Ύμνος εις την Ελευθερίαν, ο εθνικός ύμνος των Ελλήνων
Ο Ζακυνθινός ποιητής Διονύσιος Σολωμός (1798-1857) έγραψε το 1823, μεσούσης της Ελληνικής Επανάστασης, το ποίημα με τίτλο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν». Το ποίημα τυπώθηκε για πρώτη φορά στο Μεσολόγγι το 1824 και την ίδια χρονιά ο Φωριέλ το συμπεριέλαβε στη συλλογή των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών. Το ποίημα «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» συνδυάζει στοιχεία από τον ρομαντισμό αλλά και τον κλασικισμό και αποτελείται από 158 τετράστιχες στροφές.Ο ύμνος μελοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1828 από τον Κερκυραίο μουσικοσυνθέτη Νικόλαο Μάντζαρο (αργότερα ακολούθησαν και άλλες μελοποιήσεις από τον ίδιο). Οι δύο πρώτες στροφές του ποιήματος έχουν καθιερωθεί και επίσημα σαν ο Ελληνικός Εθνικός Ύμνος (της Ελλάδος από το 1865 και της Κύπρου από το 1966).Ολόκλορο το ποίημα:ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ
1Σε γνωρίζω από την κόψητου σπαθιού την τρομερή,σε γνωρίζω από την όψη,που με βιά μετράει τη γη.2Απ' τα κόκκαλα βγαλμένητων Ελλήνων τα ιερά,και σαν πρώτα ανδρειωμένη,χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!3Εκεί μέσα εκατοικούσεςπικραμένη, εντροπαλή,κι ένα στόμα ακαρτερούσες,έλα πάλι, να σου πει.4Άργειε νάρθει εκείνη η μέρα,κι ήταν όλα σιωπηλά,γιατί τάσκιαζε η φοβέρακαι τα πλάκωνε η σκλαβιά.5Δυστυχής! Παρηγορίαμόνη σου έμενε, να λεςπερασμένα μεγαλεία,και διηγώντας τα να κλαις.6Και ακαρτέρει, και ακαρτέρειφιλελεύθερη λαλιά,ένα εκτύπαε τ' άλλο χέριαπό την απελπισιά.7Κι έλεες: πότε, α! πότε βγάνωτο κεφάλι απ' τις ερμιές;Και αποκρίνοντο από πάνωκλάψες, άλυσες, φωνές!8Τότ' εσήκωνες το βλέμμαμες στα κλάματα θολό,και εις το ρούχο σου έσταζ' αίμα,πλήθος αίμα Ελληνικό.9Με τα ρούχα αιματωμένα,ξέρω ότι έβγαινες κρυφά,να γυρεύεις εις τα ξέναάλλα χέρια δυνατά.10Μοναχή το δρόμο επήρες,εξανάλθες μοναχή.Δεν είν' εύκολες οι θύρες,εάν η χρεία τες κρουταλεί.11Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια,αλλ' ανάσασι καμμιά.Άλλος σου έταξε βοήθεια,και σε γέλασε φρικτά!12Άλλοι, ωιμέ! στη συφορά σουοπού εχαίροντο πολύ,σύρε να βρεις τα παιδιά σου,σύρε, ελέγαν οι σκληροί.13Φεύγει οπίσω το ποδάρι,και ολογλήγορο πατείή την πέτρα, ή το χορτάρι,που την δόξα σου ενθυμεί.14Ταπεινότατη σου γέρνειη τρισάθλια κεφαλή,σαν φτωχού που θυροδέρνει,κι είναι βάρος του η ζωή.15Ναι. Αλλά τώρα αντιπαλεύεικάθε τέκνο σου με ορμή,που ακατάπαυστα γυρεύειή τη νίκη, ή τη θανή.16Απ' τα κόκκαλα βγαλμένητων Ελλήνων τα ιερά,και σαν πρώτα ανδρειωμένηχαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!17Μόλις είδε την ορμή σουο ουρανός, που για τ'ς εχθρούςεις την γη την μητρική σουέτρεφ' άνθια και καρπούς,18εγαλήνευσε. Και εχύθηκαταχθόνια μία βοή,και του Ρήγα σου απεκρίθηπολεμόκραχτη η φωνή.19Όλοι οι τόποι σου σ' εκράξανχαιρετώντας σε θερμά,και τα στόματα εφωνάξανόσα αισθάνετο η καρδιά.20Εφωνάξανε ως τ' αστέριατου Ιονίου και τα νησιά,και εσηκώσανε τα χέριαγια να δείξουνε χαρά.21Μ' όλον που ναι αλυσωμένοτο καθένα τεχνικά,και εις το μέτωπο γραμμένοέχει: Ψεύτρα Ελευθεριά.22Γκαρδιακά χαροποιήθηκαι του Βάσιγκτον η γη,και τα σίδερα ενθυμήθηπου την έδεναν και αυτή.23Απ' τον πύργο του φωνάζει,σα να λέει σε χαιρετώ,και την χήτη του τινάζειτο Λεοντάρι το Ισπανό.24Ελαφιάσθη της Αγγλίαςτο θηρίο, και σέρνει ευθύςκατά τ' άκρα της Ρουσίαςτα μουγκρίσματα τ'ς οργής.25Εις το κίνημά του δείχνει,πως τα μέλη είν' δυνατά.Και στου Αιγαίου το κύμα ρίχνειμια σπιθόβολη ματιά.26Σε ξανοίγει από τα νέφηκαι το μάτι του Αετού,που φτερά και νύχια θρέφειμε τα σπλάχνα του Ιταλού.27Και σ' εσέ καταγυρμένος,γιατί πάντα σε μισεί!έκρωζ', έκρωζε ο σκασμένος,να σε βλάψει αν ημπορεί.28Άλλο εσύ δεν συλλογιέσαιπάρεξ που θα πρωτοπάς.Δεν μιλείς, και δεν κουνιέσαιστες βρισιές οπού αγροικάς.29Σαν τον βράχον οπού αφήνεικάθε ακάθαρτο νερόεις τα πόδια του να χύνειευκολόσβηστον αφρό,30οπού αφήνει ανεμοζάλη,και χαλάζι, και βροχή,να του δέρνουν την μεγάλη,την αιώνια κορυφή.31Δυστυχιά του, ω δυστυχιά του,οποιανού θέλει βρεθείστο μαχαίρι του αποκάτου,και σ' εκείνο αντισταθεί.32Το θηρίο π' αναλογιέται,πως του λείπουν τα μικρά,περιορίζεται, πετιέται,αίμα ανθρώπινο διψά.33Τρέχει, τρέχει όλα τα δάση,τα λαγκάδια, τα βουνά,και όπου φθάση, όπου περάση,φρίκη, θάνατος, ερμιά.34Ερμιά, θάνατος, και φρίκη,όπου επέρασες κι εσύ.Ξίφος έξω από την θήκη,πλέον ανδρείαν σου προξενεί.35Ιδού εμπρός σου ο τοίχος στέκειτης αθλίας Τριπολιτσάς.Τώρα τρόμου αστροπελέκινα της ρίξεις πεθυμάς.36Μεγαλόψυχο το μάτιδείχνει, πάντα όπως νικεί,και ας είν' άρματα γεμάτη,και πολέμιαν χλαλοή.37Σου προβαίνουνε και τρίζουν,για να ιδείς πως είν' πολλά.Δεν ακούς που φοβερίζουνάνδρες μύριοι και παιδιά;38Λίγα μάτια, λίγα στόματαθα σας μείνουνε ανοιχτά,για να κλαύσετε τα σώματα,που θε να βρει η συμφορά.39Κατεβαίνουνε, και ανάφτειτου πολέμου αναλαμπή.Το τουφέκι ανάβει, αστράφτει,λάμπει, κόφτει το σπαθί.40Γιατί η μάχη εστάθη ολίγη;Λίγα τα αίματα γιατί;Τον εχθρό θωρώ να φύγει,και στο κάστρο ν' ανεβεί.41Μέτρα… είν' άπειροι οι φευγάτοι,οπού φεύγουν δειλιούν.Τα λαβώματα στην πλάτηδέχοντ' ώστε ν' ανεβούν.42Εκεί μέσ' ακαρτερείτετην αφεύγατη φθορά.να, σας φθάνει. Αποκριθείτεστης νυκτός τη σκοτεινιά.43Αποκρίνονται, και η μάχηέτσι αρχίζει, οπού μακριάαπό ράχη εκεί σε ράχηαντιβούιζε φοβερά.44Ακούω κούφια τα τουφέκια,ακούω σμίξιμο σπαθιών,ακούω ξύλα, ακούω πελέκια,ακούω τρίξιμο δοντιών.45Α! τι νύκτα ήταν εκείνη,που την τρέμει ο λογισμός;Άλλος ύπνος δεν εγίνηπάρεξ θάνατου πικρός.46Της σκηνής η ώρα, ο τόποςοι κραυγές, η ταραχήο σκληρόψυχος ο τρόποςτου πολέμου, και οι καπνοί,47και οι βροντές και το σκοτάδι,οπού αντίσκοφτε η φωτιά,επαράσταιναν τον άδηπου ακαρτέρευε τα σκυλιά.48Τ' ακαρτέρειε. - Εφαίνοντ' ίσκιοιαναρίθμητοι γυμνοί,κόρες, γέροντες, νεανίσκοι,βρέφη ακόμη εις το βυζί.49Όλη μαύρη μυρμηγιάζει,μαύρη η εντάφια συντροφιά,σαν το ρούχο οπού σκεπάζειτα κρεββάτια τα στερνά.50Τόσοι, τόσοι ανταμωμένοιεπετιούντο από την γη,όσοι ειν' άδικα σφαγμένοιαπό τούρκικην οργή.51Τόσα πέφτουνε τα θερι-σμένα αστάχια εις τους αγρούς.Σχεδόν όλα εκειά τα μέρηεσκεπάζοντο απ' αυτούς.52Θαμποφέγγει κανέν' άστρο,και αναδεύοντο μαζί,αναβαίνοντας το κάστρομε νεκρώσιμη σιωπή.53Έτσι χάμου εις την πεδιάδα,μες στο δάσος το πυκνό,όταν στέλνει μίαν αχνάδαμισοφέγγαρο χλωμό,54εάν οι άνεμοι μες στ' άδειατα κλαδιά μουγκοφυσούν,σειούνται, σειούνται τα μαυράδια,οπού οι κλώνοι αντικτυπούν.55Με τα μάτια τους γυρεύουν,όπου είν' αίματα πηχτά,και μες στ' αίματα χορεύουνμε βρυχίσματα βραχνά.56Και χορεύοντας μανίζουνεις τους Έλληνας κοντά,και τα στήθια τους εγγίζουνμε τα χέρια τα ψυχρά.57Εκειό το έγγισμα πηγαίνειβαθειά μες στα σωθικά,όθεν όλη η λύπη βγαίνει,και άκρα αισθάνονται ασπλαχνιά.58Τότε αυξαίνει του πολέμουο χορός τρομακτικά,σαν το σκόρπισμα του ανέμουστου πελάου τη μοναξιά.59Κτυπούν όλοι απάνου κάτου.Κάθε κτύπημα που εβγήείναι κτύπημα θανάτου,χωρίς να δευτερωθεί.60Κάθε σώμα ιδρώνει, ρέει.Λες και εκείθεν η ψυχή,απ' το μίσος που την καίει,πολεμάει να πεταχθεί!61Της καρδιάς κτυπίες βροντάνεμες στα στήθια τους αργά,και τα χέρια οπού χουμάνεπερισσότερο είν' γοργά.62Ουρανός γι' αυτούς δεν είναι,ουδέ πέλαγο, ουδέ γη.Γι' αυτούς όλους το παν είναιμαζωμένο αντάμα εκεί.63Τόση η μάνητα και η ζάλη,που στοχάζεται, μη πωςαπό μια μεριά κι απ' άλληδεν μείνει ένας ζωντανός.64Κοίτα χέρια απελπισμέναπως θερίζουνε ζωές!Χάμου πέφτουνε κομμέναχέρια, πόδια, κεφαλές,65και παλλάσκες, και σπαθιά,με ολοσκόρπιστα μυαλά,και με ολόσχιστα κρανίασωθικά λαχταριστά.66Προσοχή καμμία δεν κάνεικανείς, όχι, εις την σφαγή.Πάνε πάντα εμπρός! Ω! φθάνει,φθάνει. Έως πότε οι σκοτωμοί;67Ποιος αφήνει εκεί τον τόπο,πάρεξ όταν ξαπλωθεί;Δεν αισθάνονται τον κόπο,και λες κι είναι εις την αρχή.68Ολιγόστευαν οι σκύλοι,και Αλλά εφώναζαν, Αλλά.Και των Χριστιανών τα χείληφωτιά εφώναζαν, φωτιά.69Λεονταρόψυχα εκτυπιούντο,πάντα εφώναζαν φωτιά,και οι μιαροί κατασκορπιούντο,πάντα σκούζοντας Αλλά.70Παντού φόβος και τρομάρα,και φωνές και στεναγμοί.Παντού κλάψα, παντού αντάρα,και παντού ξεψυχισμοί.71Ήταν τόσοι! Πλέον το βόλιεις τ' αυτιά δεν τους λαλεί.Όλοι χάμου εκείτοντ' όλοιεις την τέταρτην αυγή.72Σαν ποτάμι το αίμα εγίνη,και κυλάει στην λαγκαδιά,και τ' αθώο χόρτο πίνει,αίμα αντίς για τη δροσιά.73Της αυγής δροσάτο αγέρι,δεν φυσάς τώρα εσύ πλιοστων ψευδόπιστων το αστέριφύσα, φύσα εις το ΣΤΑΥΡΟ.74Απ' τα κόκκαλα βγαλμένητων Ελλήνων τα ιερά,και σαν πρώτα ανδρειωμένη,χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!75Της Κορίνθου ιδού και οι κάμποι.Δεν λάμπ' ήλιος μοναχάεις τους πλάτανους, δεν λάμπειεις τ' αμπέλια, εις τα νερά.76Εις τον ήσυχον αιθέρατώρα αθώα δεν αντηχείτα λαλήματα η φλογέρα,τα βελάσματα το αρνί.77Τρέχουν άρματα χιλιάδες,σαν το κύμα εις το γιαλό.Αλλ' οι ανδρείοι παλληκαράδεςδεν ψηφούν τον αριθμό.78Ω τρακόσιοι! σηκωθείτεκαι ξανάλθετε σ' εμάς.τα παιδιά σας θέλ' ιδήτεπόσο μοιάζουνε με σας.79Όλοι εκείνοι τα φοβούνται,και με πάτημα τυφλόεις την Κόρινθο αποκλειούνται,κι όλοι χάνονται απ'εδώ.80Στέλνει ο άγγελος του ολέθρουπείνα και θανατικό,που με σχήμα ενός σκελέθρουπερπατούν αντάμα οι δυο.81Και πεσμένα εις τα χορτάριααπεθαίνανε παντούτα θλιμμένα απομεινάριατης φυγής και του χαμού.82Και εσύ αθάνατη, εσύ θεία,όπου ό,τι θέλεις ημπορείς,εις τον κάμπο, Ελευθερία,ματωμένη περπατείς!83Στη σκιά χεροπιασμένεςστη σκιά βλέπω κι εγώκρινοδάχτυλες παρθένεςόπου κάνουνε χορό.84Στο χορό γλυκογυρίζουνωραία μάτια ερωτικά,και εις την αύρα κυματίζουνμαύρα, ολόχρυσα μαλλιά.85Η ψυχή μου αναγαλλιάζει,πως ο κόρφος καθεμιάςγλυκοβύζαστο ετοιμάζειγάλα ανδρείας, και ελευθεριάς.86Μεσ' στα χόρτα στα λουλούδιατο ποτήρι δεν βαστώ.Φιλελεύθερα τραγούδιασαν τον Πίνδαρο εκφωνώ.87Απ' τα κόκκαλα βγαλμένητων Ελλήνων τα ιερά,και σαν πρώτα ανδρειωμένη,χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!88Πήγες εις το Μεσολόγγιτην ημέρα του Χριστού,μέρα που άνθισαν οι λόγγοι,και το τέκνο του Θεού.89Σου ήλθε εμπρός λαμποκοπώνταςη Θρησκεία μ' ένα σταυρό,και το δάκτυλο κινώνταςόπου ανεί τον ουρανό,90σ' αυτό, εφώναξε, το χώμαστάσου ολόρθη, Ελευθεριά.και φιλώντας σου το στόμαμπαίνει μες' στην εκκλησιά.91Εις την τράπεζα σιμώνει,και στο σύγνεφο το αχνόγύρω γύρω της πυκνώνειπου σκορπάει το θυμιατό.92Αγροικάει την ψαλμωδία,οπού εδίδαξεν αυτή.Βλέπει την φωταγωγίαστους Αγίους εμπρός χυτή.93Ποιοι είν' αυτοί που πλησιάζουνμε πολλή ποδοβολή,κι άρματ' άρματα ταράζουν;Επετάχτηκες Εσύ.94Α! το φως που σε στολίζει,σαν ηλίου φεγγοβολή,και μακρόθεν σπινθηρίζει,δεν είναι, όχι, από τη γη.95Λάμψιν έχει όλη φλογώδη,χείλος, μέτωπο, οφθαλμός.Φως το χέρι, φως το πόδικι όλα γύρω σου είναι φως.96Το σπαθί σου ανασηκώνεις,τρία πατήματα πατάς,σαν τον πύργο μεγαλώνεις,και εις το τέταρτο κτυπάς.97Με φωνή που καταπείθει,προχωρώντας ομιλείς."Σήμερ' άπιστοι, εγεννήθη,ναι του κόσμου ο Λυτρωτής.98Αυτός λέγει… Αφογκρασθείτε.Εγώ είμ' Άλφα, Ωμέγα εγώ.Πέστε που θ' αποκρυφθείτεεσείς όλοι, αν οργισθώ;99Φλόγα ακοίμητην σας βρέχω,που μ' αυτήν αν συκριθείκείνη η κάτω οπού σας έχωσαν δροσιά θέλει βρεθεί.100Κατατρώγει, ωσάν την Σχίζα,τόπους άμετρα υψηλούς,χώρες, όρη, από τη ρίζα,ζώα, και δένδρα, και θνητούς.101Και το παν το κατακαίει,και δεν σώζεται πνοή,πάρεξ του άνεμου που πνέειμες στη στάχτη τη λεπτή".102Κάποιος ήθελε ερωτήσει:Του θυμού του είσαι αδελφή;Ποίος είν' άξιος να νικήσει,ή με σε να μετρηθεί;103Η γη αισθάνεται την τόσητου χεριού σου ανδραγαθιά,που όλη θέλει θανατώσει,την μισόχριστη σπορά.104Την αισθάνονται, και αφρίζουντα νερά και τ' αγροικώδυνατά να μουρμουρίζουνσαν να ρυάζετο θηριό.105Κακορίζικοι, που πάτετου Αχελώου μες στη ροή,και πιδέξια πολεμάτεαπό την καταδρομή.106Να αποφύγετε! το κύμαέγινε όλο φουσκωτό.εκεί ευρήκατε το μνήμα,πριν να ευρήτε αφανισμό.107Βλασφημάει, σκούζει, μουγγρίζεικάθε λάρυγγας εχθρού,και το ρεύμα γαργαρίζειτες βλασφήμιες του θυμού.108Σφαλερά τετραποδίζουνπλήθος άλογα, και ορθάτρομασμένα χλιμιντρίζουνκαι πατούν εις τα κορμιά.109Ποιος στον σύντροφον απλώνειχέρι, ωσάν να βοηθηθεί;Ποιος την σάρκα του δαγκώνειόσο οπού να νεκρωθεί;110Κεφαλές απελπισμένες,με τα μάτια πεταχτά,κατά τ' άστρα σηκωμένεςγια την ύστερη φορά.111Σβήεται - αυξαίνοντας η πρώτητου Αχελώου νεροσυρμή -το χλιμίντρισμα και οι κρότοι,και του ανθρώπου οι γογγυσμοί.112Έτσι ν' άκουα να βουίξειτον βαθύν Ωκεανό,και εις το κύμα του να πνίξεικάθε σπέρμα Αγαρηνό.113Και εκεί που ναι η Αγία Σοφία,μες στους λόφους τους επτά,όλα τ' άψυχα κορμία,βραχοσύντριφτα, γυμνά,114σωριασμένα να τα σπρώξειη κατάρα του Θεού,κι απ' εκεί να τα μαζώξειο αδελφός του Φεγγαριού.115Κάθε πέτρα μνήμα ας γένει.Και η Θρησκεία, κι η Ελευθεριάμ' αργοπάτημα ας πηγαίνειμεταξύ τους, και ας μετρά.116Ένα λείψανο ανεβαίνειτεντωτό, πιστομητό,κι άλλο ξάφνου κατεβαίνει,και δεν φαίνεται και πλιό.117Και χειρότερα αγριεύεικαι φουσκώνει ο ποταμός.Πάντα, πάντα περισσεύειπολυφλοίσβιμα και αφρός.118Α! γιατί δεν έχω τώρατην φωνή του Μωυσή;Μεγαλόφωνα, την ώραόπου εσβηούντο οι μισητοί,119τον Θεόν ευχαριστούσεστου πελάου τη λύσσα εμπρός.Και τα λόγια ηχολογούσεαναρίθμητος λαός.120Ακολουθάει την αρμονίαη αδελφή του Ααρών,η προφήτισσα Μαρία,μ' ένα τύμπανο τερπνόν,121και πηδούν όλες οι κόρεςμε τις αγκάλες ανοιχτές,τραγουδώντας, ανθοφόρες,με τα τύμπανα κι εκειές.122Σε γνωρίζω από την κόψητου σπαθιού την τρομερή,σε γνωρίζω από την όψηπου με βία μετράει τη γη.123Εις αυτήν είν' ξακουσμένο,δεν νικιέσαι εσύ ποτέ.Όμως, όχι, δεν είν' ξένοκαι το πέλαγο για σε.124Το στοιχείον αυτό ξαπλώνεικύματ' άπειρα εις τη γη,με τα οποία την περιζώνει,κι είν' εικόνα σου λαμπρή.125Με βρυχίσματα σαλεύειπου τρομάζει η ακοή.Κάθε ξύλο κινδυνεύεικαι λιμιώνα αναζητεί.126Φαίνετ' έπειτα η γαλήνηκαι το λάμψιμο του ηλιού,και τα χρώματα αναδίδειτου γλαυκότατου ουρανού.127Δεν νικιέσαι, είν' ξακουσμένο,στην θηράν εσύ ποτέ.Όμως, όχι, δεν είν' ξένοκαι το πέλαγο για σε.128Περνούν άπειρα τα ξάρτια,και σαν λόγγος στριμωχτάτα τρεχούμενα κατάρτια,τα ολοφούσκωτα πανιά.129Σε τες δύναμές σου σπρώχνεις,και αγκαλά δεν είν' πολλέςπολεμώντα, άλλα διώχνεις,άλλα παίρνεις, άλλα καις.130Με επιθύμια να τηράζειςδύο μεγάλα σε θωρώ,και θανάσιμον τινάζειςεναντίον τους κεραυνό.131Πιάνει, αυξάνει, κοκκινίζει,και σηκώνει μια βροντή,και το πέλαο χρωματίζειμε αιματόχροη βαφή.132Πνίγοντ' όλοι οι πολεμάρχοι,και δεν μνέσκει ένα κορμί,Χάρου, σκιά του Πατριάρχη,που σε πέταξαν εκεί.133Εκφυγόσμιγαν οι φίλοιμε τους εχθρούς τους τη Λαμπρή,και τους έτρεμαν τα χείλη,δίνοντάς τα εις το φιλί.134Κειές τες δάφνες, που εσκορπήστε,τώρα πλέον δεν τες πατεί,και το χέρι, όπου εφιλείστεπλέον, α! πλέον δεν ευλογεί.135Όλοι κλαύστε. Αποθαμένοςο αρχηγός της Εκκλησιάς.Κλαύστε, κλαύστε κρεμασμένοςωσάν να τάνε φονιάς.136Έχει ολάνοικτο το στόμαπ' ώρες πρώτα είχε γευθείτ' Άγιον Αίμα, τ' Άγιον Σώμα.λες πως θε να ξαναβγεί137η κατάρα που είχε αφήσειλίγο πριν να αδικηθεί,εις οποίον δεν πολεμήσει,και ημπορεί να πολεμεί.138Την ακούω, βροντάει, δεν παύειεις το πέλαγο, εις τη γη,και μουγκρίζοντας ανάβειτην αιώνιαν αστραπή.139Η καρδιά συχνοσπαράζει…πλην τι βλέπω; Σοβαράνα σωπάσω με προστάζειμε το δάκτυλο η θεά.140Κοιτάει γύρω εις την Ευρώπητρεις φορές μ' ανησυχιά.Προσηλώνεται κατόπιστην Ελλάδα, κι αρχινά.141"Παλληκάρια μου! οι πολέμοιγια σας όλοι είναι χαρά,και το γόνα σας δεν τρέμειστους κινδύνους εμπροστά.142Απ' εσάς απομακραίνεικάθε δύναμη εχθρική.Αλλ' ανίκητη μια μένειπου τες δάφνες σας μαδεί143μία, που όταν ωσάν λύκοιξαναρχόστενε ζεστοί,κουρασμένοι από τη νίκηαχ! τον νουν σας τυραννεί.144Η Διχόνοια που βαστάειένα σκήπτρο η δολερή.καθενός χαμογελάει,παρ' το, λέγοντας, και συ.145Κειό το σκήπτρο, που σας δείχνειέχει αλήθεια ωραία θωριά.Μην το πιάστε, γιατί ρίχνειεισέ δάκρυα θλιβερά.146Από στόμα οπού φθονάει,παλληκάρια, ας μην πωθεί,πως το χέρι σας κτυπάειτου αδελφού την κεφαλή.147Μην ειπούν στον στοχασμό τουςτα ξένα έθνη αληθινά.Εάν μισούνται ανάμεσά τουςδεν τους πρέπει Ελευθεριά.148Τέτοια αφήστενε φροντίδα.Όλο το αίμα οπού χυθείγια θρησκεία, και για πατρίδα,όμοιαν έχει την τιμή.149Στο αίμα αυτό, που δεν πονείτεγια πατρίδα, για θρησκειά,σας ορκίζω, αγκαλιασθείτε,σαν αδέλφια γκαρδιακά.150Πόσον λείπει, στοχασθείτε,πόσον ακόμα να παρθεί.Πάντα η νίκη, αν ενωθείτε,πάντα εσάς θ' ακολουθεί.151Ω ακουσμένοι εις την ανδρεία!καταστήστε ένα σταυρό,και φωνάξετε με μία:Βασιλείς, κοιτάξτ' εδώ.152Το σημείον που προσκυνάτεείναι τούτο, και γι' αυτόματωμένους μας κοιτάτεστον αγώνα τον σκληρό.153Ακατάπαυστα το βρίζουντα σκυλιά, και το πατούνκαι τα τέκνα του αφανίζουν,και την πίστη αναγελούν.154Εξ αιτίας του εσπάρθη, εχάθηαίμα αθώο χριστιανικό,που φωνάζει από τα βάθητης νυκτός : Να κδικηθώ.155Δεν ακούτε, εσείς εικόνεςτου Θεού, τέτοια φωνή;Τώρα επέρασαν αιώνες,και δεν έπαυσε στιγμή.156Δεν ακούτε; Εις κάθε μέροςσαν του Άβελ καταβοά.Δεν είν' φύσημα του αέροςπου σφυρίζει εις τα μαλλιά.157Τι θα κάμετε; Θ' αφήστενα αποκτήσωμεν εμείςΛευθερίαν, ή θα την λύστεεξ αιτίας πολιτικής;158Τούτο αν ίσως μελετάτε,ιδού, εμπρός σας, τον Σταυρό.Βασιλείς! ελάτε, ελάτε,και κτυπήσετε κι εδώ".
Διαβάστε επίσης:
- Τόμος αφιερωμένος στον Διονύσιο Σολωμό
Published on November 19, 2014 21:30
No comments have been added yet.


