Έμπονυ Βάργκας १ Οπισθόφυλλο
Την επόμενη εβδομάδα θα βρίσκεται στα βιβλιοπωλεία και μιας και δεν έχω αναρτήσει ακόμα το οπισθόφυλλο, το κάνω τώρα, προσθέτοντας κι ένα μικρό απόσπασμα που έχω ξεχωρίσει.
Όπως βλέπετε κι εσείς, η Έμπονυ Βάργκας κάνει την αρχή στην Λογοτεχνία του Φανταστικού των Εκδόσεων Ωκεανός και η τιμή αυτή είναι μεγάλη για εμένα, και η χαρά φυσικά, αφού μεγάλωσα με τα καλλίτερα, με τα πιο αξιόλογα έργα του Φανταστικού και συνεχίζω ακάθεκτα μέχρι και σήμερα.
Τελειώνοντας, θέλω να ευχαριστήσω κι από εδώ την εκδότριά μου κ. Ελένη Κεκροπούλου, που πιστεύει στις ιδέες μου ~ όσο τρελές κι αν ακούγονται ~ και με στηρίζει.
Απόψε θα ήταν μια αρκετά δύσκολη βραδιά και όφειλε να ξεριζώσει τουλάχιστον την μισή από την θλίψη που φύτρωνε σαν ψυχοφθόρο ζιζάνιο μέσα της. Είχε ανάγκη να ηρεμήσει και να φύγουν από πάνω της όλα όσα την βάραιναν. Ο μοναδικός τρόπος για να το κάνει αυτό, ήταν να πάρει το εβένινο βιολί από την κόκκινη βάση του και να παίξει με τις ώρες κάποια από τα αγαπημένα τραγούδια του Ζάγκρος. Ήθελε να αγγίξει το βιολί, να το κάνει να κλάψει και να κλάψει κι εκείνη μαζί του.
Χωρίς να το σκεφτεί δεύτερη φορά, σηκώθηκε από το ρωμαϊκού τύπου ανάκλιντρο, ανεμίζοντας με χάρη την μακριά, μαύρη δαντελωτή ρόμπα Vivienne Westwood που φορούσε και πήγε στην ξύλινη σάλα, που ήταν ειδικά διαμορφωμένη για τέτοιου είδους μελαγχολικές νύχτες.
Στην μέση του τεράστιου, σχεδόν άδειου δωματίου, βρισκόταν η βάση. Πήγε κοντά της και άγγιξε απαλά το σκληρό ξύλο του βιολιού. Το ίδιο απαλά το σήκωσε και το πήρε στα χέρια της.
Δεν είχε τολμήσει ποτέ να το φιλήσει, όσο κι αν το ήθελε απελπισμένα. Ακόμη και η παραμικρή υγρασία θα προξενούσε φθορές στο παμπάλαιο, πολύτιμο ξύλο, κάνοντάς το να διογκωθεί, επηρεάζοντας σημαντικά το παίξιμο.
Το ίδιο θα συνέβαινε αν δεν υπήρχε η κατάλληλη υγρασία, όπου το βιολί θα συρρικνωνόταν και απαίσια ραγίσματα θα εμφανίζονταν στο λούστρο του. Για την αποφυγή λοιπόν των υγρών και ξηρών συνθηκών, είχε τοποθετήσει στο δωμάτιο μετρητές υγρασίας που μετρούσαν την θερμοκρασία και την σχετική υγρασία του χώρου, προστατεύοντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο το σπάνιο αυτό μουσικό όργανο.
Κάθισε στο σκαμπό, εναποθέτοντας το βιολί στα πόδια της και πήρε το ρετσίνι για να το απλώσει πάνω στις τρίχες του δοξαριού. Το χέρι της, ξεκίνησε πρώτα από κάτω και μετά ανέβηκε σταδιακά προς τα πάνω, περνώντας με υπομονή όλες τις τρίχες.
Αυτή τή νύχτα είχε προτιμήσει κολοφώνιο Νέας Ζηλανδίας με προσθήκη ασημιού, θέλοντας να δώσει έναν οξύ και επιβλητικό ήχο στο παίξιμο, ίδιο και όμοιο με το ξέσπασμα ενός λαμπερού πυροτεχνήματος. Πράγμα το οποίο και θα κατάφερνε διπλά, μιας και το δοξάρι που είχε επιλέξει ήταν φτιαγμένο από 250 μαύρες τρίχες αλόγου. Οι λευκές ήταν οι ιδανικότερες για έναν ζεστό, γλυκό ήχο, αλλά όχι για απόψε. Απόψε, ήθελε να ενώσει την έντασή της με εκείνη του βιολιού κι αυτό θα γινόταν μόνο με το συγκεκριμένο δοξάρι.
Πήρε την αγαπημένη της στάση και το σαγόνι της άγγιξε τρυφερά το σώμα του βιολιού. Θα ξεκινούσε με μία παλιά, ρουμάνικη μελωδία, που πάνω σε αυτή βασίστηκε ο Ισπανός συνθέτης Πάμπλο Σαράσατε για να συνθέσει το μαγευτικό Zigeunerweisen, τους περίφημους Τσιγγάνικους Αέρηδες.
Έκλεισε τα μάτια, πήρε μία βαθιά ανάσα, την άφησε να βγει ήρεμα από μέσα της και αφέθηκε ελεύθερη. Το αριστερό της χέρι, έμπειρο έπειτα από εκατοντάδες χρόνια εξάσκησης, τράβηξε πίσω το δοξάρι και μία επιβλητική, παλλόμενη, θλιβερή μελωδία βγήκε από τις τέσσερις μαλακές χορδές και αντήχησε γλυκά σε όλη την αίθουσα.
Την ίδια ώρα, ο Ρεν πεταγόταν έντρομος από το κρεβάτι του, έχοντας ξυπνήσει από τον μελαγχολικό ήχο ενός τσιγγάνικου βιολιού. Μια ολοκάθαρη μελωδία που έλουζε τον χώρο, μία μελωδία πέρα από κάθε λογική εξήγηση, λες και κάποιος αόρατος βιρτουόζος μουσικός βρισκόταν μέσα στο δωμάτιο και έπαιζε ένα άγριο μοιρολόι αφιερωμένο μόνο σε εκείνον.


