Δράμα 1941: Mια παρεξηγημένη εξέγερση

Στις 28 Σεπτεμβρίου 1941 μια φούχτα τολμηροί επαναστάτες προχώρησαν σε ένα μοναδικό ηρωικό, αλλά άγνωστο στο ευρύ κοινό, εγχείρημα: άρπαξαν τα όπλα στον νομό Δράμας, ανατίναξαν το εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού, εξουδετέρωσαν τις βουλγαρικές δυνάμεις, κατέλαβαν δημαρχεία και αστυνομικά τμήματα και πήραν την εξουσία στα χέρια τους για λίγες ώρες, οργανώνοντας την πρώτη εξέγερση σε ολόκληρη την κατεχόμενη από τις δυνάμεις του Άξονα Ευρώπη. Οι βουλγαρικές αρχές κατοχής απάντησαν με ένα ολοκαύτωμα, με ένα πραγματικό λουτρό αίματος στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Τα επόμενα χρόνια η εξέγερση της Δράμας κατασυκοφαντήθηκε από πολλές πλευρές, άλλοτε ως «προβοκάτσια» και άλλοτε ως «υποκινούμενη», ρίχτηκε ο λίθος του αναθέματος στους πρωταγωνιστές της, και η υπόθεση θάφτηκε στα χρονοντούλαπα της Ιστορίας. Ο συγγραφέας, ιχνηλατώντας επί 35 χρόνια το ηρωικό αυτό κίνημα, ανασυνθέτει όλες τις ψηφίδες του. Και φέρνει στο φως άγνωστα στοιχεία, ντοκουμέντα και μαρτυρίες που τεκμηριώνουν απόλυτα την άποψη πως επρόκειτο για μια πρόωρη μεν, πλην όμως ηρωική επαναστατική ενέργεια. Η οποία συν τοις άλλοις συνέβαλε τα μέγιστα στη διατήρηση της ελληνικότητας της περιοχής τα δύσκολα εκείνα, πέτρινα χρόνια.Η σκληρή βουλγαρική κατοχήΛίγες μόλις μέρες μετά την κατάληψη της Ελλάδας από τα χιτλερικά στρατεύματα, οι Γερμανοί ανέθεσαν στη σύμμαχό τους Βουλγαρία, έπειτα από απαίτηση της φασιστικής κυβέρνησης της Σόφιας, τον στρατιωτικό έλεγχο της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Για το ζήτημα αυτό είχε προηγηθεί, την 1η Μαρτίου 1941 στη Βιέννη, η υπογραφή σχετικού πρωτοκόλλου μεταξύ του Βούλγαρου πρωθυπουργού Φίλοφ και του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών Φον Ρίμπεντροπ, παρουσία του ίδιου του Χίτλερ. Στον Φίλοφ επιδόθηκε επιστολή των Ρίμπεντροπ και Τσιάνο με τη διαβεβαίωση ότι η Βουλγαρία θα είχε έξοδο στο Αιγαίο μεταξύ των δέλτα των ποταμών Στρυμόνα και Έβρου.Απώτερος στόχος των ενεργειών της Σόφιας ήταν να πάρει η Βουλγαρία υπό την κατοχή της τα εδάφη που και πάλι είχε προσπαθήσει να κατακτήσει στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και τους Βαλκανικούς. Ήδη πριν από την έκρηξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου η βουλγαρική κυβέρνηση είχε διαπραγματευτεί με τις μεγάλες δυνάμεις, ζητώντας ανταλλάγματα προτού αποφασίσει να συνταχθεί με κάποιον από τους εμπολέμους. Η Σόφια πιο συγκεκριμένα απαιτούσε την αναθεώρηση προς όφελός της της συνθήκης του Νεϊγύ του 1919. Επιπλέον διεκδικούσε την ελληνική και τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, υποστηρίζοντας ότι της ανήκαν τόσο εθνολογικά όσο και ιστορικά.

Στο αίτημά της να της εκχωρηθεί ως αντάλλαγμα η Δυτική Θράκη ώστε να έχει έξοδο στο Αιγαίο, η Βρετανία απάντησε αρνητικά, βρήκε όμως θετική ανταπόκριση από την ΕΣΣΔ. Η Σοβιετική Ένωση, με την οποία η βουλγαρική κυβέρνηση είχε αποκαταστήσει διπλωματικές σχέσεις το 1934, πρότεινε στην κυβέρνηση της Σόφιας τη σύναψη συνθήκης φιλίας και αμοιβαίας βοήθειας. Ήταν 25 Νοεμβρίου 1940 όταν ο Μολότοφ, σε επιστολή του προς τον τότε Βούλγαρο πρωθυπουργό Κιοσεϊβάνοφ, προτείνοντας την υπογραφή της συνθήκης, ανέφερε: «Η Σοβιετική Ένωση κατανοεί τα συμφέροντα της Βουλγαρίας εις την Δυτική Θράκη και είναι έτοιμη να συνεργασθεί εις την πραγματοποίηση αυτών». Όμως τελικά η Βουλγαρία συντάχθηκε με τη Γερμανία. Αυτή η επιλογή οφειλόταν στη φύση του βουλγαρικού καθεστώτος των Φίλοφ και Βόρις, που πίστευαν πως η πρόσδεση της χώρας στο άρμα της ΕΣΣΔ θα εί χε απρόβλεπτες κοινωνικοπολιτικές συνέπειες για τη Βουλγαρία και για την ίδια τους την εξουσία. Στις 4 Ιανουαρίου 1941 ο Χίτλερ και ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Γιόαχιμ φον Ρίμπεντροπ υποσχέθηκαν στον Βούλγαρο πρωθυπουργό Μπόγκνταν Φίλοφ την έξοδο της Βουλγαρίας στο Αιγαίο, και δεκατέσσερις μέρες αργότερα, στις 18 Ιανουαρίου, έγινε η τελική αποδοχή των βουλγαρικών όρων από τους Γερμανούς. Στις 8 Φεβρουαρίου 1941 υπογράφηκε από τον Γερμανό στρατάρχη Βίλχελμφον Λιστ, διοικητή της γερμανικής 12ης Στρατιάς, και τον αρχηγό του βουλγαρικού Γενικού Επιτελείου στρατηγό Β. Μπόιντεφ μνημόνιο στρατιωτικής συνεργασίας, όπου διευκρινιζόταν το σχέδιο προώθησης των Γερμανών στη Βουλγαρία, και μέσω αυτής στην Ελλάδα. Με το μνημόνιο αυτό οι Βούλγαροι κατάφεραν να εξασφαλίσουν τη μη άμεση εμπλοκή τους σε πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά και την ενίσχυσή τους ώστε να λειτουργήσουν ως «χωροφύλακες» της νέας τάξης στα Βαλκάνια.

Στις 6 Απριλίου 1941 ο Χίτλερ διέταξε επίθεση ταυτόχρονα κατά της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας.Η σθεναρή αντίσταση των Ελλήνων στρατιωτών πολύ γρήγορα κάμφθηκε από τη «σιδηρά» γερμανική πολεμική μηχανή, αλλά και από τις υποχωρητικές ενέργειες κάποιων γερμανόφιλων αξιωματικών που δρούσαν στο ελληνικό στράτευμα. Ένας από αυτούς, ο αντιστράτηγος Γεώργιος Τσολάκογλου, διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού (Δυτική Μακεδονία), συνθηκολόγησε με τον διοικητή της Σωματοφυλακής των Ες Ες «Aδόλφος Χίτλερ» Γιόζεφ (Ζεπ) Ντίτριχ. Το τελικό πρωτόκολλο της συνθηκολόγησης υπογράφηκε από τον Τσολάκογλου στη Θεσσαλονίκη στις 23 Απριλίου. Οι Γερμανοί τον αντάμειψαν για την ενέργειά του τοποθετώντας τον «πρωθυπουργό» της κυβέρνησης δοσιλόγων που εγκατέστησαν στην Αθήνα. Η πρώτη κατοχική κυβέρνηση σχηματίστηκε στις 30 Απριλίου, με τον Τσολάκογλου να δηλώνει ότι δέχτηκε την πρόταση των Γερμανών «σκεπτόμενος το συμφέρον της χώρας».

*Το βιβλίο "Δράμα 1941: Mια παρεξηγημένη εξέγερση" του Σπύρου Κουζινόπουλου, κυκλοφόρησε το 2011 από τις εκδόσεις Καστανιώτη και ήταν υποψήφιο το 2012 για το κρατικό λογοτεχνικό βραβείο. 
  
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 09, 2014 07:12
No comments have been added yet.


Σπύρος Κουζινόπουλος's Blog

Σπύρος Κουζινόπουλος
Σπύρος Κουζινόπουλος isn't a Goodreads Author (yet), but they do have a blog, so here are some recent posts imported from their feed.
Follow Σπύρος Κουζινόπουλος's blog with rss.