Παρουσιάσεις στον Τύπο και στο Διαδίκτυο

Μαρία Κατσοπούλου για το artistbook. gr:

"Ένας φωτογράφος πτωμάτων στοιχειώνεται από τους νεκρούς που φωτογραφίζει. Ένα απόκοσμο ξέφωτο κι ένα δέντρο από ανθρώπινα μέλη. Ένας πίνακας που ζωντανεύει σε μια διαδραστική έκθεση. Ο φονιάς του Ηστ Εντ και το Έργο του σε μια μπαλάντα πέραν του Καλού και του Κακού. Η Μάσκα που φανερώνει την Γκριζόμαυρη Πόλη. Ένα αόρατο παιδί στοιχειώνει ένα σπίτι με μοναδική προσδοκία να δώσει και να πάρει αγάπη. Ένας υπήκοος από τους τόπους του Χάους που απολαμβάνει τα παιχνίδια. Μια αγάπη σκέτος εφιάλτης. Χωροχρονικά ταξίδια σε άπειρες διαδοχές. Έρωτας, αρρώστια και θάνατος στην Πρέβεζα. Η βία του Άουσβιτς και η εκδίκησή της. Το ξύπνημα της Πορφυρής Γυναίκας και το Παιδί του Φεγγαριού.
Στην συλλογή διηγημάτων “Camera Obscura” δώδεκα ιστορίες μπλέκονται περίτεχνα σε ένα εξαιρετικά ατμοσφαιρικό σύνολο, μεταδίδοντας άμεσα στον αναγνώστη το αίσθημα της αγωνίας και του δέους, κάτι που αποδεικνύει ότι μπορεί να υπάρξει ποιοτική λογοτεχνία τρόμου στην Ελλάδα. Φαντάσματα, βασανιστές, παρανοϊκοί φονιάδες και σκοτεινό sci-fi τύπου Cronenberg αναμειγνύονται με πραγματικά πρόσωπα της λογοτεχνίας και του αποκρυφισμού, δημιουργώντας ένα αριστουργηματικά ανατριχιαστικό σύνολο.
Ο Σταμάτης Λαδικός συστήνεται με επιτυχία στον λογοτεχνικό χώρο, με ένα βιβλίο που όχι μόνο δεν πέφτει στην παγίδα της μανιέρας, αλλά αντίθετα καλλιεργεί το προσωπικό του απόκοσμο ύφος διηγήσεων σε ένα φάσμα που κυμαίνεται από τον Τζακ τον Εντεροβγάλτη έως τον Αϊνστάιν και από τον Κώστα Καρυωτάκη έως τον Τζακ Πάρσονς. Έξυπνη και κοφτερή γραφή, ταλαντούχα πένα που σμίγει τον λυρισμό με τον ρεαλισμό προς ένα άψογο συγγραφικό αποτέλεσμα. Εν κατακλείδι, το “Camera Obscura” είναι ένα βιβλίο τρόμου που διαβάζεται μονορούφι, αφήνοντας ίχνη εθισμού: μετά θέλεις κι άλλο".



Ευθυμία Δεσποτάκη στο blog "Διαβάζοντας Το Βιβλίο Των Συμβάντων":

"Camera Obscura, Σταμάτης Λαδικός: Ένα χορταστικό βιβλίο. Ξεκινάει με γροθιά καταλήγει με γροθιά, ενδιαμέσως τρως ανάλογα ξύλο. Το ότι είχα διαβάσει κάποια από τα διηγήματα παλαιότερα, καθώς ο Σταμάτης τα ανέβαζε στο sff.gr, δε μείωσε καθόλου την αναγνωστική τους απόλαυση. Και μαντέψτε, η νέα τους εκδοχή δε με έκανε να τα εκτιμώ λιγότερο απ’ ό,τι τα εκτιμούσα όταν ήταν ακόμη σχετικά απαίδευτα. Αγάπησα την επιλογή των λέξεων, την κινηματογραφικότητα των εικόνων, το πιάσιμο στο στήθος από τον τρόμο. Έφερα το χέρι στο στόμα να κρατήσω κραυγή διαβάζοντας πόση αγάπη έχει να δώσει ένα στοιχειό και πόσο γρήγορα εξαφανίστηκαν τα παράξενα στάχυα κάτω από το κρεβάτι.
Σοβαρά παράπονα δε νομίζω ότι έχω. Ίσως μια επιλογή πειραματισμού στα τρία λιγότερο καλά διηγήματα της συλλογής. (Το όνειρο του Κρόνου, το Vice Versa και το Απλά περαστικός), με την έννοια ότι σε κάθε ένα από αυτά ο συγγραφέας πειραματίζεται με μια πτυχή της ιστορίας (ιδέα, αφήγηση, ατμόσφαιρα) και αφήνει τις άλλες να υπολείπονται.
Εκείνο όμως για το οποίο θα ήθελα να διαμαρτυρηθώ δημοσίως είναι η χρήση του καταπληκτικού ευρήματος της λέξης που καταβαίνει τις γραμμές του κειμένου σκαλωτά, ένα γράμμα τη φορά. Το αγάπησα βλέποντάς το στο Ripper’s Ballad στη λέξη «συνείδηση», αλλά όταν το ξανασυνάντησα στην Ωχρά Σπειροχαίτη σκέφτηκα ότι θα ήταν πολύ πιο εντυπωσιακό αν τα διηγήματα έμπαιναν με την ανάποδη σειρά. Το «βυθίζεται» θα μου έδειχνε το κόλπο και η «συνείδηση» θα έλεγε «σύμφωνα με το κόλπο που είδες προηγουμένως, σκέψου ότι και η συνείδηση μπορεί να βυθιστεί».
Σύνολο: 9 στα 10. Αν αυτό είναι το πρωτόλειο του Σταμάτη, τι νοστιμιές μάς έχει φυλαγμένες για το επόμενο;"


Κατερίνα Μαλακατέ στο blog ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ

"Τα δυο αρχικά διηγήματα της συλλογής διηγημάτων του Σταμάτη Λαδικού “camera obscura” μου φάνηκαν τυπικά για ιστορίες τρόμου, σα να είχα κάπου ξανακούσει την πλοκή. Όμως όσο οι ιστορίες διαδέχονταν η μια την άλλη μπήκα στο πνεύμα της γραφής του και μου άρεσε όλο και περισσότερο. Αυτά που ξεχώρισα έχω την αίσθηση πως ήταν αυτά που δεν στόχευαν αμιγώς στο να δημιουργήσουν εφιάλτες, αλλά στη διαστροφή της ίδιας της πλοκής.

Τα αγαπημένα μου είναι:

«Το Όνειρο του Κρόνου», όπου μια ομάδα φοιτητών φτιάχνει μια μηχανή που μπορεί να σε οδηγήσει μέσα σε έναν πίνακα σα να ήταν ζωντανός. Μόνο που μια τέτοια μάσκα σε συνδυασμό με τη φαντασία ενός καλλιτέχνη μπορεί να φέρει αναπάντεχα αποτελέσματα.

«Το Στοίχειωμα» που αδικείται από τον τίτλο του, γιατί αυτό το Κάτι που πλησιάζει το σπίτι κι «έχει τόση αγάπη να δώσει, τόση να πάρει» δεν είναι ένα κοινό φάντασμα του συρμού αλλά κάτι πιο ύπουλο

και το «Vice Versa» όπου παρακολουθούμε δυο ιστορίες, δυο διαφορετικές αγριότητες σε δυο πολέμους, το 1943 στον 2ο Παγκόσμιο και το 1991 στην Γιουγκοσλαβία σχεδόν πλάνο πλάνο.

Η γραφή του Σταμάτη Λαδικού δεν έχει πουθενά αμηχανίες, τα χάσματα στην πλοκή μάλλον προσθέτουν παρά αφαιρούν στη γοητεία της κι εγώ προσωπικά πιστεύω πως θα αδικηθεί αν μείνει φανατικά στην κατηγορία τρόμου. Κάποια από τα διηγήματά του είχαν κι άλλα να πουν, ίσως εμπεριείχαν και το σπέρμα για μια μεγαλύτερη ιστορία".


Δημήτρης Αργασταράς για την Bookpress

"Το Camera Obscura (Momentum, 2012) είναι η πρώτη λογοτεχνική εμφάνιση του Σταμάτη Λαδικού, η οποία περιλαμβάνει 12 ιστορίες, όλες στο είδος του τρόμου, που διατρέχουν όμως διαφορετικές αποχρώσεις του – υπαινικτικός τρόμος, σουρεαλιστικοί εφιάλτες, ψυχολογικός πόνος, κοσμικό δέος. Ο Λαδικός δείχνει όχι μόνο να κινείται με άνεση στα διαφορετικά πλαίσια των ιστοριών του, αλλά και να κατέχει ευρύτερους λογοτεχνικούς ορίζοντες που του επιτρέπουν να γίνεται πολυσυλλεκτικός και να αυξάνει την πολυπλοκότητα των ιστοριών του.

Στις σελίδες του βιβλίου θα διαβάσουμε για έναν νεκρόφιλο φωτογράφο που στοιχειώνεται από τα παράδοξα μοντέλα του, για ένα μυστηριώδες ξέφωτο που αιχμαλωτίζει τις συνειδήσεις των ανθρώπων, για Μάσκες που ζωντανεύουν έργα τέχνης, για τον ίδιο τον Θάνατο που ταξιδεύει σε απομακρυσμένα χωριά, για τον Κώστα (Καρυωτάκη) που δεν ακολούθησε την Μαρία (Πολυδούρη) κι επέλεξε την αυτοκτονία, για την υλοποίηση μιας δαιμονικής στοιχειακής οντότητας στην δική μας διάσταση, κ.α.

Τα διηγήματα χαρακτηρίζονται από αφηγηματική άνεση, αναπαραστατική δεξιοτεχνία, υποβλητική ατμόσφαιρα και ωραίους διαλόγους. Μερικές ιστορίες – ευτυχώς λίγες – δίνουν την αίσθηση πως θα μπορούσαν να αναπτυχθούν περισσότερο, πως ο συγγραφέας βιάζεται να μας οδηγήσει στην αγωνιώδη συναισθηματική κορύφωση των ηρώων-θυμάτων του. Ωστόσο, ο Λαδικός διαθέτει το χάρισμα των εμπνευσμένων ιδεών και συνδυάζει ωραία την συνομιλία με τους μεγάλους του είδους με την ελευθερία της δικής του, καλλιεργημένης γραφής".


Ράνια Ιωάννου στον Ελεύθερο Τύπο

«Σημαδεύω ξανά. Έκρηξη. Ο κόσμος παγώνει. Η μηχανή μου γεμίζει με είδωλα. Είμαι επαγγελματίας φωτογράφος. Φωτογραφίζω τους Νεκρούς». Με αυτά τα αφοπλιστικά και κοφτερά λόγια, ο Σταμάτης Λαδικός μας εισάγει στον σκοτεινό κόσμο της συλλογής διηγημάτων «Camera Obscura» (Momentum, 2012).
Η συλλογή περιέχει δώδεκα ιστορίες τρόμου, διαφορετικές μεταξύ τους στιλιστικά και θεματολογικά, με κοινό ωστόσο άξονα την ευρηματικότητα του συγγραφέα και την έντονη υποβλητικότητα που χαρακτηρίζει τη γραφή του. Φαντάσματα που στοιχειώνουν τους ζώντες, έργα τέχνης που ζωντανεύουν σκορπίζοντας τον τρόμο, φιλοσοφικές και υπαρξιακές αναζητήσεις, παιχνίδια με τον χρόνο και αναφορές σε γνωστές προσωπικότητες αναμειγνύονται με έναν μοναδικό τρόπο, καθηλώνοντας τον αναγνώστη και ενισχύοντας το αίσθημα του δέους και του τρόμου.

Ο Σταμάτης Λαδικός, που κάνει την πρώτη του εμφάνιση στον λογοτεχνικό χώρο, αποδεικνύει ότι δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από άλλους καταξιωμένους συναδέρφους του καθώς δείχνει ικανός να χειριστεί με άνεση διάφορα είδη τρόμου. Ακροβατώντας ανάμεσα στον λυρισμό και το υπερφυσικό, αλλά και με μια δόση ρεαλισμού τόση όση χρειάζεται για να παρεισφρήσει ο τρόμος στο ασυνείδητό μας, η γραφή του Λαδικού υπόσχεται μια συναρπαστική κατάδυση στα άδυτα της σκοτεινής φαντασίας του ανθρώπινου νου.
Από τις δώδεκα ιστορίες ξεχώρισα τις εξής: «Camera Obscura», «Το ξέφωτο», «Ripper’s Ballad» και «Vice Versa», για διαφορετικούς λόγους τη καθεμία. Στην «Camera Obscura», που έδωσε το όνομά της και στη συλλογή, θαύμασα τον τρόπο με τον οποίο ο Λαδικός χειρίστηκε το θέμα-ταμπού της νεκροφιλίας μέσα από μια πρωτοπρόσωπη αφήγηση και τις εφιαλτικές διαστάσεις που του προσέδωσε. Στο «Ξέφωτο» πειραματίστηκε με τη δευτεροπρόσωπη αφήγηση, μία από τις πιο δύσκολες αφηγηματικές τεχνικές και μας χάρισε μία πολύ δυναμική ιστορία με πολυεπίπεδες αναγνώσεις, αντάξια των κλασικών ιστοριών ψυχολογικού τρόμου. Στο «Ripper’s Ballad», μια ιστορία για το δολοφόνο του Whitechapel του βικτοριανού Λονδίνου και το μυστηριώδες Έργο του, ο συγγραφέας πειραματίζεται με τη μορφή εισάγοντας το εύρημα των λέξεων που κατεβαίνουν σκαλωτά ανά γράμμα και ενισχύει έτσι την αναπαραστατικότητα της γραφής του. Στο τέταρτο κείμενο που ξεχώρισα, «Vice Versa», ο Λαδικός μας καλεί σε ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο σε δύο σκοτεινές ιστορικές περιόδους, στο Άουσβιτς του 1943 και τη Γιουγκοσλαβία του 1991, όπου παρακολουθούμε, άβολα ομολογουμένως, δύο σκηνές αγριότητας αναλογιζόμενοι ότι τελικά δεν υπάρχει τίποτα πιο «τρομερό» από τον τρόμο που γεννά η πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης.

Εν κατακλείδι, μπορεί η συλλογή «Camera Obscura» να είναι η πρώτη λογοτεχνική προσπάθεια του Σταμάτη Λαδικού, δεν υστερεί όμως σε τίποτα από άλλες αντίστοιχες παραγωγές του είδους. Φαίνεται ότι το παράτολμο εγχείρημα του δημιουργού να συνδυάσει σε μία συλλογή τόσο διαφορετικές ιστορίες, απέδωσε τελικά καρπούς και δικαίωσε το οποιοδήποτε ρίσκο. Όσο για τον αναγνώστη, αυτός μόνο νικητής μπορεί να βγει από την ανάγνωση των ιστοριών του Λαδικού, που θα τον ψυχαγωγήσουν αλλά και θα αποτελέσουν πρόσφορο έδαφος για προβληματισμό.


Ερατώ Κονδύλη στο Artplay.gr

Με την “Camera Obscura” από τις εκδόσεις Momentum στην φαρέτρα του ο Σταμάτης Λαδικός καταφέρνει να διεκδικεί επάξια μια υψηλή θέση ανάμεσα στους Έλληνες συγγραφείς τρόμου.

Ο Λαδικός εν αντιθέσει με τον Κέλλη και τον Κάουα, αποφεύγει σε μεγάλο βαθμό τις ακραίες εικόνες και την βία, αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν αφαιρεί από την γραφή του την ικανότητά της να σοκάρει ή να εμφυσάει γνήσιο τρόμο.

Στην συλλογή Camera Obscura, βρίσκουμε 12 ιστορίες που φλερτάρουν με τον τρόμο με τρόπο υπόγειο, με υπονοούμενα που παγώνουν το αίμα, με εικόνες που θα προτιμούσες να μην είχαν χαραχτεί στο μυαλό σου με τόσο ανεξίτηλο μελάνι. Στην μυθοπλασία του Λαδικού, οι νεκροί δεν γυρεύουν πάντα εκδίκηση, αλλά συντροφιά ή λίγη από την ζεστασιά των ζωντανών και ο κίνδυνος δεν ελλοχεύει μόνο στα σκοτεινά στενά αλλά και στα μαγευτικά δάση, σε σημείο μάλιστα να μην κινδυνεύεις τόσο από το να σε αρπάξουν από την ασφάλειά του σπιτιού σου, όσο από το να μην καταφέρεις να αντισταθείς στην πρόσκληση.
2 likes ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on September 26, 2013 13:58
No comments have been added yet.