπιόταν, έπεφτε πάνω στους τοίχους, αναποδογύριζε με τα φτερά του τα έπιπλα, τα αντικείμενα, λαβωνόταν.. Όχι πουλί, νυχτερίδα!»

Κάποιοι από εσάς θα ξέρετε τη λογοτεχνική μανία να πηδάς σαν τον κούνελο της Αλίκης από το ένα συγγραφικό δαιμόνιο στο άλλο. Εδώ τα πράγματα εξελίχθηκαν ως εξής: Διάβασα το Zoo: Γράμματα όχι για την αγάπη του Victor Shklovsky, το οποίο είναι μια λογοτεχνική αυτοπεριγραφή του έρωτα του Shklovsky για την Τριολέ. Όσο πιο πολύ διάβαζα για την τιμωρία που του είχε θέσει (να μην της γράφει για την αγάπη του), για τα γάντια της, τις βόλτες της στο θέατρο και όλη τη γοητεία της, αποφάσισα πως ήθελα κι εγώ να την μάθω. Έτσι βρήκα την εξαντλημένη έκδοση του Εραστές της Αβινιόν, το οποίο δεν με ακούμπησε και σήμερα μπόρεσα να δω πίσω από την κουρτίνα: κάτι μικρό από το όλον που έβλεπε ο Shklovsky.

Με σύγχρονους όρους, Daniel was a Donousa camping boy, Martin was an ig worthy hotel girl. Daniel was a tsipouradiko and rebetika boy, Martin was a Kolonaki early mimozes girl. Αυτό το είχα σημειώσει γελώντας στην αρχή, όταν οι πρώτες σελίδες με κούραζαν, όπως και πολλά αποσιωπητικά, οι αυτοαποκαλύψεις της Έλσας ως αμήχανο distancing, η απορία για το χωριό Ρ., η παιδικότητα της Μαρτίν παρά την ενηλικίωση και φυσικά η ασυμβατότητα του ζευγαριού που η Έλσα ένωσε ως άδικη και σαδιστική Δημιουργός, πλάθοντας έναν Αδάμ και μια Εύα που παρά τον εφηβικό ασχημάτιστο έρωτα της εμφάνισης, δεν έχουν τίποτα άλλο να τους ενώνει, πέρα από άγουρες φαντασιώσεις για το μέλλον, ο καθένας χώρια.

Η Μαρτίν έρχεται από μια επαρχιώτική παράγκα – εφιάλτη, με σάπια άχυρα και αρουραίους και ο Ντανιέλ από το επαρχιώτικό όνειρο της καλλιέργειας τριαντάφυλλου, δοξάζοντας την οικογενειακή, ευωδιαστή πορεία. Η Μαρτίν καταλήγει στο Παρίσι και ο σύζυγός της αρνείται να ακολουθήσει, αφοσιωμένος στο να βρει την τέλεια τριανταφυλλένια υβριδική νότα, ενώ η Μαρτίν αφήνεται στα αγαπημένα της υλικά αγαθά, επί πιστώσει. Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου ενώ προχωράει γρήγορα, προχωράει χωρίς χαρά, μιας και ο αναγνώστης αναγκάζεται να βλέπει αυτή τη βασανιστική, παγερή, γκριζωπή απόσταση ανάμεσα στο ζευγάρι. Η Μαρτίν θέλει τον Ντανιέλ Ντονέλ με το χαριτωμένο όνομα, ως αρχιτέκτονα τοπίων, μακριά από τα χώματα της φάρμας και ο Ντανιέλ έκρινε τη Μαρτίν ως επιφανειακή μικροαστή, μέχρι που αρχίζει να τη βιώνει ως άγριο ζώο παγιδευμένο στα πλαστικά υλικά, παραιτημένος πλέον από την ιδέα πως είναι μια καλοπροαίρετη επαρχιωτοπούλα που αφού τελειώσει με τα νάζια της στο Παρίσι θα τον ακολουθήσει πίσω σε μια φάρμα χωρίς τουαλέτα και χωρίς τις υπόλοιπες πολυτέλειες του 20ου αιώνα.

– Σου αρέσει το σπίτι μου Μαρτίν;
– Μου αρέσεις εσύ.

Μέχρι που οι εκατό τελευταίες σελίδες φέρνουν την αποκάλυψη για τη Μαρτίν-χαμένη-μέσα-στο-δάσος, μια μαύρη κλέφτρα καρακάξα, και είναι πραγματικά συγκλονιστικές.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 07, 2024 03:21
No comments have been added yet.