Ένας οπλισμένος άντρας εισβάλλει ένα πρωινό στο πολυκατάστημα της περιοχής Μαριεμπέρι, σκοτώνοντας όποιον είχε την ατυχία να βρεθεί μπροστά του, και στη συνέχεια εξαφανίζεται. Η Αστυνομία του Έρεμπρο εξαπολύει ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό του και, πράγματι, ύστερα από μερικές ημέρες τον βρίσκει. Νεκρό. Η υπόθεση κλείνει και όλοι επιστρέφουν στην κανονική τους ζωή – όλοι εκτός από έναν.
Η ζωή του επιθεωρητή Άντερς Οικονομίδη έχει ανατραπεί. Έπειτα από μια έκρηξη θυμού, η καριέρα του παίρνει την κάτω βόλτα και η οικογένειά του διαλύεται. Οι εμμονές του τον στοιχειώνουν, αποτελούν ωστόσο τη μοναδική του ελπίδα για να λύσει την υπόθεση και ταυτόχρονα να σώσει την οικογένειά του από έναν αόρατο κίνδυνο.
Ναι! Ο Γιαννίσης αρχίζει να ξεδιπλώνει το ταλέντο του στο μέγιστο βαθμό μ' αυτό το δεύτερο βιβλίο αστυνομικής λογοτεχνίας με ήρωα τον επιθεωρητή Άντερς Οικονομίδη. Τίποτα απολύτως δεν έχει να ζηλέψει και πουθενά δεν υστερεί από τους Βορειοευρωπαίους ομότεχνούς του! Αν έχετε εθιστεί μία φορά στις περιπέτειες του Χάρι Χόλε, τότε σίγουρα θα εθιστείτε δέκα φορές στις περιπέτειες του Άντερς Οικονομίδη, μιας και οι αναφορές στην ελληνική μυθολογία είναι οπωσδήποτε πιο κοντά σε μας απ' ότι οι αντίστοιχες στη σκανδιναβική και ο Άντερς είναι χαρισματικός, τρωτός, βαθιά ανθρώπινος, "Αρβανίτικο κεφάλι" (του συγγραφέα ο χαρακτηρισμός για τον ήρωά του) και φυσικά...Έλληνας! Άριστα δομημένο και με τέλειο ρυθμό, μόνο ένα πρόβλημα έχει αυτό το βιβλίο : τελειώνει πολύ γρήγορα! Άσε που η αγωνία για την τύχη του Άντερς και της οικογένειάς του χτυπάει κόκκινο...ποιός περιμένει μέχρι να εκδοθεί το επόμενο; Εγώ πάντως σίγουρα με αγωνία!
Διάβασα το “Μίσος”, το πρώτο βιβλίο της σειράς, πριν ένα χρόνο. Δεν τα πάω πολύ καλά με τις σειρές βιβλίων, ειδικά στα αστυνομικά μυθιστορήματα, γιατί αισθάνομαι ότι κάποια πράγματα -αναπόφευκτα- επαναλαμβάνονται. Το Μίσος όπως είχαμε πει και εδώ, θα το χαρακτήριζα ένα “αστυνομικό – εγγύηση”: είναι ένα δομημένο μυθιστόρημα αστυνομικής λογοτεχνίας που ακολουθεί το στυλ της “σκανδιναβικής σχολής”, το οποίο ναι μεν έχει ανατροπές, αλλά σε γενικές γραμμές θα έλεγα ότι “παίζει σύμφωνα με τους κανόνες”. Όπως καταλαβαίνετε, με βάση αυτά τα δεδομένα, είχα στο μυαλό μου ότι και το Κάστρο θα είναι ένα αστυνομικό που κινείται στα ίδια περίπου επίπεδα. Ωστόσο τελικά δεν ήταν αυτό που περίμενα και χαίρομαι πολύ γι’ αυτό.
Αυτή τη φορά ο επιθεωρητής Άντερς μας ξανασυστήνεται, γιατί πολλά πράγματα έχουν αλλάξει στη ζωή του από την τελευταία φορά που τον είδαμε: απουσιάζει απ’ την ενεργό δράση τους τελευταίους έξι μήνες κι είναι πλέον χωρισμένος. Όσο κάνουμε catch up με τη ζωή του Άντερς, παρακολουθούμε παράλληλα και την υπόθεση που τον απασχολεί με το που πατάει ξανά το πόδι του στο τμήμα: πρόκειται για μια μαζική δολοφονία σε ένα εμπορικό κέντρο, η οποία δεν έχει τίποτα το “περίεργο”, οπότε κλείνει σχετικά γρήγορα. “Χμ, έχουμε ακόμη 200+ σελίδες, τι ανατροπή θα γίνει δηλαδή; Μήπως απλώς θα φλυαρεί;”, θα σκεφτεί ο αναγνώστης. Wait for it, θα σας πω εγώ. Δε θα πω ψέματα, το πρώτο μισό του βιβλίου μου φάνηκε κάπως υποτονικό, αλλά αργότερα κατάλαβα ότι ήταν άκρως απαραίτητο ώστε να στηθούν όλα τα πιόνια στη σκακιέρα γι’ αυτό που θα έρθει στο δεύτερο μισό.
Τώρα, όσον αφορά το δεύτερο μισό, στο οποίο κρύβεται και όλο το “ζουμί”, θα είμαι λακωνική για να αποφύγουμε κάθε πιθανό spoiler. Είναι αδύνατον να μη διαβαστεί σε μια καθισιά κι ας είναι το μισό βιβλίο από άποψη έκτασης. Κι ενώ στο πρώτο μέρος αναρωτιόμασταν “πού το πάει”, τώρα βλέπουμε σιγά – σιγά το κουβάρι να ξετυλίγεται και τα πιόνια που πήραν τη θέση τους να περνάνε στην επίθεση. Επομένως, αντί για ένα slow – burn αστυνομικό, έχουμε μια περιπέτεια με καταιγιστική δράση που ίσως σας θυμίσει Jo Nesbo, χωρίς όμως να είναι κακή κόπια του.
Κάτι που μου έλειπε απ’ το πρώτο βιβλίο της σειράς είναι το “δέσιμο” με τον πρωταγωνιστή κι ευτυχώς ήρθε σε αυτό το βιβλίο: γνώρισα καλύτερα τον Άντερς, ένιωσα να συμπάσχω μαζί του, ανησύχησα πολλές φορές για την τύχη του και αγωνιώ για το τι του επιφυλλάσσει ο δημιουργός του στη συνέχεια.
Το Κάστρο λοιπόν για μένα ήταν κάτι παραπάνω από ένα “καλό αστυνομικό”. Με εξέπληξε ευχάριστα, κυρίως γιατί δεν περίμενα ότι θα διαβάσω κάτι τόσο διαφορετικό απ’ το πρώτο βιβλίο της σειράς. Αν στο Μίσος ο Βαγγέλης Γιαννίσης μας έδειξε ότι ξέρει να παίζει με τους “κανόνες”, στο Κάστρο μας απέδειξε ότι μπορείς να γράψεις ένα άρτιο μυθιστόρημα σπάζοντας αυτούς τους κανόνες.
Πρέπει να είμαι ο πιο ανάποδος αναγνώστης του Άντερς Οικονομίδη, του βασικού ήρωα των μυθιστορημάτων του Βαγγέλη Γιαννίση, αφού ξεκίνησα από το τρίτο βιβλίο, πέρασα στο δεύτερο και, μοιραία πλέον, θα διαβάσω τελευταίο το... πρώτο! Το ανωτέρω κωμικό σχόλιο έχει και ουσιαστικό λόγο ύπαρξης, αφού θέλω να υποσημειώσω πως, παρότι τα βιβλία ακολουθούν τη ζωή του Άντερς, η ανάποδη ανάγνωσή τους δεν είναι και τόσο πρόβλημα. Σίγουρα θα είναι καλύτερο αν καταπιαστείτε με τη σωστή σειρά, επειδή μερικά κουμπάκια θα είναι απάτητα και στη θέση τους όσο θα προχωράτε, αλλά αν σας τύχει το αντίθετο μη διστάσετε. Σ' αυτό φυσικά βοηθούν πολύ και τα ίδια τα βιβλία, αφού είναι πολύ καλογραμμένα. Το ''κάστρο'' είναι αρκετά μεγαλύτερο από τον ''χορό των νεκρών'' ωστόσο έφυγε σαν νεράκι, με την αστυνομική πλοκή να ρέει ευχάριστα και με τις γνώριμες για το είδος ανατροπές. Το έγραψα και στο Άντερς #3: Η Ελλάδα έχει αρχίσει να αποκτά πολύ δυνατή αστυνομική σκηνή!
Η ιστορία ξεκινάει σχετικά αργά, αλλά στη συνέχεια, η υποθεση περιπλέκεται περισσότερο κι έχει πολλούς και διαφορετικούς εμπλεκόμενους. Δεν κυνηγά τον επόμενο καθ' έξιν δολοφόνο, αλλά μια πολύπλευρη ιστορία με πολλά παρακλάδια. Έχοντας διαβάσει τα επόμενα βιβλία πριν από το συγκεκριμμένο - από τις λίγες φορές που δεν κατάφερα να διαβάσω τα βιβλία με τη σειρά - θα πω ότι δεν έχει τη δυναμική ούτε του πρώτου, ούτε των μεταγενέστερων.
Αν και για μένα ο επιθεωρητής Άντερς Οικονομίδης, είναι η νέα συνήθεια που έγινε λατρεία, θεωρώ φρόνημο να το βαθμολογήσω όπως του αρμόζει.
Ο επιθεωρητής Άντερς Οικονομίδης επιστρέφει στην ενεργό δράση μετά από έξι μήνες αποχής ύστερα από ένα ξέσπασμα βίας του και έρχεται αντιμέτωπος με μια μαζική δολοφονία. Η υπόθεση κλείνει σύντομα, αλλά ο Άντερς δεν εφησυχάζεται.
Αν και στην αρχή το πήγα πολύ αργά, όταν τελικά πέρασα τις πρώτες 150 - 170 σελίδες και μπήκα στα βαθιά η γνώμη μου για το βιβλίο άλλαξε. Άρχισαν να ξεκαθαρίζουν πολλά και να αποκτά πραγματικό ενδιαφέρον. Δε μπορώ να αποφασίσω αν μου αρέσει ο Οικονομίδης σαν άνθρωπος. Διαφωνώ με πολλές απ' τις επιλογές του, αλλά αυτό δεν τον κάνει λιγότερο ενδιαφέρον χαρακτήρα. Το ίδιο ισχύει και για την Μοντίν. Όσο για τον Νίκλας, είναι απ' τους χαρακτήρες που αντιπαθείς απ' την πρώτη μέχρι την τελευταία στιγμή με πάθος. Γενικά λοιπόν οι χαρακτήρες του είναι ολοκληρωμένες προσωπικότητες και όχι καρικατούρες που απλά εξυπηρετούν την πλοκή. Θέλω επίσης να πω ένα μπράβο στον κύριο Γιαννίση που μιλάει ανοιχτά για το ρατσισμό, την ομοφοβία και την τρανσφοβία και σε αυτό αλλά και στο προηγούμενο βιβλίο του.
Το δεύτερο βιβλίο με ήρωα τον Άντερς Οικονομίδη είναι πιο "σκοτεινό", πιο απαισιόδοξο θα έλεγα από το πρώτο. Βέβαια επειδή μιλάμε για αστυνομικό δεν μπορώ να εξηγήσω το γιατί καθώς θα πρέπει να αποκαλύψω στοιχεία της πλοκής και των χαρακτήρων που θα στερήσουν τη χαρά της ανακάλυψης. Τα πρώτα 2/3 του βιβλίου ίσως φανούν κάπως αργά στον αναγνώστη αλλά το υπόλοιπο διαβάζεται απνευστί και δεν μπορούσα να το αφήσω.
Κατά τα άλλα πρόκειται για ένα άρτιο αστυνομικό με όλες τις αρετές που έχω γράψει και στη γνώμη μου για Το μίσος, το οποίο ελπίζω να έχετε ήδη διαβάσει. Το μοναδικό μου παράπονο είναι ότι έχοντας περάσει καιρός που διάβασα το πρώτο κάποια σημεία κρίσιμα για το δεύτερο χρειάστηκε να προσπαθήσω ��α τα επαναφέρω στη μνήμη μου. Πιστεύω πως αυτό θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί.
Επίσης μια προειδοποίηση, τελειώνει με μεγάλο cliff-hanger, επομένως αν δεν είστε αποφασισμένοι να προχωρήσετε στο τρίτο, σκεφτείτε το πριν το ξεκινήσετε.
Ενώ ξεκίνησε καλα, και μέχρι τη μέση προχωρούσε συμπαθητικά, εγινε πολυ κουραστικό. Φινλανδοι, Σουηδοί, Σομαλοί, Ρώσοι , αστυνομικοί, παπάδες, πρεζονια, τρεις ιστορίες σε μια ( και αναφορές στο προηγούμενο βιβλιο ) μύλος! Δεν το συνιστώ!
Μου αρέσει όταν ένα βιβλίο με παρασύρει και πρέπει να το τελειώσω για να το ακουμπήσω πάλι στο κομοδίνο. Ένα τέτοιο βιβλίο ήταν Το Κάστρο για μένα, μέσα σε 24 ώρες το τελείωσα! Απολαυστικό αστυνομικό μυθιστόρημα με έναν επιθεωρητή που θέλω να δω πως θα εξελιχθεί στα επόμενα βιβλία. Το "δέσιμο" με τον Έλληνα επιθεωρητή μέσα από φράσεις, είναι χαρακτηριστικό. Η σύνδεση με το προηγούμενο σου δίνει την αίσθηση πως τον ξέρεις λίγο παραπάνω τώρα και θα συνεχίσεις να τον μαθαίνεις και στο επόμενο. Βρήκα ενδιαφέρον το "τρικ" του να παρακολουθείς την εξέλιξη της ιστορίας και μέσα από τα λόγια τρίτων, παρατηρητών ή ανθρώπων που έδρασαν μακριά από τα μάτια των πρωταγωνιστών.
2 μόνο μείον: Τα πολλά ονόματα που σε μπέρδευαν σε κάποιο βαθμό, ειδικά αν ήθελες να "χαθείς" στην εξέλιξη της ιστορίας και δεν επιθυμούσες να γυρνάς σελίδες να θυμηθείς ποιος ήταν ο τάδε. Θα ήταν καλό επίσης οι Εκδόσεις Διόπτρα να άλλαζαν γραμματοσειρά ή να έκαναν κάτι που να δείχνει οπτικά την αλλαγή χρόνου (πχ κάτι που έχει διαδραματιστεί στο παρελθόν αλλά δεν ξεχωρίζει από το υπόλοιπο κείμενο)
Μπορεί και να το αδικώ. Αλλά θα ήταν πολύ αν ζητούσα να μην αλλάζει τρεις οπτικές γωνίες εντός δύο σελίδων (συμπεριλαμβανομένου και του παντογνώστη αφηγητή) και να περιορίσει τους αγγλισμούς γιατί από ένα σημείο κι ύστερα δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήθελε να πει;
Η ίδια η ιστορία μου φάνηκε τραβηγμένη από τα μαλλιά και με αρκετές τρυπούλες λογικής κι ο ήρωας μάλλον αδιάφορος (για να μην πω κλισέ τσαμπουκαλής μαγκάκος με ανίκανους και κακούς προϊστάμενους). Επίσης λύστε μου μια απορία,
Υπέροχο βιβλίο,κλασικό δείγμα των βιβλίων που δε σ'αφηνουν να τ'αφήσεις.Ο ήρωας είναι πολύ περισσοτερο σχηματισμένος σε σχέση με το πρώτο βιβλιο,υποφέρει,σκέφτεται πολύ,αλλά στο τέλος βρίσκει την άκρη.Με κόστος βέβαια.Η δράση είχε μια κορύφωση αρκετά πριν το τέλος,κάτι που με παραξένεψε αλλά τελικά ο συγγραφέας είχε το λόγο του.Θα περιμένουμε με αγωνία το επόμενο βιβλίου του Γιαννίση.
Ο Βαγγέλης Γιαννίσης και τα βιβλία του νομίζω ότι δεν χρειάζονται παραπάνω συστάσεις. Είναι ήδη γνωστός στους κύκλους των βιβλιόφιλων και τα βιβλία του έχουν μεγάλη απήχηση στο αναγνωστικό κοινό. Αλλά είναι ένας νέος, και πολλά υποσχόμενος, έλληνας συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων που η γραφή του φέρνει σε εμάς μια αύρα Σκανδιναβίας. Οι ιστορίες του εκτυλίσσονται σε μια μικρή πόλη της Σουηδίας, το γνωστό πλέον Έρεμπρο, και ο ήρωας του είναι ελληνικής καταγωγής και φέρει το όνομα Άντερς Οικονομίδης.
Ο επιθεωρητής Οικονομίδης, στο δεύτερο βιβλίο του Γιαννίση με τίτλο «Το Κάστρο», έχει να αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις καθώς μετά από μια έκρηξη θυμού έχει τεθεί εκτός του σώματος της αστυνομίας για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα και η οικογένεια του έχει φτάσει στο σημείο να διαλυθεί. Ο ίδιος κατοικεί σε μια γκαρσονιέρα και αναπολεί τις όμορφες στιγμές που ζούσε δίπλα στη γυναίκα του και το γιο του. Όταν γυρίσει στη δουλειά του το κλίμα φαντάζει λίγο βαρύ και δεν λείπουν τα ψιθυρίσματα και οι πλάγιες ματιές.
Οι συνάδελφοι του ασχολούνται με μία υπόθεση ενός άντρα που εισέβαλλε σε ένα πολυκατάστημα οπλισμένος σκοτώνοντας όποιον έβρισκε μπροστά του. Τα ίχνη του χάνονται και η αστυνομία εξαπολύει ανθρωποκυνηγητό για να τον εντοπίσει. Όταν το πτώμα του ανακαλύπτεται νεκρό μέσα σε ένα αυτοκίνητο η υπόθεση κλείνει και όλοι επιστρέφουν στην κανονική τους ζωή.
Όλοι εκτός από έναν. Ο Άντερς θεωρεί ότι πίσω από την δήθεν αυτοκτονία του άντρα κρύβονται πολλά περισσότερα και ξεκινάει έναν αγώνα δρόμου για να φέρει στην επιφάνεια την αλήθεια. Στην πορεία, όμως, το σκηνικό θα αλλάξει, μία υπόθεση διαφθοράς στους κόλπους της αστυνομίας θα κάνει την εμφάνιση της και πολλά κρυμμένα μυστικά θα φανερωθούν. Με τις εμμονές του να τον στοιχειώνουν αλλά και να αποτελούν τη μοναδική του ελπίδα παλεύει να σώσει την οικογένεια του από έναν αόρατο κίνδυνο.
Παρ’ όλο που ξεκίνησα εντελώς ανάποδα τα βιβλία του Βαγγέλη Γιαννίση δεν μπορώ να πω ότι στερήθηκα κάτι από τις ιστορίες του. Φυσικά πρώτα έπρεπε να διαβάσω «Το Μίσος» και μετά «Το Κάστρο», όπως λένε όλοι, αλλά τελικά το πρώτο το άφησα για το τέλος. Κι αυτό λίγο καιρό πριν κυκλοφορήσει το τέταρτο βιβλίο του συγγραφέα για να μας ταξιδέψει για άλλη μια φορά στο πανέμορφο Έρεμπρο της Σουηδίας. Μέσα από τις περιγραφές του Γιαννίση πραγματικά έχω αγαπήσει αυτό το μέρος και θα ήθελα να το επισκεφθώ κάποια στιγμή. Ένα από τα πολλά όνειρα ζωής που έχω.
Το «Κάστρο» είναι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα που ενσωματώνει μέσα στις σελίδες του δύο ιστορίες. Η μία έχει να κάνει με την λύση μιας μυστηριώδους υπόθεσης ενός ανθρώπου που ξαφνικά φαντάζει σαν να τρελάθηκε και είπε να «καθαρίσει» μερικούς συνανθρώπους του και μετά να αυτοκτονήσει και η άλλη με την ανεύρεση ενός διεφθαρμένου αστυνομικού με όλα τα στοιχεία να δείχνουν τελικά προς τη μεριά του Οικονομίδη. Σε κάποιους ίσως να φαντάζει λίγο έως πολύ μια αρκετά μπερδεμένη κατάσταση αλλά ο συγγραφέας έχει καταφέρει να τις δέσει με τόσο αριστοτεχνικό τρόπο που πραγματικά με εντυπωσίασε αλλά και δεν με έκανε να χαθώ καθόλου μέσα στην αφήγηση του. Η γραφή του είναι γλαφυρή, η ροή της ιστορίας τρέχει άνετα, η δράση είναι εμφανής σε όλο το βιβλίο και η αγωνία χτυπά κόκκινο. Είναι από εκείνα τα βιβλία που όταν τα πιάσεις στα χέρια σου δεν θες να τα αφήσεις πριν φτάσεις στην τελευταία τους σελίδα.
Ο ίδιος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «Το Κάστρο» είναι ένα μικρό tribute στον Jo Nesbo και η αλήθεια είναι ότι διαβάζοντας το ένιωσα ότι περιέχει πολλά χαρακτηριστικά των βιβλίων του Νορβηγού συγγραφέα. Αλλά το «Κάστρο» είναι γραμμένο από έναν Έλληνα, που μπορεί να έχει ζήσει για μερικά χρόνια στη Σουηδία, παρ’ όλα αυτά μέσα στις σελίδες του έχει βάλει τη δική του προσωπική του υπογραφή και όταν ο αναγνώστης διαβάζει φράσεις όπως «Έλα ρε man» και «Ότι πεις boss» ξέρει με σιγουριά ότι αυτό που διαβάζει γράφει στο εξώφυλλο το όνομα Βαγγέλης Γιαννίσης.
Τα τελευταία χρόνια, η ελληνική αστυνομική λογοτεχνία έχει αρχίσει να ανθίζει. Όλο και περισσότεροι, ταλαντούχοι συγγραφείς εμφανίζονται και κοντράρονται επάξια με ξένους, φτασμένους συγγραφείς. Όπως είναι λογικό κάποιοι από όλους αυτούς ξεχωρίζουν. Στους Σκανδιναβούς, «βασιλ��άς» είναι ο Jo Nesbo. Η γραφή του έχει αυτό το κάτι που σε μαγνητίζει και σε μεταφέρει μέσα στον κόσμο των βιβλίων του. Στην Ελλάδα υπάρχει ο Βαγγέλης Γιαννίσης! Ο Έλληνας Nesbo? Όχι. Είναι απλά ο Βαγγέλης Γιαννίσης και δεν υπάρχει κανένας λόγος να τον συγκρίνουμε με κάποιον άλλο για να αποδείξουμε την αξία του.
Με το πρώτο του βιβλίο «Το Μίσος», έδειξε ότι δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από άλλους συγγραφείς. Με «Το Κάστρο» πηγαίνει ένα βήμα παραπάνω και βάζει την δική του σφραγίδα στην αστυνομική λογοτεχνία. Δεν έχει νόημα να αναλύσω την πλοκή, καθώς διαβάζοντας το οπισθόφυλλο μπορεί κανείς εύκολα να πάρει μια ιδέα του τι γίνεται. Αυτό που διαφέρει σε αυτό το βιβλίο σε σχέση με το πρώτο (αλλά και σε σχέση με βιβλία άλλων συγγραφέων) είναι ο τρόπος που εμβαθύνει σε ΚΑΘΕ χαρακτήρα που εμφανίζεται στο βιβλίο ακόμα κι αν ο ρόλος του διαρκέσει λίγες σελίδες. Είναι αυτές οι μικρές λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά. Επίσης βρίσκουμε έναν πολύ ώριμο (αν και ταυτόχρονα ανώριμο) Άντερς να παλεύει με τους δικούς του δαίμονες αλλά και το οργανωμένο έγκλημα του Έρεμπρο προσπαθώντας να αντιμετωπίσει και τα δύο ταυτόχρονα. Το αν και κατά πόσο τα καταφέρνει εξαρτάται από όλα εκείνα που πρέπει να θυσιάσει…
Σε γενικές γραμμές, η σειρά των βιβλίων με τον Άντερς Οικονομίδη έχει έρθει για να μείνει και σίγουρα έχει να προσφέρει πολλές ακόμα συγκινήσεις. Περιμένουμε με αγωνία, ανυπομονησία και πολύ ενθουσιασμό τα επόμενα βιβλία της σειράς!
Για το Μίσος, το πρώτο βιβλίο του Γιαννίση, είχα ανάμεικτα συναισθήματα Ενώ μου άρεσε, μου φάνηκε αρκετά μπερδεμένο για αστυνομικό ντεμπούτο, ειδικά στον αριθμό των χαρακτήρων. Το Κάστρο, ενώ είναι εξίσου πολύπλοκο, μου φάνηκε πιο ομαλό, πιο περίτεχνα γραμμένο. Οι χαρακτήρες επιτέλους ξεχωρίζουν, αποκτούν διαστάσεις. Η ιστορία είναι συναρπαστική και σε κρατάει μέχρι το τέλος. Το μοναδικό μου παράπονο είναι που ο Άντερς γλιτώνει τόσες φορές παρά τρίχα από τα χέρια των κακών, που καταντά απίστευτο. Αλλά το συγχωρώ. Ανυπομονώ να διαβάσω το Χορό των νεκρών.
Ο Βαγγέλης Γιαννίσης με το "Κάστρο" αποδεικνύει πως τόσο αυτός, όσο και ο Άντερς Οικονομίδης, ήρθαν στα λογοτεχνικά πράγματα για να μείνουν. Εξαιρετικό δείγμα αστυνομικής λογοτεχνίας, το "Κάστρο" αποτελεί ένα διαμαντάκι στο πάνθεο των ελληνικών μυθιστορημάτων του είδους. Ο συγγραφέας ισορροπεί θαυμάσια ανάμεσα στο σκανδιναβικό και το ελληνικό στοιχείο, δημιουργώντας ένα ιδιαίτερο μίγμα που ικανοποιεί τους Έλληνες αναγνώστες -που νιώθουν ιδιαίτερα κοντά με τον ήρωα, αλλά και με την ατμόσφαιρα του βιβλίου, παρά τα...χιλιόμετρα που τους χωρίζουν από το Έρεμπρο- και τους φανατικούς της σκανδιναβικής λογοτεχνίας.
Όσον αφορά την υπόθεση, είναι άκρως χορταστική. Περιλαμβάνει βέβαια πολλά ονόματα και πολλά γεγονότα που συμβαίνουν παράλληλα,'αναγκάζοντας' τον αναγνώστη να έχει συνεχώς την προσοχή του εστιασμένη στα όσα διαδραματίζονται σε κάθε σελίδα, προκειμένου να μην χάσει τον ειρμό και την...μπάλα! Επίσης, οι αναφορές σε γεγονότα του πρώτου βιβλίου, καθώς και διάφορες συνέπειες των όσων συνέβησαν εκεί, δημιουργούν ίσως κάποια κενά ή ερωτήματα σε όσους δεν έχουν διαβάσει το "Μίσος". Είναι όμως τόσο συναρπαστικό το όλο πακέτο, τόσο καλογραμμένο το βιβλίο, τόσο πλούσια και συναρπαστική η πλοκή, τόσο συγκλονιστικές οι εξελίξεις, που αυτό δεν παίζει και τόσο μεγάλο ρόλο. Η ιστορία εύκολα σε συνεπαίρνει και σε κρατάει μέχρι και την τελευταία σελίδα και οι ανατροπές σε αποζημιώνουν με το παραπάνω.
Ο Βαγγέλης Γιαννίσης έχει δημιουργήσει μια εξαιρετική ιστορία, και η ταλαντούχα πένα του δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από φτασμένους συγγραφείς του είδους. Αν κάποιος διάβαζε τα βιβλία του χωρίς να γνωρίζει τον συγγραφέα τους, εύκολα θα έβγαζε το συμπέρασμα πως αυτός είναι Σκανδιναβός. Και, μιας και προσωπικά δηλώνω φανατική λάτρης των Σκανδιναβών συγγραφέων, του ύφους τους και του συγκεκριμένου λογοτεχνικού είδους, νομίζω πως αυτό από μόνο του λέει πολλά! Ανυπομονώ για την συνέχεια! :)
Νομίζω ότι ο ΓΙΑΝΝΙΣΗΣ με το ΚΑΣΤΡΟ μας δείχνει ότι είναι ένας Έλληνας συγγραφέας ο οποίος αξίζει της προσοχής μας.!!! Έτσι μετά το ΜΙΣΟΣ (το οποίο επίσης ήταν πολύ καλό) έρχεται βελτιωμένος με το ΚΑΣΤΡΟ. Και έτσι θεωρώ ότι πρέπει να γίνεται γενικά, δηλαδή ο κάθε συγγραφέας να μας παρουσιάζει και κάθε φορά ένα καλύτερο βιβλίο. Το βιβλίο ασχολείται με δύο υποθέσεις: η μία είναι η πολλαπλή δολοφονία σε ένα πολυκατάστημα, όπου μετά από λίγες μέρες η αστυνομία βρίσκει τον δράστη νεκρό, ενώ η δεύτερη είναι μια υπόθεση που διαδραματίζεται στο εσωτερικό της Αστυνομίας και καταλαμβάνει κι αυτή μεγάλο μέρος στο βιβλίο. Το βιβλίο επικεντρώνεται λοιπόν στον γνωστό μας ντεντέκτιβ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ, πρωταγωνιστή και στις δύο ιστορίες, έναν πολύ ικανό αλλά ιδιόρρυθμο αστυνομικό, που ενεργεί με βάση το συναίσθημα του, τη διαίσθηση του, δεν υπόκειται σε κανόνες και ο οποίος επαγγελματικά και οικογενειακά δεν βρίσκεται στα καλύτερα του. Στο ΚΑΣΤΡΟ έχουμε πολλές αναφορές στο ΜΙΣΟΣ , ενώ και πρόσωπα από το πρώτο συνεχίζουν να παίζουν ρόλο και στο δεύτερο βιβλίο, οπότε νομίζω καλύτερα να διαβαστεί πρώτα το ΜΙΣΟΣ. Σίγουρα βέβαια το ΚΑΣΤΡΟ είναι δυνατό να διαβαστεί και μόνο του ως αυτόνομο βιβλίο. Ο συγγραφέας ήδη ετοιμάζει το τρίτο του βιβλίο.
4,5***Απόλαυσα το δεύτερο βιβλίο εξίσου με το πρώτο!έχει όλα τα στοιχεία καλού αστυνομικού μυθιστορήματος!!προχωράει στρωτά και δεν με κούρασε σε κάποιο σημείο! Τον έχω συμπαθήσει τον επιθεωρητή! και ειδικά σε αυτό το βιβλίο τραβάει τα πάνδεινα!! περιμένω την συνέχεια σύντομα.. γιατί το αφήνει και σε κρίσιμο σημείο!!
Ο επιθεωρητής Οικονομίδης επιστρέφει στην ενεργό δράση, κουβαλώντας ακόμη τα δαιμόνια που τον στοιχειώνουν, μόνο και μόνο για να βρεθεί στον κυκεώνα μιας καλοστημένης ενέδρας με στόχο την επαγγελματική και φυσική του εξόντωση. Την ίδια περίοδο ένας άντρας εισβάλλει στο εμπορικό κέντρο της περιοχής Μαριεμπέρι, σκοτώνει εφτά ανθρώπους και τον εντοπίζουν μετά από κάποιες μέρες νεκρό στο αμάξι του. Οι ενδείξεις λένε ότι αυτοκτόνησε. Είναι όμως έτσι;
Ο επιθεωρητής Οικονομίδης επιστρέφει πιο καταρρακωμένος από ποτέ. Δε φτάνει που έχει τα προσωπικά του αδιέξοδα και προβλήματα, υπάρχει και κάποιος μέσα από την Αστυνομία του Έρεμπρο που θέλει να τον βγάλει από τη μέση. Στο μυθιστόρημα παρακολουθούμε τον αγώνα δρόμου που κάνει ο επιθεωρητής, προσπαθώντας να καταρρίπτει τη μία κατηγορία μετά την άλλη ενώ ταυτόχρονα η ερωτική συνεύρεση της επικεφαλής του Εγκληματολογικού με έναν επιθεωρητή θα είναι η αρχή ενός παιχνιδιού που εξωγενείς παράγοντες το κάνουν να μοιάζει όλο και πιο επικίνδυνο. Πόσο βαθιά είναι η διαφθορά μέσα στο αστυνομικό σώμα; Πώς θα κινηθεί η Σέλμα Μοντίν για να παραμείνει μέσα στο παιχνίδι και ίσως να πραγματοποιήσει κάποιες υψηλότερες προσδοκίες της; Τι πραγματικά κρύβεται πίσω από τις δολοφονίες στο εμπορικό κέντρο;
Το νέο βιβλίο του κυρίου Γιαννίση με άφησε απόλυτα ικανοποιημένο. Κινείται ανάμεσα στην εξιχνίαση του εγκλήματος στο Μαριεμπέρι και στη σταδιακή αποδόμηση του αστυνομικού σώματος, με έναν Εφιάλτη να κάνει δοσοληψίες με Ρώσους εμπόρους ναρκωτικών και να προσπαθεί να εξουδετερώσει όλα τα εμπόδια στον δρόμο του. Ο συγγραφέας για άλλη μια φορά τέμνει την «αρμονική», «παραδεισένια» για όσους ζουν εκτός της χώρας σουηδική κοινωνία και καθημερινότητα, κάνοντάς την ταυτόχρονα απωθητική και ιδανικό περιβάλλον αστυνομικής πλοκής. Γράφει χαρακτηριστικά ο κύριος Γιαννίσης: «Αυτή η πόλη σαπίζει κάτω από την κρούστα του μακιγιάζ που έχουν δημιουργήσει οι πολιτικοί» (σελ. 278). Και το Κάστρο της πόλης, εκεί ψηλά, να ατενίζει όλο αυτό το σκουπιδαριό: «Κανένα άλλο κτίριο στην περιοχή δεν είχε γίνει μάρτυρας πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος, δολοπλοκιών, δολοφονιών και κάθε λογής παιχνιδιών εξουσίας, όσο το κάστρο του Έρεμπρο» (οπ. π.).
Ο Άντερς Οικονομίδης, χάρη σε μια αποκαλυπτική συνομιλία, παραδέχεται στον εαυτό του ότι του λείπει η πατρίδα του πατέρα του: «Ο τρόπος με τον οποίο ο Τζατζάνοβιτς χρωμάτιζε τη λέξη πατρίδα τού ήταν τόσο οικείος. Του θύμιζε τη ζεστασιά που έπαιρνε η φωνή του πατέρα του κάθε φορά που έβαζε στο στόμα του την ιερή λέξη, με φόβο και δέος, μην τυχόν και λερώσει με τη συνηθισμένη στ�� ξένα γλώσσα του». Κι εκεί που συγκινείσαι, που παρασύρεσαι από τις αναποδιές του μετανάστη και την πίκρα του ξενιτεμού, έρχεται η αγαπημένη μου ατάκα και τα ισοπεδώνει όλα: «Αυτό είναι πατρίδα…Τα μικρά πράγματα που σε κάνουν να νοσταλγείς το μέρος όπου γεννήθηκες και εξιδανικεύουν τα πάντα, στρογγυλεύουν τις μυτερές γωνίες. Και ύστερα τηλεφωνείς στους συγγενείς σου στην πατρίδα ή ανοίγεις μια εφημερίδα και θυμάσαι για ποιο λόγο δε μένεις πια εκεί» (σελ. 351).
Ένας συμπαθητικός «αντι-ήρωας» είναι ο Οικονομίδης, που του συμπαραστάθηκα στον αγώνα του να κρατήσει τη γυναίκα του και το παιδί του μακριά από όλο αυτό το περιβάλλον ενώ ταυτόχρονα αγωνιζόταν να λύσει μια υπόθεση αλλά και να παραμείνει ζωντανός και εν ενεργεία αστυνομικός. Ως προς τη μαζική δολοφονία, η λύση δίνεται σταδιακά και με μπόλικες ανατροπές, είναι έξυπνη και ευρηματική. Το νέο βιβλίο με ήρωα τον Άντερς Οικονομίδη φωτίζει ακόμη περισσότερο την ψυχολογία του, τα μειονεκτήματα και τα πλεονεκτήματά του, απογυμνώνει περισσότερο τη σουηδική κοινωνία, στήνει έναν καλοπλεγμένο ιστό διαφθοράς και είναι γεμάτο με αληθινούς, τρισδιάστατους χαρακτήρες που δε θα ήθελα να τους έχω δίπλα μου όταν στριμώχνονται για τα καλά.
Στα συν ο καλος ρυθμός του και ότι σε κάνει να θες και άλλο όποτε αν αναζητάς κάτι ανάλαφρο να σε τραβήξει θα το κάνει και για αυτό και έχει κοινό Στα πλην μια υπερβολή χωρίς λόγο οριακά σαν υπερπροσπάθεια να εντυπωσιασει στο twist , ότι είναι επιφανειακός και απολίτικος μέχρι αηδίας και οριακά καταλήγει να φαίνεται ρατσιστής .
Μπράβο! Αυτή είναι η πρώτη λέξη που μου ήρθε στο νού αμέσως μόλις τελείωσα την ανάγνωση του μυθιστορήματος του, Έλληνα, Βαγγέλη Γιαννίση, ο οποίος κινείται επάξια στα ίδια μονοπάτια με τους μεγάλους της σκανδιναβικής νουάρ σχολής. Το βιβλίο δεν έχει να ζηλέψει και πολλά από αυτά των καταξιωμένων Σουηδών, Δανών και λοιπών βορείων και σε κάνει αισιόδοξο για την συνέχεια, γεννώντας την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον της Ελλάδας στο συγκεκριμένο genre. Η πλοκή είναι γεμάτη και γρήγορη, οι χαρακτήρες ενδιαφέροντες και οι περιγραφές πετυχαίνουν την μεταφορά του αναγνώστη στους κρύους δρόμους του Έρεμπρο. Εύχομαι καλή συνέχεια στον συγγραφέα και αναμένω ακόμα μεγαλύτερες επιτυχίες στο άμεσο μέλλον.
Γενικά πολύ ωραία ροή, εκτός του πρώτου μέρους που ήταν κάπως πιο αργό από τα υπόλοιπα. Τα επόμενα μέρη κυλούσαν πολύ γρήγορα έχοντας και δύο κορυφώσεις. Πολύ καλύτερο από Το Μίσος, καθώς υπήρχε μεγαλύτερο focus στους χαρακτήρες και καλύτερη ψυχογράφηση τους. Το μόνο που με ταλαιπώρησε ήταν τα πολλά διαφορετικά ονόματα και οι αφηγήσεις. Κάπου κάπου χανόμουν και έπρεπε να γυρνάω προς τα πίσω να καταλάβω ποιος είναι ποιος.
Πολλά ονόματα άρα διαφορετικοί χαρακτήρες, πολλές ιστορίες και ακόμα περισσότερα θύματα στο 2ο βιβλίο του Γιαννίση, ο οποίος κατάφερε και έδεσε όλες αυτές τις πληροφορίες με ένα τρόπο υπέροχο. Φτάνοντας στην τελευταία σελίδα μπορώ να πω ότι είμαι ευχαριστημένη διότι διαβάζοντας τα κεφάλαια δεν μπορούσα να καταλάβω πως όλα αυτά θα έχουν, ποια κατάληξη. Και όμως όλο αυτό το κουβάρι ξεδιπλώθηκε με μαεστρία και όλα πήραν το δρόμο τους. Σχεδόν όλα. Θέλω να πιστεύω ότι θα υπάρξει και 3η ιστορία με τον Άντερς....
Ωραία συνέχεια της σειράς με ακόμα ένα καλό αστυνομικό. Ωραία γραφή που είναι κοντά στον αναγνώστη (ειδικά στο ελληνικό κοινό). Σε κρατάει γιατί δεν έχει κουραστικές περιγραφές. Και η ιστορία είναι αρκετά δυνατή.
Η δεύτερη περιπέτεια με πρωταγωνιστές τον επιθεωρητή Άντερς Οικονομίδη και την ομάδα του Έρεμπρο, που εκτυλίσσεται περίπου έξι μήνες μετά την πρώτη, αφορά σε μια μαζική δολοφονία που εξιχνιάζεται μεν με ευκολία, αλλά αφήνει εκτεθειμένα διάφορα μέτωπα που σχετίζονται τόσο με την προσωπική ζωή των εμπλεκόμενων όσο και την κοινότητα που συνταράσσει. Αν και σε ορισμένα σημεία είναι εμφανής ο κάπως ερασιτεχνικός χαρακτήρας του πρώτου βιβλίου (με τις πολύ συχνές επαναλήψεις λέξεων και φράσεων στην ίδια παράγραφο, τις άτακτες εναλλαγές των αφηγητών και την σαφή μίμηση του ύφους γνωστών συγγραφέων στο είδος του σκανδιναβικού αστυνομικού, ιδίως του Γιου Νέσμπε), η γραφή και η λογοτεχνική αντίληψη του Βαγγέλη Γιαννίση βελτιώνονται και εξελίσσονται. Θα με ενδιέφερε να διαβάσω και τα επόμενα κεφάλαια της ιστορίας των ερευνητών του Έρεμπρο, κυρίως από περιέργεια για το ποιος ήταν ο λόγος πίσω από τους τόσους θανάτους χαρακτήρων (φαινομενικά) μεγάλης σημασίας, που έκαναν λίγο να φανεί πως ο συγγραφέας σε ορισμένα σημεία έχασε κάπως τον έλεγχο του κειμένου του.
Έχασα τον ύπνο μου για να το τελειώσω, κυριολεκτικά! Πολύ ενδιαφέρον από την αρχή ως το τέλος, με ανατροπές, καθόλου προβλέψιμο και περισσότερο ψυχολογικό από το πρώτο. Θα ήθελα μια δυο σελίδες παραπάνω, ίσως τελείωσε λιγάκι απότομα..
Back to back Άντερς Οικονομίδης διά πένας Βαγγέλη Γιαννίση. Ο οποίος και έχει φύγει χιλιόμετρα μπροστά μετά το Μίσος κουνώντας μας το ταλαντούχο του χεράκι. Το περίπλοκο νήμα του εγκλήματος μοιραία θα ξετυλιχτεί από τον συμπαθή μας επιθεωρητή με το όποιο προσωπικό και όχι μόνο κόστος, όμως πέρα από αυτό το Κάστρο δεν ωραιοποιεί τις καταστάσεις. Θα δούμε τη διαφθορά της αστυνομίας που προφανώς πάει ακόμα πιο πέρα στην κλίμακα, θα παρακολουθήσουμε από κοντά έναν χαρισματικό αστυνομικό να διχάζεται από τις εσωτερικές του μάχες χωρίς στιγμή να μας αποκρύπτονται οι αδυναμίες του και πολλά άλλα ακόμα που θα διαπιστώσει κανείς από μόνος του. Διαβάζοντας το Κάστρο είχα την αίσθηση μιας πιο σκοτεινής ατμόσφαιρας, μιας ιστορίας αρτιότατα δομημένης και ισορροπημένης και ενός Άντερς ξεκάθαρα πιο ανθρώπινου που πολύ μου άρεσε που ξέφυγε από το μοτίβο του άσπιλου, τέλειου και ταμπελοειδώς καθώς πρέπει αστυνομικού. Οι χαρακτήρες του Γιαννίση αρέσουν. Ακόμη και οι αντιπαθέστατες φυσιογνωμίες του Μπόρι, του Λινέ και της Μοντίν φωτοβολούν μέσα από τις σελίδες του βιβλίου. Στην κορύφωση των γεγονότων ο Άντερς γίνεται από τους πιο badass μπάτσους που θα δεις στον κινηματογράφο δικαιώνοντας απόλυτα το γνωστό ρητό που λέει ότι για την οικογένειά του και για αυτούς που αγαπάει, ο άνθρωπος γίνεται θηρίο. Σύντομα στο βιβλιοπωλείο για τα επόμενα δύο βιβλία σου αγαπητέ Βαγγέλη.