Ανδρέας Καπανδρέου's Blog, page 22

February 14, 2024

Τιμητική εκδήλωση εις μνήμην του Φίλιππου Τσιμπόγλου



Το Πανεπιστήμιο Κύπρου και η Βιβλιοθήκη, σαςπροσκαλούν σε τιμητική εκδήλωση και τελετή ονοματοδοσίας αίθουσας εις μνήμηv τουΦίλιππου Τσιμπόγλου, τέως Διευθυντή της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κύπρου από το 1999 μέχρι το2014.

Η τιμητική εκδήλωση θαπραγματοποιηθεί τη Δευτέρα, 19 Φεβρουαρίου 2024, ώρα 17:00, στο Αμφιθέατρο «ΦίλιπποςΤσιμπόγλου», Κέντρο Πληροφόρησης – Βιβλιοθήκη «Στέλιος Ιωάννου».

Π Ρ Ο Γ ΡΑ Μ Μ Α 

16:45 Προσέλευση 

17:00-18:30 Χαιρετισμοί 

• Πρύτανης Πανεπιστημίου Κύπρου, Καθηγητής Τάσος Χριστοφίδης 

• Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, κα. Αννίτα Δημητρίου 

• Υφυπουργός Πολιτισμού, Δρ. Βασιλική Κασσιανίδου 

• Πρόεδρος του Εφορευτικού Συμβουλίου Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος,κ. Σταύρος Ζουμπουλάκης 

Ομιλίες 

• Η ανάγνωση ενός ανιδιοτελούς ανθρώπουΣταύρος Θεοδωράκης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Σχολή Θετικών και Εφαρμοσμένων Επιστημών, Πανεπιστήμιο Κύπρου 

• Η Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κύπρου μέσα από το έργο του Φίλιππου ΤσιμπόγλουΈλενα Διομήδη-Παρπούνα, Αναπληρώτρια Διευθύντρια, Βιβλιοθήκη ΠανεπιστημίουΚύπρου 

• Φίλιππος Τσιμπόγλου: το όραμα της συνεργασίας δημόσιων και ιδιωτικών φορέωνκαι η δημιουργία της Κοινοπραξίας Κυπριακών ΒιβλιοθηκώνΜίνα Χαραλάμπους, Διευθύντρια, Βιβλιοθήκη & Κέντρο Πληροφόρησης Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Εκπρόσωπος, Δ.Σ. Κοινοπραξίας Κυπριακών Βιβλιοθηκών (ΚΚΥΒ) 

• Η πολύχρονη συνεργασία μου με το Φίλιππο Τσιμπόγλου ως Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών ΥποθέσεωνΑθανάσιος Γαγάτσης, Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου, Μέλος του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας 

• We continue the legacy of the man we love and respectDragan Nikolic, EBSCO Information Services 

• Ο Φίλιππος Τσιμπόγλου μέσα από το συγγραφικό έργο και τις δημοσιεύσεις τουΑνδρέας Κ. Ανδρέου, Λειτουργός Α’, Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Κύπρου 

• Προβολή οπτικοακουστικού υλικού 

• Τελετή ονοματοδοσίας αίθουσας προς τιμή του Φίλιππου Τσιμπόγλου από τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου, Καθηγητή Τάσο ΧριστοφίδηΔεξίωσ

Σε περίπτωση που επιθυμείτε να παραστείτε, παρακαλούμε δηλώστετη συμμετοχή σας στον σύνδεσμο εδώτο αργότερο μέχρι τις 16/2/2024.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να αποταθείτε στο τηλέφωνο22895175.



 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 14, 2024 21:00

February 12, 2024

Βραδιά Ποίησης: Στίχοι Αγάπης και Μίσους: Έρως και Εχθρότητα - Μια Ποιητική Ανάγνωση / Verses of Love and Hate: Eros and Enmity - A Poetry Reading


ΣτίχοιΑγάπης και Μίσους: 
Έρωςκαι Εχθρότητα - ΜιαΠοιητική Ανάγνωση

Ημερομηνία:14 Φεβρουαρίου,  Ώρα:19:30-

Τοποθεσία:Backstage Gastrobar, Λευκωσία, οδός Διαγόρου 10

Οιεκδόσεις KENO και το Backstage Gastrobar περήφανα παρουσιάζουν μια μαγευτικήβραδιά ποιητικών αναγνώσεων, όπου γιορτάζονται όλα τα διαφορετικά χρώματα τηςαγάπης.

Καλούμεόλους τους ποιητές, αφηγητές και λάτρεις του στίχου! Είτεσας ελκύει η λάμψη του φωτός της αγάπης είτε σας ιντριγκάρουν τα σκιερά βάθητου μίσους, σας προσκαλούμε να μοιραστείτε τις δημιουργικές εκφράσεις σας. Οιποιητές όλων των γλωσσών, πολιτισμών και πειθών είναι θερμά ευπρόσδεκτοι για ναπλέξουν τις ιστορίες τους για τη στοργή, τον πόνο, το πάθος και τη λαχτάρα.

Αφήστετα λόγια σας να πυροδοτήσουν συζητήσεις και συναισθήματα, να ζωγραφίσουν τονκαμβά των μυριάδων συναισθημάτων της αγάπης - και του μίσους.

 Γιασυμμετοχή ή για περισσότερες πληροφορίες, επικοινωνήστε μαζί μας στο: void_keno@protonmail.com ή@void_keno στο Instagram.

Ανυπομονούμενα λάβουμε τα πρωτότυπα έργα, τη βιογραφία σας ή οποιεσδήποτε επιπλέονλεπτομέρειες θέλετε να μοιραστείτε για τον εαυτό σας.

Γιακρατήσεις, καλέστε στο Backstage Gastrobar - 22 777700

----

Versesof Love and Hate:Eros and Enmity - APoetry Reading

 February14th, Time:7:30 PM onwards, Location:Backstage Gastrobar, Nicosia, Diagorou Street 10

KENOPublications and Backstage Gastrobar are thrilled to present an enchantingevening of Poetry Readings, celebrating the diverse colors of love. 

Callingall poets, storytellers, and lovers of verse! Whetheryou're drawn to the brilliance of love's light or intrigued by hate's shadowydepths, we invite you to share your creative expressions on the theme oflove. Poetsof all languages, cultures and persuasions are warmly welcomed to weave theirtales of affection, heartache, passion and longing.

Letyour words spark conversations, ignite emotions, and paint the canvas of love'smyriad emotions.

Toparticipate or for more information, please contact us at: void_keno@protonmail.com
or @void_keno on Instagram.

Weeagerly anticipate receiving your original works, biography, or any additionaldetails you wish to share about yourself.

Forreservations, please call: 22 777700



 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 12, 2024 02:18

February 9, 2024

Αυτοί που έχουν στα χέρια τους τις τύχες των βιβλιοθηκών (του Φίλιππου Τσιμπόγλου)

 


Υπάρχουνδύο κατηγορίες ανθρώπων που σχετίζονται με την επιβίωση των βιβλιοθηκών: οιέχοντες λόγο για την επιβίωση των βιβλιοθηκών και οι έχοντες εξουσία στηνεπιβίωση των βιβλιοθηκών. Δυστυχώς τις περισσότερες φορές αυτές οι ιδιότητεςδεν συνυπάρχουν. Οι έχοντες λόγο πρέπει να “πείσουν” τους έχοντες εξουσίακαταδεικνύοντας ότι οι βιβλιοθήκες καλύπτουν πραγματικές ανάγκες. Πρώτα όμως,πρέπει να πειστούν οι ίδιοι οι έχοντες λόγο ότι έχουν λόγο ύπαρξης. Για ναπειστούν και να “πείσουν” οι έχοντες λόγο πρέπει να διαθέτουν κάποιαχαρακτηριστικά στοιχεία:

όραμα μεγνώση και εμπειρίες, ενθουσιασμό, σεβασμό, αγάπη προς το αντικείμενο και προςτους ανθρώπους τόσο τους συνεργάτες όσο και τους χρήστες, και έμπνευση καιεσωτερική διάθεση για δημιουργία και προσφορά.

 

(Φίλιππος Τσιμπόγλου, 

στο 1ο Συνέδριο Κυπριακών Βιβλιοθηκών, Λευκωσία, 2 Νοε. 2001)

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 09, 2024 04:56

February 5, 2024

Η εκπληκτική ομιλία του Αλκίνοου Ιωαννίδη για το τραγούδι τις τέχνες και τον πολιτισμό

[Ομιλία του Αλκίνοου Ιωαννίδη στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, γιατη γιορτή των Γραμμάτων]


Είναι πραγματική χαρά και τιμή το να σε προσκαλεί ένας οργανισμός που τον θεωρείς πολύτιμο και τον αγαπάς.

Μεγάλωσα σε μια Κύπρο χωρίς πανεπιστήμιο, οπότε γνωρίζω πολύ καλά την αξία και τη σημασία που έχει για τον τόπο και για τους ανθρώπους του.

Το Πανεπιστήμιο Κύπρου άλλαξε όλη την κυπριακή κοινωνία, τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας και τον κόσμο, αλλά και τον τρόπο που βλέπει ο κόσμος την Κύπρο.


Παρακολούθησα μέσα στα χρόνια το Δημόσιο Πανεπιστήμιο μας να γεννιέται, να αποκτά πρόσωπο, να οργανώνεται, να μεγαλώνει, να γίνεται ένας εύρωστος οργανισμός, να αναδεικνύεται σε κορωνίδα της Παιδείας του τόπου, σε σύμβολο της εξέλιξής του, σε φορέα των ποιοτήτων του και σε υπόσχεση του μέλλοντος του. Η μεγαλύτερη απόδειξη της σημασίας του, είναι η αγάπη των φοιτητών του προς αυτό.

Παρά τη μεγάλη έκθεση στην οποία με υποβάλλει η φύση της τέχνης μου, είμαι εσωστρεφής άνθρωπος στην προσωπική μου ζωή και συνήθως αποφεύγω εκδηλώσεις σαν τη σημερινή. Αυτήν εδώ όμως την πρόσκληση, που συνέπεσε με τον επαναπατρισμό μου μετά από 34 χρόνια, την αποδέχτηκα με μεγάλη συγκίνηση και ευγνωμοσύνη και αισθάνομαι πραγματική χαρά που βρίσκομαι ανάμεσά σας.

Γιατί, σήμερα το Πανεπιστήμιό μας, δεν τιμά εμένα προσωπικά, αλλά το τραγούδι. Και μαζί του, όλους τους ανθρώπους του τόπου μας που το δημιούργησαν, και που χώρεσαν μέσα του τα μεγάλα γεγονότα και τις καθημερινές τους στιγμές, τα όνειρα, τα αισθήματα, τις χαρές και τους πόνους τους, τις επιθυμίες και τις πραγματικότητες ενός τόπου δύσκολου και μαζί ευλογημένου.

Στη μέρα των Γραμμάτων, ο κορυφαίος εκπαιδευτικός οργανισμός του τόπου μας, αναγνωρίζει το τραγούδι σαν σημαντικό κομμάτι του Πολιτισμού μας. Η σημερινή μου ομιλία αφιερώνεται με ευγνωμοσύνη στους ποιητάρηδες, στους τροβαδούρους, στους οργανοπαίχτες, και κυρίως στον κάθε Κύπριο και στην κάθε Κύπρια που τραγούδησε και τραγουδά σ' αυτήν εδώ τη φλούδα γης.

Θα μιλήσουμε λοιπόν απόψε για την ανάσα της ανθρωπότητας μέσα στους αιώνες. Δεν θα αναφερθώ στις σημαντικές μελέτες που γίνονται στα πλαίσια της Μουσικολογίας, της Ψυχολογίας της Μουσικής και άλλων ακαδημαϊκών ειδικοτήτων. Θα προσπαθήσω μόνο να μοιραστώ μαζί σας κάποιες απλοϊκές σκέψεις και αισθήματα που προκύπτουν από το ισόβιο ταξίδι μου μέσα στην τέχνη αυτή.

Το τραγούδι είναι ταυτόσημο με τη ζωή για μένα. Μου έδωσε ένα δρόμο να βαδίσω, με έδεσε με τον τόπο μου και με ταξίδεψε στους τόπους των άλλων. Κρατώντας με, άλλοτε απαλά και άλλοτε οδυνηρά σφιχτά από το χέρι, με πήγε να συναντήσω τους συνανθρώπους μου και την ίδια μου τη μοίρα.

Μια μέρα, ήμουν λίγων μηνών, ξάπλωνα στο βρεφικό μου καρεκλάκι, στο πίσω κάθισμα του οικογενειακού μας σκαραβαίου. Οδηγούσε η μητέρα μου. Ξαφνικά, άρχισα να τραγουδώ μια επιτυχία της εποχής: "Oh ma my, oh ma my - mamy blue, oh mamy blue". Πώς προσγειώθηκε στον βρεφικό μου εγκέφαλο αυτό το τραγούδι και πώς μου ήρθε νατό αναπαράξω, προς μεγάλη έκπληξη και περηφάνια της μητέρας μου, δεν ξέρω να σας πω.

Τι κάνει ένα βρέφος να τραγουδά; Τι μας κάνει να τραγουδάμε, πριν ακόμα μιλήσουμε; Τι έκανε την ανθρωπότητα να τραγουδήσει πριν ακόμα επινοήσει την ομιλία, πριν ακόμα νοηματοδοτήσειτους ήχους δημιουργώντας λέξεις; Καταλάβαινα το νόημα του ρεφραίν που μουρμούριζα τότε; Όχι. Το καταλαβαίνω σήμερα; Καθόλου. Έχει καμιά σημασία; Καμία απολύτως! Το τραγούδι δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με την κατανόηση. Ούτε έχει να κάνει αποκλειστικά με το συναίσθημα. Έχει να κάνει ολοκληρωτικά με την ύπαρξη!

Μπορεί η μουσική, χωρίς στίχους, να περιγράφει κάτι με σαφήνεια; Έναν τοίχο ή ένα δρόμο; Ένα μουσικό κομμάτι δεν μπορεί να είναι τόσο σαφές. Δεν είναι στη φύση ούτε και στους σκοπούς του το να περιγράφει με σαφήνεια τη χειροπιαστή πραγματικότητα. Δεν περιέχει και δεν μεταδίδει το ίδιο μήνυμα σε όλους. Δεν μιλά για το ίδιο πράγμα ακόμα και στον ίδιο άνθρωπο από τη μια μέρα στην άλλη, όπως δεν μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι.

Εκεί λοιπόν που η μουσική αδυνατεί να περιγράφει επακριβώς έναν τοίχο ή ένα δρόμο, δεν θα έπρεπε το τραγούδι, που περιέχει λέξεις, να είναι σαφέστερο; Ναι.

Όταν ο Μπετόβεν καταθέτει τα όπλα, αναλαμβάνουν οι Pink Floyd: The Wall! Ο Λόίζος μάς μιλά για το Δρόμο, που είχε τη δική του ιστορία. Ο Χατζιδάκις για έναν άλλο δρόμο, την Οδό Ονείρων. Πράγματι, το τραγούδι έχει τη δυνατότητα να είναι σαφέστερο. Αν όμως, οι τραγουδοποιοί κυριολεκτούσαν περιγράφοντας απλώς τοίχους και δρόμους, ίσως να γίνονταν σημαντικοί για την οδοποιία και την οικοδομή, όχι όμως για όλους εμάς. Για κάτι άλλο μας μιλούν τα τραγούδια τους.

DSC04454.jpg


Αυτό λοιπόν το «πλεονέκτημα», τη δυνατότητα της σαφήνειας και της κυριολεξίας, οφείλει να ξεπεράσει το τραγούδι, προκειμένου να γίνει αληθινό τραγούδι. Έτσι και εμείς, προκειμένου να το ακούσουμε πραγματικά, οφείλουμε να υπερβούμε την πραγματικότητα. Μοιάζει δύσκολο. Είναι όμως έμφυτο και φυσικό στον άνθρωπο.

Γίνεται αυτόματα, όπως η αναπνοή. Τα βρέφη κοιμούνται με ένα νανούρισμα. Είμαστε λοιπόν πλασμένοι για την υπέρβαση και για τη μετάβαση σε έναν άλλο κόσμο μέσω του τραγουδιού.

Το τραγούδι είναι υπερβατικό, και μόνο υπερβαίνοντας το συναντά κανείς. Υπερβαίνει της πραγματικότητας, του νοήματος, της διάρκειάς του, του στίχου ή της μουσικής του, του δημιουργού και του ακροατή του. Μας οδηγεί και μας τοποθετεί σε έναν καινούργιο, και μαζί παντοτινό χρόνο, σε έναν άγνωστο και την ίδια ώρα οικείο χώρο, έναν χώρο που εδρεύει ταυτόχρονα εντός και εκτός μας, και που το κλειδί της πόρτας του το κρατάει αυτό.

Το τραγούδι, αυτή η αόρατη ύλη, αυτό το Άγιο Πνεύμα που μας φωτίζει χωρίς να φαίνεται, που μας μεταμορφώνει χωρίς να αγγίζεται, που μας κινεί χωρίς να μας σπρώχνει, υπήρξε πάντοτε ο πιο σύντομος δρόμος από τον εαυτό μας στο πιο μακρινό σημείο του σύμπαντος, και την ίδια ώρα στο βαθύτερο κέντρο της ύπαρξής μας. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι όλες οι θρησκείες χρησιμοποιούν τη δύναμη του τραγουδιού στις τελετές τους. Χωρίς τραγούδι, δεν υπάρχει θεός.

Τι είναι όμως τραγούδι; Έψαξα για την ερμηνεία του στα λεξικά και στο διαδίκτυο και τίποτα δε βρήκα που να με καλύπτει. Πώς γίνεται, μια τόσο βασική για τη ζωή μας έννοια, να έχει άλλοτε πρόχειρους και άλλοτε ελλειπής ορισμούς; Ίσως γιατί κανείς δεν τους χρειάζεται. Όλοι ξέρουμε τι είναι τραγούδι. Ποιος χασομέρης θα μπει να το ψάξει; Έψαξα και στα αγγλικά: Στο λεξικό Webster βρήκα μια ενδιαφέρουσα έκφραση: "Sold for a song", δηλαδή πουλήθηκε τσάμπα. Έκφραση που εξηγεί γιατί οι περισσότεροι τραγουδοποιοί είναι φτωχοί. Τα πιο πολλά πάντως λεξικά, το ερμηνεύουν χονδρικά ως μια σύνθεση λόγου και μουσικής.

Ορίζουμε λοιπόν το τραγούδι με βάση τα συστατικά του. Όπως το νερό, σαν Υδρογόνο 2 - Οξυγόνο. Ίσως, χημικά, να είναι σωστός ο ορισμός. Δεν μου είναι όμως επαρκής. Όπως δεν μου είναι αρκετό το να ορίζω τον άνθρωπο σαν μια ένωση κυττάρων, γονιδίων ή οργάνων. Το τραγούδι είναι μια έννοια αόριστη και απερίγραπτη. Για μένα, δεν είναι η σύνθεση λόγου και μουσικής. Στην καλύτερη περίπτωση, θα μπορούσε ίσως να είναι το αποτέλεσμα της σύνθεσης του λόγου με τη μουσική, πράγμα τελείως διαφορετικό.

Το τραγούδι δεν είναι μόνο ο στίχος ή η μουσική του, ούτε και ο συνδυασμός τους, αλλά το αυτόνομο, συμπαγές, ολοκληρωμένο αποτέλεσμα του έρωτά τους. Αποτελεί μια τρίτη, αυτοτελή προσωπικότητα. Είναι σαν εμάς, τους ανθρώπους, που δεν είμαστε η σύνθεση των γονιών μας, αλλά το αποτέλεσμα της. Ενώ σχετιζόμαστε άμεσα με αυτούς και τους εμπεριέχουμε, δεν είμαστε οι γονείς μας, ούτε και η συνεύρεσή τους. Όταν σας βλέπω, ευτυχώς, δεν βλέπω τους γονείς σας να συντίθενται. Βλέπω εσάς τους ίδιους.

Με τον ίδιο τρόπο, όποτε ακούω ένα τραγούδι, ακούω έναν συμπαγή, αυτάρκη, αυτόνομο, ολοκληρωμένο κόσμο. Αυτό που συναντώ κατά βάθος ακούγωντάς το, δεν είναι ούτε ο στίχος, ούτε η μουσική, αλλά το παιδί τους, που έχει δικό του πρόσωπο, δικό του χαρακτήρα, δική του ζωή. Μπορεί να μοιάζει κάπως στη μητέρα του ή να θυμίζει περισσότερο τον πατέρα του, αποτελεί όμως ένα τρίτο, ξεχωριστό πλάσμα.

Αυτό αγαπώ και σε αυτό επιτρέπω να μπει στη ζωή μου, συχνά μάλιστα ανεξάρτητα από την ποιότητα των γονιών του.

Ένα τραγούδι με καλή μελωδία και καλούς στίχους, μπορεί να μας είναι κάποτε ενοχλητικό, όπως το ανυπόφορο παιδί γονιών που συμπαθούμε. Και όπως, από γονείς που δεν θα κάναμε ποτέ παρέα, μπορεί να γεννηθεί ο καλύτερος μας φίλος ή ο άνθρωπος της ζωής μας, έτσι και ένα τραγούδι με σχετικά αδιάφορους στίχους και μουσική, μπορεί να γίνει το αγαπημένο μας.

DSC04881.jpg


Συνήθως, όποτε αναφέρω όλα αυτά τα περίεργα, μου ζητάνε ένα παράδειγμα ενός καλού τραγουδιού με μέτρια μουσική ή στίχο. Και, αποφεύγοντας να εκθέσω τους συναδέλφους μου, χρησιμοποιώ ένα δικό μου. (Στο σημείο αυτό παίρνει την κιθάρα και μας τραγουδάει τον «Προσκυνητή»)

Σε κάποιους μπορεί να αρέσει, σε άλλους όχι. Εγώ το αγαπώ. Γι' αυτό και το δισκογράφησα. Αν όμως εξετάσω χωριστά τη μουσική και το στίχο του, θα δυσκολευτώ πραγματικά να πειστώ ότι έχουν κάποια αξία. Η μελωδία του αποτελείται από τρεις νότες - τέσσερις στο ρεφραίν.

Δεν έχει ενδιαφέρουσες συγχορδίες ή αρμονία, ούτε ρυθμικές εναλλαγές. Δεν επιστρατεύει κανένα κόλπο προκειμένου να γίνει ενδιαφέρον. Όσο για τους στίχους, ας πούμε ότι δεν θα έλειπαν από την Ποίηση, αν δεν είχαν γραφτεί. Όπως είπα όμως, το τραγούδι δεν είναι ο στίχος και η μουσική του. Επιφανειακά μόνο το κρίνουμε με βάση τους γονείς και την καταγωγή του, όπως κάνουμε και με τους ανθρώπους, μέχρι να τους γνωρίσουμε πραγματικά.

Τις περισσότερες φορές μάλιστα, δεν έχει καν σημασία αν καταλαβαίνω ή όχι τη γλώσσα στην οποία είναι γραμμένοι οι στίχοι. Γιατί, με κίνδυνο να με πετάξετε εκτός ακαδημαϊκού χώρου ως αποκρυφιστή, οφείλω να σας εκμυστηρευτώ ότι αυτό που τελικά με αγγίζει είναι ένα μυστικό μήνυμα που ψιθυρίζεται κάτω από την επιφάνεια του. Το μυστικό ερωτευόμαστε οι άνθρωποι, όχι το προφανές.

Σε κάθε αληθινό τραγούδι, ακούμε πολύ σημαντικότερα πράγματα από τη μελωδία και το στίχο του. Ακούμε τη ζωή μας αλλιώς. Και την ίδια ώρα, ακούμε τη ζωή, τον τόπο, την εποχή του δημιουργού. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του. Ακούμε την πρόθεσή του, τις εμπειρίες, τα αισθήματα, τα ακούσματα, τις αναφορές του, τον πολιτισμό από τον οποίο προέκυψε, τους ανθρώπους που συνάντησε.

Μαζί με αυτά, ακούμε επίσης τη ζωή και τον κόσμο του ερμηνευτή του τραγουδιού, όπως και του κάθε μουσικού που έπαιξε την κάθε μία νότα. Και όλους αυτούς τους άπειρους, μοναδικούς κόσμους, τους σμίγουμε κάθε φορά με τη δική μας ζωή, τα όνειρα, τις ανάγκες, τον πολιτισμό και την αισθητική μας, την προσωπικότητά μας, το αίσθημά μας, τη στιγμή μας. Την ύπαρξή μας. Άπειρες οι δυνατότητες της μοιρασιάς!

Το τραγούδι είναι ένας ολόκληρος αχαρτογράφητος κόσμος, που μας προσκαλεί να ζήσουμε μέσα του. Ένας κόσμος που προσκαλούμε να ζήσει μέσα μας. Η σχέση μας μαζί του είναι υπαρξιακή.

Είναι κάπως μπερδεμένο όλο αυτό, οπότε θα προσπαθήσω να το κάνω ακόμα πιο περίπλοκο: Είπαμε ότι το τραγούδι είναι παιδί του λόγου και της μουσικής. Εκτός από παιδί τους όμως, είναι και γονιός τους! Το τραγούδι αποτελεί μέρος της παγκόσμιας μουσικής παράδοσης, όπως και της λογοτεχνικής. Ταυτόχρονα όμως, η πανανθρώπινη λογοτεχνική και μουσική παράδοση, πηγάζουν από το ίδιο το τραγούδι.

Αυτό που σήμερα ονομάζουμε "καθαρή" μουσική, αυτή δηλαδή που δεν εμπεριέχει λόγο, όπως και αυτό που ονομάζουμε καθαρή ποίηση, που δεν τραγουδιέται αλλά διαβάζεται κατ' ιδίαν ή απαγγέλλεται, αποτελούν σχετικά νεότερες επινοήσεις. Για χιλιετίες, η ποίηση και η μουσική ζούσαν στο ίδιο σώμα.

Όποτε μελοποιείται ένα σπουδαίο ποίημα, θεωρούμε ότι μετατρέπεται σε κάτι ευτελέστερο. Η ταπεινή φόρμα του τραγουδιού, η απλότητα και η λαϊκότητά του, το εμπόριο που έχει αναπτυχθεί γύρω του και η χρηστική μας θεώρηση απέναντι του, μας κάνουν να το θεωρούμε λιγότερο σημαντικό είδος, σε σχέση με την καθαρή ποίηση ή την καθαρή μουσική. Η ίδια η λέξη «καθαρή», είναι αρκετή για να υποβιβάσει το τραγούδι σε μια σχεδόν βρώμικη υπόθεση.

Υπάρχει λοιπόν, χρόνια τώρα, η διαμάχη για το αν πρέπει η ποίηση να μελοποιείται. Ο λόγος και η μουσική αφήνουν την ανεξάρτητη ζωή τους, προκειμένου να ζήσουν αλλιώς μέσα στο τραγούδι. Όπως εμείς αφήνουμε τον εργένη εαυτό μας προκειμένου να γίνουμε γονείς, έτσι και η ποίηση, όπως και η μουσική, μεταλλάσσονται μέσα στο τραγούδι σε κάτι άλλο.

Αυτό εννοώ σε ένα στίχο που λέει: "Μα οριστικά θα χεις χαθεί μονάχα αν το διαλέξεις, όπως διαλέγει η μουσική τα λόγια και τις λέξεις".

Είπαμε, το τραγούδι είναι μια ιερή υπόθεση. Κάθε τι ιερό, προϋποθέτει θυσία. Η μουσική και ο λόγος θυσιάζονται προκειμένου να γεννηθεί το τραγούδι. Ένα μελοποιημένο ποίημα του Καβάφη δεν είναι πια το ίδιο ποίημα. Είναι μια άλλη υπόθεση. Το πρωτότυπο, μεγαλειώδες κείμενο βέβαια, ευτυχώς, όσες φορές και όσο μέτρια ή κακά και να μελοποιηθεί, παραμένει πάντα ακέραιο, στο βιβλίο και στην καρδιά μας, σαν αυτόνομο, συγκλονιστικό έργο. Μέσα στο τραγούδι όμως, θα ζήσει μιαν άλλη ζωή και θα μας αφηγηθεί μιαν άλλην ιστορία.

Ο λόγος και το μέλος, πριν χωριστούν, υπήρξαν για χιλιετίες μια αδιαχώριστη ενότητα, ένα συμπαγές, πανίσχυρο εργαλείο επικοινωνίας, έκφρασης, μνήμης, συνείδησης, παράδοσης, συνέχειας και εξέλιξης. Η καταγωγή του λόγου είναι η μουσική, και η καταγωγή της μουσικής είναι ο λόγος.

Και τα δύο αυτά εξάλλου, είναι πρόσωπα του ήχου. Ακόμα και στη γραπτή του μορφή, ο λόγος παραμένει ήχος. Ο γραπτός λόγος είναι η παρτιτούρα του προφορικού. Όταν διαβάζουμε από μέσα μας, ακούμε τον ήχο της φωνής μας στο μυαλό μας.

Αντιμετωπίζουμε συνήθως τη γραφή και την ανάγνωση σαν μια καθαρά οπτική υπόθεση, ενώ αποτελεί πρωτίστως μια ακουστική εμπειρία. Και βέβαια, δεν γράφουμε ή διαβάζουμε μόνο σε ήχο, αλλά σκεφτόμαστε και ηχητικά, τουλάχιστον όσοι από εμάς σκεφτόμαστε σε γλώσσα. Θα μπορούσαμε, κάπως ποιητικά, να ισχυριστούμε ότι η σκέψη μας είναι ένα τραγούδι.

DSC04776.jpg


Έχοντας αναφερθεί σε ορισμούς και λεξικά, ας δούμε λίγο την ετυμολογία της λέξης "τραγούδι": Έρχεται, όπως και η "τραγωδία", από τη λέξη "τράγος". Οι πρόγονοί μας, στις τελετουργίες τους φορούσαν προβιές τράγου, πιθανότατα για να μυρίζουν ωραία. Αν ψάξουμε περισσότερο, θα δούμε ότι η λέξη "τράγος" έρχεται από το ρήμα "τρώγω", στη Δωρική «τράγω». Ετυμολογικά λοιπόν, το τραγούδι συνδέεται με κάτι τόσο βασικό και αναγκαίο, όσο η τροφή. Αν μείνουμε όμως στον τράγο, η σύνδεση του τραγουδιού με την τελετουργία, με το ιερό στοιχείο, είναι άμεση. Η υπαρξιακή σχέση με τον εαυτό και τον κόσμο, η υπέρβαση που απαιτείται για να αγγίξει κανείς το αόρατο, το υψηλότατο και το βαθύτατο, μόνο μέσα από το τραγούδι θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί.

Η ίδια η πράξη της συναυλίας προέκυψε μέσα από τη λατρευτική διαδικασία. Είναι τελετουργική εκ γενετής. Λένε πως η πρώτη θεατρική παράσταση, και μαζί όλο το θέατρο, προέκυψε όταν κάποιος βγήκε έξω από τον λατρευτικό κύκλο και παρακολούθησε το δρώμενο ως θεατής. Το θέατρο λοιπόν, το γέννησε ο θεατής, μετατρέποντας την τελετουργία σε παράσταση. Με τον ίδιο τρόπο φαντάζομαι ότι, όταν πέταξαν κάποιον εκτός χορωδίας, πιθανότατα γιατί ήταν ανυπόφορα φάλτσος, αυτός, ο πρώτος ακροατής, γέννησε και την πρώτη συναυλία. Ποιον θα πρέπει λοιπόν να ευγνωμονώ για την τέχνη που εξασκώ; Τον καλλίφωνο, πλην δύσοσμο, τελετάρχη που ούρλιαζε στο φεγγάρι, ή τον φάλτσο, εξόριστο ακροατή που παρακολουθούσε εκστατικός; Τον ερμηνευτή ή τον ακροατή; Πιστεύω στον ακροατή, όσο πιστεύω και στο τραγούδι. Για μένα, είναι δύο αδιαχώριστες καταστάσεις, που αδυνατούν να υπάρξουν η μία χωρίς την άλλη. Λένε πως το πιο δύσκολο όργανο είναι η φλογέρα, γιατί πρέπει ταυτόχρονα να φυλάς και τα πρόβατα. Και ο βοσκός όμως, που παίζει τη φλογέρα του σε μιαν απόμακρη πλαγιά, έχει σαν ακροατήριο ολόκληρη τη φύση, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό!

Ο τραγουδοποιός είναι ταυτόχρονα δημιουργός και ακροατής του τραγουδιού του, όπως ο ζωγράφος είναι δημιουργός και θεατής του έργου του. Ο τραγουδιστής λειτουργεί ταυτόχρονα σαν πομπός και σαν δέκτης. Τις περισσότερες φορές, γράφω ένα τραγούδι γιατί θέλω να το ακούσω! Θέλω να γεννηθεί, να δω το πρόσωπό του, να το γνωρίσω, να το μοιραστώ. Το γεννώ και με γεννά, του δίνω ζωή και μου δίνει κι αυτό ζωή. Σαν ακροατής λοιπόν, γράφω το τραγούδι.

Μέσα στα χρόνια, συνειδητοποιώ παρακολουθώντας μεγαλύτερους συναδέλφους αλλά και τον εαυτό μου, ότι σταματάμε να γράφουμε όταν σταματάμε να ακούμε. Στα 23 μου, όταν ηχογραφούσα ακόμα τον πρώτο μου δίσκο, μου πήραν στο στούντιο μια συνέντευξη. Με ρώτησε η δημοσιογράφος: "Τι περιμένεις να συμβεί με αυτό τον δίσκο;" Εννοούσε επιτυχίες και δόξες. Απάντησα με αφέλεια: "Να τελειώσει, για να τον ακούσω".

Στη συναυλία, ο ρόλος του κοινού είναι πρωταγωνιστικός. Καμιά φορά, και μάλιστα ανεξάρτητα από την αποδοχή ή τον ενθουσιασμό του κοινού, αισθάνεσαι το κορμί της συναυλίας να δονείται, τη σκηνή και το ακροατήριο να συλλειτουργούν οργανικά και από κοινού. Άλλες φορές, είναι σαν να βρίσκεται κανείς στο απόλυτο κενό. Το κατάλαβα νωρίς, το 1994. Γι' αυτό έγραψα σ' έναν στίχο τότε «το φιλοθεάμον μου κενό». Ο τραγουδοποιός δεν είναι ταχυδακτυλουργός, ακροβάτης, ζογκλέρ ή αθλητής. Δεν βρίσκεται εκεί για να εντυπωσιάσει, αλλά για να μοιραστεί.

Χωρίς την από καρδιάς μοιρασιά, είναι χαμένος.

Ο ακροατής λοιπόν είναι πρωταγωνιστής, όχι κομπάρσος. Με τις επιλογές, την αισθητική και τη στάση του, θέτει το επίπεδο στο οποίο θα ζήσουμε και θα δημιουργήσουμε. Δεν αρκεί οι καλλιτέχνες να του κάνουμε τα χατήρια, να του χαϊδεύουμε τα αυτιά, να τον ξεγελάμε ή να τον καλοπιάνουμε, στερώντας του την ευθύνη και υποβιβάζοντάς τον σε πελάτη, επειδή πλήρωσε ένα εισιτήριο.

Τι κάνει όμως κάτι τόσο ιερό, τόσο εμπορεύσιμο; Πώς γίνεται κάτι άυλο να πουλά τόσο πολύ σε έναν υλιστικό κόσμο; Πώς μπορούν κάποιες λέξεις και κάποιες νότες μαζί να στήνουν μια ολόκληρη παγκόσμια βιομηχανία, που τα έσοδά της να πλησιάζουν αυτά του εμπορίου καυσίμων (ευτυχώς, χωρίς τη ρύπανση και τους πολέμους που προκαλούν τα καύσιμα); Το τραγούδι δεν μας προσφέρει απλώς λέξεις και νότες. Μας προσφέρει ύπαρξη! Εκφράζει εξίσου τη ζωή και τον θάνατο.

Μπορείς να πας στη μάχη ή στο εκτελεστικό απόσπασμα τραγουδώντας. Συμπυκνώνει όλα όσα είμαστε, όλα όσα ονομάζουμε ζωή, μεγάλα και μικρά. Εξιστορεί την πτώση μιας αυτοκρατορίας και την πτώση ενός μεθυσμένου στο δρόμο. Καθαγιάζει τον αιώνιο έρωτα και αυτόν της μιας νύχτας. Μας χαρίζει ένα τηλεσκόπιο στο σύμπαν και ένα μικροσκόπιο στο πιο κρυφό μας κύτταρο, ταξιδεύοντάς μας αμφίδρομα στο βαθύτερο μέρος του εαυτού μας και στον απέραντο έξω κόσμο. Μας απογειώνει στον πιο ψηλό ουρανό και μας κατεβάζει στο λεπτό στον Άδη. Εκφράζει το υπαρξιακό βάραθρο και το ανάλαφρο πέταγμα ενός πουλιού.

Μας δίνει προσωπική ταυτότητα, ενσωματώνοντάς μας στο σύνολο. Μας ορίζει συλλογικά, αγγίζοντάς μας προσωπικά.

Για τα λίγα λεπτά του ευρώ που στοιχίζει στις ψηφιακές πλατφόρμες, μας δίνει πολλά.

DSC04873.jpg


Σκέφτομαι συχνά τους περιπλανώμενους τροβαδούρους περασμένων καιρών. Με ένα οργανάκι στα χέρια και ένα δισάκι στον ώμο, διήσχιζαν την αχανή τότε επικράτεια, πηγαίνοντας από χωριό σε χωριό, από πολιτεία σε πολιτεία, από βασίλειο σε βασίλειο, μεταφέροντας όνειρα, πραγματικότητες, θρύλους, δοξασίες, έρωτες, θριάμβους και πανωλεθρίες, ιστορία, φαντασία, μικρά και μεγάλα γεγονότα, τι συνέβη στην άλλη άκρη της Αυτοκρατορίας ή στο διπλανό χωριό, τι συνέβη στον Άδη ή στην άλλη μεριά του λόφου, τι συνέβη στον ουρανό ή μέσα τους. Εξέφραζαν έναν ολόκληρο πολιτισμό και τον μοιράζονταν με τους συνανθρώπους τους. Και μετά, σιωπούσαν πάλι, άδειαζε η πλατεία, πήγαιναν οι άνθρωποι στα σπίτια και στα χωράφια τους, κι αυτοί τύλιγαν το οργανάκι σε ένα πανί, φορτώνονταν ξανά το δισάκι, που τώρα μπορεί να είχε και λίγο ψωμί μέσα, και κινούσαν για αλλού, μέσα στη βροχή, στον ήλιο και στο χιόνι. Αυτοί είναι οι ήρωές μου.

Τότε λοιπόν, πριν από την τεχνολογία της ηχογράφησης, πριν από τον ηλεκτρισμό και τη Μουσική Βιομηχανία όπως την ξέρουμε, αν δεν υπήρχε γάμος ή άλλη γιορτή στο χωριό, όποιος ήθελε να σχετιστεί με ένα τραγούδι έπρεπε να το τραγουδήσει ο ίδιος. Όπως, αν χρειαζόταν ένα αβγό, έπρεπε να έχει κοτέτσι στην αυλή του ή αν ήθελε ένα λάχανο, το καλλιεργούσε ο ίδιος στο μποστάνι του. Δεν κατανάλωναν απλά οι άνθρωποι αυγά και λαχανικά, ζούσαν ανάμεσά τους.

Έτσι και με το τραγούδι. Δεν το άκουγαν απλά, ζούσαν μέσα του και ζούσε κι αυτό μέσα τους.

Σήμερα, αγοράζουμε τα αγαθά στις υπεραγορές. Είμαστε καταναλωτές, όχι παραγωγοί. Καταναλώνουμε λοιπόν έτοιμη, συχνά υπερ-επεξεργασμένη μουσική, η οποία συνοδεύει τις στιγμές μας, σπάνια όμως γίνεται θεμελιώδες στοιχείο της ζωής μας. Η μουσική σήμερα υπάρχει παντού, χωρίς όμως εμείς να είμαστε πάντοτε εκεί για αυτήν. Να μην παρεξηγηθώ: Αγαπώ την εποχή μου και δεν θα διάλεγα άλλη. Το να έχω την παγκόσμια δισκοθήκη στο κινητό μου, είναι ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Το δώρο όμως αυτό, έρχεται με την ευθύνη να το χρησιμοποιήσω σωστά.

Απαιτεί μια συνειδητή και ενεργητική στάση από μεριάς μου, προκειμένου να μην αποφασίζει για μένα ο αλγόριθμος της αγοράς.

Μικροί, ακούγαμε μόνο τους δίσκους που υπήρχαν στο σπίτι.

Όποτε ο πατέρας μας έφερνε έναν καινούργιο, ήταν ένα γεγονός. Είχαμε την ευκαιρία να μην πάμε στο σχολείο την επομένη. Ακούγαμε αρκετές φορές τα τραγούδια ή το μουσικό έργο, συζητούσαμε για αυτά ή παίζαμε με τον αδερφό μου μέσα στο νέο ηχητικό τοπίο, παρακολουθώντας τον πατέρα μας να ζωγραφίζει ή να γράφει ποιήματα. Καμιά φορά, όποτε παθιαζόμουν με ένα λογοτεχνικό βιβλίο, είχα επίσης την ευκαιρία να λείψω από το σχολείο, προκειμένου να μείνω στο σπίτι και να το τελειώσω. Κέρδισα πολλά από αυτές τις λίγες επιπλέον κοπάνες. Από τον πατέρα μου γνώρισα επίσης τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο. Η μητέρα μας σπούδασε θέατρο. Δεν έγινε ηθοποιός, αλλά το αγαπούσε, και μαζί της το αγάπησα, και αργότερα το σπούδασα κι εγώ. Με το θέατρο δεν είχε κοπάνες, αφού οι παραστάσεις γίνονταν βράδυ, αλλά και επειδή η μητέρα μου είναι πιο κανονικός άνθρωπος. Συχνά μαζεύονταν στο σπίτι μας ηθοποιοί, ζωγράφοι, ποιητές. Ο αδελφός μου, Λίνος Ιωαννίδης, είναι ποιητής.

Έχοντας λοιπόν γεννηθεί και μεγαλώσει σε ένα σπίτι ελεύθερο και υποστηρικτικό, με την τέχνη παντού, προσιτή και σεβαστή, θαυμάζω απεριόριστα όσους καλλιτέχνες ξεπήδησαν από οικογένειες και κοινωνίες που δεν τους στήριξαν, δεν τους τροφοδότησαν, δεν τους ελευθέρωσαν.

Κάποιοι καλλιτέχνες, από τη δεκαετία του '60 και μετά, έδωσαν πρόσωπο στον τόπο μας στη νέα εκείνη εποχή. Σε χρόνια δύσκολα και μέσα σε γεγονότα τραγικά, μάς έδωσαν το έργο τους και καθόρισαν την αισθητική μας. Σε ένα χρόνο, κλείνει το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα.

Έχουμε ήδη μπει σε μιαν άλλη, ψηφιακή περίοδο της ανθρωπότητας. Η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι εδώ, σαν αναμένο κάρβουνο στα χέρια μας. Ο Προμηθέας, με το καινούργιο του αυτό δώρο, είτε που θα μας σώσει, είτε που θα μας κάψει. Αυτό που θα καθορίσει την έκβαση, δεν είναι η αποθήκευση στο μυαλό μας ολοένα περισσότερων γνώσεων.

Οι υπολογιστές θα έχουν πάντοτε περισσότερη γνώση από εμάς. Είναι η καλλιέργεια. Η μόρφωση είναι πολύτιμη όταν φυτρώνει σε καλλιεργημένο έδαφος. Δεν είναι δική μου η διαπίστωση, την έκανε ο Ρουσσώ στο Κοινωνικό Συμβόλαιο, όπου θέτει ουσιαστικά την καλλιέργεια ως το έδαφος πάνω στο οποίο φυτρώνει η μόρφωση και που καθορίζει το μέγεθος της προόδου μας.

Στο ίδιο έργο, μας λέει ότι η αρετή της Συμπόνιας είναι η πιο χαρακτηριστική του είδους μας και μαζί η πιο αναγκαία για την επιβίωσή του. Αν δεν μας έδινε η φύση τη συμπόνια να στηρίζει τη λογική, λέει, οι άνθρωποι θα ήμασταν κτήνη. Δε φτάνει η λογική. Από μόνη της, μόνο στη δυστυχία και στην καταστροφή μπορεί να μας οδηγήσει. Γράφει επίσης για το πώς μορφώνεται και εκπαιδεύεται στην εξουσία κανείς, εις βάρος των υπολοίπων.

DSC04877.jpg



Τα μεγαλύτερα εγκλήματα σήμερα, 260 χρόνια μετά τη συγγραφή του Κοινωνικού Συμβολαίου, οι μεγαλύτερες αδικίες, συντελούνται από λογικούς και μορφωμένους ανθρώπους, απόφοιτους των καλύτερων πανεπιστημίων, τα οποία καυχώνται μάλιστα ότι εκκολάπτουν τους αυριανούς ηγέτες - βοήθειά μας. Όσο η ανθρώπινη γνώση και ικανότητα αυξάνονται, άλλο τόσο πρέπει να στηρίζονται στην καλλιέργεια μας, προσωπική και συλλογική, για το καλό όλων. Όσο ο νους μεγαλώνει δυσανάλογα σε σχέση με την καρδιά, τόσο πιο αβέβαιη γίνεται η συνέχεια του είδους μας. Στη νέα εποχή, ότι μπορεί να βοηθήσει την ανθρώπινη κοινότητα να παραμείνει και ανθρώπινη και κοινότητα, είναι η καλλιέργειά της. Δεν αρκεί να δίνουμε πτυχία γνώσεων στα παιδιά μας.

Οφείλουμε να βρούμε τους τρόπους να τα βοηθήσουμε να καλλιεργηθούν συνολικά, πριν, αλλά και μαζί με την όποια εξειδίκευση.Ένας γιατρός χωρίς καλοσύνη, ένας αρχιτέκτονας χωρίς ενσυναίσθηση, ένας πολιτικός χωρίς ηθικές αναστολές, ένας καλλιτέχνης χωρίς ευγνωμοσύνη, ένας έμπορος χωρίς αίσθημα ευθύνης, ένας οικονομολόγος χωρίς γενναιοδωρία, ένας δικαστής χωρίς επιείκεια, ένας στρατιωτικός χωρίς ανθρωπιά, κάθε ακαλλιέργητος πτυχιούχος, οποιοσδήποτε άνθρωπος χωρίς συμπόνια, είναι επικίνδυνος και καταστροφικός. Και, τις περισσότερες φορές, δυστυχισμένος.

Η Τέχνη δίνει σχήμα σε όλες αυτές τις απαραίτητες για την ανθρώπινη ευημερία αξίες, και τις ακουμπά στα χέρια και στην ψυχή μας. Όπως έγραψε ο Wittgenstein: «Στο έσχατο βάθος, η αισθητική και η ηθική συμπίπτουν.» Το έδαφος πάνω στο οποίο φυτρώνουμε, δεν είναι η επιφάνειά του που βλέπουμε, αλλά το βάθος του και οι ουσίες που κρύβονται εκεί. Σ' αυτό το βάθος, σε αυτή την ουσία μάς πηγαίνει η τέχνη. Η απαξίωσή της, από κύριο συστατικό της ύπαρξής μας σε εμπορικό προϊόν, επιφανειακή κατανάλωση, διακοσμητική πολυτέλεια ή κουτσομπολιό διασημοτήτων, είναι άδικη και καταστροφική.

Λένε ότι όπου χτίζεται ένα σχολείο, γκρεμίζεται μια φυλακή.

Θα έλεγα ότι ένα καλό σχολείο, πράγματι, γκρεμίζει μια φυλακή. Ένα κακό σχολείο όμως, γίνεται το ίδιο φυλακή για τις ψυχές των μαθητών του και ζημιώνει τελικά το σύνολο της κοινωνίας. Τα σχολεία και τα πανεπιστήμια όλου του κόσμου, πρώτα πρέπει να φροντίζουν να βγάζουν ελεύθερους ανθρώπους και μετά καταρτισμένους επαγγελματίες. Η Τέχνη, πρέπει να βρίσκεται δυναμική, συμπεριληπτική, δημιουργική, ελεύθερη και προσβάσιμη, σε όλα τα στάδια της εκπαίδευσης, αλλά και σε όλη μας τη ζωή.

Η Δημόσια Εκπαίδευσή μας οφείλει να αναβαθμίσει τα μαθήματα τέχνης στα σχολεία σε γιορτή και σε εμπειρία για τους μαθητές και τους δασκάλους, αντί να μειώνει τις ώρες τους.

Τελευταίο, άφησα το θέμα της Παράδοσης. Η οποία δεν είναι πάντα καλή, ούτε και πρέπει να συντηρείται πάση θυσία. Γιατί, Παράδοση ήταν και η δουλεία, παράδοση και οι άντρες να χτυπούν τις γυναίκες και τα παιδιά τους, παράδοση και οι ομοφιλόφιλοι να έχουν λιγότερα δικαιώματα από τους υπόλοιπους. Καλό είναι να ξεφορτωνόμαστε κάποιες παραδόσεις.

Το τραγούδι, όταν μελετάται ακαδημαϊκά, αντιμετωπίζεται συχνά σαν μέρος της Παράδοσης, και τοποθετείται στα όσα έχουν ήδη συμβεί, σαν κάτι που πρέπει να προστατευτεί, ανέγγιχτο και ακίνητο, κατά προτίμηση νεκρό, στις προθήκες κάποιου μουσείου. Υποψιάζομαι όμως ότι Παράδοση δεν είναι μόνο τα όσα μάς έχουν παραδοθεί, αλλά κυρίως τα όσα θα παραδώσουμε. Αποτελεί περισσότερο μια υπόσχεση προς το μέλλον, παρά μια υπόθεση του παρελθόντος. Έρχεται βέβαια από το παρελθόν, όπως κάθε τι στο σύμπαν και όπωςτο σόμπαν το ίδιο, φτάνει στο σήμερα, μας εντάσσει στο πέρασμά της και κατευθύνεται ακάθεκτη προς τον αυριανό άνθρωπο. Η αντιμετώπισή της σαν κάτι που ανήκει αποκλειστικά στο παρελθόν, είναι θανατηφόρα για αυτήν και για όλους μας.

Λένε ότι το καινούργιο είναι 90% παλιό και 10% λάθος. Η Παράδοση, που επιτρέπει τα λάθη γιατί τα χρειάζεται, συμπορεύεται με την ελευθερία. Αν έπρεπε να μένει ανέγγιχτη, θα παίζαμε σήμερα μουσική χτυπώντας πέτρες και ουρλιάζοντας. Αυτό έκαναν οι πρόγονοί μας. Ό,τι συνέβη έκτοτε είναι το αποτέλεσμα πειραματισμού, νεωτερισμών και ελευθερίας στη χρήση της. Αλλιώς, τον πρώτο βέβηλο που τέντωσε μια εντέρινη χορδή στο κέλυφος μιας καημένης χελώνας, θα έπρεπε να τον είχαν κρεμάσει από την ίδια αυτή χορδή. Και, πιθανότατα, το έκαναν.

Σε μια παλαιότερη εποχή, χωρίς copyrights και πνευματική ιδιοκτησία, φανταζόμαστε ότι οι άνθρωποι είχαν την ελευθερία να «πειράξουν» πιο εύκολα ένα τραγούδι ανάλογα με τις ανάγκες και τις προτιμήσεις τους. Η αλήθεια όμως είναι ότι πάντοτε υπήρξαμε καχύποπτοι και συχνά εχθρικοί απέναντι στο καινούργιο.

Σε ένα ορεινό χωριό της Κύπρου, ηχογραφούσαμε κάποτε με τον Μιλτιάδη Παπαστάμου έναν παππού, ο οποίος μας τραγουδούσε το τραγούδι του Άη Γιώρκη. Είμασταν σίγουροι ότι βρήκαμε την απόλυτη πηγή της αυθεντικότητας. Ξαφνικά, η αιωνόβια μητέρα του τον διέκοψε έξαλλη, φωνάζοντας "Όι, 'εν εν' έτσι!". Και μας τραγούδησε μια ακόμη παλαιότερη εκδοχή του τραγουδιού, που η ίδια θεωρούσε την σωστή. Σκέφτομαι ότι, αν ως εκ θαύματος ζούσε η δική της μητέρα, που ο Μιλτιάδης ισχυρίζεται ότι ζούσε αλλά είχε πάει να δει τη μάνα της, θα διέκοπτε την αθεόφοβη, μοντερνίστρια κόρη της για να μας τραγουδήσει μιαν ακόμα προγενέστερη εκδοχή του Άη Γιώρκη, η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να είναι και η αυθεντική, αφού εκείνη η γιαγιά θα ήταν πιθανότατα συνομήλικη του Αγίου.

Τα συμπεράσματα είναι δύο: Πρώτον, είναι τραγικό το να είσαι ογδόντα και να σε διορθώνει η μάνα σου, και δεύτερον, η Παράδοση βρίσκεται πιο κοντά στην εξέλιξη, παρά στη συντήρηση.

Είπα πολλά σήμερα, αντικρουώμενα, συνοπτικά, αστήρικτα, και πιθανότατα λανθασμένα. Οι παρανοήσεις μας στην Τέχνη, σε αντίθεση με την Επιστήμη, είναι συχνά το ίδιο ενδιαφέρουσες και δημιουργικές όσο κάθε αποδεδειγμένη αλήθεια. Μπορούμε να μιλάμε επ' άπειρον για το τραγούδι. Σημασία έχει πως οι άνθρωποι σε όλη την διάρκεια της ζωής μας, από το νανούρισμα ως το μοιρολόι μας, συμπορευόμαστε με μια τέχνη που συνδέει το ουράνιο με το γήινο, το εντός με το εκτός, το πριν με το μετά, το χειροπιαστό με το άπιαστο, το θνητό με το αιώνιο, την πραγματικότητα με το όνειρο, τον άνθρωπο με τον άνθρωπο. Μέσα στην ταχύτητα και τη σύγχυση της εποχής μας, το τραγούδι έρχεται ακόμα σε στιγμές ανύποπτες, με τρόπο ταπεινό και καθοριστικό, για να μας θυμίσει την ιερότητα της ύπαρξής μας.

Ευλογήθηκα να ζω στην άχρονη ευρυχωρία των τριών λεπτών του. Όσο ανάξια κι αν το υπηρέτησα, ποτέ δεν με τιμώρησε. Μου προσέφερε μια ενδιαφέρουσα και δημιουργική ζωή, και, μέσα από τον ωκεανό του, μου επιτρέπει συχνά να μοιράζομαι με τους συνανθρώπους μου κάτι τόσο απλό, καθαρό, πολύτιμο και αναγκαίο, όσο ένα ποτήρι νερό.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Αλκίνοος Ιωαννίδης


Πηγή: https://city.sigmalive.com/article/2024/1/31/e-sugklonistike-dialexe-tou-alkinoou-ioannide-sto-panepistemio-kuprou/
1 like ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 05, 2024 21:00

Η εκπληκτική ομιλία του Αλκίνοου Ιωαννίδης για το τραγούδι τις τέχνες και τον πολιτισμό

[Ομιλία του Αλκίνοου Ιωαννίδη στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, γιατη γιορτή των Γραμμάτων]


Είναι πραγματική χαρά και τιμή το να σε προσκαλεί ένας οργανισμός που τον θεωρείς πολύτιμο και τον αγαπάς.

Μεγάλωσα σε μια Κύπρο χωρίς πανεπιστήμιο, οπότε γνωρίζω πολύ καλά την αξία και τη σημασία που έχει για τον τόπο και για τους ανθρώπους του.

Το Πανεπιστήμιο Κύπρου άλλαξε όλη την κυπριακή κοινωνία, τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας και τον κόσμο, αλλά και τον τρόπο που βλέπει ο κόσμος την Κύπρο.


Παρακολούθησα μέσα στα χρόνια το Δημόσιο Πανεπιστήμιο μας να γεννιέται, να αποκτά πρόσωπο, να οργανώνεται, να μεγαλώνει, να γίνεται ένας εύρωστος οργανισμός, να αναδεικνύεται σε κορωνίδα της Παιδείας του τόπου, σε σύμβολο της εξέλιξής του, σε φορέα των ποιοτήτων του και σε υπόσχεση του μέλλοντος του. Η μεγαλύτερη απόδειξη της σημασίας του, είναι η αγάπη των φοιτητών του προς αυτό.

Παρά τη μεγάλη έκθεση στην οποία με υποβάλλει η φύση της τέχνης μου, είμαι εσωστρεφής άνθρωπος στην προσωπική μου ζωή και συνήθως αποφεύγω εκδηλώσεις σαν τη σημερινή. Αυτήν εδώ όμως την πρόσκληση, που συνέπεσε με τον επαναπατρισμό μου μετά από 34 χρόνια, την αποδέχτηκα με μεγάλη συγκίνηση και ευγνωμοσύνη και αισθάνομαι πραγματική χαρά που βρίσκομαι ανάμεσά σας.

Γιατί, σήμερα το Πανεπιστήμιό μας, δεν τιμά εμένα προσωπικά, αλλά το τραγούδι. Και μαζί του, όλους τους ανθρώπους του τόπου μας που το δημιούργησαν, και που χώρεσαν μέσα του τα μεγάλα γεγονότα και τις καθημερινές τους στιγμές, τα όνειρα, τα αισθήματα, τις χαρές και τους πόνους τους, τις επιθυμίες και τις πραγματικότητες ενός τόπου δύσκολου και μαζί ευλογημένου.

Στη μέρα των Γραμμάτων, ο κορυφαίος εκπαιδευτικός οργανισμός του τόπου μας, αναγνωρίζει το τραγούδι σαν σημαντικό κομμάτι του Πολιτισμού μας. Η σημερινή μου ομιλία αφιερώνεται με ευγνωμοσύνη στους ποιητάρηδες, στους τροβαδούρους, στους οργανοπαίχτες, και κυρίως στον κάθε Κύπριο και στην κάθε Κύπρια που τραγούδησε και τραγουδά σ' αυτήν εδώ τη φλούδα γης.

Θα μιλήσουμε λοιπόν απόψε για την ανάσα της ανθρωπότητας μέσα στους αιώνες. Δεν θα αναφερθώ στις σημαντικές μελέτες που γίνονται στα πλαίσια της Μουσικολογίας, της Ψυχολογίας της Μουσικής και άλλων ακαδημαϊκών ειδικοτήτων. Θα προσπαθήσω μόνο να μοιραστώ μαζί σας κάποιες απλοϊκές σκέψεις και αισθήματα που προκύπτουν από το ισόβιο ταξίδι μου μέσα στην τέχνη αυτή.

Το τραγούδι είναι ταυτόσημο με τη ζωή για μένα. Μου έδωσε ένα δρόμο να βαδίσω, με έδεσε με τον τόπο μου και με ταξίδεψε στους τόπους των άλλων. Κρατώντας με, άλλοτε απαλά και άλλοτε οδυνηρά σφιχτά από το χέρι, με πήγε να συναντήσω τους συνανθρώπους μου και την ίδια μου τη μοίρα.

Μια μέρα, ήμουν λίγων μηνών, ξάπλωνα στο βρεφικό μου καρεκλάκι, στο πίσω κάθισμα του οικογενειακού μας σκαραβαίου. Οδηγούσε η μητέρα μου. Ξαφνικά, άρχισα να τραγουδώ μια επιτυχία της εποχής: "Oh ma my, oh ma my - mamy blue, oh mamy blue". Πώς προσγειώθηκε στον βρεφικό μου εγκέφαλο αυτό το τραγούδι και πώς μου ήρθε νατό αναπαράξω, προς μεγάλη έκπληξη και περηφάνια της μητέρας μου, δεν ξέρω να σας πω.

Τι κάνει ένα βρέφος να τραγουδά; Τι μας κάνει να τραγουδάμε, πριν ακόμα μιλήσουμε; Τι έκανε την ανθρωπότητα να τραγουδήσει πριν ακόμα επινοήσει την ομιλία, πριν ακόμα νοηματοδοτήσειτους ήχους δημιουργώντας λέξεις; Καταλάβαινα το νόημα του ρεφραίν που μουρμούριζα τότε; Όχι. Το καταλαβαίνω σήμερα; Καθόλου. Έχει καμιά σημασία; Καμία απολύτως! Το τραγούδι δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με την κατανόηση. Ούτε έχει να κάνει αποκλειστικά με το συναίσθημα. Έχει να κάνει ολοκληρωτικά με την ύπαρξη!

Μπορεί η μουσική, χωρίς στίχους, να περιγράφει κάτι με σαφήνεια; Έναν τοίχο ή ένα δρόμο; Ένα μουσικό κομμάτι δεν μπορεί να είναι τόσο σαφές. Δεν είναι στη φύση ούτε και στους σκοπούς του το να περιγράφει με σαφήνεια τη χειροπιαστή πραγματικότητα. Δεν περιέχει και δεν μεταδίδει το ίδιο μήνυμα σε όλους. Δεν μιλά για το ίδιο πράγμα ακόμα και στον ίδιο άνθρωπο από τη μια μέρα στην άλλη, όπως δεν μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι.

Εκεί λοιπόν που η μουσική αδυνατεί να περιγράφει επακριβώς έναν τοίχο ή ένα δρόμο, δεν θα έπρεπε το τραγούδι, που περιέχει λέξεις, να είναι σαφέστερο; Ναι.

Όταν ο Μπετόβεν καταθέτει τα όπλα, αναλαμβάνουν οι Pink Floyd: The Wall! Ο Λόίζος μάς μιλά για το Δρόμο, που είχε τη δική του ιστορία. Ο Χατζιδάκις για έναν άλλο δρόμο, την Οδό Ονείρων. Πράγματι, το τραγούδι έχει τη δυνατότητα να είναι σαφέστερο. Αν όμως, οι τραγουδοποιοί κυριολεκτούσαν περιγράφοντας απλώς τοίχους και δρόμους, ίσως να γίνονταν σημαντικοί για την οδοποιία και την οικοδομή, όχι όμως για όλους εμάς. Για κάτι άλλο μας μιλούν τα τραγούδια τους.

DSC04454.jpg


Αυτό λοιπόν το «πλεονέκτημα», τη δυνατότητα της σαφήνειας και της κυριολεξίας, οφείλει να ξεπεράσει το τραγούδι, προκειμένου να γίνει αληθινό τραγούδι. Έτσι και εμείς, προκειμένου να το ακούσουμε πραγματικά, οφείλουμε να υπερβούμε την πραγματικότητα. Μοιάζει δύσκολο. Είναι όμως έμφυτο και φυσικό στον άνθρωπο.

Γίνεται αυτόματα, όπως η αναπνοή. Τα βρέφη κοιμούνται με ένα νανούρισμα. Είμαστε λοιπόν πλασμένοι για την υπέρβαση και για τη μετάβαση σε έναν άλλο κόσμο μέσω του τραγουδιού.

Το τραγούδι είναι υπερβατικό, και μόνο υπερβαίνοντας το συναντά κανείς. Υπερβαίνει της πραγματικότητας, του νοήματος, της διάρκειάς του, του στίχου ή της μουσικής του, του δημιουργού και του ακροατή του. Μας οδηγεί και μας τοποθετεί σε έναν καινούργιο, και μαζί παντοτινό χρόνο, σε έναν άγνωστο και την ίδια ώρα οικείο χώρο, έναν χώρο που εδρεύει ταυτόχρονα εντός και εκτός μας, και που το κλειδί της πόρτας του το κρατάει αυτό.

Το τραγούδι, αυτή η αόρατη ύλη, αυτό το Άγιο Πνεύμα που μας φωτίζει χωρίς να φαίνεται, που μας μεταμορφώνει χωρίς να αγγίζεται, που μας κινεί χωρίς να μας σπρώχνει, υπήρξε πάντοτε ο πιο σύντομος δρόμος από τον εαυτό μας στο πιο μακρινό σημείο του σύμπαντος, και την ίδια ώρα στο βαθύτερο κέντρο της ύπαρξής μας. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι όλες οι θρησκείες χρησιμοποιούν τη δύναμη του τραγουδιού στις τελετές τους. Χωρίς τραγούδι, δεν υπάρχει θεός.

Τι είναι όμως τραγούδι; Έψαξα για την ερμηνεία του στα λεξικά και στο διαδίκτυο και τίποτα δε βρήκα που να με καλύπτει. Πώς γίνεται, μια τόσο βασική για τη ζωή μας έννοια, να έχει άλλοτε πρόχειρους και άλλοτε ελλειπής ορισμούς; Ίσως γιατί κανείς δεν τους χρειάζεται. Όλοι ξέρουμε τι είναι τραγούδι. Ποιος χασομέρης θα μπει να το ψάξει; Έψαξα και στα αγγλικά: Στο λεξικό Webster βρήκα μια ενδιαφέρουσα έκφραση: "Sold for a song", δηλαδή πουλήθηκε τσάμπα. Έκφραση που εξηγεί γιατί οι περισσότεροι τραγουδοποιοί είναι φτωχοί. Τα πιο πολλά πάντως λεξικά, το ερμηνεύουν χονδρικά ως μια σύνθεση λόγου και μουσικής.

Ορίζουμε λοιπόν το τραγούδι με βάση τα συστατικά του. Όπως το νερό, σαν Υδρογόνο 2 - Οξυγόνο. Ίσως, χημικά, να είναι σωστός ο ορισμός. Δεν μου είναι όμως επαρκής. Όπως δεν μου είναι αρκετό το να ορίζω τον άνθρωπο σαν μια ένωση κυττάρων, γονιδίων ή οργάνων. Το τραγούδι είναι μια έννοια αόριστη και απερίγραπτη. Για μένα, δεν είναι η σύνθεση λόγου και μουσικής. Στην καλύτερη περίπτωση, θα μπορούσε ίσως να είναι το αποτέλεσμα της σύνθεσης του λόγου με τη μουσική, πράγμα τελείως διαφορετικό.

Το τραγούδι δεν είναι μόνο ο στίχος ή η μουσική του, ούτε και ο συνδυασμός τους, αλλά το αυτόνομο, συμπαγές, ολοκληρωμένο αποτέλεσμα του έρωτά τους. Αποτελεί μια τρίτη, αυτοτελή προσωπικότητα. Είναι σαν εμάς, τους ανθρώπους, που δεν είμαστε η σύνθεση των γονιών μας, αλλά το αποτέλεσμα της. Ενώ σχετιζόμαστε άμεσα με αυτούς και τους εμπεριέχουμε, δεν είμαστε οι γονείς μας, ούτε και η συνεύρεσή τους. Όταν σας βλέπω, ευτυχώς, δεν βλέπω τους γονείς σας να συντίθενται. Βλέπω εσάς τους ίδιους.

Με τον ίδιο τρόπο, όποτε ακούω ένα τραγούδι, ακούω έναν συμπαγή, αυτάρκη, αυτόνομο, ολοκληρωμένο κόσμο. Αυτό που συναντώ κατά βάθος ακούγωντάς το, δεν είναι ούτε ο στίχος, ούτε η μουσική, αλλά το παιδί τους, που έχει δικό του πρόσωπο, δικό του χαρακτήρα, δική του ζωή. Μπορεί να μοιάζει κάπως στη μητέρα του ή να θυμίζει περισσότερο τον πατέρα του, αποτελεί όμως ένα τρίτο, ξεχωριστό πλάσμα.

Αυτό αγαπώ και σε αυτό επιτρέπω να μπει στη ζωή μου, συχνά μάλιστα ανεξάρτητα από την ποιότητα των γονιών του.

Ένα τραγούδι με καλή μελωδία και καλούς στίχους, μπορεί να μας είναι κάποτε ενοχλητικό, όπως το ανυπόφορο παιδί γονιών που συμπαθούμε. Και όπως, από γονείς που δεν θα κάναμε ποτέ παρέα, μπορεί να γεννηθεί ο καλύτερος μας φίλος ή ο άνθρωπος της ζωής μας, έτσι και ένα τραγούδι με σχετικά αδιάφορους στίχους και μουσική, μπορεί να γίνει το αγαπημένο μας.

DSC04881.jpg


Συνήθως, όποτε αναφέρω όλα αυτά τα περίεργα, μου ζητάνε ένα παράδειγμα ενός καλού τραγουδιού με μέτρια μουσική ή στίχο. Και, αποφεύγοντας να εκθέσω τους συναδέλφους μου, χρησιμοποιώ ένα δικό μου. (Στο σημείο αυτό παίρνει την κιθάρα και μας τραγουδάει τον «Προσκυνητή»)

Σε κάποιους μπορεί να αρέσει, σε άλλους όχι. Εγώ το αγαπώ. Γι' αυτό και το δισκογράφησα. Αν όμως εξετάσω χωριστά τη μουσική και το στίχο του, θα δυσκολευτώ πραγματικά να πειστώ ότι έχουν κάποια αξία. Η μελωδία του αποτελείται από τρεις νότες - τέσσερις στο ρεφραίν.

Δεν έχει ενδιαφέρουσες συγχορδίες ή αρμονία, ούτε ρυθμικές εναλλαγές. Δεν επιστρατεύει κανένα κόλπο προκειμένου να γίνει ενδιαφέρον. Όσο για τους στίχους, ας πούμε ότι δεν θα έλειπαν από την Ποίηση, αν δεν είχαν γραφτεί. Όπως είπα όμως, το τραγούδι δεν είναι ο στίχος και η μουσική του. Επιφανειακά μόνο το κρίνουμε με βάση τους γονείς και την καταγωγή του, όπως κάνουμε και με τους ανθρώπους, μέχρι να τους γνωρίσουμε πραγματικά.

Τις περισσότερες φορές μάλιστα, δεν έχει καν σημασία αν καταλαβαίνω ή όχι τη γλώσσα στην οποία είναι γραμμένοι οι στίχοι. Γιατί, με κίνδυνο να με πετάξετε εκτός ακαδημαϊκού χώρου ως αποκρυφιστή, οφείλω να σας εκμυστηρευτώ ότι αυτό που τελικά με αγγίζει είναι ένα μυστικό μήνυμα που ψιθυρίζεται κάτω από την επιφάνεια του. Το μυστικό ερωτευόμαστε οι άνθρωποι, όχι το προφανές.

Σε κάθε αληθινό τραγούδι, ακούμε πολύ σημαντικότερα πράγματα από τη μελωδία και το στίχο του. Ακούμε τη ζωή μας αλλιώς. Και την ίδια ώρα, ακούμε τη ζωή, τον τόπο, την εποχή του δημιουργού. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του. Ακούμε την πρόθεσή του, τις εμπειρίες, τα αισθήματα, τα ακούσματα, τις αναφορές του, τον πολιτισμό από τον οποίο προέκυψε, τους ανθρώπους που συνάντησε.

Μαζί με αυτά, ακούμε επίσης τη ζωή και τον κόσμο του ερμηνευτή του τραγουδιού, όπως και του κάθε μουσικού που έπαιξε την κάθε μία νότα. Και όλους αυτούς τους άπειρους, μοναδικούς κόσμους, τους σμίγουμε κάθε φορά με τη δική μας ζωή, τα όνειρα, τις ανάγκες, τον πολιτισμό και την αισθητική μας, την προσωπικότητά μας, το αίσθημά μας, τη στιγμή μας. Την ύπαρξή μας. Άπειρες οι δυνατότητες της μοιρασιάς!

Το τραγούδι είναι ένας ολόκληρος αχαρτογράφητος κόσμος, που μας προσκαλεί να ζήσουμε μέσα του. Ένας κόσμος που προσκαλούμε να ζήσει μέσα μας. Η σχέση μας μαζί του είναι υπαρξιακή.

Είναι κάπως μπερδεμένο όλο αυτό, οπότε θα προσπαθήσω να το κάνω ακόμα πιο περίπλοκο: Είπαμε ότι το τραγούδι είναι παιδί του λόγου και της μουσικής. Εκτός από παιδί τους όμως, είναι και γονιός τους! Το τραγούδι αποτελεί μέρος της παγκόσμιας μουσικής παράδοσης, όπως και της λογοτεχνικής. Ταυτόχρονα όμως, η πανανθρώπινη λογοτεχνική και μουσική παράδοση, πηγάζουν από το ίδιο το τραγούδι.

Αυτό που σήμερα ονομάζουμε "καθαρή" μουσική, αυτή δηλαδή που δεν εμπεριέχει λόγο, όπως και αυτό που ονομάζουμε καθαρή ποίηση, που δεν τραγουδιέται αλλά διαβάζεται κατ' ιδίαν ή απαγγέλλεται, αποτελούν σχετικά νεότερες επινοήσεις. Για χιλιετίες, η ποίηση και η μουσική ζούσαν στο ίδιο σώμα.

Όποτε μελοποιείται ένα σπουδαίο ποίημα, θεωρούμε ότι μετατρέπεται σε κάτι ευτελέστερο. Η ταπεινή φόρμα του τραγουδιού, η απλότητα και η λαϊκότητά του, το εμπόριο που έχει αναπτυχθεί γύρω του και η χρηστική μας θεώρηση απέναντι του, μας κάνουν να το θεωρούμε λιγότερο σημαντικό είδος, σε σχέση με την καθαρή ποίηση ή την καθαρή μουσική. Η ίδια η λέξη «καθαρή», είναι αρκετή για να υποβιβάσει το τραγούδι σε μια σχεδόν βρώμικη υπόθεση.

Υπάρχει λοιπόν, χρόνια τώρα, η διαμάχη για το αν πρέπει η ποίηση να μελοποιείται. Ο λόγος και η μουσική αφήνουν την ανεξάρτητη ζωή τους, προκειμένου να ζήσουν αλλιώς μέσα στο τραγούδι. Όπως εμείς αφήνουμε τον εργένη εαυτό μας προκειμένου να γίνουμε γονείς, έτσι και η ποίηση, όπως και η μουσική, μεταλλάσσονται μέσα στο τραγούδι σε κάτι άλλο.

Αυτό εννοώ σε ένα στίχο που λέει: "Μα οριστικά θα χεις χαθεί μονάχα αν το διαλέξεις, όπως διαλέγει η μουσική τα λόγια και τις λέξεις".

Είπαμε, το τραγούδι είναι μια ιερή υπόθεση. Κάθε τι ιερό, προϋποθέτει θυσία. Η μουσική και ο λόγος θυσιάζονται προκειμένου να γεννηθεί το τραγούδι. Ένα μελοποιημένο ποίημα του Καβάφη δεν είναι πια το ίδιο ποίημα. Είναι μια άλλη υπόθεση. Το πρωτότυπο, μεγαλειώδες κείμενο βέβαια, ευτυχώς, όσες φορές και όσο μέτρια ή κακά και να μελοποιηθεί, παραμένει πάντα ακέραιο, στο βιβλίο και στην καρδιά μας, σαν αυτόνομο, συγκλονιστικό έργο. Μέσα στο τραγούδι όμως, θα ζήσει μιαν άλλη ζωή και θα μας αφηγηθεί μιαν άλλην ιστορία.

Ο λόγος και το μέλος, πριν χωριστούν, υπήρξαν για χιλιετίες μια αδιαχώριστη ενότητα, ένα συμπαγές, πανίσχυρο εργαλείο επικοινωνίας, έκφρασης, μνήμης, συνείδησης, παράδοσης, συνέχειας και εξέλιξης. Η καταγωγή του λόγου είναι η μουσική, και η καταγωγή της μουσικής είναι ο λόγος.

Και τα δύο αυτά εξάλλου, είναι πρόσωπα του ήχου. Ακόμα και στη γραπτή του μορφή, ο λόγος παραμένει ήχος. Ο γραπτός λόγος είναι η παρτιτούρα του προφορικού. Όταν διαβάζουμε από μέσα μας, ακούμε τον ήχο της φωνής μας στο μυαλό μας.

Αντιμετωπίζουμε συνήθως τη γραφή και την ανάγνωση σαν μια καθαρά οπτική υπόθεση, ενώ αποτελεί πρωτίστως μια ακουστική εμπειρία. Και βέβαια, δεν γράφουμε ή διαβάζουμε μόνο σε ήχο, αλλά σκεφτόμαστε και ηχητικά, τουλάχιστον όσοι από εμάς σκεφτόμαστε σε γλώσσα. Θα μπορούσαμε, κάπως ποιητικά, να ισχυριστούμε ότι η σκέψη μας είναι ένα τραγούδι.

DSC04776.jpg


Έχοντας αναφερθεί σε ορισμούς και λεξικά, ας δούμε λίγο την ετυμολογία της λέξης "τραγούδι": Έρχεται, όπως και η "τραγωδία", από τη λέξη "τράγος". Οι πρόγονοί μας, στις τελετουργίες τους φορούσαν προβιές τράγου, πιθανότατα για να μυρίζουν ωραία. Αν ψάξουμε περισσότερο, θα δούμε ότι η λέξη "τράγος" έρχεται από το ρήμα "τρώγω", στη Δωρική «τράγω». Ετυμολογικά λοιπόν, το τραγούδι συνδέεται με κάτι τόσο βασικό και αναγκαίο, όσο η τροφή. Αν μείνουμε όμως στον τράγο, η σύνδεση του τραγουδιού με την τελετουργία, με το ιερό στοιχείο, είναι άμεση. Η υπαρξιακή σχέση με τον εαυτό και τον κόσμο, η υπέρβαση που απαιτείται για να αγγίξει κανείς το αόρατο, το υψηλότατο και το βαθύτατο, μόνο μέσα από το τραγούδι θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί.

Η ίδια η πράξη της συναυλίας προέκυψε μέσα από τη λατρευτική διαδικασία. Είναι τελετουργική εκ γενετής. Λένε πως η πρώτη θεατρική παράσταση, και μαζί όλο το θέατρο, προέκυψε όταν κάποιος βγήκε έξω από τον λατρευτικό κύκλο και παρακολούθησε το δρώμενο ως θεατής. Το θέατρο λοιπόν, το γέννησε ο θεατής, μετατρέποντας την τελετουργία σε παράσταση. Με τον ίδιο τρόπο φαντάζομαι ότι, όταν πέταξαν κάποιον εκτός χορωδίας, πιθανότατα γιατί ήταν ανυπόφορα φάλτσος, αυτός, ο πρώτος ακροατής, γέννησε και την πρώτη συναυλία. Ποιον θα πρέπει λοιπόν να ευγνωμονώ για την τέχνη που εξασκώ; Τον καλλίφωνο, πλην δύσοσμο, τελετάρχη που ούρλιαζε στο φεγγάρι, ή τον φάλτσο, εξόριστο ακροατή που παρακολουθούσε εκστατικός; Τον ερμηνευτή ή τον ακροατή; Πιστεύω στον ακροατή, όσο πιστεύω και στο τραγούδι. Για μένα, είναι δύο αδιαχώριστες καταστάσεις, που αδυνατούν να υπάρξουν η μία χωρίς την άλλη. Λένε πως το πιο δύσκολο όργανο είναι η φλογέρα, γιατί πρέπει ταυτόχρονα να φυλάς και τα πρόβατα. Και ο βοσκός όμως, που παίζει τη φλογέρα του σε μιαν απόμακρη πλαγιά, έχει σαν ακροατήριο ολόκληρη τη φύση, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό!

Ο τραγουδοποιός είναι ταυτόχρονα δημιουργός και ακροατής του τραγουδιού του, όπως ο ζωγράφος είναι δημιουργός και θεατής του έργου του. Ο τραγουδιστής λειτουργεί ταυτόχρονα σαν πομπός και σαν δέκτης. Τις περισσότερες φορές, γράφω ένα τραγούδι γιατί θέλω να το ακούσω! Θέλω να γεννηθεί, να δω το πρόσωπό του, να το γνωρίσω, να το μοιραστώ. Το γεννώ και με γεννά, του δίνω ζωή και μου δίνει κι αυτό ζωή. Σαν ακροατής λοιπόν, γράφω το τραγούδι.

Μέσα στα χρόνια, συνειδητοποιώ παρακολουθώντας μεγαλύτερους συναδέλφους αλλά και τον εαυτό μου, ότι σταματάμε να γράφουμε όταν σταματάμε να ακούμε. Στα 23 μου, όταν ηχογραφούσα ακόμα τον πρώτο μου δίσκο, μου πήραν στο στούντιο μια συνέντευξη. Με ρώτησε η δημοσιογράφος: "Τι περιμένεις να συμβεί με αυτό τον δίσκο;" Εννοούσε επιτυχίες και δόξες. Απάντησα με αφέλεια: "Να τελειώσει, για να τον ακούσω".

Στη συναυλία, ο ρόλος του κοινού είναι πρωταγωνιστικός. Καμιά φορά, και μάλιστα ανεξάρτητα από την αποδοχή ή τον ενθουσιασμό του κοινού, αισθάνεσαι το κορμί της συναυλίας να δονείται, τη σκηνή και το ακροατήριο να συλλειτουργούν οργανικά και από κοινού. Άλλες φορές, είναι σαν να βρίσκεται κανείς στο απόλυτο κενό. Το κατάλαβα νωρίς, το 1994. Γι' αυτό έγραψα σ' έναν στίχο τότε «το φιλοθεάμον μου κενό». Ο τραγουδοποιός δεν είναι ταχυδακτυλουργός, ακροβάτης, ζογκλέρ ή αθλητής. Δεν βρίσκεται εκεί για να εντυπωσιάσει, αλλά για να μοιραστεί.

Χωρίς την από καρδιάς μοιρασιά, είναι χαμένος.

Ο ακροατής λοιπόν είναι πρωταγωνιστής, όχι κομπάρσος. Με τις επιλογές, την αισθητική και τη στάση του, θέτει το επίπεδο στο οποίο θα ζήσουμε και θα δημιουργήσουμε. Δεν αρκεί οι καλλιτέχνες να του κάνουμε τα χατήρια, να του χαϊδεύουμε τα αυτιά, να τον ξεγελάμε ή να τον καλοπιάνουμε, στερώντας του την ευθύνη και υποβιβάζοντάς τον σε πελάτη, επειδή πλήρωσε ένα εισιτήριο.

Τι κάνει όμως κάτι τόσο ιερό, τόσο εμπορεύσιμο; Πώς γίνεται κάτι άυλο να πουλά τόσο πολύ σε έναν υλιστικό κόσμο; Πώς μπορούν κάποιες λέξεις και κάποιες νότες μαζί να στήνουν μια ολόκληρη παγκόσμια βιομηχανία, που τα έσοδά της να πλησιάζουν αυτά του εμπορίου καυσίμων (ευτυχώς, χωρίς τη ρύπανση και τους πολέμους που προκαλούν τα καύσιμα); Το τραγούδι δεν μας προσφέρει απλώς λέξεις και νότες. Μας προσφέρει ύπαρξη! Εκφράζει εξίσου τη ζωή και τον θάνατο.

Μπορείς να πας στη μάχη ή στο εκτελεστικό απόσπασμα τραγουδώντας. Συμπυκνώνει όλα όσα είμαστε, όλα όσα ονομάζουμε ζωή, μεγάλα και μικρά. Εξιστορεί την πτώση μιας αυτοκρατορίας και την πτώση ενός μεθυσμένου στο δρόμο. Καθαγιάζει τον αιώνιο έρωτα και αυτόν της μιας νύχτας. Μας χαρίζει ένα τηλεσκόπιο στο σύμπαν και ένα μικροσκόπιο στο πιο κρυφό μας κύτταρο, ταξιδεύοντάς μας αμφίδρομα στο βαθύτερο μέρος του εαυτού μας και στον απέραντο έξω κόσμο. Μας απογειώνει στον πιο ψηλό ουρανό και μας κατεβάζει στο λεπτό στον Άδη. Εκφράζει το υπαρξιακό βάραθρο και το ανάλαφρο πέταγμα ενός πουλιού.

Μας δίνει προσωπική ταυτότητα, ενσωματώνοντάς μας στο σύνολο. Μας ορίζει συλλογικά, αγγίζοντάς μας προσωπικά.

Για τα λίγα λεπτά του ευρώ που στοιχίζει στις ψηφιακές πλατφόρμες, μας δίνει πολλά.

DSC04873.jpg


Σκέφτομαι συχνά τους περιπλανώμενους τροβαδούρους περασμένων καιρών. Με ένα οργανάκι στα χέρια και ένα δισάκι στον ώμο, διήσχιζαν την αχανή τότε επικράτεια, πηγαίνοντας από χωριό σε χωριό, από πολιτεία σε πολιτεία, από βασίλειο σε βασίλειο, μεταφέροντας όνειρα, πραγματικότητες, θρύλους, δοξασίες, έρωτες, θριάμβους και πανωλεθρίες, ιστορία, φαντασία, μικρά και μεγάλα γεγονότα, τι συνέβη στην άλλη άκρη της Αυτοκρατορίας ή στο διπλανό χωριό, τι συνέβη στον Άδη ή στην άλλη μεριά του λόφου, τι συνέβη στον ουρανό ή μέσα τους. Εξέφραζαν έναν ολόκληρο πολιτισμό και τον μοιράζονταν με τους συνανθρώπους τους. Και μετά, σιωπούσαν πάλι, άδειαζε η πλατεία, πήγαιναν οι άνθρωποι στα σπίτια και στα χωράφια τους, κι αυτοί τύλιγαν το οργανάκι σε ένα πανί, φορτώνονταν ξανά το δισάκι, που τώρα μπορεί να είχε και λίγο ψωμί μέσα, και κινούσαν για αλλού, μέσα στη βροχή, στον ήλιο και στο χιόνι. Αυτοί είναι οι ήρωές μου.

Τότε λοιπόν, πριν από την τεχνολογία της ηχογράφησης, πριν από τον ηλεκτρισμό και τη Μουσική Βιομηχανία όπως την ξέρουμε, αν δεν υπήρχε γάμος ή άλλη γιορτή στο χωριό, όποιος ήθελε να σχετιστεί με ένα τραγούδι έπρεπε να το τραγουδήσει ο ίδιος. Όπως, αν χρειαζόταν ένα αβγό, έπρεπε να έχει κοτέτσι στην αυλή του ή αν ήθελε ένα λάχανο, το καλλιεργούσε ο ίδιος στο μποστάνι του. Δεν κατανάλωναν απλά οι άνθρωποι αυγά και λαχανικά, ζούσαν ανάμεσά τους.

Έτσι και με το τραγούδι. Δεν το άκουγαν απλά, ζούσαν μέσα του και ζούσε κι αυτό μέσα τους.

Σήμερα, αγοράζουμε τα αγαθά στις υπεραγορές. Είμαστε καταναλωτές, όχι παραγωγοί. Καταναλώνουμε λοιπόν έτοιμη, συχνά υπερ-επεξεργασμένη μουσική, η οποία συνοδεύει τις στιγμές μας, σπάνια όμως γίνεται θεμελιώδες στοιχείο της ζωής μας. Η μουσική σήμερα υπάρχει παντού, χωρίς όμως εμείς να είμαστε πάντοτε εκεί για αυτήν. Να μην παρεξηγηθώ: Αγαπώ την εποχή μου και δεν θα διάλεγα άλλη. Το να έχω την παγκόσμια δισκοθήκη στο κινητό μου, είναι ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Το δώρο όμως αυτό, έρχεται με την ευθύνη να το χρησιμοποιήσω σωστά.

Απαιτεί μια συνειδητή και ενεργητική στάση από μεριάς μου, προκειμένου να μην αποφασίζει για μένα ο αλγόριθμος της αγοράς.

Μικροί, ακούγαμε μόνο τους δίσκους που υπήρχαν στο σπίτι.

Όποτε ο πατέρας μας έφερνε έναν καινούργιο, ήταν ένα γεγονός. Είχαμε την ευκαιρία να μην πάμε στο σχολείο την επομένη. Ακούγαμε αρκετές φορές τα τραγούδια ή το μουσικό έργο, συζητούσαμε για αυτά ή παίζαμε με τον αδερφό μου μέσα στο νέο ηχητικό τοπίο, παρακολουθώντας τον πατέρα μας να ζωγραφίζει ή να γράφει ποιήματα. Καμιά φορά, όποτε παθιαζόμουν με ένα λογοτεχνικό βιβλίο, είχα επίσης την ευκαιρία να λείψω από το σχολείο, προκειμένου να μείνω στο σπίτι και να το τελειώσω. Κέρδισα πολλά από αυτές τις λίγες επιπλέον κοπάνες. Από τον πατέρα μου γνώρισα επίσης τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο. Η μητέρα μας σπούδασε θέατρο. Δεν έγινε ηθοποιός, αλλά το αγαπούσε, και μαζί της το αγάπησα, και αργότερα το σπούδασα κι εγώ. Με το θέατρο δεν είχε κοπάνες, αφού οι παραστάσεις γίνονταν βράδυ, αλλά και επειδή η μητέρα μου είναι πιο κανονικός άνθρωπος. Συχνά μαζεύονταν στο σπίτι μας ηθοποιοί, ζωγράφοι, ποιητές. Ο αδελφός μου, Λίνος Ιωαννίδης, είναι ποιητής.

Έχοντας λοιπόν γεννηθεί και μεγαλώσει σε ένα σπίτι ελεύθερο και υποστηρικτικό, με την τέχνη παντού, προσιτή και σεβαστή, θαυμάζω απεριόριστα όσους καλλιτέχνες ξεπήδησαν από οικογένειες και κοινωνίες που δεν τους στήριξαν, δεν τους τροφοδότησαν, δεν τους ελευθέρωσαν.

Κάποιοι καλλιτέχνες, από τη δεκαετία του '60 και μετά, έδωσαν πρόσωπο στον τόπο μας στη νέα εκείνη εποχή. Σε χρόνια δύσκολα και μέσα σε γεγονότα τραγικά, μάς έδωσαν το έργο τους και καθόρισαν την αισθητική μας. Σε ένα χρόνο, κλείνει το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα.

Έχουμε ήδη μπει σε μιαν άλλη, ψηφιακή περίοδο της ανθρωπότητας. Η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι εδώ, σαν αναμένο κάρβουνο στα χέρια μας. Ο Προμηθέας, με το καινούργιο του αυτό δώρο, είτε που θα μας σώσει, είτε που θα μας κάψει. Αυτό που θα καθορίσει την έκβαση, δεν είναι η αποθήκευση στο μυαλό μας ολοένα περισσότερων γνώσεων.

Οι υπολογιστές θα έχουν πάντοτε περισσότερη γνώση από εμάς. Είναι η καλλιέργεια. Η μόρφωση είναι πολύτιμη όταν φυτρώνει σε καλλιεργημένο έδαφος. Δεν είναι δική μου η διαπίστωση, την έκανε ο Ρουσσώ στο Κοινωνικό Συμβόλαιο, όπου θέτει ουσιαστικά την καλλιέργεια ως το έδαφος πάνω στο οποίο φυτρώνει η μόρφωση και που καθορίζει το μέγεθος της προόδου μας.

Στο ίδιο έργο, μας λέει ότι η αρετή της Συμπόνιας είναι η πιο χαρακτηριστική του είδους μας και μαζί η πιο αναγκαία για την επιβίωσή του. Αν δεν μας έδινε η φύση τη συμπόνια να στηρίζει τη λογική, λέει, οι άνθρωποι θα ήμασταν κτήνη. Δε φτάνει η λογική. Από μόνη της, μόνο στη δυστυχία και στην καταστροφή μπορεί να μας οδηγήσει. Γράφει επίσης για το πώς μορφώνεται και εκπαιδεύεται στην εξουσία κανείς, εις βάρος των υπολοίπων.

DSC04877.jpg



Τα μεγαλύτερα εγκλήματα σήμερα, 260 χρόνια μετά τη συγγραφή του Κοινωνικού Συμβολαίου, οι μεγαλύτερες αδικίες, συντελούνται από λογικούς και μορφωμένους ανθρώπους, απόφοιτους των καλύτερων πανεπιστημίων, τα οποία καυχώνται μάλιστα ότι εκκολάπτουν τους αυριανούς ηγέτες - βοήθειά μας. Όσο η ανθρώπινη γνώση και ικανότητα αυξάνονται, άλλο τόσο πρέπει να στηρίζονται στην καλλιέργεια μας, προσωπική και συλλογική, για το καλό όλων. Όσο ο νους μεγαλώνει δυσανάλογα σε σχέση με την καρδιά, τόσο πιο αβέβαιη γίνεται η συνέχεια του είδους μας. Στη νέα εποχή, ότι μπορεί να βοηθήσει την ανθρώπινη κοινότητα να παραμείνει και ανθρώπινη και κοινότητα, είναι η καλλιέργειά της. Δεν αρκεί να δίνουμε πτυχία γνώσεων στα παιδιά μας.

Οφείλουμε να βρούμε τους τρόπους να τα βοηθήσουμε να καλλιεργηθούν συνολικά, πριν, αλλά και μαζί με την όποια εξειδίκευση.Ένας γιατρός χωρίς καλοσύνη, ένας αρχιτέκτονας χωρίς ενσυναίσθηση, ένας πολιτικός χωρίς ηθικές αναστολές, ένας καλλιτέχνης χωρίς ευγνωμοσύνη, ένας έμπορος χωρίς αίσθημα ευθύνης, ένας οικονομολόγος χωρίς γενναιοδωρία, ένας δικαστής χωρίς επιείκεια, ένας στρατιωτικός χωρίς ανθρωπιά, κάθε ακαλλιέργητος πτυχιούχος, οποιοσδήποτε άνθρωπος χωρίς συμπόνια, είναι επικίνδυνος και καταστροφικός. Και, τις περισσότερες φορές, δυστυχισμένος.

Η Τέχνη δίνει σχήμα σε όλες αυτές τις απαραίτητες για την ανθρώπινη ευημερία αξίες, και τις ακουμπά στα χέρια και στην ψυχή μας. Όπως έγραψε ο Wittgenstein: «Στο έσχατο βάθος, η αισθητική και η ηθική συμπίπτουν.» Το έδαφος πάνω στο οποίο φυτρώνουμε, δεν είναι η επιφάνειά του που βλέπουμε, αλλά το βάθος του και οι ουσίες που κρύβονται εκεί. Σ' αυτό το βάθος, σε αυτή την ουσία μάς πηγαίνει η τέχνη. Η απαξίωσή της, από κύριο συστατικό της ύπαρξής μας σε εμπορικό προϊόν, επιφανειακή κατανάλωση, διακοσμητική πολυτέλεια ή κουτσομπολιό διασημοτήτων, είναι άδικη και καταστροφική.

Λένε ότι όπου χτίζεται ένα σχολείο, γκρεμίζεται μια φυλακή.

Θα έλεγα ότι ένα καλό σχολείο, πράγματι, γκρεμίζει μια φυλακή. Ένα κακό σχολείο όμως, γίνεται το ίδιο φυλακή για τις ψυχές των μαθητών του και ζημιώνει τελικά το σύνολο της κοινωνίας. Τα σχολεία και τα πανεπιστήμια όλου του κόσμου, πρώτα πρέπει να φροντίζουν να βγάζουν ελεύθερους ανθρώπους και μετά καταρτισμένους επαγγελματίες. Η Τέχνη, πρέπει να βρίσκεται δυναμική, συμπεριληπτική, δημιουργική, ελεύθερη και προσβάσιμη, σε όλα τα στάδια της εκπαίδευσης, αλλά και σε όλη μας τη ζωή.

Η Δημόσια Εκπαίδευσή μας οφείλει να αναβαθμίσει τα μαθήματα τέχνης στα σχολεία σε γιορτή και σε εμπειρία για τους μαθητές και τους δασκάλους, αντί να μειώνει τις ώρες τους.

Τελευταίο, άφησα το θέμα της Παράδοσης. Η οποία δεν είναι πάντα καλή, ούτε και πρέπει να συντηρείται πάση θυσία. Γιατί, Παράδοση ήταν και η δουλεία, παράδοση και οι άντρες να χτυπούν τις γυναίκες και τα παιδιά τους, παράδοση και οι ομοφιλόφιλοι να έχουν λιγότερα δικαιώματα από τους υπόλοιπους. Καλό είναι να ξεφορτωνόμαστε κάποιες παραδόσεις.

Το τραγούδι, όταν μελετάται ακαδημαϊκά, αντιμετωπίζεται συχνά σαν μέρος της Παράδοσης, και τοποθετείται στα όσα έχουν ήδη συμβεί, σαν κάτι που πρέπει να προστατευτεί, ανέγγιχτο και ακίνητο, κατά προτίμηση νεκρό, στις προθήκες κάποιου μουσείου. Υποψιάζομαι όμως ότι Παράδοση δεν είναι μόνο τα όσα μάς έχουν παραδοθεί, αλλά κυρίως τα όσα θα παραδώσουμε. Αποτελεί περισσότερο μια υπόσχεση προς το μέλλον, παρά μια υπόθεση του παρελθόντος. Έρχεται βέβαια από το παρελθόν, όπως κάθε τι στο σύμπαν και όπωςτο σόμπαν το ίδιο, φτάνει στο σήμερα, μας εντάσσει στο πέρασμά της και κατευθύνεται ακάθεκτη προς τον αυριανό άνθρωπο. Η αντιμετώπισή της σαν κάτι που ανήκει αποκλειστικά στο παρελθόν, είναι θανατηφόρα για αυτήν και για όλους μας.

Λένε ότι το καινούργιο είναι 90% παλιό και 10% λάθος. Η Παράδοση, που επιτρέπει τα λάθη γιατί τα χρειάζεται, συμπορεύεται με την ελευθερία. Αν έπρεπε να μένει ανέγγιχτη, θα παίζαμε σήμερα μουσική χτυπώντας πέτρες και ουρλιάζοντας. Αυτό έκαναν οι πρόγονοί μας. Ό,τι συνέβη έκτοτε είναι το αποτέλεσμα πειραματισμού, νεωτερισμών και ελευθερίας στη χρήση της. Αλλιώς, τον πρώτο βέβηλο που τέντωσε μια εντέρινη χορδή στο κέλυφος μιας καημένης χελώνας, θα έπρεπε να τον είχαν κρεμάσει από την ίδια αυτή χορδή. Και, πιθανότατα, το έκαναν.

Σε μια παλαιότερη εποχή, χωρίς copyrights και πνευματική ιδιοκτησία, φανταζόμαστε ότι οι άνθρωποι είχαν την ελευθερία να «πειράξουν» πιο εύκολα ένα τραγούδι ανάλογα με τις ανάγκες και τις προτιμήσεις τους. Η αλήθεια όμως είναι ότι πάντοτε υπήρξαμε καχύποπτοι και συχνά εχθρικοί απέναντι στο καινούργιο.

Σε ένα ορεινό χωριό της Κύπρου, ηχογραφούσαμε κάποτε με τον Μιλτιάδη Παπαστάμου έναν παππού, ο οποίος μας τραγουδούσε το τραγούδι του Άη Γιώρκη. Είμασταν σίγουροι ότι βρήκαμε την απόλυτη πηγή της αυθεντικότητας. Ξαφνικά, η αιωνόβια μητέρα του τον διέκοψε έξαλλη, φωνάζοντας "Όι, 'εν εν' έτσι!". Και μας τραγούδησε μια ακόμη παλαιότερη εκδοχή του τραγουδιού, που η ίδια θεωρούσε την σωστή. Σκέφτομαι ότι, αν ως εκ θαύματος ζούσε η δική της μητέρα, που ο Μιλτιάδης ισχυρίζεται ότι ζούσε αλλά είχε πάει να δει τη μάνα της, θα διέκοπτε την αθεόφοβη, μοντερνίστρια κόρη της για να μας τραγουδήσει μιαν ακόμα προγενέστερη εκδοχή του Άη Γιώρκη, η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να είναι και η αυθεντική, αφού εκείνη η γιαγιά θα ήταν πιθανότατα συνομήλικη του Αγίου.

Τα συμπεράσματα είναι δύο: Πρώτον, είναι τραγικό το να είσαι ογδόντα και να σε διορθώνει η μάνα σου, και δεύτερον, η Παράδοση βρίσκεται πιο κοντά στην εξέλιξη, παρά στη συντήρηση.

Είπα πολλά σήμερα, αντικρουώμενα, συνοπτικά, αστήρικτα, και πιθανότατα λανθασμένα. Οι παρανοήσεις μας στην Τέχνη, σε αντίθεση με την Επιστήμη, είναι συχνά το ίδιο ενδιαφέρουσες και δημιουργικές όσο κάθε αποδεδειγμένη αλήθεια. Μπορούμε να μιλάμε επ' άπειρον για το τραγούδι. Σημασία έχει πως οι άνθρωποι σε όλη την διάρκεια της ζωής μας, από το νανούρισμα ως το μοιρολόι μας, συμπορευόμαστε με μια τέχνη που συνδέει το ουράνιο με το γήινο, το εντός με το εκτός, το πριν με το μετά, το χειροπιαστό με το άπιαστο, το θνητό με το αιώνιο, την πραγματικότητα με το όνειρο, τον άνθρωπο με τον άνθρωπο. Μέσα στην ταχύτητα και τη σύγχυση της εποχής μας, το τραγούδι έρχεται ακόμα σε στιγμές ανύποπτες, με τρόπο ταπεινό και καθοριστικό, για να μας θυμίσει την ιερότητα της ύπαρξής μας.

Ευλογήθηκα να ζω στην άχρονη ευρυχωρία των τριών λεπτών του. Όσο ανάξια κι αν το υπηρέτησα, ποτέ δεν με τιμώρησε. Μου προσέφερε μια ενδιαφέρουσα και δημιουργική ζωή, και, μέσα από τον ωκεανό του, μου επιτρέπει συχνά να μοιράζομαι με τους συνανθρώπους μου κάτι τόσο απλό, καθαρό, πολύτιμο και αναγκαίο, όσο ένα ποτήρι νερό.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Αλκίνοος Ιωαννίδης


Πηγή: https://city.sigmalive.com/article/2024/1/31/e-sugklonistike-dialexe-tou-alkinoou-ioannide-sto-panepistemio-kuprou/
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 05, 2024 21:00

February 3, 2024

Λογοτεχνία στα Ερτζιανά #18 Ερατώ Ιωάννου / Εκατό χρόνια μοναξιά (Gabriel García Márquez)

 Λογοτεχνία στα Ερτζιανά: ραδιοφωνική εκπομπή αφιερωμένη στο Βιβλίο, τη Λογοτεχνία και τον Πολιτισμό.



Ο Ανδρέας Καπανδρέου και η Μαρία Κούβαρου φιλοξενούν τη συγγραφέα Ερατώ Ιωάννου και σχολιάζουν το βιβλίο "Εκατό χρόνια μοναξιά" του Gabriel García Márquez.

Η εκπομπή Λογοτεχνία στα Ερτζιανά μεταδίδεται κάθε Τρίτη στις 19:10, στο Πρώτο Πρόγραμμα του ΡΙΚ (97.2FM), στις 19:10 και στο διαδίκτυο http://cybc.com.cy και τα Σάββατα στις 9:00 το πρωί, από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό του Πανεπιστημίου Κύπρου UCY Voice (95.2FM) - https://www.ucyvoice.com/ekpompes/logotexnia-sta-ertziana-me-andrea-kapandreou-maria-koyvarou


Μπορείτε να ακούσετε όλες τις εκπομπές σε επανάληψη (audio on demand) από εδώ


 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 03, 2024 21:00

January 31, 2024

«Η Αφροδίτη με Γούνα» η νουβέλα του Leopold von Sacher-Masoch που καθιέρωσε τον όρο "μαζοχισμός" και το θεατρικό του David Ives

 


«Η Αφροδίτη με Γούνα» ονομάζεται η νουβέλα που γράφτηκε το1870 από τον Αυστριακό συγγραφέα Λέοπολντ Φον Ζάχερ-Μαζόχ (Leopold von Sacher-Masoch) και συμπεριλαμβανότανστο έργο του "Κληρονομιά του Κάιν". Ένα έργο το οποίο τελικά έμεινε ημιτελές αφούγράφτηκαν μόνο οι 2 από τις 6 ιστορίες. Εκεί μέσα αναπτυσσόταν η άποψη τουΖάχερ-Μάζοχ για τον κόσμο και σε αυτό εντασσόταν και οι φετιχιστικές καιμαζοχιστικές  φαντασιώσεις του συγγραφέα.


Ο Μαζόχ προσπάθησε στην πραγματική του ζωή ναπετύχει τις φαντασιώσεις του, αρχικά με την γυναίκα του και αργότερα με τηνερωμένη του, τη βαρόνη Φάννι Πίστορ.

Από το όνομα του συγγραφέα επικράτησε ο όρος «μαζοχισμός»συνδέοντας τον για πάντα με τα εγχειρίδια ψυχολογίας και τον ορισμό τηςψυχοπαθολογίας της ηδονής μέσω του πόνου.

Η Αφροδίτη με τη γούνα κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Σοκόλη σε μετάφραση Νικολέτας Κοτσαηλίδου.

Από το οπισθόφυλλο της ελληνικής έκδοσης:

Η νουβέλα του Μαζόχ και η θεατρική της διασκευή σε μια ενιαία έκδοση, σε μετάφραση της Νικολέτας Κοτσαηλίδου. Ένα έργο ορόσημο στην παγκόσμια ψυχιατρική, στο οποίο βασίστηκε ο αυστριακός ψυχίατρος ΚραφτΈμπινγκκι έπλασε το 1893 τον νεολογισμό "μαζοχισμός".

Σ' ένα αριστοκρατικό περιβάλλον χλιδής, αισθησιασμού και ηδυπάθειας, εκτυλίσσεται μια ασυνήθιστη ερωτική ιστορία. Πρωταγωνιστές, ο Σεβερίν φον Κουζίμσκι -το alterego του συγγραφέα Μαζόχ- και η Βάντα φον Ντουνάγιεφ, η γυναίκα που ο Σεβερίν λάτρεψε με πάθος και που της "εκχώρησε" τα πάντα: την ψυχή του, την ελευθερία του, την ίδια του την ύπαρξη.

Το θεατρικό έργο

«Η Αφροδίτη με Γούνα» αποτέλεσετην έμπνευση για το θεατρικό του Αμερικανού σεναριογράφου ΝτέιβιντΙβς (David Ives) και έγινε ταινία από τον Ρομάν Πολάνσκι με τονΜατιέ Αμαλρίκ και την Εμανουέλ Σενιέ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ως θεατρικό,ανέβηκε αρχικά σε off Broadway σκηνές αλλά, λόγω της μεγάλης επιτυχίας του,συνέχισε σε μεγάλες σκηνές σε πολλές χώρες του κόσμου.

Υπόθεση του θεατρικού :

«Η Αφροδίτη με Γούνα» διαδραματίζεται στηΝέα Υόρκη του σήμερα. Ο Τόμας Νόβατσεκ, συγγραφέας και σκηνοθέτης, έχει κάνειτη διασκευή του κλασικού σαδομαζοχιστικού / ερωτικού μυθιστορήματος του LeopoldSacher – Masoch, «Η Αφροδίτη με τη Γούνα» (1870), που είναι η ιστορία μιαςεμμονικής εξωσυζυγικής σχέσης μεταξύ ενός άντρα - του Severin von Kushemski -και της ερωμένης του - Vanda Dunayef - στην οποία ορκίζεται αιώνια υποταγή. ΟΤόμας βρίσκεται σε απόγνωση προσπαθώντας να βρει την ηθοποιό που θα παίξει το ρόλοτης Βάντα, της πρωταγωνίστριας του έργου που έχει διασκευάσει. Απροσδόκητα, τηντελευταία στιγμή, φτάνει αργοπορημένη για ακρόαση μια εξίσου απελπισμένηηθοποιός, όλως περιέργως, ονόματι Βάντα!

Παρόλο που είναι εντελώς ακατάλληλη για τορόλο, η Βάντα, δείχνει ότι γνωρίζει πολύ καλά το κείμενο, δημιουργώντας έτσι,το ενδιαφέρον του Τόμας, που εντυπωσιάζεται από το σαγηνευτικό ταλέντο της καιτο μυστηριώδες πέπλο που καλύπτει το χαρακτήρα της. Καθώς οι δυο αρχίζουν ναμελετούν το κείμενο - ο Τόμας στην πορεία υποδύεται τον Severin von Kushemskiτον ήρωα του μυθιστορήματος του Masoch και η Βάντα την Vanda Dunayef - και ναερμηνεύουν σκηνές από το έργο του Τόμας - η Βάντα ως ηθοποιός και η Βάντα ως ηηρωίδα - οι γραμμές ανάμεσα στο συγγραφέα, τον ηθοποιό, σκηνοθέτη και τον ήρωααρχίζουν να θολώνουν. Η γραμμή μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας σιγά – σιγάεξαφανίζεται, αρχίζοντας ένα παιχνίδι υποταγής και κυριαρχίας που, όλο καιγίνεται πιο σοβαρό, καθώς μονάχα ένας μπορεί να είναι ο νικητής. Οι κριτικοίχαρακτηρίζουν την «Αφροδίτη με Γούνα» ως μια σκοτεινή σέξυ κωμωδία (a «dark» /«sex» comedy), παρόλα αυτά όμως, δεν παύει από το να είναι ένα μυστηριώδες,αστείο, ερωτικό δράμα, που φέρνει στην επιφάνεια ερωτήματα σχετικά με τη δύναμητων ρόλων μεταξύ των δυο φύλων, τη φύση της ερωτικής επιθυμίας, ενώ ταυτόχροναμέσα στο κείμενο γίνονται αναφορές στη μυθολογία, τις τέχνες και την Ιστορία.


Το θεατρικό ανέβηκε πρόσφατα στη Λευκωσίασε σκηνοθεσία Μαρίας Μανναρίδου – Καρσερά,μετάφραση Μαρίας Χρυσάνθου και τους εκπληκτικούς Αντρέι Κρουπά και ΑντωνίαΧαραλάμπους στους ρόλους των Τόμας και Βάντα.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on January 31, 2024 21:00

January 30, 2024

Οι κρυμμένες ιστορίες πίσω από τα τραγούδια, βιβλίο του Τάσου Βαφειάδη

 


«Οικρυμμένες ιστορίες πίσω από τα τραγούδια» ονομάζεται το βιβλίο του Τάσου Βαφειάδη με αναφορές σε κάποια τραγούδια δικής του επιλογής και τις ενδιαφέρουσες ιστορίες που κρύβονται πίσω από αυτά.

Στοβιβλίο ο αναγνώστης μπορεί να διαβάσει 100 + μία ενδιαφέρουσες αφηγήσεις γιαγνωστά ή και άγνωστα του τραγούδια και να κατανοήσει τον τρόπο που οι στιχουργοίκαι οι μουσικοί τους τα εμπνευστήκαν και κάτω από ποιες συνθήκες γράφτηκαν.

Μπορείκάποιος διαβάζοντάς το βιβλίο να απαντήσει στα πιο κάτω ερωτήματα:

- Ποια τηλεοπτική εμφάνιση άλλαξε την ιστορία τηςσύγχρονης μουσικής;

- Ποιο ροκ εν ρολ τραγούδι έστειλε η NASA στους εξωγήινους;

- Με αφορμή ποια καταστροφή γεννήθηκε το πιοαναγνωρίσιμο κιθαριστικό ριφ της ροκ μουσικής;

- Για ποιο τραγούδι έκανε επίσημη έρευνα επί 31ολόκληρους μήνες το FBI;

- Σε ποιο τραγούδι αναφέρεται ένα πρωτοφανέςγεγονός, που έγινε ανήμερα των Χριστουγέννων στη διάρκεια του Α' ΠαγκοσμίουΠολέμου;

- Ποιο τραγούδι δήλωσε η Madonna ότι θα ευχόταννα είχε γράψει;

- To "Common people" των Παλπ (Pulp)γράφτηκε τελικά για κάποια Ελληνίδα;

- Ποιος μυθικός τραγουδιστής της μετά-πανκσκηνής έπαιξε ζωντανά σε μια κωμόπολη της Θεσσαλονίκης λίγους μήνες πριναυτοκτονήσει;

Οι ιστορίες που ξεδιπλώνονται στις σελίδες τουβιβλίου δεν έχουν ως σκοπό μόνο να απαντήσουν στα παραπάνω ερωτήματα, αλλάκυρίως ν' αποτελέσουν μικρά ταξίδια στο χρόνο, στις πόλεις, στα γεγονότα καιστα πρόσωπα, με όχημα τις δημιουργίες καλλιτεχνών όπως η Billie Holiday, οElvis Presley, ο Ray Charles, οι Beatles, οι Rolling Stones, o Bob Dylan, οιDoors, o Bob Marley, οι Ραμόουνς (Ramones), οι Cure, o Nick Cave, οι Radiohead,η Amy Winehouse κ.ά.

 Είναιιστορίες αναπάντεχες, μελαγχολικές, περίεργες, αστείες, τραγικές, αισιόδοξες,που θα μας κάνουν να ακούσουμε πασίγνωστα τραγούδια σαν να είναι η πρώτη φορά.


Η Χίλντα Παπαδημητρίου έγραψε για το βιβλίο(bookpress.gr, 20/02/2021):

 «… είναι έναςθησαυρός αυτών των χρήσιμων και άχρηστων πληροφοριών, των trivia, που λατρεύουνοι λάτρεις της μουσικής, αλλά δεν απευθύνεται στους επαΐοντες μόνο. Απευθύνεταιπερισσότερο σε όσους αγαπούν τη μουσική χωρίς εμμονές, σ’ αυτούς που τηναπολαμβάνουν χωρίς να γνωρίζουν απέξω κι ανακατωτά όλη τη δισκογραφία τουαγαπημένου τους συγκροτήματος». (, bookpress.gr, 20/02/2021)

ΟΤάσος Βαφειάδης γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Σπούδασε Χημεία στο ΑριστοτέλειοΠανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο οποίο εκπόνησε διδακτορική διατριβή στηνΚβαντική Χημεία. Ζει στη Θεσσαλονίκη όπου εργάζεται ως καθηγητής στηΔευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Υπήρξε ραδιοφωνικός παραγωγός και είναι ιδρυτικόμέλος του πρώτου μαθητικού ραδιοφώνου "European School Radio". Ανήκειεπίσης στη συντακτική ομάδα του διαδικτυακού μουσικού περιοδικού Mic.gr.

Τοβιβλίο εκδόθηκε στην Αθήνα το 2017 από τις εκδόσεις Ζήτη και μέχρι σήμερα έχουνγίνει σε αυτό 3 ανατυπώσεις με τελευταία αυτή του 2022.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on January 30, 2024 11:00

January 27, 2024

Λογοτεχνία στα Ερτζιανά #17 Χρίστος Ρ. Τσιαήλης / Θαυμαστός καινούργιος κόσμος (Aldous Huxley)

  Λογοτεχνία στα Ερτζιανά: ραδιοφωνική εκπομπή αφιερωμένη στο Βιβλίο, τη Λογοτεχνία και τον Πολιτισμό.



Ο Ανδρέας Καπανδρέου και η Μαρία Κούβαρου φιλοξενούν τον συγγραφέα Χρίστο Ρ. Τσιαήλη και σχολιάζουν το βιβλίο "Θαυμαστός καινούργιος κόσμος" του Aldous Huxley.

Η εκπομπή Λογοτεχνία στα Ερτζιανά μεταδίδεται κάθε Τρίτη στις 19:10, στο Πρώτο Πρόγραμμα του ΡΙΚ (97.2FM), στις 19:10 και στο διαδίκτυο http://cybc.com.cy και τα Σάββατα στις 9:00 το πρωί, από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό του Πανεπιστημίου Κύπρου UCY Voice (95.2FM) - https://www.ucyvoice.com/ekpompes/logotexnia-sta-ertziana-me-andrea-kapandreou-maria-koyvarou


Μπορείτε να ακούσετε όλες τις εκπομπές σε επανάληψη (audio on demand) από εδώ


 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on January 27, 2024 21:00

January 24, 2024

Οι δίδυμες φλόγες και ο θάνατος του Εγώ, διήγημα της Μαρίνας Σαβεριάδου

 


Η ΜαρίναΣαβεριάδου, επανέρχεται στο λογοτεχνικό προσκήνιο, αυτή τη φορά με ένα ερωτικό –υπαρξιακό διήγημα σε αυτοτελή έκδοση από τις Συμπαντικές Διαδρομές.

Τοδιήγημα έχει τίτλο «Οι δίδυμες φλόγες και ο θάνατος του Εγώ» και ουσιαστικάείναι ένας μονόλογος της συγγραφέως που μας παρουσιάζει την παθιασμένη ερωτικήιστορία της αφηγήτριας..

Μιασυμπαντική συνάντηση δύο δίδυμων ψυχών που όμως τελικά δεν έμειναν μαζί. Μια ερωτικήιστορία που δεν έχει ευχάριστο αλλά έχει αισιόδοξο τέλος… Μια σχέση για τηνοποία η αφηγήτρια εκφράζει ευγνωμοσύνη που την έζησε…

Απότο οπισθόφυλλο:

Σαν αετός πετώ πάνω από τους ήρωες, τις σκηνές και τασύμβολα και αποκωδικοποιώ εκείνα που δεν χωρούν μέσα στις λέξεις, εκείνα πουαποκρύπτονται και εκείνα που επιμελώς αποσιωπούνται. Αυτά που ανταλλάζονται σεκυτταρικό και ενεργειακό επίπεδο, την ώρα που εφάπτονται τα σώματα μας, την ώραπου αναπνέουμε στον ίδιο ρυθμό, την ώρα που διαχέεται ανάμεσα μας η ενέργειατου ενός στον άλλο. Αυτή η ανταλλαγή ενέργειας ξεκίνησε πολύ πριν συναντηθούμε,πολύ πριν αγγίξουν τα σώματα μας και συνεχίζεται και μετά που διαχωρίζονται τατρισδιάστατα σώματα. Συνεχίζεται μέσα από τον νέο μας εαυτό που γεννήθηκε μετάτην προσυμφωνημένη μας συνάντηση, με αλλαγές που δεν γίνονται αντιληπτές ήκατανοητές από τον νου.

Είναι η αφύπνιση, η κοινή αναγνώριση, η αποκάλυψη, το δέος,η επιστροφή στο μηδέν! Είναι η κατάργηση του χρόνου, η κβαντική ένωση στο κέντροτου άναρχου πυρήνα, είναι η ώρα που μαζί αποφασίσαμε ότι θα κάψει ο ένας τονάλλο για να γεννηθούμε ξανά μέσα από την κοινή τέφρα και θα είμαστε πλέον ένα,όπως ήμασταν εξ αρχής.

Είναι ένας φόρος τιμής για ό,τι και όποιον μας κεντρίζεικαι μας ξυπνά από τον λήθαργο και φλέγει μέσα μας τον πόθο να ζήσουμε, ναερωτευτούμε και να αγαπήσουμε και πάλι. Είναι ένας φόρος τιμής στην ανώτερημορφή άυλου και πνευματικού έρωτα, της ψυχικής ένωσης.

Η δίδυμη φλόγα μου ήρθε και πριν φύγει με ένα κέντρισμαξύπνησε την ψυχή μου που μακάρια κοιμόταν, για να την περάσει στο επόμενοεπίπεδο.

Σαβεριάδου, Μαρίνα. Οι δίδυμες φλόγες και ο θάνατος του Εγώ. Αθήνα: Συμπαντικές Διαδρομές, 2023.

 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on January 24, 2024 21:00