Ποίηση
Λίγα λουλούδια
Αγρίνιο 1963
<!-- /* Style Definitions */ p.MsoNormal, li.MsoNormal, div.MsoNormal {mso-style-parent:""; margin:0cm; margin-bottom:.0001pt; mso-pagination:widow-orphan; font-size:12.0pt; font-family:"Times New Roman"; mso-fareast-font-family:"Times New Roman";} @page Section1 {size:612.0pt 792.0pt; margin:72.0pt 90.0pt 72.0pt 90.0pt; mso-header-margin:36.0pt; mso-footer-margin:36.0pt; mso-paper-source:0;} div.Section1 {page:Section1;}
Άγνωστη πορεία
Να ‘ξερα, Θε μου, πού τραβώ, Πού κάποτε θα φτάσω…Μακρύς ο δρόμος που θωρώ,Φοβάμαι μη δειλιάσω.
ΠολιόχνηΑγρίνιο 1965
Άρνηση
Βαρέθηκα να περπατώ στα καλντερίμια της Μύρινας,να διαπραγματεύομαι την αισιοδοξία,το ταχυδρομείο με το δώσε – πάρε,(…)τους νεαρούς με τις κοριτσίστικες φαρδιές μπλούζεςστις γωνιές του λιμανιού (…),τους μεγάλους και τους ηθοποιούς της δεκάρας,τους φίλους με τη δανική σοφία, τα χάχανα, τα αισθήματα, τις υποθέσεις φιλανθρωπίας,τις προσδοκίες και τα όνειρα,να σκαρώνω στα ιδανικά μου σταυρούς…
Έθνεα νεκύων
Ίκαρος, Αθήνα 1976
Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ
1Η πολιτείαδρόμοι ατελείωτοιπυρπολημένα πρόσωπαερημιά2Σέρνουμε τα’ άδεια βήματά μαςστους έρμους δρόμου της ψυχήςμην προσδοκώντας τίποτα
Μυρρίνη
Εκδόσεις Α. Καραβία, Αθήνα 1980
ΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ
(Μνήμη Παρασκευής, Δήμητρας, Κωνσταντίνου)
Ανάμεσα σε δυο λιθάρια αναπαύονται οι ψυχές
Εδώ το νήμα του αδερφού μας των οχτώ ημερών
εκεί της αδερφής των τριών χρόνων
και παρακεί της άλλης μας που κλάψαμε παιδιά στην Κατοχή
Είναι και κάποιοι ξύλινοι σταυροί πιο κει λησμονημένων συγγενών
πάππων προπάππων και συγχωριανών
Τα πιο πολλά σημάδια των φιλτάτων εκλιπόντων
δυο τρία τέσσερα λιθάρια
Οι εποχές της Εύας
Ωρίων, Αθήνα 1985
ΝΑΥΣΙΚΑ
Φέρτε φορέματα κι αρώματα
χαροποιά τα μάτια και χέρια
κι αλαφριά τα βήματα
να μην ταράξουμε του ξένου μου τον ύπνο
και μαλακά να ντύσουμε τη μοναξιά και την αγρύπνια
κι εγώ θα πω μια καλημέρα στους ανθρώπους
Οι ώρες του ερωδιού
Πλέθρον, Αθήνα 1993
Η κεχαριτωμένη των ερώτων
…Τώρα γυρεύω άλλα σώματα ν’ αναπαυτώ.
Γυρεύω άλλα σχήματα να εκφραστώ.
Πάνω στην ίδια μου υπόσταση
τα ρήγματα αριθμούνται του σεισμού της τελευταίας λειτουργίας.
Είναι βαθύ το πέλαγο κι η γέψη μου αλμυρή να σε σιμώσω.
Πρέπει ν’ αφήσω τον εξώστη. Βρέχει.
Και το φεγγάρι μούσκεψε σιωπή…
Οι νύχτες της βροχής
Εριφύλη, Αθήνα 1997
Νύχτες της βροχής
Εξανεμίστηκαν ωσάν καπνός οι μέρες μου
ξεράθηκε η καρδιά μου σαν το χόρτο
είμαι ένα σπουργητάκι νηστικό
Ξεπαγιασμένο μες στη νύχτα του μυαλού μου
είμαι ένας ξεχασμένος ερωδιός
ξάγρυπνος δε χωράφι ερημικό
ένα στρουθί ολομόναχο
στην κρύα στέγη των αιώνων
Ο ύπνος των μεσημβρινών ωρών
Φιλιππότης 2004
Το πρόσωπο της μάνας
Η μάνα έγνεθε και ύφαινε ολοχρονίς τα βράδια
το πρόσωπό της έλαμπε πύρινη γλώσσα της φωτιάς
έστριβε στο μαλλί στημόνι-υφάδι προσευχή
τα όνειρα και τους καημούς τις προσμονές
τις ταπεινές της προσδοκίες:
Να ευδοκιμήσουν τα σπαρτά να’ ναι γεννήματα
να αυγατίσουνε τα ζωντανά
Έρχονται χρόνια δίσεκτα
Να’ ναι το σπιτικό γεμάτο
…Όλο έγνεθε και ύφαινε και έπλεκε τα βράδια
κι ας έβρεχε πικρή βροχή στα σωθικά της
ποτέ της δεν επρόλαβε να μεταλάβει απ’ τη ζωή χαρά μια στάλα
Στον κύκλο του φωτός των αναμνήσεων
Εριφύλη, Αθήνα 2007
Εωθινό μνήμης
…Εκείνος ήταν μέσα στο αυτοκίνητο.
Είδα το σχήμα του στο ασύλληπτο όριο του χρόνου
Όπως τότε που έφευγε τα πρωινά της ματαιότητας. Όπως πάντα.
Μετακόμιζε κάθε πρωί στην άλλη διάσταση του πεπρωμένου χρόνου.
Ο εαρινός θρήνος κυλούσε μέσα μου όπως οι ρόδες του αυτοκινήτου
πάνω στην ανυποψίαστη άσφαλτο.
Η Σιωπή των ΑμνώνΣ.Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 2012
Έφεξε.
Κι απ' τα μισάνοιχτα παραθυρόφυλλα
έμπαινε κλεφτά και τρυφερά το πρώτο φως της νέας μέρας.
Κι απλώθηκε λευκό, κατάλευκο πάνω στα πράγματα
και στα γαλήνια, γαλανά νερά της Τριχωνίδας.
Ολόασπρος ολόγυρα ο κάμπος.
Πίσω και πέρα μακριά,
κάστρα πανάρχαια και ψηλά, ερειπωμένα κάστρα,
στο έλεος του καιρού και του ανέμου αφημένα,
ναυαγημένα σε μια απόμερη καμπή της ιστορίας,
εκεί που έναν καιρό δένανε τα καράβια οι Αχαιοί
στον πηγαιμό για την Κολχίδα και την Τροία
κι ο Όμηρος γεφύρωνε με στίχους τα νερά και τους αιώνες.
Η Συνήθεια του ΑριθμούΣ.Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 2017
Σκόρπισα την ψυχή μουστους ανελέητους ανέμους της νύχταςλεηλατώντας το άπειροστων παθών μου τον τάραχοτα ξωτικά της ερήμου προσφάι στη ζωή μουμοιράστηκαντους καημούς στην οδύνη της πέτραςιστόρησαψηφιδωτό των ερώτωνστης νύχτας το πρόσωπο κέντησαμε θυελλώδεις ανέμους να δονούννα δωροδοκούννα καραδοκούννα διεκδικούν την ψυχή μου
Published on May 14, 2010 12:49
No comments have been added yet.


