Η ελευθερία της έκφρασης και το ζήτημα της κρατικής χρηματοδότησης (με αφορμή την απόσυρση του λευκώματος της Κυπριακής αποστολής από την Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής Βενετίας 2025)
Η ελευθερίατου λόγου δεν υπάρχει για να προστατεύει τις απόψεις που μας αρέσουν, αλλάαυτές που μας ενοχλούν.
Ζούμε σε μιαεποχή που η ελευθερία έκφρασης θεωρείται κεκτημένο δικαίωμα. Όμως, συχνάβιώνουμε λογοκρισία, υποκρισία και μηδενική ανεκτικότητα σε ό,τι αποκλίνει απότα πιστεύω μας ή από την «πολιτικώς ορθή άποψη», όπως την αντιλαμβανόμαστε. Ανκάτι μάς προκαλεί δυσφορία ή πολιτική αμηχανία, το χαρακτηρίζουμε «τοξικό». Ανδεν συνάδει με το δικό μας αφήγημα, το διαγράφουμε, το "ακυρώνουμε",το σιωπούμε.
Ηαπόσυρση του λευκώματος της Κυπριακής συμμετοχής στη Μπιενάλε 2025
Η συζήτησηγια την απόσυρση του συγκεκριμένου λευκώματος από την κυπριακή συμμετοχή στηΜπιενάλε 2025, όμως, δεν πρέπει να συγχέεται με την απαγόρευση ή λογοκρισία τηςίδιας της έκφρασης του δημιουργού. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να εμποδίσειοποιονδήποτε να δημιουργεί, να εκφράζεται, να δημοσιεύει ή να εκθέτει τα έργατου — αρκεί αυτό να γίνεται με δικά του μέσα και όχι με χρήματα του κράτους.
Η κρατικήχρηματοδότηση είναι μια πράξη επιλογής, όχι λευκή επιταγή. Το δημόσιο χρήμα —τα χρήματα όλων των πολιτών — δεν μπορεί να χρησιμοποιείται για να προωθείταιοποιαδήποτε άποψη ή αισθητική, ανεξαρτήτως περιεχομένου, χωρίς δημόσιο διάλογοκαι χωρίς κριτήρια. Δεν είναι λογοκρισία να απαιτούμε από το κράτος να είναιουδέτερο και να μην παίρνει θέση υπέρ ή κατά συγκεκριμένων ιδεολογιών,θρησκευτικών ή πολιτικών τοποθετήσεων, όταν χρηματοδοτεί καλλιτεχνικές δράσεις.
Ελευθερία τηςέκφρασης σημαίνει ότι ο καθένας μπορεί να γράφει, να σατιρίζει, να δημιουργείκαι να δημοσιεύει ό,τι θέλει — αλλά με δικά του έξοδα. Το κράτος δενυποχρεούται να χρηματοδοτεί κάθε άποψη, κάθε έργο, κάθε καλλιτεχνική πρόκληση.Η απόσυρση ενός έργου από μια κρατική συμμετοχή δεν είναι λογοκρισία, εφόσον οδημιουργός μπορεί ελεύθερα να το εκδώσει και να το προωθήσει με δικά του μέσα.
Το να ζητάκανείς να μην εκπροσωπείται η Κύπρος διεθνώς με ένα έργο που διχάζει,προσβάλλει ή προκαλεί έντονες αντιδράσεις, δεν σημαίνει ότι ζητά να φιμωθεί οδημιουργός. Σημαίνει ότι το κράτος, ως εκπρόσωπος όλων των πολιτών, οφείλει ναείναι προσεκτικό σε ό,τι προβάλλει ως εθνική ταυτότητα και πολιτιστικήκληρονομιά.
Η δημοκρατίαχωρίς διαφωνία δεν υπάρχει. Όμως, η δημοκρατία απαιτεί και διάκριση ανάμεσαστην ελευθερία της ατομικής έκφρασης και στη συλλογική ευθύνη της δημόσιαςεκπροσώπησης. Όποιος θέλει να εκφράζεται ελεύθερα, μπορεί και πρέπει να τοκάνει. Όποιος θέλει να εκπροσωπεί το σύνολο, οφείλει να σέβεται και το σύνολο —και να αναλαμβάνει το κόστος της επιλογής του.
Αςυπερασπιστούμε, λοιπόν, το δικαίωμα του καθενός να δημιουργεί, να σατιρίζει, ναπροκαλεί, να δημοσιεύει — αλλά ας απαιτήσουμε το ίδιο σθένος στην υπεράσπισητου δικαιώματος της κοινωνίας να επιλέγει τι προβάλλει ως δικό της, και τι όχι.
Η απόσυρση του λευκώματος από τη Μπιενάλε 2025 δεν είναι πράξη λογοκρισίας,αλλά αναγνώριση της διάκρισης ανάμεσα στην ατομική ελευθερία και στη συλλογικήευθύνη της δημόσιας εκπροσώπησης. Η ελευθερία της έκφρασης είναιαδιαπραγμάτευτη — αλλά η κρατική χρηματοδότηση δεν είναι αυτονόητη ούτευποχρεωτική για κανέναν.
Το Κράτος λοιπόνοφείλει να διασφαλίζει το δικαίωμα του κάθε πολίτη να εκφράζει όποιες απόψειςθέλει, όσο ακραίες και αν είναι αυτές και να τις δημοσιοποιήσει όπως νομίζει,με δικά του όμως μέσα, όχι με τα χρήματα του κράτους και των συμπολιτών του που ίσως διαφωνούν.
Σημαντικήδιευκρίνηση: Ουπογράφων υπερασπίστηκε δημόσια τον εικαστικό Γιώργο Γαβριήλ όταν έγινε στόχοςμαζικής κατακραυγής για έργα που τόλμησαν να αναμετρηθούν με τον θεσμικό καιθρησκευτικό συντηρητισμό της Κύπρου.
Υπερασπίστηκε και το δικαίωμα των σκιτσογράφων ΠΙΝ και Αρκά να εκφράζονται ελεύθερα, όταν κάποιοιτους λοιδορούσαν επειδή διαφωνούσαν πολιτικά μαζί τους.


