Ύδατα υδάτων: δελτία θυέλλης, ποιητική συλλογή του Νίκου Νικολάου - Χατζημιχαήλ

Ύδατα υδάτων: δελτία θυέλλης / Νίκος Νικολάου – Χατζημιχαήλ. Λευκωσία: Κάρβας, 2016
Ο Νίκος Νικολάου – Χατζημιχαήλ εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Ύδατα υδάτων» με την οποία ολοκληρώνει μια τριλογία (είχαν προηγηθεί οι ποιητικές συλλογές «Διθαλάσσου» (Κάρβας. 2012) και «Πικρόλιθος» (Κάρβας, 2014). Η θεματολογία της συλλογής, όπως προδίδει και ο τίτλος είναι το νερό και πιο συγκεκριμένα η θάλασσα.
Συνεχίζοντας την προσφιλή του συνήθεια ο συγγραφέας παραθέτει επεξηγηματικές σημειώσεις και γλωσσάρι στο τέλος του βιβλίου δίνοντας μια άλλη βαθύτερη διάσταση στους στίχους και τις λέξεις που χρησιμοποιεί. Τα ποιήματα συνοδεύονται από εικονογράφηση του ίδιου του συγγραφέα. Η συλλογή εκδόθηκε στον Κάρβα, τον εκδοτικό οίκο που συνέστησε ο ίδιος ο Νικολάου – Χατζημιχαήλ για να εκδίδει τις δικές του εκδώσεις.Η θεματολόγιά της συλλογής ξεκινά από τη δημιουργία του κόσμου, τη γένεση της Μεσογείου, της Κύπρου, αγγίζει την ιστορία της ωραίας Ελένης αλλά ια της άλωσης της Κωνσταντινούπολης. Το βιβλίο τελειώνει με το συγκινητικό και επίκαιρο ποίημα «Αποδημία» το οποίο μας φέρνει στο μυαλό πολύ σκληρές, πρόσφατες εικόνες με μετανάστες που είδαμε στην τηλεόραση, βγαλμένες και αυτές από τα νερά της θάλασσας… Αναλυτικά τα ποιήματα: Δημιουργία – Γένεσις – Μεσόγειος – Παγγαία – Διάλογος – Ύδατα Υδάτων – Η Αρπαγή – Το Νησί – Ταξίδι – Ελένη – Τα Στενά – Πολιορκία – Η Πόλις εάλω – Μαρτύριο – Η πόλη όλη – Αποδημία. 
4 ποιήματα από τη συλλογή:

ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ

Ἀνοίγω τὴν ἀγκάλη μου σ᾽ Ἀνατολὴ καὶ ΔύσηἈρώματα θαλασσινὰ τριγύρω νὰ σκορπίσει 
Ἀνοίγω τὴν ἀγκάλη μου σ᾽ Ἀνατολὴ καὶ Δύση Ροδόσταμο στὸν κόρφο σου τὸ σῶμα νὰ δροσίσει 
Μύρια στολίδια βότσαλα στὰ πόδια σου ἀφήνωΝὰ λάμπουνε στὸ σῶμά σου∙ κι ἐγὼ ἀφρὸς θὰ γίνω
Λευκὸς ἀφρὸς νὰ μάχεται τὴ λάβρα σου νὰ σβήσειΚι ἀπὸ τὸ συναπάντημα κόκκους χρυσοὺς ν᾽ ἀφήσει
Κάθε φιλὶ ποὺ κλέβεται κόκκος κυλᾶ στὸ χῶμαΚαὶ λάμπει στὸ διάδημα σ᾽ ἀγαπημένο σῶμα
Ὅσ᾽ ἄστρα ἔχει ὁ οὐρανὸς τόσα καὶ τὰ φιλιά μου Μελωδικὸ πολύφλοισβον κρύβει ἡ ἀγκαλιά μου
Μᾶς βλέπουνε ἀπὸ ψηλὰ ποὺ σὲ φιλῶ στὸ στόμαΠέφτουνε μέσα στὰ μαλλιὰ στὸ μελιχρό σου σῶμα
Λένε τραγούδι ἐρωτικὸ στὰ πέρατα τοῦ κόσμουΠαίρνουν φωτιὰ καὶ καίγονται καὶ πέφτουνε ἐμπρός μου 
Σὲ ρίζα βράχου χάνομαι ζεῖς πιὰ μὲ τὸν παλμό μουΟἱ λυγαριὲς θροΐζουνε τὸν ἀναστεναγμό μου 
Σοῦ δίνω ἁλάτινα φιλιὰ μὲ γεύση ἀπὸ μέλιΜοῦ δίνεις χιόνινο νερὸ ποὺ πίνουν οἱ ἀγγέλοι
Μοῦ ρίχνεις πράσινα μαλλιὰ στὰ γαλανὰ νερά μου Κι ἐγὼ σοῦ τραγουδῶ πικρὰ τὰ πάθη τοῦ ἔρωτά μου 
Ὅταν βουρκώνει ὁ οὐρανὸς ταράζομαι, θυμώνωΠοτάμια δάκρυα πικρὰ χρόνια πολλὰ μαζώνω
Ἐδῶ φυσᾶ ὁ Ζέφυρος, ὁ Κάρβας, ὁ ἈπηλιώτηςἈπὸ ψηλὰ χαμογελᾶ ὁ ἥλιος φωτοδότης
Ἐκεῖ λυσσομανᾶ Βοριᾶς καὶ σειέται ὅλη ἡ πλάσηΣτέκεται ὁ ἥλιος σκεφτικὸς ἡ μπόρα νὰ κοπάσει
Γλυκοχαράζει στὰ δεξιὰ καὶ στὰ ζερβὰ νυχτώνειΛαγγεύω καὶ σπαγιάζουμαι μέχρι ποὺ ξημερώνει.

ΥΔΑΤΑ ΥΔΑΤΩΝ

Ἀκούγεται τριτώνιο κοχύλι ποὺ φυσάειΜήνυμα γιὰ τοὺς ναυτικοὺς σὲ ὅλα τὰ πελάη
Ὁ βύθιος λεβεντόκορμος καὶ οἱ πενῆντα κόρεςΧορεύουνε καὶ τραγουδοῦν πάντα ἐλπιδοφόρες
Τὸ κύμα μου πρωτεϊκὸ φτάνει στὸ περιγιάλιΧορεύει μὲ τὰ βότσαλα καὶ μὲ τὴν αὔρα ψάλλει
Κάποτε γίνεται ἄγριο θαλασσινοὺς φοβίζειΚι ἂν ἔχουνε κακὸ σκοπὸ στὰ βράχια τοὺς τσακίζει
Στόλοι πανίσχυροι περνοῦν τριήρεις καὶ πεντήρειςΜετὰ πλοῖο δὲν φαίνεται οὔτε καραβοκύρης
Μὲς στὸ πλατὺ τὸ χέρι μου παλεύουν παλικάριαΒγάζουν φωτιὰ τὰ μάτια τους στὰ χέρια τους κοντάρια
Ἄλογα χαλκοπόδαρα μὲς στὸν βυθὸ καλπάζουνἜχουν τὴ χαίτη τους χρυσὴ καὶ τοὺς κακοὺς δικάζουν.

ΤΟ ΝΗΣΙ 


Σ᾽ αὐτὸ τὸ ἀρχιπέλαγο γεννήθηκα μὲ χάρηΚι ὁ ἥλιος λέει πὼς κάποτε μαζί του θὰ μὲ πάρει
Γελᾶ καὶ κοντοστέκεται κάνει νὰ μοῦ μιλήσειΔὲν μὲ χορταίνει καὶ ξεχνᾶ πὼς πρέπει καὶ νὰ δύσει
Θέλει παιχνίδια ἐρωτικὰ ποὺ μόνο ἐκεῖνος ξέρειὍλα τὰ λούλουδα τῆς γῆς σὲ μένα ἔχει φέρει
Πίνουμε οἶνον ἄκρατο μεθοῦμε καὶ γελοῦμεΜὲς στὴ ζεστή του ἀγκαλιὰ γλυκὰ ἀποκοιμοῦμαι
Ὅταν ξυπνάω χάνεται βυθίζεται στὸ γέρμαΚι ἀφήνει τὰ ματάκια μου μὲς στὸ σκοτάδι ἔρμα
Ὕστερα ἔρχεται Βοριᾶς μὲς στὰ μαλλιὰ φυσάειΣτὰ μπράτσα του τ᾽ ἀτσάλινα τὸ σῶμά μου κρατάει
Ἔρχεται Γραῖγος δυνατὸς τὴν τέχνη του κατέχει Στέκεται ἐκεῖ ἀγέρωχος ξέρει νὰ μὲ προσέχει.
*
Ξάφνου νιώθω νὰ καίγομαι τὸ αἷμα παραβράζειΤρέμουν τὰ πόδια μου πολὺ τὸ σῶμα ἀνατριχιάζει 
Στὴν ἀγκαλιά σου χάνομαι βλέπω μαῦρα σημάδιαΤὰ στήθια μου ταράζονται σὲ ἄγρια σκοτάδια
Τί νά ᾽ναι αὐτὸ ποὺ ἀκούγεται βαθιὰ στὰ σωθικά μουΚάποιο κακὸ εἶναι σίγουρα χάνω τὰ λογικά μου.
*
Ἐκεῖνο ποὺ φοβήθηκα ἦρθε πρὶν ξημερώσειΜοῦ τίναξε τὰ σπλάχνα μου πῆγε νὰ μὲ σκοτώσει
Τοῦ ἥλιου χάθηκε τὸ φῶς μαυρίλα ἔχει πέσειΠυκνὸς καπνὸς μὲ ἔπνιξε χωρίστηκα στὴ μέση
Χαμένη μὲς στὰ σκοτεινὰ τὸν ἥλιο νὰ προσμένω Μὲ τὸ κορμὶ τώρα μισὸ τριγύρω σκορπισμένο
Ὁ ἔρωτας κι ὁ θάνατος πλαγιάζουνε σιμά μουΘέλω νὰ ζήσω ἔστω μισὴ στὴ ζεστασιὰ τῆς ἄμμου.
*
Γλυκοχαράζει ἡ αὐγὴ ζωγραφιστὴ κροκάτη Βγαίνει ὁ ἥλιος λαμπερὸς κλείνει ξανὰ τὸ μάτιΠαίζει μαζί μου τραγουδᾶ πάλι ξεχνᾶ νὰ δύσειΤραγούδια τῆς Ἀνατολῆς παιχνίδια ἀπὸ τὴ Δύση.



ΑΠΟΔΗΜΙΑ

τὸ κῦμα  χτυπάει ἀνελέητα    ἕνα ζευγάρι
 παιδικὰ παπουτσάκια    σφηνωμένα    στοῦ βράχου τὴ σχισμὴ   σὲ τούτη τὴ θάλασσαμὲ τὸ ἀσταμάτητοβογγητό.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on October 09, 2016 21:00
No comments have been added yet.