Γιάννης Μακριδάκης's Blog, page 18
March 17, 2017
Όλα για καλό: Αναγνωστική απόκριση Ανθής Β.
Ξενύχτησα, διαβάζοντας το βιβλίο σου. Χαλάλι, όμως το ξενύχτι. Έχω διαβάσει τα περισσότερα βιβλία σου, όλα μου άρεσαν αλλά νομίζω τούτο, που το διάβασα απνευστί και μονορούφι, ότι είναι το καλύτερο.
Θα μπορούσα να γράφω σελίδες βιβλιοκριτικής και να μη βρίσκω αρνητικά. Από την αρχή ατμόσφαιρα μυστηρίου και μέχρι το τέλος ανατροπές, γλώσσα στρωτή νεοελληνική με μικρές δόσεις – λέξεις ντόπιες, γοητευτικές προσωπικότητες και εναλλαγή συναισθημάτων, γλύκα που δε σε μπουχτίζει, πίκρα που δε σε καταβαραθρώνει.
Να είσαι καλά και όσα κάνεις να είναι όλα για καλό.
Ανθή Β.
Όλα για καλό: Έλαβα…
Μια φωτογραφία από φίλο αναγνώστη και συλλέκτη των βιβλίων μου:
κι ένα σημείωμα για το “Όλα για καλό” από άλλον φίλο αναγνώστη:
“Λοιπόν, έχουμε και λέμε. Άγνωστες λέξεις: εμασιά, λίγκια, γκρένια, καστανιά (όπου κουβαλούσε φαγητό), μπεγιέντισε, σπατσάραμε, λιλάδια, τεμπέκια, περάντι, μονογούργουρα, σκλήβωμα, αγκούσιες, δέντρο τσικουδιά, μισιριώτης, κούπαση, σιτζίμια (βροχή), πίζουλη (αρρώστια), τραφιάζω, σφαντό, μπουρούρισα να σκέφτομαι. Χτες το βράδυ τελείωσα την δεύτερη ανάγνωση. Πολύ έντονα συναισθήματα, πολλά δάκρυα”
Ευκαιρία λοιπόν να ασχοληθώ λίγο δημοσίως με τις λέξεις αυτές, για να λυθούν τυχόν απορίες και άλλων. Τις παραθέτω λοιπόν μία – μία:
Εμασιά (η): η αναβαθμίδα για καλλιέργεια της γης στο βουνό
Λίγκια (τα): το σβέρκο η ωμοπλάτη
γκρένια (τα): οι γερανοί των βαποριών πάνω από τα αμπάρια
καστανιά (η): το τάπερ
μπεγιεντώ (τουρκ: μπεγιενμέκ): εκφράζω την ευαρέσκειά μου για κάτι. Χιουνκιάρ μπεγιεντί, το φαγητό που μπεγιέντισε ο Σουλτάνος, που άρεσε στον Σουλτάνο
σπατσάρω: τελειώνω (ναυτική λέξη)
Λιλάδια (τα): Τα βότσαλα της παραλίας
Τεμπέκι (το): Το τσίγκινο συνήθως καπάκι που κατεβαίνει μπροστά από τις βιτρίνες και τις πόρτες των καταστημάτων και κλείνει την πρόσοψη για προστασία
Περάντι (το): ο σύρτης της πόρτας
Μονογούργουρα: με μιαν ανάσα
Σκλήβωμα (το): Η εργασία αρμολογήματος, το αρμολόγημα
αγκούσιες (οι): η ανυπόμονη συμπεριφορά
Τσικουδιά (η): Άγριο δέντρο της ίδιας οικογένειας με τον μαστιχοφόρο σχίνο και την φυστικιά.
Μισιριώτης πετεινός (ο): Μικρόσωμη ράτσα πουλερικών, τα μισιριώτικα
Κούπαση (η): έκφραση που δείχνει ότι πήρα μια απότομη πίκρα, μια κακιά είδηση και ένιωσα σαν να έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι μου. Μου ήρθε κούπαση
Σιτζίμια (τα): Σιτζίμ στα τουρκικά είναι το σχοινί και όταν βρέχει πολύ και φαίνεται η βροχή σαν κρέμονται σχοινιά από τον ουρανό, οι Τούρκοι λένε sicim gibi yagmur, δηλαδή ότι μοιάζει σαν σκοινιά η βροχή, εξελληνισμένο το λέμε στα νησιά ως ρίχνει σιτζίμια.
πίζουλη (ο,η,το): Δύσκολο, στριφνό, απρόβλεπτο
τραφιάζω: μπαίνω σε τράφο, λουφάζω σε μιαν άκρη, καμουφλάρομαι
σφαντό (το): Φάντασμα
Μπουρουρίζω: Βαριέμαι, κουράζομαι
Ειδοποιήστε τον Σαραντάκο να επέμβει όπου έχω λάθος ή δεν είμαι σαφής!
Σκεφτείτε ότι ήμουν και βέβαιος πως αυτό το βιβλίο το έχω γράψει σε σύγχρονη στρωτή νεοελληνική και δεν θα υπάρχει απορία καμία!
March 15, 2017
Όλα για καλό (Κώστας Τραχανάς, maxitisartas.gr)

Γιάννης Μακριδάκης
Εκδόσεις Εστία 2017 – σελ. 235
Τον Μιχάλη τον πήρε ο αέρας. Είχε σταθεί προς νερού του άκρη-άκρη στην πιο ψηλή αναβαθμίδα του βουνού, έξω από το καλύβι του και πήγε από κάτω, χτυπώντας σε μια κοτρόνα στο κεφάλι και με το πουλί του έξω από το σώβρακο …
2015. Τρία τραπεζώματα σε τρείς ημέρες. Τη μια μέρα χαρά, την άλλη λύπη, την επομένη χαρά. Τη μια μέρα γέννηση και την άλλη θάνατος, την μια μέρα τραπέζι γιορτερό και την άλλη νεκρόσουπα. Ίσαμε εδώ ήτανε τα γεγονότα. Καλά-κακά, αυτά ήτανε.
Ο Δημοσθένης κλαίει από την ψυχή του. Γίνεται συνέχεια χειρότερος άνθρωπος, γιατί τον κυνηγάνε μετά και οι απώλειες του συνέχεια, οι εικόνες και οι αναμνήσεις του, και δεν μπορεί να ξεφύγει. Παλεύει να προχωρήσει μπροστά στη ζωή, κι εκείνη όλο πίσω τον σέρνει.
Ο Δημοσθένης μετά από τον θάνατο του Μιχάλη και μετά που όλα φανερωθήκανε, αφού τα μάθανε όλοι όλα, μετά από τα συγκλονιστικά γεγονότα που έμαθε, τα παιχνίδια της ιστορίας και της ζωής, τα αλλόκοτα παιχνίδια της μοίρας, φεύγει και πάει να μείνει μόνος του στο δάσος, στην καλύβα του Μιχάλη, να ασκητέψει και αυτός σαν τον Μιχάλη στο βουνό. Κλείστηκε στον εαυτό του. Έγινε σαν τον Μιχάλη. Είχε μεγάλη αντάρα μέσα του. Τιμωρούσε τον εαυτό του και του στερούσε τη χαρά της ζωής. Και δεν ήθελε να ανέβει ποτέ κανείς για να τον δει. Με κλάματα στα μάτια η φίλη του Ελληνο-Γερμανίδα Κατρίν φεύγει για το Βερολίνο και με ένα μεγάλο γιατί στην καρδιά της…
Μια απίστευτη ιστορία, μια συγκλονιστική ιστορία, μια ανθρώπινη ιστορία, σε ένα μικρό χωριό της Χίου.
Οι ήρωες του βιβλίου είναι καθημερινοί άνθρωποι: ο Δημοσθένης, η Κατρίν, ο μαστρο-Δημητρός, ο Φώταρος, ο Μιχάλης που πέθανε με το πουλί έξω, ο μοναχός Νικηφόρος, η κυρά-Καλή, ο Θανάσης, η κυρά Στάσα, η Εμμανουέλα, ο Λουκάς, η Μαργαρίτα, ο Θωμάς, η Άλκηστη, ο Πέτρος, η Γιασεμή, ο παπα-Σίωρος, ο μικρός Σάββας.
Καλόγεροι, μοναχοί, η κουρά, οι ερημικοί άνθρωποι, οι σαλοί, ο ανισόρροπος, ο ξέπαπας, οι ευαίσθητοι άνθρωποι, η προσευχή, ο στοχασμός, οι πρόγονοι, η αιμομιξία, η μαία, οι σημερινοί Σύροι πρόσφυγες, οι κατατρεγμένοι, η ελληνική φιλοξενία και τα ελληνικά κοράκια των προσφύγων, οι εθελοντές, οι Έλληνες πρόσφυγες το ΄41 στη Μέση Ανατολή, ανδρικοί σπόροι τζούφιοι, τα αλλόκοτα παιχνίδια της μοίρας, η θητεία, η γέννηση, ο θάνατος, ο Ταξιάρχης, ο Αντίχριστος, τα αεροπλάνα, η λωλάδα, η εξιλέωση, οι λεπροί και το σπιτάλι, οι χανσενικοί και η Σπιναλόγκα, τα κρυφά δολάρια, η κατάθεση στην Αγία Τράπεζα, το κοινωνικό μαγειρειό και τα συσσίτια, το φακόρυζο, ένα μυστικό που το ήξεραν τρεις, ο πετεινός ο μισιριώτης που χίμηξε πάνω στον παπά, η Γιασμίν και η Γιασεμιώ που γεννήσανε και οι δυο τους μέσα σε ένα ίδρυμα που καλλιεργούσανε γιασεμιά, είναι μερικά θέματα αυτού του βιβλίου.
Το μόνο που αξίζει στη ζωή, λέει κάποιος ήρωας του βιβλίου, είναι να επικοινωνείς με τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι ο Θεός…
Πικρό, ειρωνικό, θλιβερό, μελαγχολικό, βαθιά στοχαστικό, συγκλονιστικό μυθιστόρημα.
Ο Γιάννης Μακριδάκης ξεγυμνώνει τα σύμβολα, αναμειγνύει μύθο και ιστορία και αναψηλαφεί την αιώνια διαπάλη του φωτός και το σκοτάδι, του καλού με το κακό, της λογικής και της τρέλας.
Όλα έγιναν, στο μυθιστόρημα αυτό, για το καλό. Όλα για καλό είναι.
Ένα πολυπρισματικό, εκτενές παραμύθι, όπου η γοητεία της πλοκής συνυπάρχει με έναν στοχασμό για την προσφυγιά, την ανθρωπιά, την αγάπη, την μοναξιά, την εσωτερική έρημο, την απώλεια, την πίστη, την κρίση αυτοσυνειδησίας.
Ο Γιάννης Μακριδάκης γεννήθηκε το 1971 στη Χίο και σπούδασε μαθηματικά. Το 1997 ίδρυσε το Κέντρο Χιακών Μελετών Πελινναίο. Άλλα έργα του είναι: «Η δεξιά τσέπη του ράσου», «Λαγού μαλλί», «Η άλωση της Κωνσταντίας», «Το ζουμί του πετεινού», «Αντί στεφάνου», «Η πρώτη φλέβα» και άλλα.
Κώστας Τραχανάς
Πηγή
Αναγνωστική απόκριση Ειρήνης Κ.
12.3.17
Πόσο μου αρέσει η γραφή και το θέμα και όλα στο καινούργιο σας βιβλίο..Δεν το έχω τελειώσει μα αδημονώ κι ενθουσιάστηκα κι ήθελα να σας συγχαρώ, έστω κι ηλεκτρονικά…
15.3.17
Και τώρα που το τελείωσα ο ενθουσιασμός παρέμεινε αμείωτος… Πολύ μου άρεσε!!! Άξιος!!!
Είναι πολύ συγκινητικό που ένας νέος άνθρωπος -της ηλικίας μου σχεδόν- γράφεις τόσο ωραία (τονίζω την ηλικίας μας γιατί, όπως μου έλεγε σήμερα ένα παιδί στο σχολείο… :”Κυρία, γιατί όλοι οι συγγραφείς είναι ηλικιωμένοι ή νεκροί;”) και θέτεις το θέμα των προσφύγων που όπως καταλαβαίνω έχεις ζήσει από πολύ κοντά άψογα μέσα, πραγματικά σκεφτόμουν πως όπως ο Μυριβήλης μιλά για τον πόλεμο, ε κι εσύ αποτυπώνεις την δική μας κρίση χωρίς συναισθηματισμούς ή θεωρίες…. και ταυτόχρονα έχεις αυτήν την αγαπητική ματιά στους ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας (παρότι φαντάζομαι από όταν πήγες στη Χίο πολλοί θα σε δυσκόλεψαν)… Μου άρεσε πολύ και το πώς αποτυπώνεται το συναίσθημα μετά το χωρισμό με τη Μαρία, το βρήκα πολύ ακριβές… Το ανατρεπτικό τέλος τίποτα λιγότερο από ό,τι προσδοκούσα… Αναρωτιέμαι αν όντως κάπου στην Ελλάδα ίσχυε παλιότερα αυτό για τον…. παρένθετο πατέρα, αν και ελάχιστη σημασία έχει. Και πώς έδεσες και το θέμα της απομόνωσης των λεπρών παλιότερα……… Πάρα πολύ και πάρα πολλά μου άρεσαν…. Σε ευχαριστώ!
Να είσαι πάντα καλά και να μας χαρίζεις τέτοια κείμενα!!!!!!!!!!!!!!!
Απάντηση δική μου:
Η παράδοση του “παρένθετου πατέρα” όπως λέτε, ίσχυε μέχρι πρότινος στην Ικαρία. Με ενημέρωσε για αυτήν η κυρία Έφη Καλοκαιρινού, που ζει στις Ράχες, σε κάποια επίσκεψή μου εκεί πριν ένα χρόνο και αμέσως με άγγιξε δημιουργικά. Την ευχαριστώ πολύ με την ευκαιρία αυτή.
Όλα για καλό: Αναγνωστική απόκριση Βιβής Π.
Το Γιάννη τον έμαθα εδώ, στο χωριό , πολλά χρόνια πριν. Τον θυμάμαι ξεμαλλιασμένο και ατημέλητο να προσπαθεί να ξελογιάσει το συγχωρεμένο τον παπά Γιάννη με σούμες για να μάθει ιστορίες και «ανέκδοτα» του χωριού. Μέχρι τον ψάλτη του έκανε μια φορά για να τον καταφέρει. Έβγαζε το « Πελινναίο» τότε και έτρεχε πάνω κάτω τα χωριά μας, το διάβαζα και τον ζήλευα. Γίναμε φίλοι , ήπιαμε και μαζί κάτι σούμες, έκλαψα και μια δυο φορές στον ώμο του, βριστήκαμε, ξαναφιλιώσαμε και πάει λέγοντας… Κάποια στιγμή διάβασα και μια σπουδαία δουλειά του, αποδελτίωση εφημερίδων της Χίου. Πολλές σελίδες και πολύς κόπος. Από τότε ότι βιβλίο του έχει πέσει στα χέρια μου το διαβάζω. Είναι περίεργο να διαβάζεις δουλειές ανθρώπων που γνωρίζεις. Τους έχεις απομυθοποιήσει. Είναι ο Γιάννης που ξέρεις την καθημερινότητά του, τις παραξενιές του, τα όνειρά του, τους κόπους του, τις καλές και κακές στιγμές του. Και είναι και ο Γιάννης ο αναγνωρισμένος συγγραφέας, που πας σε μια παρουσίαση βιβλίου του και καμαρώνεις. Σε εσένα φαίνεται Γιάννης και στους άλλους αλλιώς και σε ζηλεύουν κιόλας. Αστεία πράματα.
Χθες διάβασα το τελευταίο του βιβλίο « Όλα για καλό» από την Εστία.Μονορούφι. Διαφορετικό. Πηδάει σαν ακριδάκι στο χρόνο. Χθες, τώρα , χθες χωρίς να σε μπερδεύει. Ξεκάθαρα. Με πολλά πρόσωπα που στα συστήνει μέσα από τα λόγια τους και φτιάχνεις εύκολα τους χαρακτήρες ή νοιώθεις ότι τους αναγνωρίζεις, σε ένα τοπίο γνώριμο και απλά σκηνοθετημένο, με μια πλοκή μυθιστορηματική στα όρια του ρεαλισμού, μια ιστορία που μπλέκει ζωές και ανθρώπους άσχετους μεταξύ τους . Όμως είναι αλλιώτικο. Τα πάθη των ανθρώπων, ο πόλεμος, η προσφυγιά και ο ΕΡΩΤΑΣ. Ω ναι! Ο Μακριδάκης περιγράφει τον έρωτα και την απώλεια και τον πόνο και τον πόθο και την σωματική ανάγκη. Αδρά και ξεκάθαρα και ειλικρινά. Του έστειλα μήνυμα: « σχεδόν ερωτικός». Μου απάντησε : «ποιος;» . «Εσύ βρε Γιάννη! Επιτέλους! Περάσαμε την εφηβεία, ενηλικιώθηκες!»
Βιβή Ποταμούση
Μεταπτυχιακή φιλόλογος
Ιδρυτικό Μέλος και Μέλος του ΔΣ της Ελληνικής Φιλολογικής Εταιρείας Κλασικών Σπουδών
“Ὅλα γιά καλό” τοῦ Γιάννη Μακριδάκη, τοῦ Τάσου Γέροντα
Γιάννης Μακριδάκης “Ὅλα γιά καλό”, ἀπό τίς ἐκδόσεις Ἑστία, Φεβρουάριος 2017. Ὅπως πάντα, πολύ προσεγμένη ἔκδοση, μέ πολύ καλό χαρτί, εὐχάριστη γραμματοσειρά, κανένα λάθος. Στό ἐξὠφυλλο μιά γνωστή φωτογραφία ἀπό τό δράμα τῶν προσφύγων πού φτάνουν στήν Ἑλλάδα.
Ἡ ἱστορία διαδραματίζεται σέ κάποιο ελληνικό νησί τόν Δεκέμβριο τοῦ 2015. Εἶναι ἀπό αὐτά πού δέχονται πολλούς πρόσφυγες ἀπό τήν Τουρκία. Δέν γνωρίζω ἄν τά τοπωνύμια πού ἀναφέρει ὁ Μακριδάκης ὄντως ὑπάρχουν σέ κάποιο νησί. Ἕνας νεκρός μαροκινός καί ἕνα ζευγάρι κούρδων πού ἐπιβίωσαν δίνουν ἀφορμή νά ξεδιπλωθεῖ τό μυθιστόρημα. Ὁ Δημοσθένης, ἕνας νεαρός ντόπιος, μέ τή βοήθεια τῆς ΚΑτρίν, ἐπισκέπτριας τοῦ νησιοῦ καί κατά τό ἥμισυ ἑλληνίδας, στήνουν σέ ἕναν ἐγκαταλειμμένο χῶρο πού κάποτε φιλοξενοῦσε λεπρούς, ἕνα μαγειρεῖο γιά νά ἑτοιμάζουν φαγητό, τό ὁποῖο οἱ ἴδιοι μοιράζουν στούς πρόσφυγες πού ὑπάρχουν στό νησί. Ἡ συνάντηση τῆς Κατρίν μέ τόν Μιχάλη, τόν μισότρελο ἐρημίτη τοῦ χωριοῦ, τοῦ ὁποίου τόν θάνατο μαθαίνουμε ἀπό τίς πρῶτες γραμμές τοῦ βιβλίου, καθώς καί μιά γέννα δίνουν τό ἔναυσμα νά ξυπνήσουν παλιές ἱστορίες, νά “ζωντανέψουν” πεθαμένοι, νά ἀποκαλυφθοῦν μυστικά. Οἱ έκπλήξεις εἶναι συνεχεῖς, οἱ ἀνατροπές ἀπρόβλεπτες, τό τέλος, μετά τά προηγηθέντα, γαλήνιο. Δέν θέλω νά πῶ τόποτα περισσότερο γιά τήν ἱστορία, ἐπειδή δέν θέλω νά χαλάσω τή μαγεία τῆς ἐξέλιξης.
Χαρακτηριστικό αὐτοῦ τοῦ μυθιστορήματος εἶναι οἱ συνεχεῖς μεταπηδήσεις στόν χρόνο. Ἐκεῖ πού περιγράφει κάτι, ἀναφέρεται σέ συμβάν τοῦ παρελθόντος. Μέ πολύ ὄμορφο καί σαφή τρόπο ἀνοίγει μεγάλη παρένθεση καί περιγράφει τό γεγονός τοῦ παρελθόντος. Ἀπό κεῖ μπορεῖ ἤ νά ἐπιστρέψει στό τώρα ἤ νά συνεχίσει μέ κάποιο ἄλλο συμβάν τοῦ παρελθόντος. Καί ὅλα αὐτά τά χρονικά ἅλματα γίνονται ἀπολύτως φυσικά, χωρίς νά μπερδεύουν τόν ἀναγνώστη.
Ἐξαιρετική εἶναι, ὅπως πάντα, ἡ χρήση τῆς γλώσσας. Ἡ ἀνάγνωση ρέει ἰδιαίτερα εὐχάριστα. Εἶναι σάν νά ἀκούω κάποιον νά τά διηγεῖται. Ἄλλοτε χαλαρά, ἄλλοτε μέ βιάση, ἄλλοτε χαρούμενα, ἄλλοτε πονεμένα.
Ἡ γλώσσα εἶναι ἁπλή, ἐμπλουτισμένη μέ στοιχεῖα νησιωτικῆς ντοπιολαλιᾶς. Οἱ λέξεις εἶναι πολύ προσεκτικά ἐπιλεγμένες ὥστε, χωρίς νά εἶναι ἐξεζητημένες, νά πλουτίζουν τίς προτάσεις. Ἀναφέρω μερικά παραδείγματα:
“οἱ σκέψεις τοῦ χάρου οἱ ἄχαρες”
“ἔκανε μεγάλη προσπάθεια νά γράψει ἕνα χαμόγελο στό πρόσωπό της”
Ἐνδιαφέρουσα ἡ σκηνή, στήν ὁποία μέσα στή φούρια νυχτερινῶν δραματικῶν γεγονότων, ὁ Δημοσθένης κάνει ἕνα πολύ ἔξυπνο λογοπαίγνιο μέ τό “χασομερῶ”.
Ὁ Μακριδάκης εἶναι λυρικός στίς περιγραφές τῶν τοπίων καί τῆς φύσης, λεπτομερής στίς περιγραφές τῶν ἀνθρώπων καί συγκλονιστικός στίς περιγραφές τῶν συναισθημάτων. Καί φυσικά πάντα ὑπάρχει χῶρος γιά τήν παράδοση. Ἔθιμα, δοξασίες, προκαταλήψεις ξυπνοῦν τίς μνῆμες τῶν παλιῶν καί διδάσκουν σέ ὅσους νέους θέλουν νά μάθουν.
Σᾶς μιλάω γιά ἕνα μυθιστόρημα πού καταλαμβάνει 220 σελίδες. Τό διάβασα πρακτικά σέ μία μέρα. Βούρκωσα πολλές φορές, δάκρυσα σέ μερικές σκηνές, κάποιες φορές ἐπανέλαβα αὐτό πού εἶχα φωνάξει ὅταν διάβασα τήν ἅλωση τῆς Κωσταντίας, “ΑΣΤΟΔΙΑΛΟΡΕΜΑΚΡΙΔΑΚΗ”.
Σᾶς μιλάω γιά τόν Μακριδάκη στά καλύτερά του.
Όλα για καλό (tvxs.gr)
Στο νέο ρεαλιστικό μυθιστόρημα Όλα για καλό, ο συγγραφέας, ερευνητής και φυσικός καλλιεργητής Γιάννης Μακριδάκης, σ’ αυτό το τέταρτο κατά σειρά μυθιστόρημά του και μετά από έξι νουβέλες στις εκδόσεις Εστία, για πρώτη φορά πρωτοτυπεί γράφοντας σε νεοελληνική γλώσσα και σχεδόν σε παρόντα χρόνο.
Ο κεντρικός του ήρωας, ο Δημοσθένης, από τις πρώτες σελίδες ανοίγει συνεχώς νέα μέτωπα που αναζητούν απαντήσεις για το «τι θα συμβεί;», και με αυτόν τον τρόπο λογοτεχνικής αφήγησης που μας άφησε κληρονομιά ο Όμηρος, πλέκεται το Όλα για καλό, μέχρι την τελευταία τελεία.
Κι αν «η ζωή δεν αξίζει τίποτα χωρίς ιστορίες», ο αναγνώστης δεν μπορεί να αφήσει το βιβλίο από τα χέρια του, μέχρι τη λύση όλων των αινιγμάτων, ενώ ο Δημοσθένης θα παραμένει διακριτικά σχεδόν στο περιθώριο για να ρίχνει το φως σε όλους τους άλλους, κάτι που θα αποδειχθεί έως και τραγική ειρωνεία, αφού μ’ αυτόν τον τρόπο θα οδηγήσει, χωρίς να το γνωρίζει, τα ίδια αυτά τα φώτα ολότελα στο δικό του πρόσωπο.
Οι φλέβες του μυθιστορήματος διασταυρώνονται από σελίδα σε σελίδα μέσα στο σώμα της ιστορίας του, όπως και οι παράπλευρες πατημασιές του κάθε ήρωα, νεκρού ή ζωντανού, νεογέννητου, ή πρόγονου, που αφήνει ανίδεος τα αποτυπώματά του στους δρόμους της ζωής των άλλων.
Όλο και πολλαπλασιάζονται τα ερωτήματα όσο εξελίσσονται τα γεγονότα, όλο και μεγαλύτερα μυστικά βγαίνουν στο φως. Οι φλέβες φουσκώνουν και αποκτούν επώδυνο παλμό στη σκηνή της ανάγνωσης.
«Όλα συμβαίνουν γύρω από δύο αλλόκοτες κηδείες, μια απρόσμενη γέννηση και τρία διαδοχικά δείπνα, που επισφράγισαν τα γεγονότα αυτά. Παλιά κιτρινισμένα ψιλόχαρτα ξεθάβονται, ιστορίες ξεχασμένες ξεβράζονται, τόποι έρημοι και στιγματισμένοι ζωντανεύουν ξανά, οικογενειακά και κοινωνικά μυστικά ξεσφαλίζονται, άνθρωποι ξένοι αλλά και τόσο όμοιοι ανταμώνουν στης ζωής τους το διάβα. Οι αποκαλύψεις όμως, που έρχονται στο φως, αποδεικνύονται δυσβάσταχτες για τον Δημοσθένη και τη μικρή του ομήγυρη. Τόσο για τους γέροντες που αναμασούν μοιραία την κοινή φύτρα των πάντων, όσο και για τους νεότερους που ζουν τα συμβάντα για πρώτη φορά.»
Πρέπει να πεθάνουν όλα τα ψέματα για να γεννηθεί η αλήθεια, για να μεταμορφωθεί η πραγματικότητα;
Η Κατρίν που έφτασε στο νησί από το Βερολίνο για «να προσφέρει εθελοντική εργασία και να συνδράμει τους πρόσφυγες, που βγαίνανε μιλιούνια καθημερινά τότε από την απέναντι ακτή» μένει να αποκαλυφθεί για ποιόν παρασκηνιακό πραγματικό σκοπό επισκέφτηκε την άγνωστη πατρίδα.
Κι ο ξέπαπας Μιχάλης, το αυτο-αποκλεισμένο μέλος της τοπικής κοινωνίας, μέλλει να κατέχει το κλειδί της λύσης αυτού του υπόκωφου δράματος που αφορά όχι μόνο με κάποιον τρόπο όλους τους ήρωες, αλλά λαούς και κοινωνίες, που άθελά τους για πρώτη φορά αφουγκράζονται το άγνωστο κοινό παρελθόν τους.
Γιατί οι ήρωες προσπαθώντας να κατασκευάσουν το παρόν και το μέλλον τους, έρχονται αντιμέτωποι με την αναπόφευκτη ανακατασκευή του παρελθόντος τους. Γιατί τελικά όλα γίνονται για καλό, όταν τα όνειρα, οι επιδιώξεις, οι επιθυμίες, χαράζονται -και πολλές φορές ανατρέπονται- από το χθες.
Το τέλος θα αποβεί αναπάντεχο, αλλά δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, αφού σε αυτό το μυθιστόρημα, όλα αρχίζουν κι όλα τελειώνουν για καλό και πιο ώριμος από ποτέ ο συγγραφέας, μάς το υπογράφει.-
«Δεν προκάναμε όμως να πούμε πολλά γιατί σκουντουφλήσαμε και οι δυο μαζί απάνω στον Μουεζίν, που μόλις εκείνη την ώρα τον είχανε ξεβράσει τα κύματα. Φρεσκοπνιγμένος φαινότανε. Ξυλιασμένος και άκαμπτος ήτανε, σαν σανίδα. Βγάλαμε τότε και οι δυο από μια πνιχτή κραυγή, σαν καταλάβαμε τι μας έλαχε μες στα πόδια μας. Στο λεφτό η Κατρίν, με μια ψυχραιμία γερμανική μού έγνεψε ησυχία και γονάτισε σβέλτα πλάι στον πνιγμένο. Έπιασε να τον ψαχουλεύει με κινήσεις πεταχτές, να χώνει τα χέρια της μέσα στις τσέπες του και να τον ερευνά από πάνω ίσαμε κάτω. Σαν να είχε περάσει κάποια εκπαίδευση ειδική προτού να έρθει εδώ. Εγώ την κοιτούσα σαν παραλυμένος και δεν ανάπνεα καν, για να μην τρίξουνε τα λιλάδια κάτω από τα παπούτσια μου. Από την εσωτερική τσέπη του μπουφάν του τράβηξε μια θήκη πλαστική. Είχε μέσα την ταυτότητά του και το δίπλωμα της οδήγησης. Έριξε δυο πεταχτές ματιές ολόγυρα και αφουγκράστηκε σαν αγρίμι την ατμόσφαιρα, μην τυχόν και φάνηκε κάνα κοράκι απάνω στον λόφο. Σαν σιγουρεύτηκε ότι ήμαστε ολομόναχοι, έβγαλε τον μικρό φακό από την τσέπη της και έφεξε τα χαρτιά. Ήτανε πράγματι πολύ όμορφη, όπως την ξαναείδα στο φέγγος του».
—
Ο Γιάννης Μακριδάκης (akridaki@gmail.com - yiannismakridakis.gr)γεννήθηκε το 1971 στη Χίο και σπούδασε μαθηματικά. Από το 1997, που ίδρυσε το Κέντρο Χιακών Μελετών με σκοπό την έρευνα, αρχειοθέτηση, μελέτη και διάδοση των τεκμηρίων της Χίου, οργάνωνε τα ερευνητικά και εκπαιδευτικά προγράμματα του Κέντρου, επιμελούνταν τις εκδόσεις του και διηύθυνε το τριμηνιαίο περιοδικό «Πελινναίο» έως το 2011.
Κατόπιν άφησε τις πόλεις και μετακόμισε για μόνιμη διαμονή στην Βολισσό της ΒΔ Χίου. Εκεί, στράφηκε προς την φυσική καλλιέργεια της γης και έγινε παρατηρητής της αργής αβίαστης φυσικής ανάπτυξης. Ίδρυσε το Απλεπιστήμιο Βολισσού, μέσα από το οποίο διοργανώνει σεμινάρια φυσικής καλλιέργειας και πολιτικής στάσης ζωής με γνώμονα τον αντικαταναλωτισμό, την αποανάπτυξη και την πορεία της ανθρωπότητας προς την μετακαταναλωτική εποχή. Επίσης δημιούργησε το Σπίτι της Λογοτεχνίας στη Βολισσό και διοργανώνει λογοτεχνικά εργαστήρια.
Πολιτικά και φιλοσοφικά του κείμενα έχουν δημοσιευτεί στον διεθνή τύπο, έντυπο και ηλεκτρονικό στα γαλλικά, ισπανικά, ολλανδικά, σουηδικά, γερμανικά, αγγλικά.Έχει γράψει τα βιβλία:
Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι· όλοι . Χιώτες πρόσφυγες και στρατιώτες στη Μέση Ανατολή: Μαρτυρίες 1941 – 1946 (εκδ. Κ.Χ.Μ., Πελινναίο 2006 και εκδ. Εστία 2010).
10.516 μέρες : Ιστορία της νεοελληνικής Χίου 1912 -1940, ιστορικό αφήγημα (εκδ. Κ.Χ.Μ., Πελινναίο 2007).
Το πρώτο μυθιστόρημά του Ανάμισης ντενεκές (Eστία 2008) κυκλοφόρησε τον επόμενο χρόνο (2009) και στα τουρκικά με τίτλο Bir bucuk teneke (εκδόσεις Senocak 2009). Το 2015 ανέβηκε στο θέατρο σε σκηνοθεσία Μαρίας Αιγινίτου.
Η δεξιά τσέπη του ράσου , νουβέλα (Εστία 2009).
Ήλιος με δόντια , μυθιστόρημα (Εστία 2010), το οποίο ανέβηκε στο θέατρο (2012) σε σκηνοθεσία Βασίλη Βασιλάκη.
Λαγού μαλλί , νουβέλα (Εστία 2010).
Η άλωση της Κωσταντίας , μυθιστόρημα (Εστία 2011), το οποίο ανέβηκε στο θέατρο (2012) σε σκηνοθεσία Χρήστου Βαλαβανίδη. Κυκλοφόρησε στα Γαλλικά με τίτλο La chute de Constantia (εκδόσεις S. Wespieser 2015).
Το ζουμί του πετεινού , νουβέλα (Εστία 2012).
Του Θεού το μάτι , νουβέλα (Εστία 2013).
Αντί στεφάνου , (Εστία 2015).
Η πρώτη φλέβα , νουβέλα (Εστία 2016).
Το νέο του μυθιστόρημα Όλα για καλό , μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Εστία.
March 13, 2017
Μαρτυρία τροφίμου Λωβοκομείου Χίου
Το Λωβοκομείο, ο Ψυχάρης και το τετράστιχο ενός «Μαλιαρού»
Με πολύ μεγάλη επιτυχία ολοκληρώθηκε το διήμερο εκδηλώσεων του Φιλοτεχνικού Ομίλου Χίου για την ιστορία και την ανθρώπινη διάσταση του Λωβοκομείου Χίου

Η πρόεδρος του Φιλοτεχνικού κα Βασιλακάκη, ο αντιπρόεδρος κ. Καραμουσλής και ο Γιάννης Μακριδάκης

Η κατάμεστη αίθουσα συνεδρίων του Ομηρείου
Η αίθουσα συνεδρίων του Ομηρείου Πνευματικού Κέντρου Χίου αποδείχθηκε μικρή για να χωρέσει όλους όσους επιθυμούσαν να παρακολουθήσουν το Σάββατο την παρουσίαση του ηχητικού ντοκουμέντου με τη μαρτυρία μιας τροφίμου του ιδρύματος, που είχε καταγράψει ο Γιάννης Μακριδάκης το 2010. Άγνωστες πτυχές της καθημερινότητας των χανσενικών ξετυλίχθηκαν καθώς η κα Γεωργία εξιστορούσε τις αναμνήσεις της από τη ζωή της στο Λωβοκομείο στο Γιάννη Μακριδάκη, σε ένα ηχητικό ντοκουμέντο 38 λεπτών από το οποίο δεν έλειψαν τα κουτσομπολιά και τα πικάντικα σχόλια προκαλώντας γέλια στο ακροατήριο, αλλά και την αποχώρηση του εκπροσώπου της εκκλησίας από την αίθουσα.
Το ενδιαφέρον για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του Λωβοκομείου, κηρυγμένο μνημείο από το 2011, επιβεβαιώθηκε και την Κυριακή όπου δεκάδες πολίτες προσήλθαν στο χώρο του Λωβοκομείου, παρά το τσουχτερό κρύο, για να ξεναγηθούν στους χώρους και τις δύο εκκλησίες του ιδρύματος -Άγιος Λάζαρος και Αγία Υπακοή- από τον Θωμά Καραμουσλή. Παρών στην εκδήλωση ήταν και ο Γιάννης Μακριδάκης, ο οποίος υπενθύμισε στους παρευρισκόμενους μια ενδιαφέρουσα ιστορία, που στο παρελθόν είχε δημοσιεύσει στο Πελινναίο και στο 10.516 μέρες, ιστορία της νεοελληνικής Χίου.

Ο Θωμάς Καραμουσλής ξεναγεί στο Λωβοκομείο
To ιστορικό σημείωμα ενός «Μαλιαρού»
Ο Έλληνογάλλος γλωσσολόγος και λογοτέχνης Γιάννης Ψυχάρης κατέφθασε για τελευταία στη Χίο τον Αύγουστο του 1925, από το Παρίσι όπου διέμενε, με σκοπό να βρει το σημείο που ήθελε να γίνει η τελευταία του κατοικία. Επιθυμία του Ψυχάρη ήταν να ταφεί σε σημείο από το οποίο να “βλέπει” τα παράλια της Μικρασίας, και έτσι διάλεξε στην περιοχή “Αγιασμένος”, στην νότια είσοδο της πόλης, στην παραλία Μπέλα Βίστα, όπου σήμερα υπάρχει μια μικρή πλατεία και το άγαλμα του έφιππου Πλαστήρα. Αφού βρήκε λοιπόν το σημείο του τάφου του και το συμφώνησε με τους άρχοντες της πόλης Χίου, αφού πήγε και στα αγαπημένα του χωριά Πυργί και Λιθί, των οποίων τις ντοπιολαλιές κατέγραφε και μελετούσε, έφυγε ήσυχος να πεθάνει στο Παρίσι τον Σεπτέμβριο του 1929.
Μετά τον θάνατό του όμως οι Χίοι αιρετοί της πόλης αποφάσισαν ότι δεν είναι σωστό να τοποθετηθεί τάφος, στην βιτρίνα της πόλης και έτσι, όταν το 1931 ο επιφορτισμένος από τον ίδιο τον Ψυχάρη γλύπτης Δημητριάδης επικοινώνησε με τον Δήμο Χίου για να τελέσει την μεταφορά των οστών του στο νησί και να κατασκευάσει το ταφικό του μνημείο, εισέπραξε την άρνηση των αρχών να γίνει ο τάφος εκεί που είχε διαλέξει ο Ψυχάρης και την αντιπρόταση να γίνει ο τάφος εντός του νεοαναγειρόμενου τότε ναού της Ευαγγελίστριας. Ο Δημητριάδης φυσικά διαφώνησε υπερασπιζόμενος την επιθυμία του Ψυχάρη να “βλέπει” την Μικρασία και έτσι ήρθε άρον-άρον στο νησί, όπου συμμετείχε σε μία Επιτροπή που δημιούργησε ο Δήμαρχος Καλβοκορέσης και επέλεξαν όλοι μαζί την νέα τοποθεσία ανέγερσης του τάφου του Ψυχάρη, στο κτήμα Παπαλά, στην περιοχή της Δασκαλόπετρας, εκεί δηλαδή που βρίσκεται σήμερα και το 1932 μεταφέρθηκαν με επίσημη τελετή εδώ τα οστά του.
Στον τελευταίο οικίσκο του Λωβοκομείου υπάρχει γραμμένο με μολύβι στον τοίχο ένα σημείωμα κάποιου τροφίμου, ο οποίος υπογράφει ως “ένας Μαλλιαρός” και ειρωνεύεται εμφανώς τον Ψυχάρη, εξαιτίας ίσως του στρυφνού και υπεροπτικού χαρακτήρα του. «Μαλιαρή» από το 1900 έως περίπου το 1960 σήμαινε τη δημοτική γλώσσα -γλώσσα που θεωρείτο τότε λαϊκή και βάρβαρη.

Ο Γιάννης Μακριδάκης επιδεικνύει το σημείωμα στον τοίχο του τελευταίου οικίσκου του Λωβοκομείου
Γράφει λοιπόν ο τρόφιμος του Ιδρύματος:
Προς τον “μεγάλο δάσκαλο”
και σοφό
κ. Ψυχάρη
Έλειπες και δεν αξίζαμε, ήρθες και δεν φελούμε
πολύ θα σε παρακαλέσωμε, την πλάτη σου να ιδούμε
Επί τη υποδοχή
Ποιος ολίγο ποιος πολύ
όλοι οι Χιώτες ειν’ τρελοί
28/8/925
ένας Μαλλιαρός

Το σημείωμα του «Μαλιαρού». Ένα σημείωμα που πρέπει να τύχει κάποιας μέριμνας για να μην καταστραφεί από τον χρόνο, τους βανδαλισμούς και τις καιρικές συνθήκες.
Φωτογραφίες: Ισίδωρος Λοΐζος, Γιώργος Κάκαρης. Πληροφορίες Γιάννης Μακριδάκης.
Πηγή : Απλωταριά
Πρόταση επανάχρησης Λωβοκομείου Χίου
Μετά από το πρόσφατο διήμερο που οργανώσαμε με τον Φιλοτεχνικό, το αφιερωμένο στην ανθρώπινη διάσταση της Ιστορίας του Λωβοκομείου και με αφορμή την επικείμενη σύσκεψη που διοργανώνει η Μητρόπολη με θέμα τις δυνατότητες επανάχρησης του ιστορικού αυτού χώρου, θα ήθελα επιγραμματικά να καταθέσω μια πρόταση, η οποία φυσικά επιδέχεται ανάλυσης και ανάπτυξης, αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι σκοπός του παρόντος άρθρου.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο εδώ
Γιάννης Μακριδάκης's Blog
- Γιάννης Μακριδάκης's profile
- 60 followers
