Είναι μαζί από μικρά παιδιά. Από το ίδρυμα. Προσπαθούν να ξεχάσουν τις μέρες που αγκαλιάζονταν, έπιανε ο ένας το χέρι του άλλου για να λιγοστέψει ο πόνος, να αντιμετωπίσουν το κακό, αλλά δεν μπορούν. Ο Τέλης θέλει να πιστεύει πως είναι όλα ψέματα, αποκυήματα της μεγάλης του φαντασίας. Παραμύθια όπως αυτά που γράφει για να ξεχνιέται, όμως και σε αυτά του βγαίνουν ήρωες πάντα οι κακοί. Ο Ξενοφώντας επηρεάστηκε περισσότερο, είναι χειρότερος από τους ήρωες του Τέλη. Ντίλιγκερ, σκορπάει τον θάνατο. Κατάντησε να γίνει υποχείριό τους, αν και είχε όλες τις προϋποθέσεις να δημιουργήσει κάτι καλό. «Τέλη, τελευταία φορά και με αποδεσμεύουν» του επαναλαμβάνει όταν εκείνος κάνει προσπάθειες να τον μεταπείσει. Ούτε η Δανάη κατάφερε να του αλλάξει ρότα. Αν και την αγαπούσε, την άφησε να φύγει. Ο Τέλης τουλάχιστον, παρά τις «ιδιορρυθμίες» του, έχει τη Σοφία και τον γιο τους τον Γιώργο. Τους γκρέμισαν την παιδικότητα, την αθωότητα, την ηθική τους. Τους έκαναν σκάρτους. Το μόνο θετικό τότε μέσα στη φρίκη ήταν ότι είχε ο ένας τον άλλον, μετά έπρεπε να αντιμετωπίσουν το δίλημμα: ένας ή κανένας.
Στο βιβλίο του Τόλη Αναγνωστόπουλου, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις «Το ανώνυμο βιβλίο» με τίτλο «Ένας ή κανένας», η φιλία έχει την τιμητική της, σε σημείο οι δύο να γίνονται ένα.
Μέσα από ένα ιδιαίτερα σκληρό περιβάλλον, δύο αγόρια «δένονται» από τις δυσκολίες της ζωής. Η μοίρα τα έφερε στο ίδιο ορφανοτροφείο, όπου διαλυμένα και αδικημένα, θα προσπαθήσουν να βρουν τις ισορροπίες τους. Δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, δύο ψυχές αντίθετες αλλά και τόσο ταιριαστές.
Το βιβλίο του Τόλη Αναγνωστόπουλου ξεκινάει από τον «κακό» ήρωά του. Εκείνον για τον οποίο ο «καλός» δικαιωματικά του επιφυλάσσει ένα όμορφο τέλος, καθώς στα δικά του παραμύθια ο κακός παίρνει αυτό που θέλει. Η αρχή επικεντρώνει στον χαρακτήρα με το πιο πολύ ενδιαφέρον, στο σημείο μηδέν, στο πάτο του πηγαδιού. Εκεί ακριβώς που το μέλλον μοιάζει να δανείζεται αποχρώσεις του μαύρου. Δεν υπάρχει κάτι που να περιμένει ο ήρωάς του. Ο συγγραφέας κάνει την καλύτερη επιλογή για την αρχή. Αιχμαλωτίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη του, ο οποίος πιστεύει ότι διαβάζει μεταφρασμένη λογοτεχνία γνωστού ξένου συγγραφέα.
Με μια βουτιά στο παρελθόν, οι χαρακτήρες κερδίζουν τις δικαιολογίες του κόσμου όλου. Ποιος μπορεί να μείνει ασυγκίνητος μπροστά σε δοκιμασίες σε ένα σκληρό περιβάλλον ορφανοτροφείου, όπου η βία και η κακοποίηση χτυπάνε αλύπητα τα δύο αγόρια; Πως θα μπορούσαν αυτά τα βιώματα να τους επιτρέψουν να διατηρήσουν την αυτονομία τους;
Σημάδια που μένουν σε ψυχή και σώμα για μια ζωή. Λόγια που συγκλονίζουν τον αναγνώστη, που θέλει να κάνει μια βουτιά στις σελίδες και να σώσει τις αδικημένες ψυχές.
Ο συγγραφέας, μέσα από τις σκέψεις του ήρωά του, αναρωτιέται πόσος πόνος μπορεί να χωρέσει σε δύο γράμματα και ο αναγνώστης σκέφτεται πόσο άδικη είναι η ζωή, οργίζεται και απαιτεί να αποδοθεί δικαιοσύνη για τα δύο μικρά αγόρια.
Γεμάτο πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις, το βιβλίο βάζει όλους τους χαρακτήρες να εξομολογηθούν. Σκέψεις και περιστατικά περιγράφονται κάθε φορά από τον πρωταγωνιστή τους. Πολλές φορές η διπλή περιγραφή κάποιου γεγονότος έρχεται να ενισχύσει την σπουδαιότητά του. Ο συγγραφέας καταφέρνει να διατηρήσει την αυτονομία τού κάθε προσώπου, να τον διαχωρίσει μέσα από τον τρόπο έκφρασης και τις ιδιαιτερότητές του, αποτυπώνοντας απόλυτα την ψυχολογία του. Όλοι και όλα έχουν τα όριά τους. Ο αναγνώστης ταυτίζεται σίγουρος ότι παρακολουθεί αληθινά γεγονότα, ανθρώπους πληγωμένους, τρισδιάστατους να πράττουν, να ζουν μια κενή ζωή, να πέφτουν θύματα. Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους ήρωές του, το μικρό αυτιστικό αγόρι, που μέσα από την ιστορία των πρωταγωνιστών, μεγαλώνει, διεκδικεί και απολαμβάνει το μερίδιο της ζωής που του αξίζει.
Στιχάκια, αποσπάσματα και επώνυμοι έχουν την τιμητική τους πριν από κάθε κεφάλαιο, κάνοντας την εμφάνισή τους και μέσα στα κεφάλαια, παίρνοντας μέρος στην εξέλιξη της ιστορίας, πολλές φορές παίζοντας ουσιαστικό ρόλο.
Μια ισχυρή οργάνωση, στα πρότυπα της Μαφίας και όλη η ιστορία που ξετυλίγεται γύρω από αυτή, προσφέρουν μια περιπετειώδη διάσταση στο βιβλίο, ενισχύοντας τα στοιχεία της ξένης λογοτεχνίας, ξεφεύγοντας αρκετά από το στενό ελληνικό στοιχείο.
«Γίναμε ένα και επιβιώσαμε»
Ό,τι και να γράψουμε για ένα τέτοιο βιβλίο, είναι λίγο. Η ιστορία του ναι, είναι σκληρή αλλά αποτελεί ένα διαμάντι ανάμεσα στις λογοτεχνικές δουλειές των προηγούμενων ετών. Αν δεν σας αρέσουν τα «στενάχωρα» βιβλία, η αρχή του θα σας σοκάρει. Αξίζει όμως να αφιερώσετε χρόνο στις σελίδες του, στην καλοδομημένη ιστορία και τους χαρακτήρες που πείθουν απόλυτα τον αναγνώστη για την ύπαρξή τους, παραδίδοντας μαθήματα θέλησης και φιλίας. Το «Ένας ή κανένας» είναι το πρώτο μυθιστόρημα του συγγραφέα.
Σε βάζει μέσα σ’ ένα σκοτεινό κόσμο της διπλανής πόρτας, και μετά δε μπορείς να το αφήσεις κάτω. Διαβάζεται γρήγορα. Πολύ καλή πλοκή. Χιούμορ. Ενδιαφέρον εύρημα – αλλά με ρίσκο – το να βάζει όλους τους πρωταγωνιστές να αφηγούνται σε πρώτο πρόσωπο. Σε κάποια σημεία αναρωτιέσαι αν θα το έλεγε έτσι. Αλλά κι αυτό είναι μια ένδειξη ότι έχεις μπει στον κόσμο του βιβλίου...