Η ΕΠΑΦΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΗ

Η ΕΠΑΦΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΗΣτο πόνημα του Α.-Φ. Χριστίδη[*] Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο 9 εξετάζεται Η συνάντηση της αρχαίας ελληνικής με άλλες γλώσσες.Ειδικώτερα για την συνάντηση με την Αιγυπτιακή ο καθηγητής του ΕΚΠΑ σημειώνει (σε σκίαση του υπογράφοντος):
Ελληνική και αιγυπτιακή
Ο πολιτισμός της Αιγύπτου ήταν πολύ παλιότερος από τον ελληνικό. Αυτό το ήξεραν οι αρχαίοι Έλληνες και γι' αυτό περιέβαλλαν με ιδιαίτερο θαυμασμό τον αιγυπτιακό πολιτισμό. Ο Πλάτωνας μιλάει πολύ συχνά για τους Αιγύπτιους. Ο ιστορικός Ηρόδοτος, παλαιότερος από τον Πλάτωνα, δίνει πολλές πληροφορίες για την Αίγυπτο.

Από την αιγυπτιακή γλώσσα μπήκαν στην ελληνική γλώσσα οι λέξεις ἶρις 'κόρη του ματιού' και η λέξη πάπυρος. Οι Μακεδόνες κατακτούν την Αίγυπτο γύρω στο 330 π.Χ. και για χίλια χρόνια, μέχρι την κατάκτηση της Αιγύπτου από τους Άραβες, η ελληνική χρησιμοποιείται ως γλώσσα της διοίκησης. Δεν φαίνεται ωστόσο να επηρέασε ιδιαίτερα την αιγυπτιακή γλώσσα. Παρέμεινε γλώσσα της διοίκησης. Τα πράγματα αλλάζουν με την επικράτηση του χριστιανισμού. Οι χριστιανοί Αιγύπτιοι, οι Κόπτες, δανείζονται μαζικά από τα ελληνικά.
Χρησιμοποιούν μάλιστα το ελληνικό αλφάβητο (βλ. διάγραμμα, εικόνα), προσαρμοσμένο στις ανάγκες της γλώσσας τους.
Από μέρους μας θα παρατηρούσαμε αρχικά την επανάληψη στην αρχή του σχετικού κειμένου ενός στερεοτύπου ότι δηλαδή ο πολιτισμός της Αιγύπτου ήταν πολύ παλιότερος από τον ελληνικό. Αυτή η άποψη κάθε άλλο παρά αναμφισβήτητη είναι, πολύ κακώς δε υιοθετείται άκριτα (ή κατ' επιλογήν) από τον καθηγητή, μάλιστα χωρίς αναφορά στην αντίθετη άποψη. Συνοπτικά επ' αυτού αναπαράγω σχετικό απόσπασμα εργασίας του υπογράφοντος,[1] κατά την οποία: 
Απέναντι στον Αιγυπτιακό πολιτισμό οι πλείστοι ερευνητές ακολουθούν την πεπατημένη που θέλει τα επιτεύγματά του να υπερτιμώνται. Έτσι ο Ζ.Χ. σημειώνει ότι στην Αίγυπτο, μεταξύ 3500 και 3000 π.Χ, έλαβε χώραν η πρώτη ‘αστική’ επανάσταση,[2] μεταφράζοντας με τον αδόκιμο αυτόν όρο την ραγδαία αστικοποίηση,[3] ήτοι την δημιουργία αστικών οικιστικών κέντρων. Όμως το φαινόμενο της ραγδαίας αστικοποιήσεως στην συγκεκριμένη περιοχή δεν εκφράσθηκε έντονα, σε αντίθεση με ότι συνέβη στην Μεσοποταμία,[4] αφού έως την Ελληνιστική περίοδο και μέχρι την ανάπτυξη της Αλεξανδρείας, αυτή εστερείτο μείζονος αστικού κέντρου.[5] Η αστικοποίηση στην χώρα του Νείλου καθυστέρησε την εμφάνισή της, υπήρξε δε και μικρής κλίμακας εν σχέσει, επί παραδείγματι, με τον Ελλαδικό χώρο. Πράγματι ενώ ήδη περί το 5000 π.Χ. στο Σέσκλο ανθούσε οικισμός 5000 κατοίκων σε έκταση περί τα 200 χιλ. τ.μ. στην Αίγυπτο δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα οι σημαντικοί οικισμοί Merimda Beni Salama και Maadi διέθεταν περίπου 2000 κατοίκους έκαστος στερούμενοι, όμως, εμφανών ενδείξεων κοινωνικής διαφοροποιήσεως, όσους περίπου και η Ιεράκωνπόλις και η Naqada, κέντρο του ομώνυμου προδυναστικού πολιτιστικού κύκλου![6] Άλλωστε θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα και με τον καθηγητή Θεοχάρη, η Αίγυπτος άργησε να εισέλθη στην Νεολιθική Εποχή κατά δύο χιλιετίες περίπου εν σχέσει πρός το Αιγαίο,[7] ενώ αργοπορία παρατηρήθηκε και στην εμφάνιση της γεωργίας,[8] την έναρξη της Εποχής του Χαλκού αλλά και του Σιδήρου,[9] με την τελευταία να εγκαινιάζεται από τους Φιλισταίους.[10]
Από την άλλη ο καθηγητής σημειώνει την εισαγωγή Αιγυπτιακών λέξεων στην Ελληνική παραθέτοντας δύο παραδείγματα: της ίριδος και του παπύρου. Χωρίς να αρνούμαστε την εισαγωγή Αιγυπτιακών λέξεων στην Ελληνική σημειώνουμε ότι τα παραπάνω παραδείγματα μόνον ως πρόχειρα και μάλλον ανεπιτυχή μπορούν να θεωρηθούν. Πράγματι σύμφωνα με το λήμμα IRIS της WIKIPEDIA η λέξη ίρις ετυμολογείται ως ακολούθως:
From Middle English [Term?], from Latin īris, from Ancient Greek ἶρις (îris, “rainbow”), from Proto-Indo-European *wey-ro- (“a twist, thread, cord, wire”), from *weh₁y- (“to turn, twist, weave, plait”). Cognate to English wire.
ήτοι της αποδίδεται Πρωτο-Ινδο-Ευρωπαϊκή προέλευση από την ρίζα *weh₁y-, ή την ρίζα wei-1 σύμφωνα με τον Watkins.[11]Το ίδιο ανεπιτυχής φαίνεται και η απόδοση της λέξεως πάπυρος στην Αιγυπτιακή γλώσσα .. Πράγματι σύμφωνα με το λήμμα PAPYRUS της WIKIPEDIA η λέξη ετυμολογείται ως ακολούθως:
From Middle English papirus, borrowed from Latin papȳrus, from Ancient Greek πάπυρος (pápuros), of unknown origin.
δηλαδή η Ελληνική λέξη θεωρείται ως αγνώστου προελεύσεως. Από την άλλη το On Line Etymology Dictionary αναφέρει:
a loan-word of unknown origin, often said to be Egyptianτο δε Frisk Etymological English γράφει:
Etymology: Foreign word of unknown origin.αφήνοντας και αυτό ανοικτό το θέμα που η Ελληνόφωνη επιστήμη θεωρεί λυμένο ..Άλλωστε η Ancient History Encyclopaedia (λήμμα Egyptian Papyrus) σημειώνει:
Papyrus is the Greek name for the plant and may come from the Egyptian word papuro (also given as pa-per-aa) meaning 'the royal' or 'that of the pharaoh' because the central government had control of papyrus processing as they owned the land and, later, oversaw the farms the plant grew on. 
ενώ ο Beekes την χαρακτηρίζει ως δάνεια αλλά αγνώστου προελεύσεως.[12]
Σημειώνεται ότι ο ίδιος καθηγητής ορθά υποστηρίζει ότι η Ελληνική γλώσσα εμφανίσθηκε κατά πρώτον καταγεγραμμένη στην Γραμμική Β την οποία - όμως - χρονολογεί, το παλαιότερον, στον 14 αι. π.Χ.[13] Όμως τα τεκμήρια της Γραμμικής Β’ είναι παλαιότερα. Πράγματι το 1994 η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ολυμπίας, κατά την διάρκεια ανασκαφών σε λοφίσκο της κοινότητας Καυκανιάς, έφερε στο φώς προϊστορικό κτίσμα, καθώς και κροκάλη η οποία διέθετε στην μία πλευρά διπλόν πέλεκυ και στην άλλη επιγραφή της Γραμμικής Β’. Η επιγραφή χρονολογήθηκε στον 17ο αιώνα π.Χ., κατακτώντας την θέση της παλαιότερης επιγραφής σε Γραμμική Β’,[14] ξεπερνώντας αυτήν από την Ίκλαινα Μεσσηνίας, χρονολογούμενη μεταξύ 1450-1350 π.Χ., η οποία εντοπίσθηκε από τον Κοσμόπουλο.[15] Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η Γραμμική Β’ χρονολογείται παλαιότερα από τον 14 αι., ενώ προσθέτουμε ότι η Γραμμική Α’, από το 2000 π.Χ. περίπου,[16] χρησιμοποιήθηκε από τους Μινωΐτες για την απόδοση άγνωστης γλώσσας, στην οποίαν όμως μερίδα μελετητών έχει εντοπίσει Ελληνικά στοιχεία. 
Φαίνεται λοιπόν ότι ο καθηγητής μάλλον διακατέχεται από την διάθεση να περιορίσει χρονικά τα τεκμήρια της Ελληνικής γλώσσας. Άλλωστε σε άλλη περίπτωση εμφανίζεται να υποστηρίζει την χρονολόγηση του Μινωικού πολιτισμού στην διάρκεια της δεύτερης χιλιετίας π.Χ.,[17] ενώ η σύγχρονη επιστήμη τοποθετεί την έναρξή του στο 3500 π.Χ.,[18] ίσως όμως μιάμισυ χιλιετία διαφορά δεν είναι πολύ για την επιστημοσύνη μερίδας της Ελληνόφωνης επιστήμης. 
Αξιοσημείωτη είναι και η άποψη του γλωσσολόγου καθηγητή ότι η - μή Ελληνική κατ’ αυτόν - γλώσσα που αποδίδεται με την Γραμμική Α' ομιλείτο στην περιοχή πριν την μεταναστευτική κάθοδο των ελληνοφώνων, ήτοι – κατά τον ίδιο πάντα - των Αχαιών, Ιώνων και Δωριέων .. οι οποίοι έφεραν μαζύ τους ελληνικές ποικιλίες [όχι γεωμήλων αλλά ..] της ινδοευρωπαϊκής γλώσσας που αναμείχθηκαν με τις τοπικές προ-ελληνικές γλώσσες ... [19] Τόσον ο καθηγητής Χριστίδης, όσον και ο σχολιαστής του βιβλίου του επίσης καθηγητής Αρχάκης, μοιάζουν να ξεχνούν ότι δεν υπάρχουν αρχαιολογικά τεκμήρια πιστοποιούντα τέτοιες μεταναστεύσεις, πολύ περισσότερο που η λέξη κάθοδος σημαίνει (και) την επιστροφή, επανάκαμψη στα πάτρια,[20] (πρβλ. Κάθοδο των Μυρίων ..). Μόνον στην Νέα Ελληνική η λέξη έχει την αποκλειστική σημασία του κατεβαίνω, μόνη ως φαίνεται αναγνωριζόμενη από αμφοτέρους τους παραπάνω πανεπιστημιακούς.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης το αναφερόμενο ότι η Ελληνική παρέμεινε γλώσσα της διοίκησης και δεν επηρέασε ιδιαίτερα την Αιγυπτιακή γλώσσα ..[21] όλα αυτά παρ' όλον ότι η Αιγυπτιακή (στην Κοπτική μορφή της) υιοθέτησε το Ελληνικό αλφάβητο και ενέταξε στο λεξιλόγιό της περί τις 5000 Ελληνικές λέξεις ..,[22] παραπάνω από όσες χρησιμοποιεί ο μέσος αμόρφωτος της εποχής της μακράς κώμης και της φαιδράς πορτοκαλέας! Σε δυο-τρείς σειρές ή μάλλον αράδες ο Τάσος Χριστίδης, ίσως με κάποια αποστροφή, περιγράφει – απευθυνόμενος σε Έλληνες μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως κατ’ εντολήν του ‘Ελληνικού’ Υπουργείου Παιδείας – αυτό που ξένοι ακαδημαϊκοί χαρακτήρισαν ως την πιο ευρεία και πυκνά τεκμηριωμένη περίπτωση γλωσσικής επαφής στην αρχαιότητα ..[23] Η ελλειπτική και ανεπαρκής διήγησή του δίδει στον έλληνα μαθητή μια στρεβλή εικόνα της επιρροής της Ελληνικής γλώσσας στην Αίγυπτο επί σειρά αιώνων .. φαίνεται όμως ότι αυτό είναι το ζητούμενο.
Βέβαια στο εδώ σχολιαζόμενο έργο ούτε λόγος δεν γίνεται για την ύπαρξη δίγλωσσων Αιγυπτίων, όπως ο Διόσκορος από την Αφροδιτόπολη του έκτου αι. (!),[24] ούτε για την προσπάθεια αρκετών κατοίκων της Αιγύπτου να διδαχθούν την Ελληνική μέσω αποσπασμάτων από τους κλασικούς.[25] Άλλωστε στα γνωστά προφητικά ερωτήματα (oracle questions) των χωρίων του Fayum – Αρσινόης, τα οποίο καταγράφονταν από Αιγυπτίους ιερείς για λογαριασμό χωρικών και απευθύνοντο σε Αιγυπτίους θεούς, άρχισε να υιοθετείται πλέον η Ελληνική αντί της Δημοτικής.[26]  Άλλωστε έναν αιώνα πρίν, κατά τα τέλη της Πτολεμαϊκής περιόδου σε ορειχάλκινη πινακίδα ο Αιγύπτιος ιερέας Psenpchois – Πτολεμαίος μεταξύ των άλλων τίτλων του παρουσιάζεται και ως γραφέας Ελληνικών γραφών. Οι μεταφράσεις έργων μεταξύ των δύο γλωσσών, η αλληλεπίδραση και ο δανεισμός δεν αναφέρονται κάν σάν να άφησαν ανεπηρέαστη την ζώσα καθομιλουμένη γλώσσα, επηρεάζοντας μόνον τον χώρο της διοικήσεως .. Σημειώνεται ότι σε πληθώρα ιδιωτικών κειμένων π.χ. από το αρχείο Kellis (Ismant el-Kharab στην όαση Dakhleh) αλλά και από άλλα μέρη της Αιγύπτου πιστοποιείται η χρήση των δύο γλωσσών πολλές φορές μαζύ στο ίδιο έγγραφο.[27] Όμως και στην Νουβία, ήτοι στο βόρειο τμήμα της χώρας του Νείλου και στο νότιο του σημερινού Σουδάν, η Ελληνική ‘εγκαταστάθηκε’ επί πολλούς αιώνες μέσω του Ελληνιστικού παραδείγματος και της πολιτιστικής ακτινοβολίας αρχικά αλλά και με όχημα τον Χριστιανισμό εν συνεχεία, επί μακρό διάστημα ως και μετά την Αραβική κατάκτηση![28]
Κατά την εποχή της Αραβικής κατακτήσεως της το 641 μ.Χ. η Αίγυπτος ήταν μια επαρχία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όπου ομιλούντο η Κοπτική και η Ελληνική. Η άποψη ότι υπήρχε μια σαφής διχοτομία μεταξύ μιας πλειοψηφίας στην ύπαιθρο ομιλούσης την Κοπτική και ακολουθούσας τον Μονοφυσιτισμό και μιας εξελληνισμένης, ελληνόφωνης, Χαλκηδονιακής[29] (και εβραϊκής) μειονότητας που κυριαρχούσε στις αστικές περιοχές, έχει πρόσφατα τεθεί υπό σοβαρή αμφισβήτηση. Η κατάσταση υπήρξε πιό περίπλοκη, με την Κοπτική και την Ελληνική να χρησιμοποιούνται τόσον εντός όσον και εκτός των πόλεων από όλες τις θρησκευτικές κοινότητες, είτε επρόκειτο για ομάδες ξένων αφιχθέντων κατά το παρελθόν, είτε για συνειδητά εξελληνισμένες, ακόμη δε και για Αιγυπτίους οι οποίοι προχώρησαν ενσυνείδητα στην σχετική επιλογή. Από την άλλη πλευρά, είναι σαφές ότι ολόκληρος ο αιγυπτιακός πληθυσμός δεν υπήρξε πλήρως δίγλωσσος αλλά ούτε και γλωσσικά συνεπής / καθαρός. Στην χώρα εχρησιμοποιούντο αρκετές κοπτικές διάλεκτοι, από τις οποίες η Άνω Αιγυπτιακή Σαχιδική ήταν η πιο σημαντική. Στην Άνω Αίγυπτο, που απείχε περισσότερο από την βυζαντινή  Αλεξάνδρεια, τα Ελληνικά ήταν πολύ λιγότερο εδραιωμένα από ό,τι στην όαση του Δέλτα και του Φαγιούμ (Αρσινόης) πιο βόρεια - συνθήκες που θα επηρέαζαν τις γλωσσικές εξελίξεις στο Ισλάμ.[30]
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΓΡΑΦΗΣ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΙΔΗ
Στο μικρό, ολίγων μόλις γραμμών, απόσπασμα του ανωτέρω το οποίο σχολιάζεται εδώ μας έκανε εντύπωση μια σειρά αδυναμιών, οι οποίες δεν συνάδουν με το μορφωτικό επίπεδο του συγγραφέα, πολύ περισσότερο με αυτό καθηγητού του πανεπιστημίου. Άλλωστε κείμενα απευθυνόμενα προς τους μαθητές θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικά μελετημένα, ώστε οι μαθητές να μορφώνονται για την ορθή χρήση της γλώσσας και διά του παραδείγματος. Μερικές από τις αδυναμίες επισημαίνουμε παρακάτω:  O συγγραφέας αναφέρει αρχικά ότι ο Αιγυπτιακός πολιτισμός ήταν πολύ παλιότερος από τον ελληνικό, προβληματίζοντάς μας γιατί χρησιμοποιεί τον αόριστο, για γεγονός το οποίο - κατά τον ίδιο – αληθεύει και στο παρόν ..   Στην φράση: Από την αιγυπτιακή γλώσσα μπήκαν στην ελληνική γλώσσα οι λέξεις ἶρις 'κόρη του ματιού' και η λέξη πάπυρος.επαναλαμβάνεται δύο φορές η λέξη γλώσσα παρέχοντας ένα γραπτό αποτέλεσμα μη επιμελημένο.   Ομοίως επαναλαμβάνεται δύο φορές η λέξη λέξεις / λέξη, παρέχοντας ένα παράδειγμα εσφαλμένης αναφοράς, μιάς και ο αναγνώστης έχοντας ήδη πληροφορηθεί για λέξεις που μπήκαν στην Ελληνική αναμένει να ακολουθήσει η παράθεση και ο σχολιασμός τους ..   Η Αιγυπτιακή και η Ελληνική γλώσσα γράφονται αμφότερες με μικρό αρχικό γράμμα, γεγονός το οποίο μας ξενίζει και είναι ασύνηθες.     Η χρήση του ρήματος μπαίνω για να περιγράψει το γλωσσικό δάνειο μίας γλώσσας από άλλη επίσης συνιστά χονδροκομμένη χρήση μη κατάλληλου ρήματος το οποίο σχετίζεται συνήθως με την είσοδο σε χώρο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
*. Ο Αναστάσιος-Φοίβος (Τάσος) Χριστίδης (1946 - 2004) ήταν Έλληνας γλωσσολόγος. Σπούδασε στο Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και κατόπιν γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ... Έπαιξε κεντρικό ρόλο στη συνέχιση και υπεράσπιση του δημοτικισμού και της γλωσσικής μεταρρύθμισης που καθιέρωσε την δημοτική και το μονοτονικό και περιόρισε μόνο στο Λύκειο τη διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. (από την wikipedia).1. Κονιδάρης 2020a, σελ. 34.
2. Χριστιανίδης 2012, σελ. 7.
3. Childe 1950. Την έννοια και την σημασία της αστικοποιήσεως (urban revolution) εισήγαγε και μελέτησε ο Childe κ.α.
4. Στην αρχή της Δυναστικής περιόδου (3100 π.Χ.) η Uruk (Ορχόη ή Όρχα) κάλυπτε 1000 χιλ. τ.μ. με την έκταση να έχει τετραπλασιασθεί στος τέλος της περιόδου και τον πληθυσμό να έχει φθάσει τότε περί τους 50000 (Galaty and Parkinson 2007, p. 24; Branigan 2001, p. 42, table 3.2).5. Ancient History Encyclopedia, s.v. urbanization.
6. Dunn 2011.
7. Θεοχάρης 1989, σελ. 166.
8. Η η πρώτη εμφάνιση της γεωργίας στην Άνω Αίγυπτο προσδιορίζεται στο Badari περί το 5000 π.Χ. Για σύγκριση στην Κνωσσό το άροτρο έχει ήδη υιοθετηθεί από την εβδόμη χιλιετία.
9. Η ευρεία χρήση του χαλκού στην Κρήτη χρονολογείται από τα μέσα της τρίτης χιλιετίας, όμως δύο ξιφίδια της ΠΜ Ι από το Κρασί ανασκαφέντα από τον Μαρινάτο σηματοδοτούν την έναρξη της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού. Χάλκινη αιχμή και σταγόνες τετηγμένου χαλκού έχουν ανασκαφεί από θολωτούς τάφους της Μεσόρραχης Σητείας και Λιβαρίου ΝΑ Κρήτης.10. Βλ. Κονιδάρης 2019a.
11. Watkins 2011, p. 126.
12. Beekes 2010, p. 1451.
13. Christidis 2001, p. 156.
14. Κονιδάρης 2020b, σημ. 10_15.
15. Κονιδάρης 2020b, σημ. 10_4.
16. Ο Faur μάλιστα έχει υποστηρίξει την ύπαρξη επιγραφής στην Γραμμική Α από αρχαιολογικό πλαίσιο της Πρωτο - Ελλαδικής ΙΙ (!) (Κονιδάρης 2016, σελ. 99, σημ. 264-265).
17. Χριστίδης 2005, σελ. 71.
18. Warren 1980, p. 499.
19. Αρχάκης 2014, σελ. 631; Χριστίδης 2005, σελ. 72, 88.
20. The Online Liddell-Scott-Jones Greek-English Lexicon, s.v. κάθοδος.
21. Bancroft Staff 2015. Με την Αίγυπτο να μεταρέπεται γρήγορα σε μιά πολυπολιτισμική κοινωνία, τα Ελληνικά έγιναν όλο και πιό δημοφιλή, αυτό δε αφορούσε και τα μη ελληνικά στρώματα του πληθυσμού. Η Ελληνική άρχισε να χρησιμοποιείται από πολλούς Αιγυπτίους σε ιδιωτικά έγγραφα αλληλογραφίας καθώς και σε σχετικά με επιχειρήσεις, ένα φαινόμενο που φαίνεται ότι εντάθηκε κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο. Υπό τους Πτολεμαίους η Δημοτική Αιγυπτιακή όσον και η Ελληνική ηταν αμφότερες αποδεκτές στην διοίκηση, όμως περί το 146 π.Χ. καθιερώθηκε η Ελληνική.22. Dahlgren 2018.
23. Torallas Tovar and Vierros 2019, pp. 485-500.
24. Torallas Tovar and Vierros 2019, p. 491; Clarysse 1993.
25. Bancroft Staff 2015 (Posted in Center for the Tebtunis Papyri).26. Clarysse 1993, p. 187.
27. Clackson 2010, pp. 73-104.
28. Burstein 2006, 2008; Clarysse 1993. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Εργαμένους (Arakamani) Νούβιου βασιλιά της Μερόης κατά την περίοδο βασιλείας στην Αίγυπτο του Πτολεμαίου ΙΙ Φιλαδέλφου και του Πτολεμαίου IV Φιλοπάτορος. Ο βασιληάς εκπαιδεύτηκε στην ελληνική φιλοσοφία ενώ ευνόησε την ελληνική τέχνη και τον τρόπο ζωής. Σημειώνεται ότι οι Άραβες κατέλαβαν την Αίγυπτο το 642 μ.Χ. αναλαμβάνοντας την διοίκηση από τους Βυζαντινούς, όμως οι επίσημοι πάπυροι της Αραβικής Αιγύπτου συνέχισαν να γράφονται στην Ελληνική μέχρι τις αρχές του ογδόου αι.29. Η Χαλκηδονιακή χριστιανικότητα ακολουθούσε τις εκλησιαστικές αρχές της δ’ οικουμενικής συνόδου της Χαλκηδόνος (451 μ.Χ.). 30. Sijpesteijn 2010, pp. 105-126.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α.-Φ. Χριστίδης. Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, <http://www.greek-language.gr/digitalR....

Κονιδάρης, Δ. Ν. 2016. Οι Χετταίοι και ο κόσμος του Αιγαίου, Αθήνα.

Κονιδάρης, Δ. Ν. 2020a. Ιστορία των θετικών τεχνών και επιστημών κατά την Αρχαιότητα: αποσιώπηση και μεροληψία, <DOI: 10.13140/RG.2.2.28989.08165>.

Κονιδάρης, Δ. Ν. 2020b. Οι Χετταίοι και ο κόσμος του Αιγαίου, 2η έκδ., Αθήνα.

Κονιδάρης, Δ. Ν. 2019a. Ο Πρώιμος Αιγυπτιακός πολιτισμός και οι αλληλεπιδράσεις με το Αιγαίο, Αθήνα.

Dahlgren, S. 2018. Rev. of E. Grossman, P. Dils, T. S. Richter, and W. Schenkel, Greek Influence on Egyptian-Coptic: Contact-Induced Change in an Ancient African Language, in Journal of Greek Linguistics 18, pp. 281–291. https://brill.com/view/journals/jgl/1...

Watkins, C. 2011. The American Heritage Dictionary of Indo-European Roots, 3rd. ed., Boston / New York.

Beekes, R. 2010. Etymological Dictionary of Greek I, Leiden / Boston.

Christidis, A.-F. 2001. "Introduction," in A History of Ancient Greek: From the Beginnings to Late Antiquity, ed. A.-F. Christidis, Thessaloniki, pp. 153-160.

Χριστίδης, Α.-Φ. 2005. Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας, Θεσσαλονίκη.

Warren, P. 1980. “Problems of chronology in Crete and the Aegean in the third and earlier second millennium,” AJA 84, pp. 487-499.

Αρχάκης, Α. 2014. Βιβλιοπαρουσίαση του: Α.-Φ. Χριστίδης, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, στο Φιλόλογος ΛΖ' (158), σελ. 629-633.
Torallas Tovar, S. and M. Vierros. 2019. “Languages, Scripts, Literature, and Bridges Between Cultures,” in A Companion to Greco-Roman and Late Antique Egypt, ed. K. Vandorpe, New Jersey, pp. 485-500. 
Clackson, S. J. 2010. “Coptic or Greek? Bilingualism in the Papyri,” in The Multilingual Experience in Egypt, from the Ptolemies to the Abbasids, ed. A. Papaconstantinou, New York, pp. 73-104.
Sijpesteijn, P. M. 2010. “Multilingual Archives and Documents in Post-Conquest Egypt,” in The Multilingual Experience in Egypt, from the Ptolemies to the Abbasids, ed. A. Papaconstantinou, New York, pp. 105-126.
Burstein, S. M. 2006. “When Greek was an African Language,” CHS, < http://nrs.harvard.edu/urn-3:hlnc.ess....
Burstein, S. M. 2008. “When Greek Was an African Language: The Role of Greek Culture in Ancient and Medieval Nubia,” Journal of World History 19 (1), pp. 41-61.
Bancroft Staff. 2015. “Euripides, Dionysus and school exercises,” < https://update.lib.berkeley.edu/2015/... (31 May 2020).
Bancroft Staff. 2015. “Greek takes over,” < https://update.lib.berkeley.edu/2015/... (31 May 2020).
Clarysse, W. 1993. “Egyptian Scribes writing Greek,” Chronique d'Égypte, bulletin périodique de la Fondation égyptologique reine Élisabeth 68 (135-136), pp. 186-201.

τελευταίος εμπλουτισμός - επιμέλεια: 09.06.2020

ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΖΕΤΑΙ ΟΤΙ Η ΚΟΣΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ ΕΝΘΑΡΡΥΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΣΤΟΛΟΓΟ ΚΑΙ ΘΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΕΊ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΘΕΣΗ ..
   
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on May 20, 2020 02:03
No comments have been added yet.