Μια συλλογή από 67 μικρές -έως μικροσκοπικές- ιστορίες, από εκείνες που ξεπηδούν απρόσκλητες καθώς ξεφυλλίζεις, ας πούμε, το άλμπουμ με τις οικογενειακές φωτογραφίες.
Ιστορίες ασπρόμαυρες, αφού φαντάζουν κιόλας μακρινές, αν και ο απόηχός τους βρίσκει τρόπο να επιβιώνει, παρηγορητικός, μέσα στη βουή και την αντάρα.
Ιστορίες αληθινές, αν και αυτό έχει ίσως τη μικρότερη σημασία· το προσωπικό βίωμα δεν είναι παρά η αφορμή αυτών των ακαριαίων αφηγήσεων που ψηλαφούν το αποτύπωμα μιας εποχής, με αφετηρία τα μέσα της δεκαετίας του ’60.
Ιστορίες που μαρτυρούν πως το παρελθόν βρίσκει πάντα τρόπο να τρυπώνει ανάμεσα στα λόγια μας...
Ιστορίες της μιας ανάσας, οι περισσότερες από τις οποίες θα μπορούσαν να διαβαστούν άνετα ακόμα κι ανάμεσα σε δυο σταθμούς του αθηναϊκού μετρό.
Nicos Panayotopoulos (Greek: Νίκος Παναγιωτόπουλος) is a Greek screenwriter, novelist, and short story writer. Panayotopoulos studied engineering, but at the same time took drama courses at the Hellenic-American Union. Initially, he worked as an arts journalist for newspapers, magazines and television. Since 1992 he makes a living as a novelist and screenwriter.
Panayotopoulos has been teaching screenwriting in several film schools, seminars and workshops, and, lately, at the Film Department of the School of Fine Arts (Athens University). Since 2007 he is a senior trainer at the MFI script2film workshops. He has written screenplays for short films, TV series and feature films. In 1996 he won the best screenplay award for Truants (directed by N. Grammatikos) at the Thessaloniki Film Festival. In 2000 he won the first prize in a screenwriting competition with his screenplay False Alarm, which was produced in 2006 (dir. by K. Evangelakou). He co-wrote The King (2002) and The Wake (2005, dir. by N. Grammatikos), My brother and I (1998, dir. by A Kokkinos), and Totally Married (2003, dir. by D. Indares) among others.
His collection of short stories, “The Guilt of Materials” (1997) received the Maria Ralli Award for new writers.
His published novels include “Ziggy from Marfan – The Diary of an Alien” (1998), “The Gene of doubt” ( 1999), “Icon” (2003) which was shortlisted for the National Novel Award, and “The children of Cain” 2011).
Panayotopoulos's novels have been translated into several European languages. In addition, Panayotopoulos has translated into Greek Andrew Crumey’s “Mr. Mee”, Philip Roth’s “The professor of desire”, and Jean Echenoz’s “Jérôme Lindon”.
Όταν σκεφτόμουν για την κατηγορία B.R.A.CE. 2017 ένα βιβλίο διηγημάτων ποιο βιβλίο ταιριάζει τούτο μου ήρθε πρώτο στο μυαλό. Έχοντας διαβάσει Το γονίδιο της αμφιβολίας το οποίο και είχα βρει πολύ καλό, αποφάσισα να διαβάσω άλλο ένα του ιδίου συγγραφέα. Και δεν "απέτυχα" με την επιλογή μου!
67 μικρές υπέροχες ιστορίες για μια οικογένεια και μια γειτονιά! 67 μικρές στιγμές της ζωής που τις διηγείται κάποιος μέσα σε 5 λεπτά κι όμως σημαίνουν τόσα πολλά για εκείνον και την ιστορία του και το ποιος είναι.
Χαμογέλασα και συγκινήθηκα, στενοχωρήθηκα και γέλασα, όπως ακριβώς είναι η ζωή δηλαδή!
Όταν το τελείωσα ήθελα απλά να το ξαναπιάσω από την αρχή :) Διαβάστε το, αξίζει!
Διάβασα το Γονίδιο της Αμφιβολίας και επειδή μου άρεσε πολύ, είπα θα διάβάσω κι άλλο του και πήρα το τελευταίο. Αυτό το βιβλίο μου φάνηκε.... νόστιμο, μπουκίτσες με αλατάκι, πιπεράκι, άλλες με άρωμα λεμόνι, άλλες με δυόσμο ή δεντρολίβανο, μυρωδιές από καφέ, από καμμένη ζάχαρη... Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνετε. Μου άρεσε, με γέμισε νοσταλγία, με συγκίνησε, πράγμα, ομολογουμένως, όχι εύκολο. Θα διαβάσω κι άλλο ένα λοιπόν ή και πέντε, δεν ξέρω.
Αποσπασματικές αναμνήσεις του συγγραφέα από τη ζωή του γραμμένες όπως ακριβώς ερχόταν στο μυαλό του: χωρίς σύνδεση μεταξύ τους, σε μικρά κεφάλαια. Μου άρεσε, πάντα μου αρέσει να μαθαίνω ιστορίες που έχουν βιώσει οι συνάνθρωποί μου. Θα το ήθελα όμως λίγο μεγαλύτερο, έφυγε μέσα σε περίπου δύο ώρες.
Θέλει μαεστρία και κυρίως ταλέντο να μπορείς να συμπυκνωνεις νοήματα, συναισθήματα, εικόνες μέσα σε μικρές ιστορίες, κάποτε χιουμοριστικές, κάποτε συγκινητικές, μα πάντα αληθινά δικές σου.
Μέρος πρώτο από το δανεισμό τριών βιβλίων που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα επέλεγα να διαβάσω: Μου τράβηξε την προσοχή το βιογραφικό του συγγραφέα και η συγγραφή σεναρίων για ταινίες που έχω αγαπήσει. Τα διηγήματα του Γραφικού Χαρακτήρα είναι πολύ προσωπικά, ταυτόχρονα όμως είναι -με διαφοροποιήσεις- και συλλογικές εμπειρίες. Θα αποφύγω να δώσω βαθμολογία, ίσως γιατί δεν ήμουν στο κατάλληλο μουντ (αν και πιθανολογώ ότι δύσκολα θα βρεθώ ποτέ σε αυτό) για να απολαύσω την ανάγνωση.
Με τον Νίκο μέναμε απέναντι στα παιδικά και εφηβικά μας χρόνια, παρέα δεν κάναμε γιατί ήταν 3 χρόνια μεγαλύτερος, συν ότι άλλο μπορεί να συνέβαινε. Έμαθα μόλις προχθές από τον αδερφό μου οτι έγινε συγγραφέας, αμέσως τον γκουγκλάρισα διάβασα και είδα τα πάντα για αυτόν και διάλεξα να ξεκινήσω με τον "γραφικό χαρακτήρα" για να γνωρίσω τον ίδιο και να δω τη γειτονιά μας με τη δική του ματιά. Διάβασα το βιβλίο σε δύο ώρες και ήταν σα να γύρισα πίσω 40 χρόνια, πολλές από τις ιστορίες του μπορούσα να τις φανταστώ, και άλλες μπορώ να πω τις ήξερα. Ωραίο γράψιμο χωρίς σάλτσες. Αύριο το δίνω στη μάνα σου για αφιέρωση. ΥΓ Πράγματι ο πατέρας του έφτιαχνε τα πάντα, θυμάμαι είχε ζωγραφίσει ένα τεράστιο λουλούδι στον εξωτερικό τοίχο του σπιτιού τους το οποίο έγινε το σήμα κατατεθέν της γειτονιάς.
Δεν είναι το στυλ μου αλλά είναι βιβλίο εύκολο και κύλησε γρηγορα και ευχάριστα με τον απογευματινό καφέ! Μου άρεσε παντως η γραφή του και θα κοιτάξω και άλλα βιβλία του.
Παρόλο που οι μικρές ιστορίες της συλλογής τοποθετούνται σε μια εποχή μακρινή και άγνωστη για μένα καταφέρνουν να μεταφέρουν το συναίσθημα της γλυκιάς νοσταλγίας. Μέσα απο τις προσωπικές ιστορίες του συγγραφέα ζωντανεύουν ταυτόχρονα και δικές σου αναμνήσεις, ιστορίες απο εκείνες που, για να μεταφέρω καλύτερα το συναίσθημα θα χρησιμοποιήσω τα λόγια του οπισθόφυλλου: "ξεπηδούν απρόσκλητες καθώς ξεφυλλίζεις, ας πούμε, το άλμπουμ με τις οικογενειακές φωτογραφίες." Γυρνώντας τις σελίδες μπαίνεις στη διαδικασία να θυμηθείς τις δικές σου σκανταλιές, τους φόβους και τις ανησυχίες σου όσο μεγάλωνες, πρόσωπα συγγενικά, τη σχέση σου με τους γονείς σου. Ήταν ένα πολύ όμορφο ταξίδι στην ζωή όπου μαζί με το συγγραφέα μεγαλώνεις κι εσύ από την αρχή για δεύτερη φορά. Με άφησε κατευχαριστημένη η γραφή του Παναγιωτόπουλου και ανυπομονώ να δοκιμάσω και τα υπόλοιπα βιβλία του.
Οι ιστορίες του Νίκου Παναγιωτόπουλου είναι τόσο αληθινές , όμοιες με αυτές που ζει ο καθένας μας που είναι παιδί της «αγίας ελληνικής οικογένειας». Περιγράφει την Ελλάδα της εποχής του τέλεια. Δάκρυσα σε αρκετά σημεία του βιβλίου και γέλασα σε κάμποσα ακόμα. Ήταν εξαιρετικό!!
http://diavazontas.blogspot.gr/2016/1... Τον Νίκο Παναγιωτόπουλο τον ήξερα από Το γονίδιο της αμφιβολίας και τα Τα παιδιά του Κάιν, μεγάλα μυθιστορήματα με έντονη πλοκή και φαντασία. Όταν είδα τον Γραφικό χαρακτήρα, μια μικρή συλλογή διηγημάτων, ξαφνιάστηκα. Ακόμα περισσότερο, μόλις συνειδητοποίησα πως πρόκειται για πολύ μικρά διηγήματα (στα όρια του flash fiction) και μάλιστα αυτοβιογραφικά.
Οι όποιες αμφιβολίες μου εξανεμίστηκαν ήδη από την πρώτη σελίδα. Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος έγραψε αυτές τις ιστορίες γιατί είχε κάτι να πει· στον εαυτό του και σε όλους εμάς. Τις έγραψε απλά και κατανοητά, χωρίς να εκβιάσει το συναίσθημα, χωρίς να γίνει μελό. Σε δύο από αυτές, τα κατάφερε να με κάνει να κλείσω το βιβλίο και να κλάψω.
Οι 67 ιστορίες που περιλαμβάνονται στο βιβλίο θα μπορούσαν να αποτελούν μέρος ενός σπονδυλωτού μυθιστορήματος. Πρωταγωνιστές ο συγγραφέας, ο πατέρας, η μητέρα, ο αδελφός του, κάποιες θείες, θείοι, ξαδέλφια. Μια μονάχα είναι επινοημένη, μας λέει ο συγγραφέας στο σημείωμα στο τέλος, και μας κλείνει το μάτι. Μπορεί και καμία. Μπορεί και όλες. Τι σημασία έχει για μας.
Σημασία έχει πως πρόκειται για κείμενα εξαιρετικά πυκνά, με εκρήξεις συναισθηματικές, που σε κάνουν να ταυτιστείς, να γελάσεις και να πικραθείς, να νιώσεις. Η δύσκολη σχέση του αφηγητή με τον πατέρα του, μια σχέση για την οποία ως τώρα σπάνια μιλούσαν οι άντρες συγγραφείς, περιγράφεται με όλες της τις προεκτάσεις. Με αποκορύφωμα εκείνη τη σπασμένη κιθάρα όταν ο πατέρας καταλαβαίνει πως ο πρωτότοκος γιος του δεν θα εκπληρώσ��ι τα δικά του όνειρα. Πως αυτός στον οποίο έχει φορτώσει όλες τις προσδοκίες και την αγάπη του, είναι ανεξάρτητος πια από κείνον και θα γίνει κάτι άλλο, που θα το επιλέξει ο ίδιος. Ο νεαρός Παναγιωτόπουλος είχε το θράσος εξάλλου ήδη από τα δεκαοκτώ να λέει πως θα γίνει συγγραφέας.
Οι αυτοβιογραφικές ιστορίες βάζουν πάντα ένα στοίχημα με τον εαυτό τους. Ή μάλλον δύο. Το πρώτο αφορά τη μνήμη, την πραγματικότητα που αλλάζει και γίνεται ρευστή όσο τη διηγείσαι. Αναγκαστικά τα γεγονότα κανείς τα γράφει όπως τα θυμάται εκείνος, με όλο το γρέζι των αναμνήσεων και τη θολούρα, που βάζει στρώματα πάνω σε άλλα στρώματα μνήμεων και πολλές φορές χαρίζει σε μια επινοημένη σκηνή την αληθοφάνεια που επιτρέπει η απόσταση και ο χρόνος που πέρασε.
Το δεύτερο στοίχημα, είναι οι ίδιες οι ιστορίες, αν και τα πόσον αφορούν τα αυτοβιογραφικά σου κείμενα κι άλλους εκτός από σένα, αν θα μπορέσει να ταυτιστεί όχι μόνον ο αναγνώστης που έζησε στα ίδια μέρη και είναι της ίδιας ηλικιακής γενιάς, αλλά κάθε αναγνώστης. Και σε αυτό τα καταφέρνει καλά, εγώ που δεν ανήκω στη γενιά του, δεν είμαι άντρας, και δεν είχα παρόμοια παιδικά βιώματα, ένιωσα πολλές φορές σαν να μιλούσε για μένα
Στη συγκεκριμένη συλλογή ο Παναγιωτόπουλος είχε να αντιμετωπίσει κι ένα ακόμα θέμα, που αφορούσε τη γραφή του: δεν είχε γράψει ποτέ άλλοτε τόσο μικρά κείμενα, ούτε καν στην αρχή της καριέρας του. Πιστεύω πως τελικά κέρδισε και τα τρία στοιχήματα. Κι ένα τέταρτο, απέδειξε πως ένα τέτοιο εγχείρημα, όταν είναι καλογραμμένο, μπορεί να πουλήσει.
Αρχικά μου φάνηκε κάπως κοινότυπο, και το μέγεθος των ιστοριών κάπως ρηχό για το ύφος της ατάκας που κλείνει κάθε ιστορία. Ωστόσο το πηρα γιατι χωρούσε στην τσέπη μου, και ήθελα κάτι για το μετρό. Στον επίλογο ο συγγραφέας ομολογεί πως φτιάχτηκε ακριβώς με αυτόν τον σκοπό. Αποστολή εξετελεσθη. (Σχόλιο ασφαλώς γραμμένο à la maniére de...)
Ίσως να είναι υπερβολή τα 5 αστέρια, αλλά ήταν ακριβώς αυτό που περίμενα: στιγμιότυπα αυτοβιογραφικά, γραμμένα ακριβώς όπως πρέπει για να με μεταφέρουν στην εποχή εκείνη. Υπάρχουν πολλά τέτοιου είδους βιβλία, αλλά συνήθως κάνουν λάθη που με εκνευρίζουν: γλώσσα υπερβολικά και ζορισμένα "χωριάτικη", ύφος ντε και καλά "νοσταλγικό", επιλογή θεμάτων νοσηρών και γενικά σοκαριστικών, σαν να παραδέχεται ο συγγραφέας ότι αυτά που λέει είναι ασήμαντα και πρέπει να βάλει και κάτι χτυπητό, κάτι που να μπορεί να παρομοιαστεί με αρχαία ή σαιξπηρική τραγωδία ή να καταγγέλλει κάποια κακώς κείμενα της τότε κοινωνίας κλπ κλπ. Όχι, τίποτα από αυτά δεν έχει τη βιβλιαράκι αυτό. Απλό γράψιμο και απλά θέματα που δε μου έδωσαν την εντύπωση ούτε ψεύτικου και βαρετού, ούτε αποστειρωμένου και ψυχρού. Δεν είναι κάτι που θα το θυμάμαι για πολύ καιρό, βέβαια, και ούτε έχει τέτοιες φιλοδοξίες. Αλλά είναι κάτι που το διάβασα με τη μία, χωρίς διάλειμμα, σε λιγότερο από δυο ώρες, και το ευχαριστήθηκα.
Ιστορίες από την παιδική ηλικία γραμμένες και αφιερωμένες στον πατέρα του συγγραφέα όποιος πρωταγωνιστεί στις περισσότερες από αυτές και όποιος είναι ένας γραφικός χαρακτήρας όπως υπονοεί και ο τίτλος. Το διάβασα μέσα σε μία μέρα και λυπήθηκα πραγματικά που τελείωσε. Μάρεσε πολύ που βρόσκεις στοιχεία από τη μια ιστορία στην άλλη και στο τέλος όλα μαζί είναι Ενιαία. Πολύ πρωτότυπο βιβλίο θέλω να διαβάσω κι άλλα από αυτόν τον εκπληκτικό συγγραφέα σεναριογράφο.
"Μου περιέγραψε το πρόβλημά της - κάτι τόσο περίπλοκο που ακογόταν αληθινό." Τα αληθινά είναι το ίδιο όμορφα όσο και δύσκολα. Ο συγγραφέας διηγείται ιστοίες από την παιδική μέχρι την ενήλικη ζωή του. Ο τρόπος που μπορεί κάποιος να πει μια κοινότυπη ιστρία της δίνει τέτοιο προωσπικό στίγμα που σε ρουφά με τις λέξεις του. Η καθημερινότητα σε όλες τις εκφάνσεις της. Η ζωή μιας ελληνικής οικογένειας, οι σχέσεις των μελών της, οι σχέσεις με τους συγγενείς, τους ιδιαίτερους γείτονες, τους φίλους που έρχονται να προστεθούν με τα χρόνια (και στα χρόνια). Όλα γνώριμα, αλλά όχι δικά μας. Στα υπέρ: ο συγγραφέας δίνει με έντεχνο τρόπο πολλές πληροφορίες για της ζωή στα 70ς και 80ς.
Μια συλλογή από προσωπικά βιώματα που ανήκουν σε έναν, αλλά ταυτόχρονα και σε πολλούς. Μικροσκοπικές ιστορίες, απλές και καθημερινές, δίχως πάθος και επιτήδευση. Ελλείψει συγκεκριμένης κατεύθυνσης, είναι στο χέρι του αναγνώστη το εάν και με τι θα συνδεθεί.
Υ. Γ. Αναρωτιέμαι ποια να είναι εκείνη η ιστορία που δεν είναι αληθινή.
Απλές καθημερινές ιστορίες που διαδραματιζονται στο οικογενειακό περιβάλλον του συγγραφέα αναμνήσεις των παιδικών του χρόνων (δεκαετία του 60) με κύριο πρωταγωνιστη τον πατέρα του. Τίποτα το ιδιαίτερο....