Η ζωή και οι περιπέτειες του Βασίλη Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν, γόνου μιας πλούσιας φινλανδικής οικογένειας, που έχει πάρει το δρόμο του γλεντιού, του ποτού, του χαρτοπαιγνίου, της απάτης και του εκβιασμού, και τον οποίο η Ρωσική Επανάσταση και άλλα γεγονότα τον οδηγούν ως τον τόπο μας. Στην Ελλάδα, ενώ σκοπεύει να εξακολουθήσει την ύποπτη δράση του, προσλαμβάνεται σε μια τράπεζα, γίνεται ανώτατος υπάλληλός της και καταλήγει οικονομική προσωπικότητα μεγάλης ολκής -πλουσιότατος, ισχυρός, πλην δυστυχισμένος.
Από τα ελκυστικότερα κείμενα του Καραγάτση -του συγγραφέα που η κριτική χαρακτήρισε «παραμυθά από ράτσα»- ο «Γιούγκερμαν» δεν θα αφήσει τον αναγνώστη του να ανασάνει ούτε στιγμή.
M. Karagatsis (Greek: Μ. Καραγάτσης) is the pen name of the Greek novelist, journalist, critic and playwright Dimitris Rodopoulos. He was born in Athens, lived in Larissa and studied law in France. The pen name M. Karagatsis is the name by which the novelist is generally known. The initial "M" stands for Mitya, the Russian diminutive of Dimitris. "Karagatsis" is derived from the "Karagatsi" tree, under the shadow of which he used to write as a young writer. Karagatsis has been characterized as primarily a prose writer of the illusory reality of persons and situations. His writing is bold, sensual, with great imagination and a unique narrative style, and is often studied by Greek students. His first three novels (Colonel Liapkin, Chimaera and Junkermann) compose the trilogy "Acclimazation under Apollo" about foreigners who live and work in Greece. Karagatsis sets these books in modern cosmopolitan Greece, in contrast with the stereotype that Greek life is conservative and countrified.
Γρήγορα τέλειωσε ο πρώτος τόμος! Μέσα στις δεκάδες νέους τίτλους βιβλίων που κυκλοφορούν στην χώρα μας, είναι καλό να προσφεύγουμε κατά διαστήματα και στα μεγάλα βιβλί.α Βιβλία ελληνικά και ξένα που έχουν όμως σφραγίσει την λογοτεχνία. Χαρακτηριστικός ο Γιούγκερμαν του Καραγάτση, ενός συγγραφέα που με τα βιβλία του κατέγραψε την τοιχογραφία μιας ολόκληρης εποχής. Ο Γιούγκερμαν, που έγινε τηλεοπτικό σήριαλ (δύο φορές), θέατρο (παίζεται ξανά φέτος το φθινόπωρο), συνεχίζει την πορεία του στον χρόνο σφραγίζοντας την μεγάλη άνθηση της ελληνικής λογοτεχνίας. Και οι λάτρεις του καλού μυθιστορήματος ας κάνουν μια παύση από τις σημερινές εκδόσεις και ας προστρέξουν σε ... παλιομοδίτικα βιβλία και συγγραφείς. ίσως εκεί μέσα ανακαλύψουν ευκολότερα την απόλαυση της ανάγνωσης....
Με πρόδηλη την επίδραση του ντοστογιεφσκικού προτύπου, τόσο στο ύφος του Καραγάτση, όσο και στην εξέλιξη της πλοκής, ο συγγραφέας αφηγείται την ιστορία του Γιούγκερμαν, ξεκινώντας in medias res και με συχνές αναδρομές στο παρελθόν του ήρωα, αλλά και στο μέλλον του, με σχόλια που αρμόζουν στη μηδενική εστίαση του έργου. Η πλοκή εκτυλίσσεται σε εκτεταμένο χρονικό πλαίσιο, με πληθώρα χαρακτήρων που αποκτούν δικά τους κεφάλαια, ανάλογως της σχέσης τους με τον Γιούγκερμαν και της συμβολής τους στην εξέλιξη της ιστορίας. Πολλά από τα σταθερά χαρακτηριστικά/μοτίβα της γραφής του Καραγάτση διαφαίνονται και στο συγκεκριμένο έργο· η απόδειξη δηλαδή της ανωτερότητας του ελληνικού φύλου έναντι του ξενικού στοιχείου (ο Φινλανδός-Ρώσος Γιούγκερμαν γίνεται "μαθητευόμενος" του Έλληνα Καραμάνου, ο οποίος τον μυεί στη διανόηση και την ευρωπαϊκή λογοτεχνία), οι γεμάτες λυρισμό περιγραφές του ελληνικού τοπίου (του Πειραϊκού τοπίου, της Μυτιλήνης και της Καλαμάτας), η κυνική παρουσίαση της ελληνικής κοινωνίας του 20ου αιώνα, αλλά και η αντικειμενοποίηση της γυναίκας, που κυριαρχεί και καθορίζει τις πράξεις του ατομοκεντρικού πρωταγωνιστή. Τελικώς, εκπλήσσει ευχάριστα η εναλλαγή λογοτεχνικών μορφών από τον Καραγάτση, η αντικατάσταση δηλαδή της μυθιστορηματικής αφήγησης από θεατρικού τύπου δομή, έστω κι αν αυτή συντελείται σε ένα και μόνο κεφάλαιο.
Η ιστορία του Γιούγκερμαν, είναι η βιογραφία του Αρσενικού και ο ίδιος αποτελεί την ενσάρκωσή του. Ο Καραγάτσης μας αφηγείται την ιστορία του, την αξιοζήλευτη τύχη ενός άνδρα που τα είχε όλα, μα τελικά δεν είχε απολύτως τίποτα, τουλάχιστον τίποτα από αυτά που ο ίδιος ήθελε να καταχτήσει. Ένας γνήσιος Δον Ζουάν, ένα πρωτόγονο και συνάμα μέσα στην εποχή του αρσενικό, που ξεκίνησε σε νεαρή ακόμη ηλικία, να γεύεται τις ηδονές, ασύδοτος, νεκρός από συναισθήματα, ανύπαρκτος συνειδησιακά. Ο Γιούγκερμαν είναι ο άνδρας που όλοι οι άνδρες ζηλεύουν και όλες οι γυναίκες ποθούν, έχει την επαγγελματική και κοινωνική θέση που όλοι εποφθαλμιούν, αλλά ο ίδιος έχει ένα παρελθόν το οποίο προτιμά να φυλάει κρυφό. Κανείς δεν γνωρίζει την πραγματική του καταγωγή, τα αίσχη στα οποία επιδόθηκε υπηρετώντας ως αξιωματικός του τσαρικού στρατού, το γάμο και την ύπαρξη των παιδιών του, τις παρανομίες του στην Κωνσταντινούπολη. Φτάνει στον Πειραιά με προσδοκίες που μόνο ένας τυχοδιώκτης, θα μπορούσε να έχει, με μόνη του έγνοια την άντληση ηδονής. Μένει στον Πειραιά για να εκπληρώσει τελικά διαφορετική επιταγή της μοίρας, να διακριθεί και να επιτύχει σαν μεγαλοαστός. Η Μοίρα (τρισυπόστατη) τον εξουσιάζει, όπως συμβαίνει σε όλα τα έργα του Καραγάτση. Η μοίρα είναι αυτή που οδηγεί τα βήματά του, που ανοίγει και κλείνει κατά πώς θέλει τα κεφάλαια στη ζωή του, που τον ωθεί σε μια μοναχική πραγματικά ζωή, από την αρχή ως το λυκαυγές της. Ερωτεύεται δύο γυναίκες, μα ο έρωτάς του δεν εκπληρώνεται όπως τουλάχιστον ο ίδιος επιθυμεί. Αποκτά παιδιά, αλλά δεν του ξυπνούν ποτέ τίποτε το πατρικό, καμία στοργή. Εκτελεί πάντα το καθήκον του σεβόμενος τις επιθυμίες των άλλων, διαθέτει μιαν ακεραιότητα αξιοθαύμαστη, παρότι πολλές φορές μπορεί να αμφιβάλουμε για αυτή. Αποκτά πλούτο, επαγγελματική καταξίωση, φτάνει να γίνει Διοικητής της Τράπεζας στην οποία προσλήφθηκε ως απλός μεταφραστής, μα όλη αυτή η επιτυχία δεν έχει κανένα απολύτως αντίκρισμα. Είναι φανερή η ειρωνική διάθεση του συγγραφέα που θέλει το Γιούγκερμαν μονίμως με την αίσθηση του ανικανοποίητου, του ανεκπλήρωτου. Ο Καραγάτσης, πλάθει αρχικά έναν αντι-ήρωα, χωρίς αναστολές, τον εξελίσσει, του προσδίδει ανθρώπινα συναισθήματα, μας δίνει πρόσβαση στην κλειδαρότρυπα απ’ όπου παρακολουθούμε τον άνθρωπο να ωριμάζει, να αντιλαμβάνεται σταδιακά, ανήσυχος πνευματικά και ενίοτε να επιδιώκει την ευτυχία με συμβατικό τρόπο. Ωστόσο, παραμένει γνήσιος εκπρόσωπος του ανδρικού φύλου, με έντονη σεξουαλική ιδιοσυγκρασία. Ο Γιούγκερμαν είναι πάντα γοητευτικός και αποκτά κάθε γυναίκα που αποτελεί αντικείμενο του έρωτά του. Άλλοτε τερατώδης, άλλοτε τρυφερός και αφελής ρομαντικός, ο Γιούγκερμαν κρύβει μια ψυχοσύνθεση περίπλοκη, φαίνεται να βρίσκεται σε μια συνεχή αναζήτηση, σε μια διαρκή πάλη με τις αδυναμίες του και τα κρίματα των προγόνων του. Φτάνει, στο τέλος, σε ένα κουφάρι της αλλοτινής οικογενειακής του εστίας, μονάχος σα λύκος ζώντας μια εφιαλτική παρέλαση βρυκολάκων, όπου ξεκαθαρίζει τους λογαριασμούς του σε ένα μεταφυσικό επίπεδο πριν πεθάνει έναν θάνατο που φαντάζει κυνικός, έναν θάνατο που τον αντιλαμβάνεται κάθε στιγμή να πλησιάζει, και γίνεται συνειδητά μέχρι να επέλθει η πολυπόθητη λύτρωση.
This entire review has been hidden because of spoilers.
Τι να πω γι'αυτο το αγαπημενο μου "σεξιστικο" αριστουργημα;
Το λατρεψα απο την αρχη μεχρι το τελος, και απλα τωρα ανυπομονω για το δευτερο μερος. Η ιστορια περιστρεφεται γυρω απο τον Βασια Γιουγκερμαν (ναι Βασια), εναν Φινλανδο, ή Γαλλο, ή Ρώσο; Ή τελικα Ελληνα; Κανεις δεν ξερει, και τη ζωη του στην Ελλαδα στη μεση ενηλικη του φαση. Η ιστορια απο μονη της δεν ενθουσιαζει, ομως ο τροπος που τη χειριζεται ο Καραγατσης ειναι εκπληκτικος. Σε ορισμενα κεφαλαια η αφηγηση ασχολειται και με καποια δευτερευοντα προσωπα που τελικα περιπλεκονται με τον Βασιλη μας. Η αφηγηση δεν κουραζει καθολου, εκτος απο ελαχιστα σημεια, κυλαει πολυ ομορφα και κραταει το ενδιαφερον του αναγνωστη, ενω η ψυχογραφηση του Γιουγκερμαν και οι διαλογοι στο βιβλιο ειναι εκπληκτικοι.
Ειναι αλλο ενα βιβλιο που βλεποντας το ως "παλιο", "κλασικουρα" και αυτοματα και βαρετο, δεν περιμενα πολλα, ωστοσο με εξεπληξε και με εκανε να αλλαξω τον τροπο που αντιμετωπιζω τα βιβλια της κοπης του. Πολυ πιο σημαντικα, ειναι ενα βιβλιο που μου γεννησε και παλι την επιθυμια να ΔΙΑΒΑΖΩ, μετα απο πολυ καιρο που δε διαβαζα σχεδον τιποτα εκτος απο βιβλια της σχολης μου (ατιμες πανελληνιες, αυτες φταινε για ολα).
Δεν ξερω τι αλλο να πω, ΔΙΑΒΑΣΤΕ αυτο το βιβλιο, δε θα το μετανιωσετε, εγω παντως δε βλεπω την ωρα να πιασω στα χερια μου κι αλλα βιβλια του Καραγατση.
Εξαιρετικό βιβλίο. Με εντυπωσίασε το πόσο πολύ είχε εισχωρήσει ο Καραγάτσης μέσα στην ψυχολογία του Γιούγκερμαν. Η ζωή του ήταν πολύ ενδιαφέρουσα και απρόβλεπτη, όμως ο κυνικός του χαρακτήρας, που συχνά σε κάνει να διασκεδάζεις, καυτηριάζει πολύ εύστοχα μια φαινομενικά ηθική κοι��ωνία. Είναι από τα βιβλία που σε απορροφούν.
Αριστουργηματικός Καραγάτσης! "Στην κυνική ψυχή του, η θρησκεία είχε πάρει ιδιότυπη μορφή. Το νόημα του Θεού, ξεκαθαρισμένο από τις ηθικές του συνέπειες, απόμενε σα μια δύναμη ανώτερη, που σκόπιμο είναι, για κάθε ενδεχόμενο, να τα 'χεις καλά μαζί της. Ο Θεός του Βασίλη Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν δεν παράλλαζε από τα φετίχ των Αφρικανών. Όπως στους πρωτόγονους ανθρώπους, έτσι και σ' αυτόν οδηγός της ζωής δεν ήταν η ηθική μιας θρησκείας ή μιας φιλοσοφίας, μα ο φόβος. Φοβόταν το Θεό και τους χωροφύλακες. Όταν όμως αυτές οι δύο εκδικητικές δυνάμεις έκλειναν τα μάτια στα παραστρατήματα του - ή εκείνος κατάφερνε να ξεφύγει τη Νέμεση τους- τότε ένιωθε ευδαιμονία απροσμέτρητη, γιατί η αυτοκριτική του γινόταν πάνω σε αυστηρώς αντικειμενικά δεδομένα. Εκείνη η εφεύρεση των ηθικολόγων που λέγεται συνείδηση, δεν φώλιασε ποτέ στο κακότροπο κεφάλι του. Προσευχόταν όμως στον Ιησού, γιατί αυτόν διδάχθηκε για Θεό, απ' τα μικρά του χρόνια." "Ο λόγος ήταν σκληρός. Οι υπάλληλοι που τον άκουσαν, χαμογελούσαν με κακία. Την κακία των μικρών ανθρώπων για τους ξεπεσμένους μεγάλους." "- Μια φορά τη βρίσκεις την αγάπη στη ζωή σου. Αν τό 'πιασες το γαλάζιο πουλί, πάει καλά. Μ' αν το άφησες να φύγει απ' τα χέρια σου, τι να σου κάνει η ομορφότερη γυναίκα του κόσμου; Αδειάζει σιγά το ποτήρι του και προσθέτει: - Η ομορφότερη γυναίκα του κόσμου είναι για όλον τον κόσμο. Μα για τον καθένα μας, δεν υπάρχει παρά μία μονάχα γυναίκα στον κόσμο... "
δέκα, εκατό, χίλια αστέρια.... Απίστευτο, μοναδικό και τεράστιο Ο Καραγάτσης δημιούργησε έναν άκρως ενδιαφέροντα ήρωα, από τους πιο σημαντικούς του ελληνικού λογοτεχνικού ιστορικού, του οποίου την πορεία, τις σκέψεις και τις αλλαγές απολαμβάνουμε μέσα σε 671 σελίδες μοναδικές. Δεν λείπει τίποτα πραγματικά. Λογοτεχνικά τεχνάσματα, ισορροπημένες περιγραφές και διάλογοι, μια επικριτική ματιά του παντογνώστη αφηγητή που πάντα φέρνει στην επιφάνεια σκέψεις, συναισθήματα και κυρίως νοήματα. Για εμένα ήταν ξεκάθαρη η θέση κάθε σκηνής και κάθε χαρακτήρα, από την υπηρέτρια μέχρι την μητέρα του Γιούγκερμαν όλες οι "φωνές" τους και τα "ήθη" είχαν ένα σκοπό. Παράλληλα ότι μπήκε στον βιβλίο από αναφορές στον Ντίρερ μέχρι σχόλια για Γάλλους και άλλους λογοτέχνες, όλα είχαν έναν σκοπό και όλες οι λέξεις στην θέση που προστέθηκαν συνέθεσαν ένα διαμάντι, δυστυχώς αρκετά υποτιμημένο στην χώρα μας. Το λάτρεψα περισσότερο από όσο περίμενα. Ανυπομονώ με όλη μου την ψυχή να πάρω στα χέρια μου τον δεύτερο τόμο.
Πολύ όμορφη και μεστή γλώσσα, όμορφες λέξεις κι αριστοτεχνικά δουλεμένες, δυνατές περιγραφές κι ευφυείς διάλογοι που γεμίζουν ευφορία τον αναγνώστη. Ένας τέτοιος χειρισμός της γλώσσας απαιτεί μεγάλη μαεστρία. Με αυτήν αναδεικνύεται και το περιεχόμενο κι ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, ένας ήρωας- αντιήρωας που τον νιώθεις οικείο, κι ας μην τον συμπαθείς αρκετές φορές. Δεν μπορείς όμως να προσπεράσεις τον κλιμακούμενο εξανθρωπισμό του, τον αυτοσαρκασμό και τη διεισδυτική ματιά του τόσο απέναντι στον εαυτό του όσο κι απέναντι στους άλλους. Κι όλα αυτά τα " χτίζει " ο Καραγάτσης κατά το εικός κι αναγκαίον. Τέλος, υπάρχει σε αυτό το βιβλίο μια ντοστογιεφσκική ατμόσφαιρα, άκρως απολαυστική που σε γαληνεύει.
Ως συνήθως !! Τα λόγια ίσως είναι περιττά....Για ακόμη μια φορά μια ιστόρια που μου κράτησε το ενδιαφέρον σε αμείωτο βαθμό ,με πολύ όμορφη γλώσσα .Ένα ακόμη κλασικό ανάγνωσμα !!!
Ένα από τα πιο διάσημα ελληνικά μυθιστορήματα. Πριν μερικά χρόνια, είχε γίνει επίσης θεατρική παράσταση και πάλι είχε πετύχει στη διασημότητα. Δύο σκηνές μου είχαν μείνει στο μυαλό από την παράσταση: η παράλογη συμπλοκή της μητέρας και της ερωμένης του Γιούγκερμαν και μία φιλοσοφική συζήτηση για τον θάνατο με έναν τρελαμένο φίλο. Ήδη αυτές οι δύο αναμνήσεις είναι αρκετές για να εξάψουν την περιέργεια.
Ένας Φιλανδός, λοιπόν, ξεμπαρκάρει στην Ελλάδα και η Αθήνα του φαίνεται μία πόλη "άξια να κατακτηθεί". Ο Καραγάτσης κάνει εξαιρετικές περιγραφές του (αττικού) φωτός, το οποίο αποτελεί το διακριτικό στοιχείο του ελληνικού χώρου και ευθύνεται για τη μοναδικότητά του. Όταν διάβαζεις τις περιγραφές του για τις ομορφιές της Αθήνας, τις απελευθερωτικές νύχτες του Πειραιά, τα αρκαδικά τοπία της Ακράτας και τις μυστηριακές βραδιές της Θεσσαλονίκης, είναι σαν να εκτιμάς εκ νέου τον χώρο που σε περιβάλλει και σχεδόν νιώθεις τυχερός που αρκεί να κοιτάξεις έξω από το παράθυρο για να τον χαρείς, να τον νιώσεις -κι ας μην ακούς τη νοσταλγική λατέρνα ή τα μάγκικα ρεμπέτικα της δεκαετίας του '30 να ξεχύνονται στους δρόμους• η φαντασία σου τα ζωντανεύει κι αυτά.
Αναφέροντας τη δεκαετία του '30, το Γιούγκερμαν είναι γνωστό για τη βαθιά σκιαγράφηση της κοινωνίας αυτής της περιόδου. Πράγματι, στηλιτεύονται τυπικές κοινωνικές συμπεριφορές, όπως η αχαλίνωτη κερδοσκοπία του Κιτρινάκη, το πάθος για τη "βιτρίνα" των Σκλαβογιάννηδων, η ουδετερότητα που συνεπάγεται με αβουλία του υποψήφιου Διευθυντή της Τράπεζας. Ήθη του προηγούμενο αιώνα επιζούν, όπως η υποχρέωση του αδελφού να συντηρεί τα θηλυκά μέλη της οικογένειας, πράγμα που θα οδηγήσει στην άκρως σπαρακτική αυτοκτονία της Αλκμήνης (για να υπάρχει ένα στόμα λιγότερο! για την ευτυχία του αδελφού!) ή ο αναγκαστικός γάμος για την οικονομική σωτηρία της οικογένειας που τυραννά την καημένη Βούλα. Εύρωστη και ανοιχτή στο φαίνεσθαι, η κοινωνία του '30, σεμνότυφη και συντηρητική στο βάθος.
Αφ��ύ ο Γιούγκερμαν αποβιβάζεται στον Πειραιά, ο αναγνώστης δεν αργεί να καταλάβει ότι το γουρονίσιο μάτι του Φιλανδού δεν ψεύδεται για το ποιόν του: περισσότερο ζώο παρά άνθρωπος, ο Γιούγκερμαν μπλέκει με όλον τον υπόκοσμο του λιμανιού και επιδίδεται σε σεξουαλικές πράξεις με μόνο οδηγό τον ένστικτο. Ο Καραγάτσης σπεύδει να μας δείξει το backstory του που δεν μπορεί να είναι παρά τραυματικό: γόνος (δήθεν) αριστοκρατικής (πάντως πλούσιας) οικογένειας της Φιλανδίας, ο Γιούγκερμαν έμαθε τον έρωτα μέσα από τις ασελγείες του αλκοολικού πατέρα του στο υπηρετικό προσωπικό και κυρίως πιάνοντας τη μητέρα του στα πράσα με τον εραστή της -τον πραγματικό του πατέρα. Εδώ είναι το κλειδί της όλης υπόθεσης του βιβλίου. Αυτό το τραύμα της παιδικής του ηλικίας -τραύμα εξαιτίας της απ��μυθοποίησης της αγάπης και της άμεσης ενεργοποίησης του ενστίκτου, τραύμα εξαιτίας της αντικαταστάσης της ιδέας της μητέρας με την ιδέα του ερωτικού αντικειμένου- είναι που οδηγεί τον Γιούγκερμαν σε όλη την πορεία της ζωής του. Κι ο Καραγάτσης λατρεύει τόσο πολύ τον Φρόυντ που τον καλεί να κάνει ένα cameo στην ιστορία του.
Υποσυνείδητα, η ανάμνηση αυτή είναι που τον σπρώχνει να ενωθεί με τη Βούλα. Πρώτη φορά την είδε όταν η ίδια απομυθοποίησε την αγαπή, καθώς ο Γιώργος Μάζης, ο εραστής της, προσπάθησε να την αποπλανήσει κι αυτή τον σιχάθηκε. Η ταύτιση του παιδικού του εαυτού με τη Βούλα ήταν που γέμισε την καρδιά του με τρυφερότητα γι' αυτήν κι ας μην το έκανε ενσυνείδητα.
Η Βούλα είναι από τους πιο καλογραμμένους χαρακτήρες της ιστορίας. Την παρακολουθούμε από μικρή ηλικία, καθώς ανακαλύπτει τη σεξουαλικότητα και χάνει την αθωότητά της. Την βλέπουμε να βγάζει στην επιφάνεια τα πιο ευγενή αισθήματα του Γιούγκερμαν -με τον οποίο τη συνδέει ένα ηλεκτρόδειο σύνδρομο. Τέλος, την πονάμε όταν δέχεται με εγκαρτέρηση τα μαρτύρια που της επιβάλλει η οικογένειά της εξαιτίας της άρνησής της να παντρευτεί τον Γιώργο και την επιλογή της ελευθερίας της. Είναι νέα, θέλει να ζήσει και κουβαλά ένα τόσο βαρύ φορτίο! Τον Γιώργο τον αρνήθηκε, όχι μόνο όταν αυτός επέστρεψε από τη Βιέννη, αλλά κι όταν προσπάθησε να την αποπλανήσει στην καμπίνα του πλοίου όταν κλέφτηκαν. Κι αυτή η άρνηση είναι το ψυχολογικό τραύμα του ψυχιάτρου Γιώργου Μάζη, η ανάμνηση που έχει απωθήσει: δεν μπορεί ο εγωισμός του να αποδεχθεί ότι μια όχι και τόσο όμορφη κοπέλα τον απέπεμψε (τι να την κάνει την αγάπη της Κάθριν Μακλή όταν μία κοπέλα υπάρχει στον κόσμο;). Γι' αυτό και γυρίζει αποφασισμένος να υποτάξει το επαναστατημένο θηλυκό -τόσο πρωτόγονα γιατί για τον Καραγάτση η ζωώδης ορμή πάντα αναδύεται. Δε θα προλάβει, όμως. Η Βούλα τον αρνείται και πριν τον θάνατό της, ενώ έχει χαρεί τον έρωτα στο πλευρό του Γιούγκερμαν, αυτόν που πραγματικά λαχταρά• έτσι πεθαίνει ελεύθερη σε μια σύντομη ζωή, γεμάτη από πικρές χαρές. Πεθαίνει ευτυχισμένη και είναι η μόνη σε αυτό το βιβλίο. Πόσο κλάμα θέλουν οι σκηνές αυτές! Ο Γιούγκερμαν περιμένει να της κάνει πρόταση -θεωρεί ότι όλα τα ελέγχει, όπως τις συνεχώς αυξανόμενες μετοχές του- αλλά η μοίρα χτυπά αμετάκλητα. Ο Γιούγκερμαν αγάπησε τη Βούλα και δε τη χάρηκε.
Ένας άλλος χαρακτήρας που εξανθρωπίζει τον Γιούγκερμαν είναι ο Μιχάλης Καραμάνος, ο λογοτέχνης και συνεργάτης του, πολύ σαρκαστικά το alter ego του Καραγάτση. Είναι ο διανοούμενος που κατορθώνει να ξυπνήσει τον άνθρωπο στην ψυχή του Γιούγκερμαν. Η φιλία του με τον Καραμάνο συμπίπτει με την εποχή της ανόδου για τον Γιούγκερμαν καθώς αναζητά ποιοτικότερες χαρές και πατάσει το ακόρεστο τέρας μέσα του. Ο Καραμάνος με τις έξυπνες παρατηρήσεις του και τα καυστικά σχόλια του έχει συνειδητοποιήσει πριν απ' όλους -και ίσως ενσαρκώνει- το νόημα του βιβλίου: τη ματαιότητα (αν έχει νόημα η ματαιότητα).
Η φιλία του Γιούγκερμαν με τον Καραμάνο διαταράσσεται βίαια όταν ο Καραμάνος τα φτιάχνει με τη μοιραία Ντάινα πίσω από την πλάτη του Γιούγκερμαν (καταλαβαίνεις ότι είναι καλός ο συγγραφέας όταν οι χαρακτήρες του είναι τόσο αληθινοί που τους έχεις ψυχολογήσει και έχεις καταλάβει τι κρύβεται πριν αποκαλυφθεί). Η Ντάινα: όμορφη και ψυχρή, αδιάφορη και σαγηνευτική. Τρομακτικά ίδια με τη Λίλυ, τη μητέρα του Γιούγκερμαν. Το τράυμα ξαναέρχεται όταν ο Γιούγκερμαν πιάνει την Ντάινα και τον Καραμάνο στην πράξη, η ίδια εικόνα όπως η Λίλυ και ο Ντε Κρεσύ. Το ζώο κυριαρχεί και πάλι στον Γιούγκερμαν για να χτυπήσει αλύπητα τον φίλο του και βιάσει την Ντάινα...
Ναι, προφανώς εδώ έγγειται το μόνο αρνητικό που βρήκα σε αυτό το βιβλίο. Είναι κατανοητό ότι η ικανοποίηση της σεξουαλικής επιθυμίας είναι ένα από τα αναντικατάστατα κίνητρα των ηρώων και ότι ο Γιούγκερμαν είναι ολίγον τι... σεξομανής. Ωστόσο, η Ντάινα είναι ιδομένη περισσότερο ως σεξουαλικό αντικείμενο και άκαρδη ως χαρακτήρας -κατανοητό και πάλι ότι είναι η οπτική του Γιούγκερμαν, διότι έτσι θυμάται και τη μητέρα του, αλλά όταν έχει να κάνει με βιασμό δεν υπάρχει δικαιολογία. Απ' την άλλη, ο Καραγάτσης είναι εξαιρετικά ικανός να γράψει ολοκληρωμένους γυναικείους χαρακτήρες, πχ Βούλα, Έφη. Το θέμα με τους βιασμούς έπρεπε να το προσεγγίσει καλύτερα, εμμέσως να το καταδικάσει, κι όχι να το θεωρήσει μια ακόμα εκδοχή της σεξουαλικότητας, αν και στην εποχή του είναι φανερό ότι δεν είχαν τέτοιες ευαισθησίες. Ίσως, μάλιστα, στην εποχή του να ήταν και επαναστατικό το γεγονός ότι έγραψε σεξουαλικές σκηνές. Κρατώ, ωστόσο, τις αμφιβολίες μου και τις επιφυλάξεις μου για κάποια από τα ακραία σεξουαλικά του βιβλίου.
Παρότι, η ένωση με τη Ντάινα έγινε, η επαφή ήταν τόσο ζωώδης που ούτε αυτήν τη χάρηκε, αν και την "αγάπησε".
Ο Γιούγκερμαν γερνάει. Πλουτίζει, όπως το είχε σχεδιάσει, για να κατανοήσει ότι μόνο τα υλικά αγαθά μπορεί να ελέγξει. Παντρεύεται και κάνει/έχει παιδιά, χωρίς να γεμίσει η μοναξιά του, αφού τα 2 κενά παραμένουν βαθιά χαραγμένα στην ψυχή του: 2 γυναίκες αγάπησε και καμία δεν απόλαυσε. Τριγυρνά στα παλιά του λημέρια στον Πειραιά για να τα βρει ξένα. (Μήπως είναι αυτός ο Ξένος;). Πηγαίνει στον τάφο της Βούλας για να μην τη βρει πια εκει. Επισκέπτεται τον φίλο του Καραμάνο στο άσυλο για να τον δει να παίρνει τον αιώνιο ύπνο που τόσο επιζητούσε• ο Καραμάνος που ήξερε δεν είναι πια εκεί. Ήταν το κεφάλαιο του βιβλίου που μου ράγισε την καρδιά. Διαβάζοντας 3 τόμους, χωρίς να το καταλάβω, είχα κάνει τους χαρακτήρες συνοδοιπόρους της ζωής μου (στο μετρό, στο λεωφορείο, στη σχολή, στο κρεβάτι μου), είχα παρακολουθήσει στενά τις δικές τους ζωές και τους είχα δει να ωριμάζουν... και να παρακμάζουν. Φτάνοντας στο τέλος ήταν σαν να είχα ζήσει και εγώ μαζί τους. Σαν οι αναμνήσεις τους να ήταν και δικές μου χάρη στην πραγματικά ρέουσα γραφή του Καραγάτση που σε κάνει να πιάνεται η καρδιά σου! Έτσι, όταν ο γέρος Γιούγκερμαν κλαίει τις αναμνήσεις του, νοσταλγεί τη νεότητά του, τρώγεται η ψυχή του για όσα δε χάρηκε, με έπνιξε η νοσταλγία, ένιωσα γριά για πράγματα που δεν έζησα. Και έκλαψα. Όταν ο Γιούγκερμαν αγοράζει πρώτη φορά βιβλίο του Καραμάνου και διαβάζει "η μοίρα των ανθρώπων είναι ο Θάνατος" και νομίζει ότι αυτό απλώς σημαίνει ότι όλοι θα πεθάνουμε, αυτό νομίζει κι ο απλός αναγνώστης. Όταν η φράση επανέρχεται στο τέλος του πρώτου βιβλίου, "η μοίρα των ανθρώπων είναι ο Θάνατος", τότε πια το έχεις νιώσει, το αντιλαμβάνεσαι σε όλο του το μεγαλείο: όλα είναι μάταια.
Τι κι αν χάρηκες κάτι; Τώρα δεν το έχεις. Είναι μια ανεκπλήρωτη λαχτάρα του παρόντος. Αυτό που μένει πάντα είναι αυτό που ΔΕΝ χάρηκες, δεν κατάφερες να χαρείς. Είναι η ανεκπλήρωτη λαχτάρα του παρελθόντος που θα σε ακολουθεί στην αιωνιότητα. Και τι μένει; Ο Θάνατος. Αυτό διαπραγματεύεται το δεύτερο βιβλίο, το οποίο γίνεται πολύ φιλοσοφικό και συμβολικό καθώς ο Μεγάλος Αφέντης έρχεται να πάρει τον ηλικιωμένο Γιούγκερμαν. Ο Καραγάτσης δε διστάζει να σπάσει τον 4ο τοίχο προϊδεάζοντάς μας ότι ο Γιούγκερμαν είναι ένας χάρτινος ήρωας (σε ένα πλοίο σε έναν πολύ-Κόρτο-Μαλτέζε τρόπο) και να γίνει ένα με το alter ego του σε ένα μακάβριο όνειρο του Γιούγκερμαν όπου συναντά όλα τα άτομα που δέθηκαν στη ζωή του και, χορεύοντας ένα θλιμμένο βαλς, του αποκαλύπτουν όσα το υποσυνείδητό του τού κρατούσε κρυφά. Το τραύμα της Λίλυ ξαναχτυπά: η έλλειψη αγάπης από τη μητέρα του και η βίαιη γνωριμία με τη σεξουαλικότητα τον έκαναν ένα κτήνος που κινείται από ορμές, έναν δαιμονισμένο που γεννήθηκε για να λαμβάνειν μονάχα και τον ώθησαν στην αναζήτηση της χαμένης αθωότητας μέσω της Βούλας και στη μάταιη προσπάθεια να κερδίσει την στερημένη τρυφερότητα μέσω της Ντάινας. Η Ντάινα, η double της Λίλυ, τον οδηγεί στο "μπουντουάρ της μαμάς", εκεί όπου έγινε, για να συναντήσει τον παιδικό εαυτό του και τον αδελφό του και να οδηγηθεί στον άλλο κόσμο. Όπως λέει ο Καραγάτσης-Καραμάνος: ο άνθρωπος και τα πάθη του! Μόνο αυτά υπάρχουν!
Συμπερασματικά, είναι από τα βιβλία που με άγγιξαν περισσότερο στη ζωή μου. Σταθερά οικοδομημένοι χαρακτήρες με τραγικά ελαττώματα που σου δείχνουν τη μεριά του εαυτού σου που προτιμάς απωθήσεις στο υποσυνείδητό σου. Η γλαφυρή γραφή του Καραγάτση σε κάνει να ρουφήξεις τη ζωή του Γιούγκερμαν σαν να ήταν δική σου. Κάπου στη μέση του βιβλίου, είχα αναλογιστεί ότι αν δεν ήταν τόσο καλογραμμένο δε θα άντεχα να διαβάζω για τη ζωή κάποιου για 3 τόμους. Και τότε αναρωτήθηκα ποιο το νόημα να μας τα λέει όλα αυτά; Ποιο είναι το νόημα της ζωής του Γιούγκερμαν; Έσφαλλε, αδίκησε, έσωσε, αγάπησε, χάρηκε, έχασε, λυπήθηκε. Είναι η ζωή όλων μας πάνω κάτω. Και για όλους θα έρθει η στιγμή να αναρωτηθούμε κοιτώντας τη ζωή μας, αυτα τα σβησμένα κεράκια των οποίων η σειρά μεγαλώνει: προς τι όλα αυτά; Και τότε θα μας έρθει στο νου η φράση: "η μοίρα των ανθρώπων είναι ο Θάνατος".
Τίποτα δεν έχει νόημα γιατί η χαρά που χάρηκες πέρασε και δεν την έχεις πια και τη χαρά που δε χάρηκες δεν την είχες και δε θα την έχεις ποτέ. Πάντα, όμως, έχεις τον Θάνατο.
Ωστόσο, είναι και κάτι άλλο που στο λέει έμμεσα ο Καραγάτσης τη βραδιά των φαντασμάτων: η λέξη "μεταμέλεια" δε βρίσκεται σε αυτές τις σελίδες. Συνήθως ένας ετοιμοθάνατο�� μετανιώνει για τα κακά που έκανε• ο Γιούγκερμαν, αν και υπήρξε παλιάνθρωπος, ποτέ. Ίσως ο ετοιμοθάνατος να μετανιώσει και για πράγματα που θέλησε και τον κράτησε το "πρέπει"• ο Γιούγκερμαν δε συγκρατήθηκε από το "πρέπει", αλλά από τη μοίρα, τον ρου των γεγονότων. Δε λέω σε καμία περίπτωση ότι ο Γιούγκερμαν είναι πρότυπο προς μίμηση. Απλά, ίσως, ο Καραγάτσης να ψιθυρίζει: "βγες εκεί έξω και κάνε αυτό που θες, ικανοποίησε τη λαχτάρα σου". Δε θα σου μείνει στο τέλος, όμως αυτό που θα σε πικράνει περισσότερο θα είναι αυτό που δεν έκανες. Και στο κάτω κάτω, τίποτα δεν έχει νόημα και όλα θα φύγουν, σαν τα βότσαλα που πετά ο Καραμάνος και πνίγονται στο κύμα, αλλά αυτό ακριβώς είναι που τους δίνει το νόημα: κι ας το καταπίνει η θάλασσα το βότσαλο, εσύ θα το πετάξεις γιατί σε ιντριγκάρει το πόσο μακριά θα πάει (ποιες είναι οι δυνατότητές του) και συνειδητοποιείς ότι το να το βλέπεις να εξαφανίζεται κάτω από τα κύματα έχει κάποια ομορφιά• έτσι και θα επιδιώξεις το μέγιστο από τη ζωή, θα παίξεις με τις δυνατότητές σου, δε θα (φυτο)ζωήσεις, και θα ζήσεις για να πεθάνεις -άλλωστε, πάντα η ζωή είναι ατελής, μη ικανοποιητική, κάτι λείπει, ενώ η "ομορφιά είναι προνόμιο του θανάτου". Τουλάχιστον, πέταξε το βότσαλο.
Σημ1: μου άρεσε η διακειμενικότητα του Γιούγκερμαν. Οι αναφορές σε άλλους λογοτέχνες (ομολογουμένως τους περισσότερους δεν τους ήξερα) απέδιδαν τόσο σεβασμό σε εκείνους όσο και έκαναν το έργο να αναζητά μια θέση ανάμεσα στα δικά τους. Χάρη σε αυτές τις αναφορές, έμαθα έναν πολύ αξιόλογο ποιητή, τον Πορφύρα, με το rerum lacrimae του που τόσο στενά συνδέθηκε με την ιστορία του Γιούγκερμαν. Οι παραπομπές στον Καββαδία ήταν εμφανής στο Β' μέρος στο θαλάσσιο ταξίδι, ακόμα και πριν την ρητή παραδοχή που προσανατόλισε εύστοχα την ροή της ιστορίας του Γιούγκερμαν - αν κι εγώ είχα ήδη παρατηρήσει τις καββαδικές επιρροές στο πρώτο μέρος στη φιλοσοφική συζήτηση με τον Καραμάνο στο λιμάνι! Ο Καβάφης, επίσης, είναι πάντα καλοδεχούμενος. Παράλληλα, ενδιαφέρουσα ήταν η προσοχή του Καραγάτση στην "ακουστική" της ιστορίας του, καθώς τη διάνθισε με μουσικά κομμάτια, κάποια κομβικά στην πλοκή, όπως το "Δεν υπάρχει παρά ένα κορίτσι στον κόσμο" ή το θλιμμένο βαλς του Σιμπέλιους, ενώ πάντα φρόντιζε να αναδείξει την υπεροχή της ελληνικής ρεμπέτικης μουσικής και της λατέρνας (ήδη από τις πρώτες σελίδες όπου "οι Έλληνες τραγουδούν όταν δεν έχουν τίποτα να πουν") που συνόδευσαν τους ήρωες στις πιο κρίσιμες στιγμές τους -ενίοτε σε υπερβολικό βαθμό, πχ στο όνειρο του Γιούγκερμαν: Σιμπέλιους-Μπαχ-ρεμπέτικο; Τόσο τα λογοτεχνικά όσο και τα μουσικά στοιχεία ισχυροποιούν την ιστορία διασυνδέοντας την με αξιόλογα έργα του πολιτισμού.
Σημ2: περισσότερα βιβλία για τον εμπλουτισμό του προβληματισμού σχετικά με τη ματαιότητα: Η Χώρα του Χιονιού, Καβαμπάτα• Ο Μύθος του Σισύφου, Καμού• Ο Ξένος, Καμού.
Ευτυχώς είναι καλό! Ακούω να ρωτάτε: "μα καλά, για το Γιούγκερμαν αμφέβαλλες;" Κι όμως φίλτατ@, αφού διάβασα τη "Μεγάλη Χίμαιρα", ένα από τα πιο πολυσυζητημένα έργα του Καραγάτση και κατά εμένα επιεικώς μέτριο προς το κακό, είχα πολλές και μεγάλες αμφιβολίες για το αν το magnum opus του θα αξιζε τον κόπο. Ευτυχώς λοιπόν ξανά που διαψεύστηκα! Το Γιούγκερμαν πρόκειται όντως για ένα τρομερό έργο, με ενδιαφέροντες χαρακτήρες και υπέροχη αλληλουχία γεγονότων. Το δύσκολο είναι να το αφήσεις και όχι να το τελειώσεις.
Το μυθηστόρημα του Μ. Καραγάτση "Ο Γιούγκερμαν και τα στερνά του" ταξιδεύει το αναγνώστη στη Σκανδιναβία, τη Ρωσία, την Πόλη και την Ελλάδα. Επιπλέον, ο Καραγάτσης χαρτογραφεί το ιστορικό και κοινωνικό υπόβαθρο αυτών των περιοχών. Πραγματικά υπέροχο!
Εξαιρετικό! Πραγματικά δεν το αφήνεις από τα χέρια σου! Γλαφυρές περιγραφές, γρήγορη πλοκή, εξαίσια διάπλαση χαρακτήρων. Ένας ολόκληρος κόσμος πλασμένος από την δυνατή πένα του Καραγάτση.
Εξαιρετικά καλογραμμένο και τρομερά προοδευτικό για την εποχή του. Ο Καραγάτσης καταφέρνει να φωτίσει τόσο τα ανώτερα όσο και τα κατώτερα ένστικτα των ηρώων του και με την ίδια ευκολία που τους ανυψώνει με την ίδια τους κατεδαφίζει. Ηδονιστικό και αισθησιακό, ίσα που σου φέρνει στο νου λίγο από ντε Σαντ. Διατηρώ κάποιες επιφυλάξεις για την νομιμότητα κάποιων περιπτύξεων.
Δεύτερο βιβλίου του συγγραφέα που διαβάζω και πάλι θα πω ότι για μένα ήταν μεγάλη έκπληξη. Είναι από αυτά τα βιβλία που δεν χρειάζεται να περιγράψεις κάτι γιατί πιστεύω οποίος έχει διαβάσει έστω και ένα βιβλίο του, σίγουρα θα διαβάσει και κάποιο ακόμα. Για μια ακόμα φορά με κέρδισε η ιστορία και η περιγραφή που ούτε με κούρασαν οι σελίδες ούτε βαρέθηκα το θέμα του. Ανυπομονώ να διαβάσω τον επόμενο τόμο και σίγουρα θα προσπαθήσω να ανακαλύψω και άλλα πράγματα από τον κόσμο του Καραγάτση. Έτσι, παράμ παπάμ έχουμε 4 αστεράκια.
Καταπληκτικό μέχρι στιγμής, ο Καραγάτσης γράφει υπέροχα και η επιρροή του Ντοστογιέφσκι είναι εμφανής. Πάλι καλά που πήρα το C1 στα γαλλικά γιατί αλλιώς δε θα καταλάβαινα τα μισά.
Sidenote: πρώτη φορά διαβάζω τη λέξη χαριτωμένος τόσες πολλές φορές
Ενα 4,5 κανονικα για ολα σεξιστικά του Καραγάτση, νταξει τα ξέραμε πως θα τα βρίσκαμε μπροστα μας αλλα κι αυτο δεν αναιρεί τις δυσφορικες στιγμες που περασα στο τιουμπ προσπαθώντας να μην αντιδράσω χαχαχα Ας μην ειμαι μπιτσαρα ομως, ακραιο ειναι