Να μαζέψω το μυαλό μου να τα θυμηθώ όλα. Έκανα στο πυροβολικό. Στους άλλους πολέμους με είχαν στα βαρέα. Με ρίξαν στο ορειβατικό έπειτα. Να βγάνουν τα αυτιά αίμα. Έντεκα χρόνια τα δούλεψα. Το καλοκαίρι σε σκηνές, τον χειμώνα στα αμπριά. Λάσπη και υγρασία. Με τη χλαίνη και μια κουβερτούλα μονή, μαδημένη. Έντεκα χρόνια στρατιώτης.
θα 'θελες να ξαναπάς να τα δεις εκείνα τα μέρη; Μπορεί. Τα βλέπω στον ύπνο μου κάτι φορές. Τα βλέπεις; Ναι. Και γω είμαι όπως τότε. Είκοσι χρονών.
Thanassis Valtinos (Greek: Θανάσης Βαλτινός) was born in an Arcadian village in the Peloponnesus in 1932. He first achieved national recognition with the publication of his widely read novellas The Descent of the Nine (1963) and The Book of Andreas Kordopatis (1964). In addition to his novels, novellas and short stories, he has translated classical Greek drama for the Art Theater of the late Karolos Koun, and written film scripts in collaboration with film director Theodoros Angelopoulos, most notably the award-winning Voyage to Kythira (Cannes Film Festival, 1984) His novel Data from the Decade of the Sixties won the National Book Award for Best Novel in 1990 and was short-listed for the Aristeion European Literature Prize in 1991. He was awarded the Cavafy Prize (2001), the Petros Haris Prize, conferred by the Academy of Athens for lifetime achievement (2002), and the Gold Cross of Honour of the President of the Greek Republic (2003). He served as president of the Society of Greek writers from 1990–1994, and again from 2005–2009. In 2008 he was elected a member of the Greek Academy.
"Στον πρώτο διωγμό μας πήγαν στην Ανατολή. Στον δεύτερο μας έστειλαν στη Δύση. Ας είναι καλά, σεργιανίσαμε με το παραπάνω."
Το Συναξάρι του Αντρέα Κορδοπάτη, στο δεύτερο βιβλίο, δεν έχει μονοπρόσωπη αφήγηση. Ο Θανάσης Βαλτινός ενώνει τη φωνή του ήρωα του με αυτές των συμπολεμιστών και των κατοίκων που συναντούν στο διάβα τους κατά την Μικρασιατική εκστρατεία. Οι μαρτυρίες αυτές συνηχούν διαμορφώνοντας και αναδύοντας ένα δυναμικό σύνολο εξιστόρησης βιωμάτων. Ημερολογιακές καταγραφές, περιγραφές, σκέψεις και διάλογοι ανθρώπων αποδίδονται με ρεαλιστική γραφή διατηρώντας το στοιχείο της ωμής πραγματικότητας και της λαϊκής γλώσσας δημιουργώντας οικειότητα και σύνδεση με τον αναγνώστη. Η πολυφωνία λειτουργεί ως εργαλείο κατάργησης κάθε ατομικότητας και αναγωγής στο συλλογικό επίπεδο. Μια μάταιη πορεία, ένα καταδικασμένο σε ήττα στράτευμα, ένα χρονικό βίας και χαμένων ζωών. Η αφήγηση ξεκινά με τους Βαλκανικούς πολέμους και συνεχίζει, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, με την εκστρατεία στην Μικρασία.
"Βάρεσε η σάλπιγγα, σηκωθήκαμε. Ο ήλιος δεν είχε σκάσει ακόμα. Είδαμε μακριά το ιππικό τράβαγε. Τα άλογα αποσταμένα, οι καβαλαραίοι ίσκιοι. Ύστερα άνοιξε η μέρα, τους κατάπιε. Η Αλμυρή Έρημος."
Εσκεμμένα κατακερματισμένη αφηγηση, όπως στην "Ορθοκωστά". Εδώ δε λειτουργεί το ίδιο καλά, πιθανότατα εξαιτίας του ευρύτατου ιστορικού πλαισίου που προσπαθεί να καλύψει και των λιγότερων οπτικών γωνιών που χρησιμοποιεί.
Επίσης, το όνομα του Κορδοπάτη αποτελεί απλά μέσο διαφήμισης του βιβλίου. Στη θέση του στο κείμενο θα μπορούσε να βρίσκεται ένας οποιοσδήποτε άλλος χωρικός της Κυνουρίας. Και υπάρχει αρκετό λίπος εδώ κι εκεί, κεφάλαια/εδάφια του τύπου "πήγαμε και αγοράσαμε ένα κτήμα", τα οποία δεν κάλυπταν κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εποχής όπως άλλα αντίστοιχα.
Τέλος, κάποια κομμάτια είναι δυσνόητα για όσους δεν γνωρίζουν καλά την ιστορία της συγκεκριμένης περιόδου.
Σε καμία περίπτωση κακό βιβλίο, αλλά ούτε καταπληκτικό.
Αποσπασματικό, το ψηφιδωτό μιας δεκαετίας θριάμβων και καταστροφών, από το '12 μέχρι το '22. Σπαρακτικό, ενίοτε οι φωνές των αφηγητών σου τρυπάνε το μυαλό. Δύσκολο να το παρακολουθήσει κάποιος, όχι λόγω της αποσπασματικότητας και της πολυφωνικής αφήγησης, αλλά κυρίως εάν δεν γνωρίζει για την περίοδο, όσοι όμως έχουν μια κάποια, έστω, εξοικείωση θα βουρκώσουν. Αν και δεν το συνηθίζω, παραθέτω δύο αποσπάσματα.
"Να μαζέψω τα μυαλά μου και να τα θυμηθώ όλα. Έκανα στο πυροβολικό. Στους άλλους πολέμους με είχαν στα βαρέα. Με ρίξαν στο ορειβατικό έπειτα. Να βγάνουν τα αυτιά αίμα. Έντεκα χρόνια τα δούλεψα. Το καλοκαίρι σε σκηνές, τον χειμώνα στα αμπριά. Λάσπη και υγρασία. Με τη χλαίνη και μια κουβερτούλα μονή, μαδημένη. Έντεκα χρόνια στρατιώτης."
"Θα 'θελες να ξαναπάς να τα δεις εκείνα τα μέρη; Μπορεί. Τα βλέπω στον ύπνο μου κάτι φορές. Τα βλέπεις; Ναι. Κι εγώ είμαι όπως τότε. Είκοσι χρονώ."
ΥΓ: η συσχέτιση με το πρώτο συναξάρι, αυτό της Αμερικής, είναι ελάχιστη έως μηδαμινή. Αλλά κι αυτό, συναξάρι είναι, όχι όμως ενός μονάχα "αγίου" μα μιας ολόκληρης γενιάς.
(8/10) Η ιστορία των Βαλκανικών πολέμων και της Μικρασιατικής εκστρατείας μέσα από μικρές (το πολύ ολιγοσέλιδες) ανώνυμες μαρτυρίες. Ο Βαλτινός χρησιμοποιεί τον αγαπημένο του αφηγηματικό τρόπο (όπως στα "Στοιχεία για τη δεκαετία του '60" και στην "Ορθοκωστά") για να περιγράψει μεγάλες στιγμές της ελληνικής ιστορίας. Συγκλονιστικό το τελευταίο κομμάτι της κατάρρευσης του Μικρασιατικού μετώπου.
Κάτι που κράτησα: 'Μόλις σταθήκαμε φωνάξαμε το γιατρό. Ήρθε τον είδε, έτσι κάνει του λέγαμε του γιατρού. Έτσι κάνει για να πάει καβάλα. Γι'αυτό φωνάζει. Έρχεται ο γιατρός, λέει υγιής. Όσο να πάει μία πενηνταριά μέτρα παρακάτω, πέθανε. Γιατρέ, φωνάζουμε, πέθανε ο υγιής."
4,5* "Τον παππού μας τον σκοτώσανε. Πούλησε το μεγάλο τσιφλίκι και τον σκοτώσανε. Τον πλήρωσαν, αγόρασαν το χτήμα και έστειλαν τους φονιάδες. Άλλοι λένε για δύο, άλλοι για τρεις. Κανείς δεν τους είδε. Ο παππούς είχε ναυλώσει ένα πλοίο να φορτώσει όλο το σόι μας και να μας φέρει στην Ελλάδα. Πούλησε το χτήμα μ' αυτή την υστεροβουλία. Τον σκοτώσανε, τα λεφτά τους τα πήρανε πίσω. Πάει."